Μάζευε τα περισσεύματα καπνού με τη χούφτα, νοικοκυρεμένα, όπως μαζεύεις τα ψίχουλα σε τραπέζι οικογενειακό. Και τα έστριβε με τέτοια μαεστρία, θαρρείς πως του άρεσε η διαδικασία, μια ιεροτελεστία, μια ρουφηξιά που σκότωνε σκέψεις και επιθυμίες. Και αυτή η αδιάκριτη διακριτικότητα στην παρατήρηση, αυτή που το μάτι αρνείται πεισματικά να αποβάλλει και εκμεταλλεύεται τις άκρες του. Αυτή η άτιμη. Μεσήλικας, με γκρίζους κροτάφους καθισμένος δίπλα μας. Σχεδόν κολλητά με την παρέα μας λες και ήθελε να κρύψει τη μοναξιά του. Μόνος. Μόνος για ποτό, για φαγητό, για τσιγάρο. Μοναξιά. Σκληρή η ριμάδα! Και φαίνεται τόσο μεγάλη ανάμεσα στα δάχτυλα του. Αναμμένη, άλλοτε σβήνει μόνη της και άλλες χρειάζεται να την ξανανάψεις με τον αναπτήρα.
-Τους ακούς; Γελάνε!
-Γελάνε γιατί είναι παρέα…..Είναι ωραίο να είσαι παρέα.
Απευθύνθηκε πάλι στον σερβιτόρο που τον φρόντιζε και του έδινε σημασία. Και είχαν μια δόση παράπονου και απόγνωσης τα λεγόμενα του. Ποτήρι χαμηλό, διάφανο, θολό ταίριαζε τόσο με το στριφτό του τσιγάρο. Στριφτό, διέθετε άπλετο χρόνο για να το φτιάξει και ξόδευε έτσι, περισσότερα λεπτά απ’τη μοναξιά του.
-Συνέχισε να φέρνεις αλλά μην βιαστείς, δε θα φύγω.
-Και που να πάω; Λες και θα ανησυχήσουν σπίτι;
Γέλασε ειρωνικά.
Και χανόταν στα σύννεφα καπνού, αναπολώντας στιγμές που κάποτε ήταν παρέα, είχε μάθει λίγο στο μαζί και ξέμαθε. Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν μονάχοι ρε. Ολομόναχοι. Που φοβούνται μην πάθουν τίποτα και δεν τους βρουν ή που δε φοβούνται γιατί δεν αφήνουν κανέναν και τίποτα πίσω τους. Που πέθαναν και ζουν για να ζουν. Και δίπλα παρέα πριβέ. Κλειστή για λίγους και γνώριμους. Με γέλια και εξομολογήσεις, με φασαρία για να μην ακουστεί η ηχώ της μοναξιάς του διπλανού. Και μύριζε καπνός και αδιαφορία.
-Ένα τελευταίο και σπίτι.
– Ποιο σπίτι; Φυλακή. Θα κάνω ένα τελευταίο τσιγάρο Νίκο και θα φύγω.
Ακόμη και το τελευταίο πάλι με ακρίβεια, ο λίγος καπνός που έπεφτε στο τραπεζάκι μαζευόταν με τη χούφτα για να μην αφήσει ούτε ένα ίχνος…..Ούτε ένα που να μαρτυρά πως κάποιος κάθονταν εδώ. Και άκουγε τις συζητήσεις της παρέας και ήθελε να μιλήσει, να πει……Δεν το έκανε! Έχει και η αξιοπρέπεια την θέση της. Δίπλα. Μην ενοχλήσει, μην παρεξηγηθεί.
Στριφτά τσιγάρα για τεχνίτες και μαέστρους, για μονάχους και παραπονεμένους και άθελα σου τα συνέδεσες με καημούς και σεκλέτια, με συνήθειες κακές αλλά αγαπημένες, με τέτοιες που μόνο αυτές ξέρουν από καλή παρέα……
Της Κατερίνας Παπαστεργίου