Τι είναι η συγγραφή και ποια τα συστατικά της. Πώς μοιάζει η στιγμή πριν αλλά και την ώρα που πιάνεις το μολύβι και τοποθετείς απέναντι σου ένα λευκό άγραφο χαρτί.
Τι αναζητά, άραγε, ένας συγγραφέας, τι βρίσκει, τι είναι έτοιμος να καταθέσει, ποια η ιστορία που θέλει να διηγηθεί, ποιους χαρακτήρες σκιαγραφεί και τι τον σπρώχνει στο να μιλά για ανθρώπους, για τα όνειρα, τις ελπίδες, τα συναισθήματα, τα πάθη τους.
Συνάντησα τον «καθημερινό» εαυτό του Μιχάλη Πιτένη ένα ανοιξιάτικο απόγευμα και μαζί με την φυσική του υπόσταση γνώρισα και ένα ¨εγώ¨ ολόκληρο, όχι μισό, ούτε αποστειρωμένο. Ένα ¨εγώ¨ που απλώνεται σε λευκές σελίδες, μάχεται διαρκώς με τις λέξεις και πασχίζει να εκφράσει ό,τι έχει στο μυαλό του. Το Μιχάλη Πιτένη πέρα από όλες τις άλλες ιδιότητες που τον συνθέτουν , τον ακολουθεί και αυτή του καλού αφηγητή. Του αφηγητή που σε συνεπαίρνει με το σωστό τονισμό της φωνής του, τη δραματικότητα, τον ακριβή ενθουσιασμό.
Συζητήσαμε για τους ανθρώπους, τους φίλους, το θέατρο, τη συγγραφή, τη μοναξιά, τη χαρά, και κάναμε μαζί ένα ταξίδι στο χρόνο και τη ζωή όχι όμως μέσα από την φθορά αλλά μέσα από τη δημιουργία. Έτσι προσπάθησα αυτήν την φορά να σκιαγραφήσω εγώ την αθέατη πλευρά του δικού του χαρακτήρα, αν και πιστεύω πως και ο ίδιος έκανε το ίδιο για μένα.
Αρχή
Η τύχη και η συγκυρία παίζουν πολλές φορές καθοριστικό ρόλο. Κάτι τέτοιο συνέβη και με μένα, βάζοντας με στο μαγικό χώρο του θεάτρου, αν και σ’ αυτό της λογοτεχνίας θα έμπαινα αργά ή γρήγορα καθώς η σχέση μου με τη γραφή χρονολογείται από τα εφηβικά μου χρόνια.
Χειμώνας του ’92 στην τότε μπουάτ «Ερωδιός», απέναντι απ’ το 5ο Δημοτικό Κοζάνης, τραγουδούσε ο Τάκης Συνδουκάς με το Γιώργο Κοντορίκο και κάποιους άλλους. Εκεί σύχναζα και γω και ένα βράδυ πάνω στην κουβέντα μου λέει ο Γιώργος (Κοντορίκος) «μια και γράφεις, δεν μας σκαρώνεις και μερικά σατιρικά κείμενα να τα παίξουμε;».
Δε θυμάμαι αν κοιμήθηκα εκείνο το βράδυ. Μάλλον όχι… Το ερέθισμα όμως είχε δοθεί και κάθισα μπροστά στη γραφομηχανή που ‘χα τότε και ξεκίνησα. Για να ‘μαι ειλικρινής δεν είχα συνειδητοποιήσει τι πηγαίναμε να κάνουμε. Το θέλαμε βέβαια και εγώ ειδικά πάρα πολύ. Το πάλεψα, ξόδεψα ό,τι χαρτί είχα, μέχρι και… περιτυλίγματος («την άλλη φορά να μας φέρεις κείμενα σε χασαπόχαρτο», μου ‘παν κάποια στιγμή τα παιδιά) και υπήρξε αποτέλεσμα. Έτσι, τις απόκριες του 1993 ήμασταν έτοιμοι να εμφανιστούμε με την πρώτη μας επιθεώρηση που είχε τίτλο «Αποκριές είναι, συνήθως… περνούν».
Τι ακριβώς βγήκε απ’ τη γραφομηχανή μου;
Μια σάτιρα της τοπικής πολιτικής εξουσίας, διανθισμένη με γνωστά τραγούδια των οποίων τους στίχους παραφράσαμε και προσαρμόσαμε αναλόγως, κάτι που δε είχε ξαναγίνει μέχρι τότε στην Κοζάνη. Φυσικά, όλο αυτό είχε και το ρίσκο του αφού κάποιοι παρεξηγήθηκαν και δεχτήκαμε μέχρι και απειλές (γέλια). Τι μας έσωσε; Ο κόσμος που μας αγκάλιασε!
Κανονικά η επιθεώρηση θα παιζόταν στην εξέδρα της κεντρικής πλατείας, αλλά έριξε τόσο χιόνι που ήταν αδύνατον. Βρήκαμε, λοιπόν, «καταφύγιο» στο Κοβεντάρειο και επί τρεις μέρες δεν έπεφτε καρφίτσα.
Η επιθεώρηση ήταν η αιτία για να δημιουργηθεί το θεατρικό σχήμα ΟΧΛΗΡΟΙ ΠΟΛΙΤΑΙ, που αργότερα μετονομάστηκε σε ΟΧΛΗΡΟΙ, από τους Τ. Συνδουκά, Γ. Κοντορίκο, Β. Τζημόπουλο και εμένα.
Ο Μιχάλης για τις Επιθεωρήσεις
Πώς έφτασα να γράψω επιθεώρηση; Ήταν μεγάλη απόφαση αλλά μου βγήκε. Και ήταν μεγάλη καθώς δεν υπήρχε προγενέστερη εμπειρία. Βασικό ¨εκπαιδευτικό¨ μου εφόδιο οι ασπρόμαυρες ταινίες με τις οποίες γαλουχήθηκε και μεγάλωσε η γενιά μου. Αυτές οι ταινίες με τα εξαιρετικά κείμενα και τους τεράστιους ηθοποιούς που μας μύησαν στην καλή κωμωδία και τη σάτιρα, με βοήθησαν πάρα πολύ. Έτσι κατάφερα να μετουσιώσω σε πράξη όσα είχα στο μυαλό μου. Θυμάμαι πως μόλις τέλειωνα κάποιο σκετς μαζευόμασταν όλοι οι συντελεστές -το καλύτερό μας- το διαβάζαμε, το παίζαμε μεταξύ μας και παράλληλα το «χτίζαμε», βελτιώνοντας το όπου χρειαζόταν.
Η πρώτη μας επιτυχία μας έδωσε φτερά τα οποία ευτυχώς δεν κάηκαν απ’ τα φώτα του θεάτρου, και το Μάη του ‘93 ξανακάνουμε την εμφάνιση μας. Επιθεώρηση και πάλι, « Ο Βασιλικός και οι γλάστρες» στην οποία συμμετείχαν πολλά περισσότερα άτομα, γνωστά και μη εξαιρετέα της ερασιτεχνικής θεατρικής σκηνής της Κοζάνης. Μια παράσταση που ανέβηκε σε συνεργασία με το «Θεατροδρόμιο» στο Ολύμπιον.
Η δημιουργία μέσα στα χρόνια
1995
Το 1995 είναι η ώρα της λογοτεχνίας. Κυκλοφορεί η πρώτη συλλογή διηγημάτων μου με τίτλο «Τα κουβάρια της σιωπής» απ’ τις εκδόσεις Κοντέος.
Το αστείο είναι πως ο κόσμος με είχε συνδέσει με τις επιθεωρήσεις και το γέλιο. Όταν λοιπόν κυκλοφόρησε το βιβλίο μου , παραμονές Χριστουγέννων, πολύ φίλοι το αγόραζαν και το πήγαιναν για δώρο σε γνωστούς τους, προτείνοντας τους να το διαβάσουν γιατί θα γελάσουν πολύ. Ατυχώς, δεν το ‘χαν διαβάσει πρώτα οι ίδιοι καθώς είναι ένα μελαγχολικό βιβλίο που μιλάει για μοναξιά…
1996
Στα πλαίσια του πρώτου συνεδρίου αποδήμων Νομού Κοζάνης παρουσιάζουμε το πρώτο δραματικό θεατρικό μου έργο, το «Είναι μακριά η πατρίδα».
1997
Η επανεμφάνιση μας με τους Οχληρούς, την περίοδο της αποκριάς, συνδυάζεται με μια ακόμα επιθεώρηση , «Πουν’ τς’ οι άλλοι». Παρουσιάζεται στην Αίθουσα Τέχνης και σπάει ταμεία καθώς σε τέσσερις μέρες κόβει 5.500 εισιτήρια, κάτι ασύλληπτο για την εποχή εκείνη!
Ένας εκ των πρωταγωνιστών, που διέπρεψε επί σκηνής, και ο αείμνηστος ΤέληςΔαϊρούσης, τον οποίο δυστυχώς χάσαμε μετά από λίγους μήνες.
Την ίδια χρονιά συμμετέχω με ένα διήγημα μου στην έκδοση ενός συλλογικού λογοτεχνικού έργου με τον τίτλο «Συνάντηση».
1998
Κυκλοφορεί η δεύτερη συλλογή διηγημάτων μου με τίτλο «Μην ενοχλείτε τον πρίγκιπα» απ’ τις εκδόσεις Ζήτρος.
1999
Ξεκινά η επαγγελματική μου σχέση με το θέατρο, καθώς μετά από πρόσκληση της καλλιτεχνικής διευθύντριας του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κοζάνης Νανάς Νικολάου, συμμετέχω σε μια παράσταση με το γενικό τίτλο «Άνω κάτω». Για την παράσταση αυτή γράψαμε δύο μονόπρακτα ο ΓιώργοςΠαφίλης και γω. Το δικό μου λεγόταν «Η νόσος των παντρεμένων γυναικών» και πρωταγωνιστούσε η Ελευθερία Βιδάκη.
2000
Μια σύντομη συνεργασία μετο Μega, όπου συμμετέχω στο σίριαλ «Πες το Ψέματα» ως σεναριογράφος κάποιων επεισοδίων.
Ακολουθεί το θεατρικό έργο «Το πακέτο» με το θέατρο Καισαριανής που παίχτηκε στην Αθήνα και σε άλλες ελληνικές πόλεις.
2002
Κυκλοφορεί το πρώτο μου μυθιστόρημα «Τα υγρά ίχνη της μνήμης» από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
2006
Κυκλοφορεί το δεύτερο μου μυθιστόρημα «Οι κόρες της Αφροδίτης», πάλι απ’ το Μεταίχμιο.
2009
Στα πλαίσια της σκηνής «Άγονη γραμμή» του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κοζάνης, επί Γιάννη Καραχισαρίδη, ανεβαίνει το έργο «Η ζωή δίπλα μας». Έργο που βασιζόταν στη διασκευή κειμένων από την πρώτη συλλογή διηγημάτων μου «Τα κουβάρια της σιωπής».
2010
Κυκλοφορεί το τρίτο μου μυθιστόρημα «Η προφητεία τουΜότσαρτ» από τις εκδόσεις ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ.
2011
Ανεβαίνει ως συμπαραγωγή ΟΧΛΗΡΩΝ και ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Κοζάνης η κωμωδία «Όπου ο νεκρός και να κρυφτεί, ο Καλλικράτης θα τον βρει» . Μια «μαύρη» σουρεαλιστική κωμωδία.
2013
Κυκλοφορεί το μυθιστόρημα μου «Η Απόγονος» από τις εκδόσεις ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ.
Κριτικές των λογοτεχνικών έργων.
Για «Τα υγρά ίχνη της μνήμης»,
του Πάσχου Μανδραβέλη, δημοσιογράφου- συγγραφέα
¨…Το βιβλίο του Μιχάλη Πιτένη βαδίζει στα δύσκολα μονοπάτια μιας εξαιρετικά σκληρής και σε πολλά ανεξιχνίαστης περιόδου της ελληνικής ιστορίας. Υφαίνει ανθρώπινες ιστορίες γύρω από τον ιστορικό κορμό φωτίζει ουσιαστικές λεπτομέρειες τους εμφύλιου σπαραγμού που δεν είναι άλλες από τις ανθρώπινες πτυχές: την απληστία, την εκδίκηση τον έρωτα και κάπου-κάπου τη λαγνεία. Οι χαρακτήρες του είναι τραχείς, σχεδόν ιδεοτυπικοί. Ο Παναγιώτης Αργυρίου παραμένει Παναγιώτης σε όλο το βιβλίο. Δεν πολιτεύεται, χρησιμοποιεί την πολιτική. Δεν είναι ιδεολογικά ταγμένος με τους κατακτητές, τους χρειάζεται για τους εκκρεμείς λογαριασμούς του: τα γραμμάτια που έχει από τους συγχωριανούς του. Δεν βοηθά, εκμεταλλεύεται…¨
Για το βιβλίο «Οι κόρες της Αφροδίτης» του Ποητού Μπάικα
¨…Η γραφή του Πιτένη είναι νοσταλγική, καθαρή, προσπαθώντας διαρκώς να ισορροπήσει ανάμεσα σε μικροσυμβάντα που σχεδόν αναγκαστικά ρέπουν προς το μελό και γενικότερες κοινωνικές όψεις μιας ιστορικής περιόδου αρκετά πρόσφατης, επιτυγχάνοντας κατά κανόνα να τιθασεύσει ένα υλικό του οποίου η κάθε όψη απαιτεί το δικό της μερίδιο εκπροσώπησης. Η δομή είναι σχετικά χαλαρή αλλά συνεπής, δομή αποσπασματικής μνήμης που συγκρατεί μόνο τα συμβάντα που κάνουν έχουν σημασία ή καθορίζουν τον κεντρικό ήρωα. Η ροή του βιβλίου είναι ομαλή, οδηγώντας τον αναγνώστη απρόσκοπτα ως το τέλος, ένα τέλος όπου οι δύο πρωταγωνιστές, το αγόρι που έγινε πια νέος κι η κοπέλα που γέρασε, μπορούν να είναι αυτοί που ήταν, έχοντας πλέον πλήρη συνείδηση τόσο του εαυτού τους, όσο και της θέσης τους στον κόσμο…¨
Για το βιβλίο «Η προφητεία του Μότσαρτ»
Του Παναγιώτη Γούτα- συγγραφέα
¨…Η προφητεία του Μότσαρτ του Μιχάλη Πιτένη μου άφησε θετικές εντυπώσεις. Παρότι το βιβλίο απευθύνεται σε ένα κοινό μαζικής κουλτούρας (ωστόσο εξασκημένο και υπομονετικό, για να μην χαθεί στην δαιδαλώδη πλοκή και στα δεκάδες πρόσωπα που παίζουν στο στόρι), το βρήκα έξυπνο, ευρηματικό, καλοστημένο, μυστηριώδες, σαγηνευτικό. Μέσα από τις σελίδες του ταξίδεψα μέσα στους αιώνες σε άλλους πολιτισμούς, σε άλλες εποχές, σε δοξασίες και μύθους αλλά και θρησκείες άλλων λαών. Η προφητεία του Μότσαρτ είναι ένα γοητευτικό ταξίδι στο χρόνο και στην ιστορία, απαιτεί συγκέντρωση και προσοχή από τον αναγνώστη και του ανταποδίδει αυτήν του την προσήλωση με έναν καταιγισμό ανατροπών και αποκαλύψεων. Κομίζει μια αύρα κοσμοπολιτισμού και μυστηρίου, ενώ η σκόνη των μύθων και της ιστορίας θαρρεί κανείς πως, από την έρημο της αρχαίας Αιγύπτου, επικάθεται στο δέρμα μας, διευρύνοντας τις γνώσεις μας, τη συνείδηση, την εσωτερική μας όραση…¨.
Της Αγνής Παπακώστα, φιλολόγου- διδάκτορος λογοτεχνίας
¨… Το καταπληκτικό με την Προφητεία του Μότσαρτ είναι το γεγονός ότι, με βάση τον παραπάνω απλουστευτικό ορισμό ενός σύνθετου όρου της λογοτεχνικής θεωρίας, η αυτοαναφορικότητα καθίσταται η κυρίαρχη εντύπωση που αποκομίζει ο αναγνώστης απ’ τις πρώτες σελίδες του βιβλίου και η αίσθηση αυτή, όσο προχωρά η ανάγνωση εδραιώνεται, καθώς για την επίτευξη της συνεργάζονται όλα τα επιμέρους δομικά στοιχεία του ίδιου του κειμένου: ο μύθος με ό,τι τον απαρτίζει (πρόσωπα, χρόνος, χώρος), η αφηγηματική τεχνική, η προοδευτική αποκάλυψη, η σταδιακή και με προσεκτικά βήματα δόμηση της ιστορίας, το σπαραγματικό στοιχείο, η εγκιβωτισμένη αφήγηση και οι επίμονες αναφορές με διεισδυτική, λεπτομερή παράθεση στοιχείων που καλύπτουν διάφορους τομείς του επιστητού και της αισθητικής με κυρίαρχη την ποιοτική υπεροχή της μουσικής…¨
Για το βιβλίο «Η Απόγονος»
Της Τζένης Μανάκη- συγγραφέα
¨…Ο Μιχάλης Πιτένης μέσω των ηρώων του, με γνώμονα τα παλιά προσπαθεί να ερμηνεύσει τα σύγχρονα. Τη ραγδαία αύξηση των ακροδεξιών στοιχείων, τον ρόλο της Γερμανίας στη σύγχρονη Ευρώπη, την πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης με φόντο την οικονομική κρίση και το μεταναστευτικό ζήτημα…¨.
Για το σύνολο των βιβλίων
Του Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη, φιλολόγου- συγγραφέα
“Οι κόρες της Αφροδίτης” δεν είναι ένα εύκολο βιβλίο. Ό,τι αντλείται απευθείας από την πραγματικότητα κινδυνεύει να γειωθεί σε ένα ανέμπνευστο ρεαλισμό, πολύ δε περισσότερο όταν η παρουσία της παιδικής ανάμνησης απειλεί να σε παρασύρει στον πειρασμό μιας γλυκερής νοσταλγίας. Ομοίως και “Τα υγρά ίχνη της μνήμης”.
Με έναν άλλο τρόπο, “Η προφητεία του Μότσαρτ” δεν είναι ένα εύκολο βιβλίο. Η γραφή του αξιώνει την έμπνευση του λογοτέχνη και τον οίστρο του ερευνητή στην κατάλληλη δοσολογία, ειδάλλως κινδυνεύεις να προδώσεις είτε την αισθητική διάσταση είτε την ιστορική-πολιτική τεκμηρίωση. Ομοίως, και “Η απόγονος”.
Καθόλου τυχαία η δυαδική διάταξη που επέλεξα. Ανάμεσά τους διακρίνω μια ορατή διαχωριστική γραμμή: “Οι κόρες της Αφροδίτης” και “Τα υγρά ίχνη της μνήμης” συστρέφονται στην τοπική και εθνική ιστορία για να οργανώσουν τη γενεαλογία ενός κοντινού παρελθόντος· “Η προφητεία του Μότσαρτ” και η “Απόγονος” απλώνονται στον ευρωπαϊκό χώρο για να οργανώσουν τη γενεαλογία ενός κοντινού μέλλοντος. Πρόκειται για τα διακριτά στάδια της ωρίμανσης του συγγραφέα, που ξεκινά απ’ ό,τι ήδη διαθέτει, δηλαδή από το άμεσο και βιωμένο, για να κατακτήσει ό,τι προσδοκά, δηλαδή το μακρινό και διαισθητικό, αλλά την ίδια στιγμή περιέχουν εντός τους σε ενιαίο όλο τις διαφορετικές όψεις της σύγχρονης πραγματικότητας μέσα στις πολύπτυχες και αντιφατικές εκδηλώσεις της και μέσα στις ασταμάτητες και υπόγειες συνομιλίες της…¨
Ο Μιχάλης μέσα από το έργο του
Ο συγγραφέας είναι το έργο του και το έργο ο συγγραφέας. Για ό,τι κι αν γράφεις, για όποιους κι αν μιλάς, τα πάντα περνούν μέσα από το προσωπικό σου φίλτρο. Δεν είναι δυνατόν να μην σε αγγίξουν και αποκλείεται όταν περάσουν στο χαρτί να μην έχουν κάτι από σένα.
Οι ιστορίες σου δεν είναι απαραίτητα δικές σου, οι ήρωες σου δεν είσαι εσύ, αλλά όλο και κάποια δικά σου πράγματα βάζεις, όλο και κάτι από σένα «κλέβουν» οι χαρακτήρες που δημιουργείς.
Για όποιον θέλει να γράψει, είναι σημαντικό να ζει, να γεύεται πράγματα, να έχει εμπειρίες. Να ‘χει αυτιά και μάτια ανοιχτά και να μην κρίνει τους ανθρώπους αλλά να προσπαθεί να τους καταλάβει.
Με τη γραφή αποκαλύπτεσαι, «ξεγυμνώνεσαι», εκθέτεις πολλά στοιχεία του εσωτερικού σου κόσμου.
Αν δεν είσαι ειλικρινής σε ό,τι θέλεις να πεις, αυτό θα το καταλάβει ο αναγνώστης.
Αν χτίσεις ένα κείμενο άψογο συντακτικά και ορθογραφικά, αλλά άψυχο, άνευρο και χωρίς ατμόσφαιρα, δεν πρόκειται να συγκινήσει κανένα και μοιραία θα βρεθεί στα αζήτητα.
Για να γράψεις πρέπει να διαβάσεις. Και αφού γράψεις πάλι να ξαναδιαβάσεις. Όσο πιο πολύ μπορείς. Τα κείμενα των άλλων είναι πάντα πολύτιμα και βοηθούν πάρα πολύ έναν συγγραφέα.
Η γραφή είναι μια μοναχική διαδικασία. Αναμετριέσαι με τον εαυτό σου και προσπαθείς να αποτυπώσεις στο χαρτί ένα δικό σου κόσμο, ελπίζοντας πως αυτό τον κόσμο θα θελήσουν να τον γνωρίσουν και άλλοι, οι δυνητικοί αναγνώστες σου.
Ανάμεσα στα διάφορα είδη γραφής δεν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές. Όποιο είδος κι αν εξασκείς το ίδιο πράγμα προσπαθείς να κάνεις. Να μεταφέρεις στους άλλους τις σκέψεις σου.
Μ’ αρέσει πάντοτε να λέω πως γράφοντας δεν κάνω τίποτα άλλο παρά να βάζω ένα θέμα συζήτησης προσκαλώντας τους άλλους να τοποθετηθούν πάνω σ’ αυτό. Είτε είναι αναγνώστες των βιβλίων, είτε θεατές ενός θεατρικού έργου.
Ανάμεσα σ’ ένα λογοτεχνικό κείμενο και ένα θεατρικό η τεχνική τους διαφορά είναι πως στο πρώτο μπορείς να περιγράψεις συναισθήματα, εικόνες και ό,τι άλλο θες, ενώ στο δεύτερο πρέπει να τα πεις όλα μέσα από τις φράσεις ενός διαλόγου.
Αν κάτι μ’ αρέσει πολύ στο θέατρο είναι πως βλέπεις τους ήρωες σου να ζωντανεύουν επί σκηνής και χάρη στη δουλειά που κάνουν σκηνοθέτες και ηθοποιοί πάνω στο κείμενο σου ανακαλύπτεις και συ κάποια στοιχεία του που δεν τα ‘χες φανταστεί.
Κάτι ανάλογο μπορεί να συμβεί και στη λογοτεχνία και χάρηκα πολύ όταν κάποιες φορές ήρθαν αναγνώστες και μου είπαν ¨σ’ εκείνο το σημείο θέλατε να πείτε αυτό;¨. Δεν ήθελα, αλλά η δική τους παρατήρηση ξεκλείδωσε μια ακόμα πτυχή του κειμένου μου, κάτι που με βοήθησε πάρα πολύ.
Ο Μιχάλης για τον Μιχάλη
Αντί για τον καθρέπτη προτιμώ να βλέπω τον εαυτό μου όπως απεικονίζεται στα πρόσωπα των δικών μου ανθρώπων. Ως χαρακτήρας είμαι εσωστρεφής και γι’ αυτό έχω επιλέξει να συναναστρέφομαι μόνο μ’ ένα μικρό κύκλο ανθρώπων.
Στη ζωή μου γνώρισα πολλούς και ενδιαφέροντες ανθρώπους, αλλά με λίγους μόνο επικοινώνησα πραγματικά. Νομίζω πως αυτό συμβαίνει με όλους τους ανθρώπους και ο καθένας έχει το δικαίωμα να κάνει τις επιλογές του. Εγώ πάντως τις έκανα.
Η συγγραφή είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου. Δεν είναι εύκολη υπόθεση αλλά και δεν θα την άλλαζα με τίποτα, όσα κι αν μου ‘χει στερήσει. Το ευτύχημα για μένα είναι πως στη ζωή μου υπάρχουν άνθρωποι που κατανοούν αυτό που κάνω και με στηρίζουν ακόμα και αν χρειάζεται να κάνουν πολύ υπομονή και αρκετές υποχωρήσεις.
Όταν ετοιμάζω κάτι, μπαίνω ολοκληρωτικά στον κόσμο του, μέχρι να το ολοκληρώσω. Παρεξηγήθηκα πολλές φορές γι’ αυτό από φίλους και γνωστούς, αλλά δε γίνεται διαφορετικά. Μέσω της γραφής προσπαθώ να κατανοήσω τους ανθρώπους. Ελπίζω μέσα απ’ τα γραφόμενα μου, όσοι κάνουν τον κόπο να τα διαβάσουν, να με κατανοήσουν κι εκείνοι.