της Δήμητρας Καραγιάννη & του Χρήστου Λαμπριανίδη
Ποιήματα: Δήμητρα Καραγιάννη
Καλλιτεχνική επιμέλεια: Δήμητρα Καραγιάννη
Φωτογραφίες: Χρήστος Λαμπριανίδης
Μοντέλο: Μαρίνα Λαμπριανίδη
ΦΡΑΓΜΟΙ
Κλείστηκα εδώ,
στου κόσμου το σκοτεινό υπόγειο
στην πολύπλοκη αυτή σιωπή
που βουίζει στ’ αυτιά μου
Φραγμοί ορατοί
οριοθετούν τη χαρά
τα θέλω μου κάνουν ανακωχή
τη θέση τους δίνουν στα πρέπει μια για πάντα
Στ’ αμείλικτα πρέπει
που αποφασίζουν για μένα ερήμην μου
Ψελλίζω λόγια ακατάληπτα
λέξεις δίχως λογική
για να κοπάσει μέσα μου η ορμή
να ευτυχήσω άλλη μια
στα έγχρωμα αιθέρια όριά μου
ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΣΤΟ ΤΖΑΜΙ
Στέκομαι εδώ και μετράω το χρόνο
τον μετράω πριν να ‘ρθει,
προτού χυθεί απάνω μου σαν παράφορο κύμα
Το τζάμι αόρατο τείχος
εγκλωβίζει στη στιλπνή του αφή
τα σημάδια που αφήνω
Στέκομαι εδώ σα βουβή φωτογραφία
να χαϊδεύω το γυάλινο κόσμο
που ανοίγεται εμπρός μου
Πίσω απ’ το τζάμι
τις ρωγμές του αγγίζω απαλά
σπασμένα κομμάτια
χαρακώνουν το αύριο εντός μου
Η πλάτη στον τοίχο
ιπτάμενα πόδια
δυο ανήλικα μάτια που πλανιούνται στο φως
κι απεγνωσμένα ζητούν την ενηλικίωσή τους,
για να την αρνηθούν μάταια ες αεί
στο ξεχασμένο «μετά» τους
Στέκομαι εδώ
θεατής του εαυτού μου στο τζάμι του κόσμου
Μετράω το χρόνο αργά, δυνατά, καθαρά
τον προφέρω σαν ενεργητικό, αμετάβατο ρήμα
Τον μετράω κι εκείνος έρχεται
χύνεται απάνω μου σαν παράφορο κύμα
ΧΗΜΕΙΑ
Προεκτείνω τις σκέψεις στους τοίχους
ζωγραφίζω χημικές ενώσεις
από δάκρυ και χρώμα
Βασικά χρώματα· βασικά ένστικτα·
βασικές αρχές· βασικά μου στοιχεία
Κίτρινη η πόλη
κίτρινο φως, κι ένας αέρας με παίρνει
με συνεπαίρνει σ’ έναν αθέατο λυγμό
χωρίς ειρμό το μυαλό
ασυνάρτητες οι σκέψεις
Μπλε θερινός ουρανός
εγώ κι η θάλασσα
δύο λάμψεις που χορεύουν
σαν τρελές στο σκοτάδι
κι εγώ να πίνω, στην υγειά μου, τον κόσμο
Κόκκινο· το χρώμα του αίματος
το χρώμα του πάθους
το χρώμα του βάθους
Η ζωή έχει το χρώμα του λάθους
ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
Τώρα με καλείς να παίξω μαζί σου
ν’ αναρριχηθώ στον τοίχο του χρόνου
και να ‘ρθω ξανά να σε βρω
Στα μαλλάκια σου απάνω χορεύουν
οι αθώες αλλοτινές μου εξιδανικεύσεις
Κοίτα να με πας μακριά
για να ‘χω δρόμο πολύ
τη ζωή απ’ την αρχή να διανύσω
Κοίτα να γελάς
για να ‘χει ο κόσμος άνοιξη
κι η νύχτα έναν λόγο να ανατείλει
Κοίτα να αφήσεις ένα αποτύπωμά σου στο κόσμο
λίγο χρώμα στο λευκό του απείρου
ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ
Το βλέμμα σου είναι μια δισύλλαβη λέξη
ομολογεί σιωπηλά όσα δεν θες να πεις
Ξανά και ξανά με «διαβάζει»
επιθεωρεί τη ζωή μου διαρκώς
Ένα κράμα κραυγής και σιωπής
δυνατό και μεγάλο
καρφωμένο επάνω μου
σαν αιχμηρή πρόκα
Το βλέμμα σου είναι μια αλλόκοτη δίνη
ένα ατσάλινο ποίημα
βαμμένο με χρώμα
Η αφοπλιστική του αλήθεια
ένα θραύσμα φωτός στο σκοτάδι
που εκβιάζει τον κόσμο
Το βλέμμα σου στάζει ζωή
συντρίβει το χρόνο
σβήνει κι αφήνεται σ’ όσα το αύριο θα φέρει
Καίγεται στη δροσιά της γιορτής του
σαν βαθύ φωτεινό καλοκαίρι