Της Κατερίνας Παπαστεργίου
Πιτσιρίκια τότε με άδεια τσέπη αλλά με καρδιά που φτερούγιζε και έδινε δύναμη και γέμιζε όνειρα και σε άφηνε να πιστέψεις πως μπορείς να κατακτήσεις τον κόσμο μόνο αν πιαστείς χέρι χέρι. Κότσια! Τέτοια είχαν και ας ήταν σχεδόν παιδιά και αποφάσισαν να φύγουν μακριά να δημιουργήσουν και να δημιουργηθούν, για μια καλύτερη ζωή τι και αν ήταν ξενιτιά, είχε ο ένας τον άλλον. Και μιλούσαν τα μάτια…Πάμε; Πάμε! Χωρίς δεύτερες σκέψεις. Μα δεν ξέρουμε ούτε μια λέξη…Σιγά το δύσκολο θα την μάθουμε την γλώσσα. Και πιάσανε δουλειά, καλούτσικη για μια αρχή. Δυσκολίες και κλάματα, μα πάλεψαν. «Φτιάξαμε οικογένεια, έχουμε μια δουλίτσα, είμαστε μια χαρίτσα». Μικροπράγματα που ανταγωνίζονται τα πιο μεγάλα επιτεύγματα. Και όταν ο ένας από τους δυο δεν άντεξε και νοστάλγησε πατρίδα, επέστρεψαν μαζί…Τι και αν ο ένας ήθελε να μείνει. Φτου και πάλι απ’την αρχή… «Μα δεν βαριέσαι, βαδίζουμε μαζί».
Θυσίες, μάχες, νίκες, ήττες…
Αγάπη είναι φιλί στο μέτωπο σε χρόνο ανύποπτο, είναι ανυπόφορη γκρίνια, είναι χαμόγελο σκυθρωπό, είναι θυμός, είναι καυγάς τρικούβερτος, είναι συγχώρεση, είναι έντονη επιθυμία, είναι 2 χωριστά δωμάτια μέχρι να ξαναγίνουν ένα, είναι η λαχτάρα να σε ξαναδώ και ας σε έχω βαρεθεί, είναι ελάττωμα που έχω συνηθίσει, είναι μια ξεχασμένη αγκαλιά, είναι η έγνοια που σου έχω όταν λείπεις, είναι η σκέψη μου, είναι ο θαυμασμός μου για σένα, είναι το μίσος που εξατμίζεται, είναι τα λόγια που λένε τα βλέμματα, είναι η ασυνεννοησία, είναι η σιωπή σου, είναι ο εκνευρισμός, είναι η αμηχανία, είναι η αναζήτηση, είναι τα κουτά ψέματα σου, είναι τα έξυπνα αστεία σου, είναι η προσπάθεια να γκρεμίσω τα τείχη που χτίζεις, είναι δάκρυα, είναι το χαραγμένο όνομα σου στην άβγαλτη βέρα μου, είναι τα χρόνια της υπομονής, του σεβασμού, της εμπιστοσύνης και τα 40 κεριά που τα σβήνει ο χρόνος δίπλα σου.
Και γιόρταζα την αγάπη μαζί τους από τότε που την κατάλαβα και ήμουν παρούσα στα γενέθλια της, από την στιγμή της ύπαρξής μου. Αγάπη λοιπόν είναι το μαζί στις χαρές και στις λύπες, στην ευτυχία και στη δυστυχία, στην υγεία και στην αρρώστια, αγάπη είναι «σήκω ψυχή μου να πάμε βόλτα», να πέφτεις στο πάτωμα μαζί του και να τον σηκώνεις με όλη σου την δύναμη. Αγάπη είναι να λύνω τους κόμπους από τα αχτένιστα μαλλιά σου. Αγάπη είναι να πεθαίνεις για τον άλλον. Είναι το μαζί μέχρι το τέλος…
Δεν χωράει σε ρεπό και αργίες, δεν της αρέσουν τα παιχνίδια, δεν έχει ανάγκη από αλατοπίπερα, δεν πάει σ’αυτούς που δεν την αντέχουν, δεν φωλιάζει σε ψυχές που δεν την έχουν ακουστά. Δεν μοιράζεται με τρίτους. Σιχαίνεται τα ψέματα και λείπει από τους δήθεν όρκους που για να γίνουν αιώνιοι θα πρέπει να τους γράψεις με πράξεις. Αν χαθεί δεν ήταν η ίδια, ήταν μια άλλη που ήθελε να είναι σαν κιαυτήν. Να επιμένεις, να την υπομένεις, να μεγαλώνεις μαζί της, να ψάχνεις την αλήθεια της. Να μην χάνεις ούτε λεπτό μακριά της. Να την δίνεις απλόχερα και να την μοιράζεσαι. Πάντα θα σε βρίσκει και ας είσαι χαμένος. Πώς να συμβιβαστείς μωρέ με μια κατώτερη της, όταν έχεις γνωρίσει την αληθινή;
Αγάπη είναι μια φράση που πέρασε από 40 κύματα…
Σήκω ψυχή μου να πάμε βόλτα!
Αφιερωμένο στον Γιάννη και στην Δέσποινα