Η έκδοση με τα ρητά του Κοέν από το Μελάνι, «Ο Λέοναρντ Κοέν με τα δικά του λόγια», μας θυμίζει πως ο Κοέν δεν έγραφε μονο αξεπέραστους στίχους αλλά μας χάρισε και μια πυξίδα για το ταξίδι της ζωής.
«Αν παρατηρήσει κανείς τους στίχους πολύ γνωστών τραγουδιών του Κοέν, θα απορήσει με το βάθος της θρησκευτικότητάς τους αλλά και με τις “ιεροσυλίες” που διαπράττει ο ποιητής τους, μπλέκοντας διαρκώς το ανθρώπινο με το θείο, το θρησκευτικό αίσθημα με το σεξ, γράφοντας ένα δικό του ευαγγέλιο, της ήττας και του έρωτα» γράφει με ακρίβεια για τον αντιφατικό, πλην όμως τόσο πλούσιο κόσμο του σπουδαίου καλλιτέχνη η Μυρσίνη Γκανά.
Και αυτό στον πρόλογο ενός μικρού, άκρως πολύτιμου βιβλίου με τον τίτλο «Ο Λέοναρντ Κοέν με τα δικά του λόγια» (εκδόσεις Μελάνι) που ο καθένας θα έπρεπε να έχει στη βιβλιοθήκη του.
Στο συγκεκριμένο βιβλίο η Εύη Μαραγκού επιλέγει και μεταφράζει αποσπάσματα από συνεντεύξεις του Κοέν από διαφορετικές πτυχές της ζωής και για διαφορετικά θέματα. Με αυτό τον τρόπο συνθέτει μια συνολική προσέγγιση του έργου του από τα τραγούδια του μέχρι τις σκέψεις του και από τις προσωπικές σκέψεις μέχρι την πνευματική ζωή και την ποίηση, γιατί, όπως πολύ σοφά τονίζει και πάλι η Γκανά στον πρόλογό της: «Δεν έπαψε ποτέ να είναι ποιητής. Κάποτε είπε ότι “η ποίηση είναι απλώς η απόδειξη ότι υπάρχει ζωή. Αν η ζωή σου καίγεται καλά, η ποίηση είναι απλώς η στάχτη”. Και από αυτήν τη στάχτη φαίνεται να τρεφόμαστε ακόμα».
Για τον έρωτα:
«Κανείς δεν κυριαρχεί στην καρδιά. Κανείς δεν κυριαρχεί στον έρωτα. Κατά μία έννοια, είμαστε όλοι ερασιτέχνες σ’ αυτά τα ζητήματα και πρέπει να ξεκινούν από την αρχή κάθε μέρα. Δεν υπάρχει εγγύηση πως μια σχέση που είχαμε χθες πρόκειται να είναι όταν ξυπνήσουμε αύριο η ίδια σχέση».
«Κατά τον ιδρωμένο, παθιασμένο, βρόμικο εναγκαλισμό, με όλη την υπέροχη δύναμή του που καταλύει τον χρόνο, κατά τη διάρκεια αυτού του εναγκαλισμού δεν υπάρχει καμία διαφορά, κανένας διαχωρισμός ανάμεσα στο πνευματικό και στο βέβηλο».
«Νομίζω ότι η εμπειρία της αγάπης είναι ότι διαλύεις τους φρουρούς και τα τάγματά σου για μια στιγμή και βλέπεις πραγματικά πως όντως υπάρχει αυτή η ακαθόριστη ενέργεια συναισθήματος και σκέψης που ρέει ελεύθερα ανάμεσα σε δύο ανθρώπους. Η καρδιά σου ανοίγει και, φυσικά, βρίσκεσαι σε κατάσταση απόλυτου πανικού, επειδή έχεις συνηθίσει να προφυλάσσεις αυτό το όργανο με τη ζωή σου».
Τι είπε για την επιθυμία:
«Είναι δύσκολο να παραμείνεις ο πραγματικός εαυτός σου μπροστά στην επιθυμία. Το αντικείμενο του πόθου σου και η ποιότητα του πόθου σου είναι τόσο καθηλωτικά που είσαι πρόθυμος να στραμπουλήξεις τον εαυτό σου σε οποιαδήποτε μεταμφίεση προκειμένου να κερδίσεις το αντικείμενο του πόθου σου.
Αυτό είναι κάτι που σίγουρα όλοι γνωρίζουν. Διαθέτει δύναμη και είναι γνωστό ως πειρασμός. Είναι μια πολύ αβέβαιη και επικίνδυνη ασχολία και έπειτα από κάποιο διάστημα, όταν είσαι πια αρκετά μεγάλος ώστε να καταλαβαίνεις τις συνέπειες των πράξεών σου και να γνωρίζεις ότι το να πηδηχτείς με κάποιον είναι σοβαρό, σε οποιοδήποτε επίπεδο, τότε αναδύεται το ηθικό ζήτημα.
Παρ’ όλα αυτά, η επιθυμία είναι τόσο δυνατή που ακόμα και γνωρίζοντας τις συνέπειες θα επιτρέψεις στον εαυτό σου να οδηγηθεί σε μεταμφιέσεις».
Για τη μεταφυσική
«Οποιοσδήποτε έχει χάσει το μυαλό του και επιβίωσε, όποιος δεν έχει λυγίσει από τον κομφορμισμό ή την καθαρή τρέλα ώστε να είναι ανίκανος να λειτουργήσει γνωρίζει την έκσταση και την παραίσθηση και την όλη ιδέα των πλανητών και της μουσικής και των σφαιρών και της ατελείωτης δύναμης της ζωής και του Θεού.
Πράγματα που μπορούν να σου τινάξουν τα μυαλά στον αέρα… Όλοι θέλουν να τινάξουν τα μυαλά τους στον αέρα στις μέρες μας και γι’ αυτό η γραφή των σχιζοφρενών σαν εμένα θα είναι σημαντική».
Για τον ίδιο
«Γεννήθηκα πριν από τη γενιά των τζιν κι έτσι μεγάλωσα φορώντας κουστούμια. Φοράω σκούρα κουστούμια σχεδόν σε όλη μου τη ζωή, νιώθω άνετα μ’ αυτά. Ίσως να είναι επειδή έζησα στην Ελλάδα τόσο καιρό, όπου οι περισσότεροι άνδρες του νησιού, όταν έχουν να πάνε στην εκκλησία ή σε κάποια επίσημη περίσταση, φορούν το σκούρο κουστούμι τους, και ίσως να έρχεται από κει. Δεν το εννοώ με κάποιον θεολογικό τρόπο.
Είμαι επίσης ζωγράφος και μου αρέσει να δουλεύω με ασπρόμαυρο, είναι η αισθητική μου, είναι η προτίμησή μου αυτού του είδους η απλότητα. Αν κατάφερνα να βρω ένα πραγματικά ωραίο χρωματιστό πουκάμισο ίσως να το φορούσα».
«Τώρα ξέρω τι είμαι. Δεν είμαι μυθιστοριογράφος. Δεν είμαι το φως της γενιάς μου. Δεν είμαι ο εκπρόσωπος μιας νέας ευαισθησίας. Είμαι ένας τραγουδοποιός που ζει στο Λος Άντζελες».
«Οι ήρωες μιας γενιάς είναι οι γελωτοποιοί μιας άλλης. Η τέχνη κάποιου είναι το κιτς κάποιου άλλου. Έχω ήδη υπάρξει κιτς, τώρα είμαι και πάλι τέχνη».