Ομολογώ πως βλέπω τηλεόραση! Βλέπω πολύ τηλεόραση. Πάντα όμως έχω κάποιον λόγο που το κάνω. Προσπαθώ να ανακαλύψω τι κρύβεται πίσω από τις λέξεις, «πίσω από το κείμενο» που λένε και στο θέατρο. Αναρωτιέμαι τι σκέφτονται όλοι αυτοί, οι πρωταγωνιστές της καθημερινότητάς μας, όταν σχολιάζουν, αστειεύονται, σοβαρολογούν ή απλώς χαχανίζουν μπροστά στα μάτια των (έντρομων;) τηλεθεατών που για διαφορετικούς λόγους ο καθένας σπαταλά (κρίμα κι άδικα;) τον χρόνο του μπροστά στο θεοποιημένο κουτί.
Όταν ανακάλυψα τι μπορώ να πάρω εγώ από την τηλεόραση και γιατί θέλω να την κάνω φίλη μου, της μόδας ήταν Η τόλμη και γοητεία. Η τόλμη με γοήτευσε, και σιγά – σιγά άρχισα να φλερτάρω με την ιδέα να παρακολουθήσω λίγο πιο επισταμένα την πορεία του Ρίτζ και της Καρολάιν. Στη συνέχεια εμφανίστηκε η Λάμψη με την οποία φλέρταρα έντονα ώσπου μπήκε στη ζωή μου το Καλημέρα ζωή. Εκεί…υπήρχε ένα έρωτας μεγάλος και όλοι οι άλλοι μου μιλούσανε για πράγματα μικρά! Βέβαια, το Καλημέρα Ζωή πέθανε, και ο έρωτας μου γι’ αυτό επίσης και μια τηλεκριτική προϊόντων της δεκαετίας του ‘90 είναι μάλλον άσκοπη, παρ’ όλ’ αυτά θεωρώ υποχρέωσή μου να πω πως το Καλημέρα Ζωή μου χάρισε μερικές από τις πιο διασκεδαστικές στιγμές της ζωής μου. Κι ύστερα… ήρθαν τα reality!!!
Κι εκεί άρχισαν όλα!!!
Πάντα είχα απορία. Όλοι αυτοί οι νέοι άνθρωποι που παίρνουν μέρος, που μπαίνουν σε μια διαδικασία να επιτρέψουν σε αγνώστους να τους δουν από την κλειδαρότρυπα, να προκαλέσουν αγνώστους με τη συμπεριφορά και τα λεγόμενα τους, να γίνουν αντικείμενο συζητήσεων δίχως γιατί και όχι άδικα, όλοι αυτοί οι νέοι άνθρωποι, τι ψάχνουν από τη ζωή τους, τι σκέφτονταν πριν στείλουν το πρώτο e-mail, πως αποφάσισαν να πάνε στην πρώτη ακρόαση, γιατί θέλησαν να μπουν σε μια τέτοια διαδικασία και εν τοιαύτη περιπτώσει…τι θέλανε να γίνουν όταν μεγαλώσουν;
Θα ήθελα πολύ να γνωρίσω κάποιον απ’ όλους αυτούς και να κουβεντιάσω μαζί του, να δω τι έχει στο κεφάλι του, να μάθω πως ήταν το πριν και τι φαντάζεται για το μετά. Έψαχνα τρόπο να βρεθώ έστω και λίγο με κάποιους από αυτούς. Πώς όμως; To reality με τη στενή έννοια του όρου (μπαίνω σ’ ένα σπίτι, περιφέρομαι από καναπέ σε καναπέ και κυνηγάω τα λεφτά) δεν μου ταίριαζε σε καμία περίπτωση. Το να γίνω τραγουδίστρια (βλ. μουσική ακαδημία) δεν μπορώ να πω ότι ήταν το στυλ μου και σε καμία περίπτωση δεν θα έβαζα τον εαυτό μου στη διαδικασία να εκτεθώ φωνητικά ούτε για πλάκα. Ηθοποιός; Χμμμ! Αν επαναλαμβάνονταν η προσπάθεια ίσως και να πήγαινα σε κάποιο casting να μου λυθούν οι απορίες.
Και μια μέρα, έτσι ξαφνικά αποφάσισα να δώσω στον εαυτό μου το δικαίωμα να έχει άποψη για το θέμα, να λύσει τις απορίες του και να πει: “been there done that”. Κι επειδή το timing ήταν καλό και η δουλειά μου σχετική με αυτό που ζητούσαν πήγα στην πρώτη (και τελευταία ) μου ακρόαση!
Για το show ενημερώθηκα από το κανάλι που επρόκειτο να το παρουσιάσει και ομολογώ πως τηλεφώνησα αμέσως –αν και Παρασκευή βράδυ- μήπως με προλάβει κάποια άλλη. Θεώρησα πως πρόκειται για μια εσωτερική ακρόαση του καναλιού. Από Δευτέρα οι παρουσιαστές του καναλιού άρχισαν να διαφημίζουν το επερχόμενο προϊόν επαναλαμβάνοντας και τονίζοντας πως ΔΕΝ πρόκειται για reality. Κάπου εκεί κατάλαβα για τι πράγμα μιλάμε και αποφάσισα πως η τηλεοπτική μου καριέρα θα τελείωνε ακριβώς εκεί: λίγο πριν αρχίσει.. Πέρασαν αρκετές εβδομάδες και μια μέρα χτύπησε το τηλέφωνό μου:
-Καλημέρα σας, η κυρία Μακρίδου;
-Μαυρίδου, παρακαλώ
-Τηλεφωνούμε από το ταδε….
-Α…Μαλιστα! (Βρε καλώς τα τα παιδιά)
-Kατ’ αρχήν να σας πούμε ότι δεν πρόκειται για reality!
-Κατ’ αρχήν είναι κατ’ αρχάς, αλλά συνεχίστε!
-Πως;
-Σας ακούω λέω, συνεχίστε!
-Θα παίρνετε μαθήματα, θα μπαίνετε στη διαδικασία της ψηφοφορίας αλλά δεν θα ζείτε σε ένα σπίτι με κάμερες.
-Μάλιστα (reality δηλαδή)
-Έχουμε μια ακρόαση την Δευτέρα στο τάδε ξενοδοχείο στις 9 το πρωί.
-Ναι, μόνο που εγώ μένω στο Βόλο και μου είναι πολύ δύσκολο να είμαι εκεί την Δευτέρα, κι εκτός αυτού δεν νομίζω ότι μ’ ενδιαφέρει η ακρόαση με τη μορφή που θα έχει τελικά. (εν ολίγοις μην με ξαναπάρετε τηλέφωνο)
-Εσείς μένετε Βόλο;
-Ακριβώς
-Εντάξει, θα σας τηλεφωνήσουμε πάλι όταν κάνουμε την ακρόαση στη Θεσσαλονίκη
-Τι να σας πω.. (τι στο καλό, δεν ακούγομαι😉
-Γεια σας
-Γεια σας (κι αέρα στα πανιά σας)
Η μέρα μου συνέχισε ήρεμα αν και για λίγη ώρα με απασχόλησε το ζήτημα αφού τηλεφώνησα την κολλητή μου για να της πω πως μόλις είχα απορρίψει μια ακρόαση. Αλλά μέχρι εκεί.
Τουλάχιστον ένα μήνα μετά και μέσα στον καύσωνα, το τηλέφωνο χτύπησε πάλι. Ο διάλογος ήταν πάνω κάτω ο ίδιος μόνο που αυτή τη φορά το ξενοδοχείο ήταν στην Θεσσαλονίκη και η ώρα βολική και άρα η απάντησή μου θετική.
…
-Εσείς θα πρέπει να ετοιμάσετε ένα δίλεπτο να παρουσιάζετε κάτι που μπορεί να είναι μια είδηση ή οτιδήποτε άλλο.
-Αυτό μόνο;
-Ναι. Το μόνο που θέλουμε από σας είναι να μην έχετε κείμενα στα χέρια σας.
-Α, πολύ εύκολο, μπορώ να μιλάω άπειρες ώρες χωρίς κείμενο στα χέρια μου
-Νομίζω πως είστε ο άνθρωπός μας.
-Κι εγώ το πιστεύω!
Και η Τρίτη έφτασε και η ώρα του ραντεβού επίσης. Έφτασα στο ξενοδοχείο μισή ώρα πριν το καθορισμένο ραντεβού ( δεν κρατιόμουνα ). Στην είσοδο συναντήθηκα-τράκαρα σχεδόν – με μια κοπέλα, που προφανώς ήταν εκεί για τον ίδιο λόγο. Με κόιταξε με μίσος και μου γύρισε την πλάτη. Να τα μας, αρχίσαμε… Σ’ εκείνο το σημείο σκέφτηκα να φύγω. Να μπω στο αυτοκινητάκι μου και να πάρω τα βουνά, όμως όχι…ήθελα να το κάνω. Ήθελα να δω τι είναι όλο αυτό που γίνεται πριν…από το απόλυτο τίποτα.
Η κοπέλα στη ρεσεψιόν δεν με άφησε να μιλήσω –προφανώς την είχανε ζαλίσει από το πρωί με τις ερωτήσεις –με παρέπεμψε κατευθείαν στον ημιώροφο όπου γινόταν το νταβαντούρι! Ανέβηκα τις σκάλες και μπροστά μου απλώθηκε ο πανικός. Ένα καλά οργανωμένο γραφείο ήταν στημένο στον ημιώροφο, γύρω-γύρω τραπέζια που χρησίμευαν για να κάθονται οι υποψήφιοι και να συμπληρώνουν τις αιτήσεις τους και στην άκρη ένας μπουφές με καφέδες γλυκά, αναψυκτικά και νερό, πολύ νερό.
Η διαδικασία ήταν απλή, έπαιρνες την αίτηση-βιογραφικό, την συμπλήρωνες, την έδινες, έπαιρνες τον αριθμό σου, έβγαινες φωτογραφίες, καθόσουν και περίμενες.
Το παιχνίδι είχε αρχίσει. Κάθισα να συμπληρώσω την αίτηση όπως όλοι, όμως άρχισα παράλληλα να παρατηρώ. Από τα δέκα άτομα που καθόμασταν στο χώρο οι περισσότεροι είχαν τόσο άγχος που έκαναν ερωτήσεις τύπου: «Ε, συγγνώμη, όταν λέτε από ποιον θα ήθελα να πάρω συνέντευξη τι ακριβώς εννοείται» (Ελπίζω δηλαδή να ήταν από το άγχος, ή μήπως όχι;) Υπήρχαν άτομα που έτρεμαν τα χέρια τους και άλλα που πρόσεχαν τόσο την καλλιγραφία ή μην κάνουν ορθογραφικά, που καταλάβαινες πως ένιωθαν πως κάπου εκεί, κρίνονταν το μέλλον. Ένιωσα ένα σφίξιμο στο στομάχι, αλλά παρ’ όλ’ αυτά, συμπλήρωσα την αίτηση μου, βγήκα φωτογραφίες και κάθισα να περιμένω τη σειρά μου.
Περιμέναμε στον ημιώροφο περίπου 20 λεπτά, κατά τη διάρκεια των οποίων δεν σταμάτησαν να πηγαινοέρχονται νέοι άνθρωποι που αναζητούσαν μια θέση στον ήλιο. Σκέφτηκα πόσο πολύ σίγουρος για τον εαυτό του πρέπει να είναι κάποιος για να μπει σε αυτή τη διαδικασία να εκθέσει τον εαυτό του σε ανθρώπους που δεν γνωρίζει. Να σταθεί μπροστά τους και μέσα σε δυο λεπτά να αποδείξει ότι αξίζει κι αυτός να ξεχωρίσει και να μπει στους «εκλεκτούς».
Ανά δεκάδες περνούσαμε στο υπόγειο όπου ήταν ο χώρος που γινόταν η ακρόαση. « Ένα βήμα πριν το εκτελεστικό απόσπασμα», όπως είπε χαρακτηριστικά ένας συνυποψήφιος μου. Στο φουαγιέ του «αποσπάσματος», κυριαρχούσε ο τρόμος. Κάποιοι ήταν ψύχραιμοι, δυο τρεις έφυγαν γιατί βαρέθηκαν να περιμένουν ενώ η πλειοψηφία κρατούσαν από ένα χαρτί με το κείμενο που είχαν ετοιμάσει και είχαν αποστηθίσει για να παρουσιάσουν.
Η αναμονή ήταν μεγάλη, μεσολάβησε μάλιστα και ένα διάλειμμα για φαγητό-της επιτροπής- οπότε όσοι ήμασταν έξω, είχαμε την ευκαιρία να προετοιμαστούμε ακόμα λίγη ώρα, κι εγώ να διαπιστώσω, τι είναι εκείνο το κάτι που ψάχνουν οι νέοι άνθρωποι σε τέτοιου είδους ακροάσεις.
Στην διάρκεια της αναμονής μπόρεσα να χωρίσω τους υποψηφίους στις εξής βασικές κατηγορίες:
Κατηγορία νο 1: Όλα τα σφάζω όλα τα μαχαιρώνω
Είναι οι άνθρωποι που δεν έχουν αφήσει ακρόαση για ακρόαση. Δεν τους νοιάζει με ποιον τρόπο, δεν τους νοιάζει σε ποιο αντικείμενο, δεν τους νοιάζει καν πως είναι, θέλουν απλώς να βγουν στην τηλεόραση. Οι περισσότερο από αυτούς δεν έχουν κανένα απολύτως προσόν, εκτός της προϋπηρεσίας στις ακροάσεις.
Πως περιμένουν: Λέγοντας ΟΛΕΣ τις προηγούμενες εμπειρίες τους από ΟΛΕΣ τις ακροάσεις που έχουνε πάει, και διαλαλώντας πως θα περάσουν μόνο όσοι έχουν μέσον… πάλι!
Πως μπαίνουν: Μετα φόβου κριτικής επιτροπής. Το άγχος τους κόβει την ανάσα, κάνουν το σταυρό τους και μάλλον εύχονται να είναι η τελευταία φορά που περνάνε το μαρτύριο (και τυχερή)
Πως βγαίνουν: Σε πολύ λιγότερο από ένα λεπτό και τώρα πια είναι σίγουροι ότι θα περάσουν μόνο όσοι έχουν μέσον. Συνήθως ζητούν μια δεύτερη ευκαιρία.
Το αγαπημένο τους τραγούδι: Ρίξε μια ζαριά καλή και για μένα βρε ζωή
Κατηγορία νο 2: έχω μπάρμπα στην Κορώνη
…Στον antenna, στον alpha, στον ΣΚΑΪ και σε πολλά άλλα κανάλια.
Πως περιμένουν: Δεν ασχολούνται με κανέναν, μιλάνε στο κινητό και κοιτάνε τους γύρω με ύφος Μαντάμ Σουσού και πάνω
Πως μπαίνουν: Εισβάλλουν στον χώρο με τον αέρα του νικητή. Είναι άνετοι με όλους και κάνουν πλάκα με τα μέλη της κριτικής επιτροπής. Μένουν μέσα στην ακρόαση πάνω από τον καθορισμένο χρόνο και γενικά…το’ χουν (όχι το ταλέντο, το μέσον). Πως βγαίνουν: Με τον ίδιο αέρα που μπήκαν, ίσως και με λίγο περισσότερο, Το που καταλήγουν, είναι αμφίβολο, το σίγουρο είναι ότι έχουν σπείρει τον πανικό σε όσους αναμένουν.
Το αγαπημένο τους τραγούδι: Πειράζει που είμαι μεγάλη φίρμα, πειράζει!
Κατηγορία νο 3: Κυρία – κυρία να πω;
Άνθρωποι μεθοδικοί και πολύ καλά προετοιμασμένοι. Οι περισσότεροι κάνουν κάτι στη ζωή τους και αρκετοί από αυτούς είναι πολύ αξιόλογα άτομα. (Που πας ρε Καραμήτρο με πτυχίο και προσωπικότητα;)Έχουν ετοιμάσει κάτι για κάθε περίπτωση.
Πώς περιμένουν: Έχουν τα κείμενα γραμμένα σε χαρτιά και μέσα σε διαφάνεια και δεν σταματούν να κάνουν πρόβες λες και είναι μπροστά στην κάμερα.
Πως μπαίνουν: Σφιγμένοι, αλλά με σταθερό βήμα και πάντα παίρνοντας μια βαθιά ανάσα πριν ανοίξουν την πόρτα με σιγουριά.
Πως βγαίνουν: Είναι σίγουροι πως τα πήγανε χάλια – αν και κατά βάθος ξέρουν πως ήταν πολύ καλύτεροι από πολλούς εκεί μέσα-. Απλώς, περιμένανε περισσότερα πράγματα από τον εαυτό τους.
Το αγαπημένο τους τραγούδι: Ο πιο καλός ο μαθητής
Κατηγορία νο 4: Ψυχραιμία παιδιά!
Είδανε φως και μπήκαν. Δεν τους απασχολεί τι πρόκειται να συμβεί μέσα στο «εκτελεστικό απόσπασμα» και δεν έχουν προετοιμάσει σχεδόν τίποτα κι αν έχουν, έχει πολύ πλάκα και ανυπομονούν να παν να τους το δείξουν.
Πώς περιμένουν: Κουβεντιάζοντας με τους λοιπούς και κάνοντας πλάκα. Μερικές φορές κοροϊδεύουν –και τους εαυτούς τους φυσικά-.
Πώς μπαίνουν: Με κέφι. Πηγαίνουν για να αστειευτούν και να διασκεδάσουν, κι ό,τι γίνει έγινε. Η ζωή τους δεν έχει καμιά σχέση μ’ αυτό.
Πώς βγαίνουν: Με αστραφτερά χαμόγελα αφού είναι τόσο άνετοι ώστε κάνουν πλάκα με την κριτική επιτροπή.
Το αγαπημένο τους τραγούδι: Πάμε όλοι μαζί σε μια παραλία
Οι υποψήφιοι είχαν δυο λεπτά ο καθένας να παρουσιάσουν αυτό που είχαν ετοιμάσει, και η ροή ήταν συνεχής αν εξαιρέσει κανείς άτομα συγκεκριμένων κατηγοριών που για συγκεκριμένους λόγους έμεναν λιγάκι –πολύ λιγάκι όμως- παραπάνω.
Τα μέλη της κριτικής επιτροπής, ως είθισται σε αυτές τις περιπτώσεις, είχαν ο καθένας το ρόλο του. Ο αυστηρός, ο δήθεν, η στρίγγλα, ο αδιάφορος! Άγνωστοι στους περισσότερους, γνωστοί με τα άτομα της συγκεκριμένης κατηγορίας που γυρίζει από «κανάρα σε κανάρα». Η πόρτα άνοιγε και ο υπεύθυνος, φώναζε τον αριθμό του ατόμου που είχε σειρά. Γιατί ήμασταν όλοι αριθμοί, κοινώς…νούμερα.
Το 716, μπήκε μέσα γεμάτο αυτοπεποίθηση.
– Α…επιτέλους, η κυρία Μαυρίδου.
– Όταν λέτε επιτέλους; Με περιμένατε;
– Με τέτοιο βιογραφικό δεσποινίς Μαυρίδου, είναι δυνατόν να μην είχαμε αγωνία να σας συναντήσουμε;
– Βιογραφικό εννοείτε το χαρτί αυτό που συμπληρώσαμε;
– Ακριβώς.
– Μάλιστα, που να δείτε και το κανονικό δηλαδή!
– Είναι μεγάλο;
– Πολύ…
– Δεν ξέρετε πως η ποσότητα δεν μετράει;
– Όταν συνδυάζεται με την ποιότητα, μετράει μια χαρά.
(Κάπου εκεί το 716 θεώρησε πως το είχε παρατραβήξει, αν μπορούσε να κρίνει από τον τρόπο που το κοιτούσαν ο δήθεν, ο αυστηρός και η στρίγγλα)
- Για πείτε μας λοιπόν, βλέπω εδώ… είστε νηπιαγωγός, εμψυχώτρια…
- Και κουκλοπαίκτρια, αλλά δεν χωρούσε να το γράψω.
- Μάλιστα, και κάνετε και διδακτορικό
- Ακριβώς.
- Το αντικείμενό σας;
Το 716 περιέγραψε το αντικείμενο του διδακτορικού με ύφος 100 καρδιναλίων
- Και εφ’ όσον ασχολείστε με την επιστήμη σας και καλώς εχόντων των πραγμάτων θα έχετε το διδακτορικό σας σε λίγο καιρό, για ποιόν λόγο είστε σήμερα εδώ;
- Είμαι εδώ για να ανεβάσω το επίπεδο.
Μια αναστάτωση επικράτησε στην αίθουσα, φρύδια σηκώθηκαν, γλώσσες γύρισαν, πιέσεις ανέβηκαν και απέκτησε ενδιαφέρον ακόμα και ο αδιάφορος, ο οποίος πήρε και τον λόγο.
- Πείτε μας σας παρακαλώ τι έχετε ετοιμάσει.
Το 716 είχε ετοιμάσει κάτι που ήταν για σκεπτόμενους και με χιούμορ τηλεθεατές. Η ιδέα αφορούσε μια εκπομπή ποικίλου ενδιαφέροντος, νεανική κατά βάση και το συγκεκριμένο στιγμιότυπο αφορούσε την αναγγελία του επίσημου καλεσμένου που ήταν ο διάσημος Ντι Αι Τα, εκ Ιαπωνίας ορμώμενος και εμπνευστής της δίαιτας της Γιαπωνέζας χορεύτριας. Η δίαιτα αυτή, ήταν σχεδιασμένη έτσι ώστε να μεταμορφώσει μια χορεύτρια των 50 κιλών σε χορεύτρια των 85 κιλών μέσα σε διάστημα 20 ημερών, χωρίς όμως να αυξηθούν τα τριγλυκερίδια και οι τοξίνες του οργανισμού και διατηρώντας την πίεση και το ζάχαρο σε χαμηλά επίπεδα.
Τα δύο λεπτά πέρασαν και κανένας από τα μέλη της κριτικής επιτροπής δεν είχε σκάσει ούτε ένα χαμόγελο… Σκούρα τα πράγματα σκέφτηκε το 716, αλλά είπαμε, ανήκε στην κατηγορία νο 4 κι έτσι βγήκε έξω, χαιρέτησε τα πλήθη, και σιγοτραγουδώντας «πάμε όλοι μαζί σε μια παραλία»…υποσχέθηκε να περιγράψει από το δικό της μετερίζι πώς είναι να είσαι εκεί και να δίνεις το παρόν!
Και εις άλλα με υγεία!
*Το κείμενο αυτό γράφτηκε το 2010 και είναι πέρα για πέρα αληθινό. Από τότε μέχρι σήμερα τα πράγματα άλλαξαν δραματικά. Τα reality έχουν περάσει σε άλλο επίπεδο αφού οι συμμετέχοντες δεν ψάχνουν πια μόνο μια θέση στον ήλιο, αλλά και τον έρωτα, το στυλ αλλά και τρόπο για το πως αναγάγουμε το φασολάκι και την μπάμια σε υψηλή μαγειρική προσθέτοντας essence καβουρδισμένου αμύγδαλου και θρυμματισμένη παρμεζάνα.
* Για την ιστορία, το 716 πέρασε την ακρόαση. Δεν πήγε φυσικά στην επόμενη φάση. Μάλιστα συνέχισαν να του τηλεφωνούν για να πάρει μέρος σε άλλα προγράμματα παρόμοιας φύσης. Το 716 δεν πήγε ποτέ γιατί ναι με ήταν ένας μεγάλος αριθμός αλλά καθόλου μεγάλο νούμερο.