Πότε δεν μπόρεσα να εξηγήσω αυτή τη συνήθεια του ματιού να πιάνει τις λεπτομέρειες, αυτές τις μικρές που ίσα μπορεί να δει. Ένα μυρμήγκι στο χώμα, ένα μικρό πετραδάκι που ξεχωρίζει από τα άλλα, έναν κόκκο άμμου που στραφταλίζει σαν διαμαντάκι από τον ήλιο που μοιάζει με τους άλλους άλλα δεν είναι. Τα σημάδια, τους λεκέδες στα μικροπράγματα, στο ποτήρι που κρατάς, στο μαντήλι που φοράς, στο σημαδεμένο ξύλινο κομοδίνο που ακουμπάς το ρολόι σου. Σου μιλάνε και δεν ακούς, κάνεις πως ακούς και απλώς παρατηρείς την προσπάθεια του μικρού εντόμου να βγει από το κλειστό παράθυρο, την φθαρμένη άσπρη γωνία του χρωματιστού βιβλίου σου και το ξυσμένο μολυβάκι σου που είναι έτοιμο να γράψει στις λευκές κόλλες των σημειώσεων σου.
Εκεί θα γράψεις τα σημαντικά και ασήμαντά σου, τα χαζά και έξυπνά σου, τα ακαταλαβίστικα και τα κατανοητά σου. Και όταν κουραστείς θα ζωγραφίσεις, θα σκεφτείς, θα χαραμίσεις μελάνι από το στυλό σου και μετά λίγη ενέργεια από το κινητό σου. Μια τελίτσα – μουντζούρα στο άσπρο σκηνικό, ένας ψίθυρος – ηχώ σε δωμάτιο κλειστό. Τα πιο μεγάλα έργα τέχνης σου έγιναν αφηρημένα. Αυτά τα σχέδια κεντήματα στο χαρτί που έβρισκες μπροστά σου, αριστουργήματα. Το κάδρο του οπτικού πεδίου σου συνθέτεται όχι με αυτά που βλέπουν όλοι άλλα με αυτά που δεν παρατηρεί κανείς. Ακόμα και η αφηρημάδα των ανθρώπων κρύβει μια φύση καλλιτεχνική, αυτή η στάση τους με το ακίνητο πολυταξιδεμένο βλέμμα έχει χρώματα, ζωντάνια και κινητικότητα.
Η αναγκαστική εστίαση της προσοχής γίνεται αιτία δημιουργίας και αφηρημένης τέχνης. Κουράστηκε το μυαλό από τα τετριμμένα και ψάχνει διεξόδους για να ξεφύγει και να αποφύγει τα χιλιοειπωμένα. Δε θέλει να ακούσει γιατί το πιέζεις; Το καταναγκαστικό ενδιαφέρον για τα αδιάφορα του γεννά μια τάση για διάφορα…