Γράφει η Mίλα Κύρου
Μέσα στου σκακιού το ασπρόμαυρο δάπεδο δυο στρατιωτάκια ίσως γενναία, ίσως ανόητα αποφάσισαν να αλλάξουν. Ένα λευκό κι ένα μαύρο.
Λ: Φοβάμαι!
Μ: Αυτοί φοβούνται περισσότερο.
Λ: Εμάς δικάζουν όμως, φοβάμαι!
Μ: Είμαι δίπλα σου, μη!
Λ: Λες να μας τιμωρήσουν αυστηρά;
Μ: Δεν ξέρω.
Λ: Ωχού! Είναι άδικο να με τιμωρούν επειδή θέλω χρώμα, κουράστηκα να ζω ανάμεσα στο άσπρο και στο μαύρο! Πάντα μου άρεζε το πορτοκαλί!
Μ: Και μένα το κόκκινο, μα! δε θα μας δικάσουν που βάψαμε τα τετράγωνα μας αλλά επειδή…
Λ: Δεν καταλαβαίνω, δεν ενοχλώ κανέναν, είναι απλά ένα διαφορετικό χρώμα, ποιος ο λόγος ανησυχίας; Ποιον πειράζω;
Μ: Δεν τους τρομάζει το χρώμα αλλά η αλλαγή, η διαφορετικότητα, μας θέλουν τετραγωνισμένους, να είμαστε αυτό που αποφάσισαν αυτοί.
Λ: Τι πρέπει να είμαστε;
Μ: Απλά στρατιωτάκια, αυτά που πηγαίνουν πρώτα στη μάχη, που κάνουν μονάχα ένα βήμα και δεν επιστρέφουν ποτέ!