Θαυμάζω τους ανθρώπους που είναι ταγμένοι σ’ έναν σκοπό. Όχι αφοσιωμένοι απλώς. Ταγμένοι. Τους θαυμάζω και ταυτόχρονα τους ζηλεύω. Στα μάτια μου φαντάζουν γεμάτοι, ολοκληρωμένοι, στο βαθμό που μπορεί να είναι ένα ανθρώπινο ον, χάρη στο σκοπό που ορίζει τη ζωή τους και καθορίζει την ύπαρξη τους.
Γνώρισα λίγους τέτοιους, μετρημένους στα δάχτυλα του ενός χεριού. Διάβασα για πολλούς περισσότερους, άκουσα για κάποιους άλλους.
Για όλους αναρωτήθηκα. Καλή η θετική πλευρά, αλλά η αρνητική; Ταγμένος σημαίνει και μοναχικός, σίγουρα και αποκομμένος, στερημένος οπωσδήποτε. “Κι η πίτα ολόκληρη κι ο σκύλος χορτάτος” δεν πάει λέει η λαϊκή σοφία και αρκεί, άραγε, σ’ έναν άνθρωπο να σιτίζεται, ακόμα και όλη του τη ζωή, με τα ψίχουλα της καθημερινότητας προς χάρη του σκοπού του;
Τέτοιος άνθρωπος λένε πως ήταν ο Νικόλαος Π. Δελιαλής, ο κυρ Νικολάκης των βιβλίων μας. Άνθρωπος ταγμένος στα βιβλία.
Ο ολιγογράμματος προστάτης των γραμμάτων.
Πάνε σαράντα χρόνια (1979) από τότε που έφυγε, αλλά το αφιέρωμα που του έκανε η Δημοτική Βιβλιοθήκη μας (στις 25 Αυγούστου 2019) δεν ξεκινούσε απ’ αυτό το γεγονός αλλά από εκείνο που είναι πραγματικά μείζον, το ότι έζησε για πάνω από σαράντα χρόνια (1930- 1972) προς χάριν των βιβλίων, των κειμηλίων και κάθε είδους αναμνήσεων και υπομνήσεων της τοπικής μας ιστορίας, που με αξιοθαύμαστη επιμονή και υπομονή συνέλεξε και διέσωσε, ως μη όφειλε, αλλά επειδή είχε την ανάγκη να το κάνει.
Αυτός που “…υπήρξεν άνθρωπος ολιγογράμματος, υπό την έννοιαν ότι δεν έκαμεν ειδικάς σπουδάς, αλλά παρέσχεν απόδειξιν δια του έργου του ότι δεν μόνον τα γράμματα, τα οποία αναδεικνύουν χρήσιμον και ευεργετικόν τον άνθρωπον”, σύμφωνα με τα όσα έγραψε ο Μακαριστός Μητροπολίτης Σερβίων και Κοζάνης Διονύσιος στον επιμνημόσυνο λόγο που του αφιέρωσε έναν χρόνο, περίπου, μετά την εκδημία του.
“Λίγα ήξερα για το Νίκο Δελιαλή ή μάλλον τίποτα. Μπροστά στην παιδική φαντασία μας μεγάλωνε και εξιδανικεύονταν. Τον φανταζόμουνα σαν μεγάλο πτυχιούχο, Καθηγητή, παντογνώστη, σοφό άνθρωπο, βλέποντας πολλές φορές το σεβασμό και την εκτίμηση που τούδειχναν άνθρωποι των Γραμμάτων όχι μόνο στην Κοζάνη, αλλά κι αλλού”, θα γράψει γι’ αυτόν ο Μιχάλης Κουρκούτας που δεν θ’ απογοητευτεί μόλις μάθει “ότι ήταν απόφοιτος μόλις δημοτικού” και δεν θα μειωθεί η εκτίμηση που έτρεφε προς το πρόσωπο του.
Αυτός που για τον Μερκούρη Κυρατσού, Δήμαρχο Κοζάνης και Βουλευτή, λειτούργησε ως “ακάματος αχθοφόρος της ιστορίας μας” και όταν έφυγε απ’ τη ζωή “…σταμάτησε και η τελετουργία της απέραντης μνήμης του, που ήταν ο σύνδεσμος της παρελθούσας Κοζάνης με τη σημερινή. Μιας μνήμης που κουβαλούσε όλο το δυσβάσταχτο βάρος, όλη την έκταση, το βάθος και τις λεπτομέρειες της τοπικής μας ιστορίας”.
Μια ζωή στο υπόγειο της βιβλιοθήκης.
Αυτός που ο Αθαν. Σπ. Καρακούλας, για χρόνια φίλος του Δελιαλή, τον είδε ως άλλο “Κέρβερο” της βιβλιοθήκης και έγραψε πως “Όλη του τη ζωή πια την πέρασε στα υπόγεια του Δημαρχείου της πόλης όπου στεγάζονταν μέχρι το 1964 η βιβλιοθήκη, αφέντης κι υπηρέτης της. Τον έβρισκες άλλοτε ανεβασμένο σε ψηλές σκάλες να τακτοποιεί τα βιβλία της, άλλοτε να καταγράφει, να ταξινομεί αυτά, ή να αλληλογραφεί και να συζητεί με τους επισκέπτες. Πάντα πρόθυμος εξυπηρετούσε όλους όσους κατέφευγαν στο αναγνωστήριο της, με την καταπληκτική μνήμη που διέθετε μπορούσε αμέσως να βρει το βιβλίο που χρειάζονταν ο επισκέπτης ή να δώσει τη σωστή πληροφόρηση, ήταν με λίγα λόγια κινητό αρχείο και εγκυκλοπαίδεια”.
Αυτός που μπροστά στον εμπλουτισμό της βιβλιοθήκης δεν δίσταζε να μετέλθει μέσα όπως αυτά της “ευσχήμου επαιτείας”, όπως αναφέρει ο Αργύρης Μ. Κούντουρας στο δικό του κείμενο για το Δελιαλή και μας δίνει κάποια παραδείγματα για το πώς φρόντιζε να εξασφαλίσει ακόμα και ολόκληρες ιδιωτικές συλλογές βιβλίων, γράφοντας ότι “Κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 1950 είχε γίνει η πράξις τακτοποιήσεως και αναλογισμού, όπως λεγόταν, για την διάνοιξη ενός δρόμου στην Κοζάνη. Οι υπόχρεες γυναίκες δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν τα αναλογούντα χρήματα στους απέναντι , των οποίων ρυμοτομούνταν οι ιδιοκτησίες τους. Είχαν όμως στα χέρια τους τη σημαντική βιβλιοθήκη του μακαρίτη τότε αδερφού τους. Αυτό το έμαθε ο Νίκος και μια και δύο πηγαίνει στον Δήμαρχο, και παρουσία και του τότε προέδρου του Δημοτικού Συμβουλίου, του λέει: ¨Κύριε Δήμαρχε, πόσις παράδις χρουστούν οι γυναίκις;¨ Κι ο Δήμαρχος του απαντάει: ¨Κύριε Νίκο δεν ξέρω ακριβώς αλλά θα πρέπει να είναι πολλά τα χρήματα¨. ¨Κύριε Δήμαρχε και κύριε Πρόεδρε, μια κι είστι και οι δύο σας ιδώ τώρα, ξέρετε ότι έχουν τα βιβλία του αδερφού τ΄ς στα χέρια τς; Πρόκειται περί αξιολόγου συλλογής. Θα είναι κρίμα να χαθεί.¨ ¨΄Ε, τι θέλεις να γίνει κύριε Νίκο;¨ ΄Θέλω να συνεκτιμηθεί με το χρέος τους για να πάρουμε τα βιβλία.¨Αυτό και έγινε”.
Ανάλογη μαρτυρία καταθέτει και ο Γιάννης Δ. Βανίδης στο δικό του κείμενο για το Δελιαλή, ο οποίος δεν περιορίζονταν μόνο στη συγκέντρωση βιβλίων. Σημειώνει, λοιπόν, ο Βανίδης ότι “Είναι γνωστό πως επισκέπτονταν σπίτια που ήξερε πως είχαν παλιές φωτογραφίες ή άλμπουμ και κατόρθωνε με τον δικό του ιδιότυπο τρόπο να τις μετατρέπει σε μόνιμα αποκτήματα της Βιβλιοθήκης ή του Ιστορικού Αρχείου Κοζάνης. Ακόμα, όταν άκουγε πως η αντιπαροχή θα εξαφάνιζε διάφορα κτίσματα της λαϊκής αρχιτεκτονικής μας, φώναζε το Γιώργο Γιάκο, γνωστό φωτογράφο της Κοζάνης, ή παλιότερα άλλους, και τους πήγαινε να τα φωτογραφήσουν”.
Αυτός που είχε τον τρόπο του και με τους γραμματιζούμενους της εποχής του που τύχαινε να διαβούν την πόρτα του χάρτινου βασιλείου του, τους οποίους “επιστράτευε” για να τον βοηθήσουν και στη μετάφραση κάποιου βιβλίου για να μάθει και να γνωρίζει επακριβώς το περιεχόμενο του.
Το ριψοκίνδυνο εγχείρημα της κατοχής.
Αυτός που ξεπέρασε τον εύλογο ανθρώπινο φόβο και συνεπικουρούμενος από άλλους συμπατριώτες μας διέσωσε εν μέσω της γερμανικής κατοχής όσα πολύτιμα στοιχεία της ανθρώπινης νόησης διαθέταμε κρύβοντας τα στο παρεκκλήσι του Αη Λάζαρου, αλλά και σε άλλες ασφαλείς κρυψώνες. Ο Στράτος Δ. Ηλιαδέλης αποτυπώνοντας τα στοιχεία που συνέλεξε γι’ αυτή την αξιομνημόνευτη πράξη του Δελιαλή αναφέρει τις μαρτυρίες των Β. Σαμπανόπουλου (αλησμόνητου εφόρου της Δημοτικής Βιβλιοθήκης), του Γυμνασιάρχη Αθαν. Καρακούλα, του Α. Κούντουρα και άλλων, σύμφωνα με τις οποίες έκρυψε σπάνια βιβλία, κώδικες, χειρόγραφα, χάρτες και αρχαιολογικά ευρήματα, σε θολωτό υπόγειο της Κοζάνης, όπου έκτισε τοίχο για να μην μπορούν να εντοπιστούν οι ανεκτίμητοι αυτοί θησαυροί και πέσουν στα χέρια των κατακτητών. Μεταφέρει δε και τη μαρτυρία της Δέσποινας Καραμούζα, κόρης του Θανάση Καραμούζα, νεωκόρου του Αγίου Δημητρίου, η οποία αν και μικρό κοριτσάκι τότε θυμόταν και αφηγήθηκε “Μετέφερε ο ίδιος τα βιβλία μέσα σε μεγάλα κιβώτια μόλις έπιανε να νυχτώνη πάνω σε μια χαμάλα, δε θυμάμαι με ποιον άνθρωπο… Συνήθιζα να ακολουθώ και να βοηθώ πάντα τον πατέρα στις δουλειές της εκκλησίας. Αφού τα κατέβασαν όλα κάτω στο υπόγειο (του Αη Λάζαρου, δίπλα απ΄ τον Άγιο Δημήτριο) έκτισαν τοίχο απ΄ την ίδια πέτρα στα δύο μέτρα απ’ τη δυτική πλευρά του τοίχου. Στην αρχή άφησαν παραθυράκι στο κτίσμα για να φεύγη η υγρασία και μετά το έκλεισαν κι αυτό. Έτσι κανείς δεν μπορούσε να υποψιασθή τίποτα. Κι όταν έφυγαν οι Γερμανοί χάλασαν τον τοίχο και τα ξαναπήραν”.
Ο κυρ Νικολάκης.
Ο κυρ Νικολάκης ο Δελιαλής, ατενίζει πια το φουαγιέ του νέου κτιρίου της Κ.Δ.Β.Κ. και στέκεται δίπλα στην πόρτα του αναγνωστηρίου της, ακοίμητος και ακλόνητος φρουρός των βιβλίων και ό,τι αυτά αντιπροσωπεύουν.
Οι παλιοί θα πρέπει να τον εκτίμησαν και να τον αγάπησαν, εξ ου και το “Νικολάκης” καθώς στην Κοζάνη όταν κάποιος αποκαλείται με το υποκοριστικό του ονόματος του, ακόμα και σε προχωρημένη ηλικία, σημαίνει πως έχει κερδίσει την καρδιά και το σεβασμό των συμπολιτών του.
Από τους νέους λίγοι τον ξέρουν. Προσωπικά δεν τον γνώρισα και γι’ αυτό αρκούμαι στη σκιαγράφηση της προσωπικότητας του μέσα απ’ τα γραφόμενα και τα λεγόμενα άλλων.
Ελπίζω και εύχομαι όμως να τον μάθουν περισσότεροι και αν είναι δυνατόν, γιατί όχι;- όλοι. Παρότι η εποχή μας αρέσκεται στο να αποθεώνει και να καταναλώνει εφήμερους ήρωες, σίγουρα έχει ανάγκη και από κάποιους παλαιάς κοπής και μεγάλης αντοχής. Νομίζω πως ένας τέτοιος είναι και ο Νικολάκης Δελιαλής, για τον οποίο προφανώς και δεν αρκεί η ύπαρξη της προτομής του για να μας θυμίζει το πέρασμα του, αλλά είναι απαραίτητο να γνωρίσουμε και να κατανοήσουμε τι ώθησε έναν τέτοιο “ολιγογράμματο” άνθρωπο να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στη διάσωση των γραμμάτων του τόπου μας και να μας κληροδοτήσει έναν πολύτιμο θησαυρό που καθώς περνάνε τα χρόνια αποκτά όλο και μεγαλύτερη αξία.
Υ.Γ. Οι φράσεις που υπάρχουν στο παρόν κείμενο, προέρχονται από τα κείμενα που συμπεριλαμβάνονται στην έκδοση του περιοδικού ΕΛΙΜΕΙΑΚΑ, του Συλλόγου Κοζανιτών Θεσσαλονίκης “Ο Άγιος Νικόλαος”, Σεπτέμβριος/Δεκέμβριος 1983, τεύχη 6-7, που είναι αφιερωμένο στο Ν. Π. Δελιαλή.