– Ποιο είναι το όνειρο σας κυρία;
Και το στόμα πρόλαβε το μυαλό και απάντησε σε κλάσματα δευτερολέπτου…
– Να γίνω ταβερνιάρισσα στην Ανάφη!
Βρήκε το νησί ο μπόμπιρας στο χάρτη στο λεπτό και είχε προλάβει κιόλας να μου αραδιάσει το στήσιμο της ταβέρνας και τα ψαράκια που θα έχει το μενού.
– Θα έρχομαι να σας βλέπω τα καλοκαίρια, όταν θα κλείνουν τα σχολεία.
Και γέμισε η αίθουσα μας φως και τα χέρια μας άμμο και νιώσαμε στα δάχτυλα των ποδιών μας το αλμυρό κύμα. Και το αεράκι του Αιγαίου μας χάιδευε τα μαλλιά, ταξιδέψαμε και ήμασταν ήδη εκεί. Εγώ να τρέχω για την πρώτη παραγγελία στα μικρά μπλε τραπεζάκια με τις άσπρες καρέκλες και στο μαγειρειό μας να γίνεται χαμός να μοσχοβολάει όλος ο γιαλός, γιατί είμαστε και μια ανάσα από την παραλία. Ψαράκια, χταπόδια, καραβίδες, μύδια, μπαρμπουνάκια και τόσα άλλα φρέσκα, της ώρας που μας φέρνουν οι ψαράδες του νησιού. Από τη θάλασσα στο ψαροκάικο τους και έπειτα στο τηγάνι της ταβέρνας μας. Μόνο που ξεχάσαμε να την ονομάσουμε…
Ταβέρνα «Το όνειρο»! Το λάδι στα τηγάνια να τσιτσιρίζουν και το κρασί, το ούζο, το τσίπουρο και οι παγωμένες μπύρες να ρέουν στα ποτήρια τους.
- Και τι γλυκό λες να προσφέρουμε μικρούλη μου;
- Θα κερνάει το κατάστημα;
- E! Bέβαια…
- Χμμμμ! Γλυκό του κουταλιού που κάνει και η μαμά. Ή μάλλον όχι καλύτερα βανίλια υποβρύχιο, όχι… όχι… Το βρήκα! Λουκουμάδες με μέλι.
- Έκλεισε! Λουκουμάδες θα προσφέρουμε θα είναι φρεσκοτηγανισμένοι και χρυσαφένιοι ποτισμένοι με ντόπιο μέλι.
- Εγώ να παίρνω τις παραγγελίες; Eίμαι μικρούλης και δεν μπορώ να σηκώνω τον δίσκο.
- Ναι! Θα σου δώσω και μπλοκάκι να τις γράφεις. Μη δω ορθογραφικό λάθος…Αλίμονό σου!
- Χα χα! Όχι το υπόσχομαι…
Με πόση λαχτάρα μιλούσαμε για το όνειρό μας, πόσο μεράκι και αγάπη θα δίναμε σε αυτή την ταβέρνα; Στ’αλήθεια μοναχά αυτά λείπουν για να το κάνουμε πραγματικότητα. Πόσα αφήσαμε απραγματοποίητα; Πόση δυστυχία πασπαλίσαμε τα χρόνια μας χωρίς να κάνουμε αυτό που ποθεί η καρδιά μας. Δεν τολμήσαμε, δεν ρισκάραμε, δεν το πήραμε στα σοβαρά το όνειρο…Και τώρα μας εκδικείται. Μα, ποτέ δεν είναι αργά θα μου πεις. Και βέβαια δεν είναι όσο ζούμε και ονειρευόμαστε. Εγώ την ταβέρνα μου την άνοιξα έστω και για μια μέρα, εκείνη την μέρα και είχε κόσμο και το καλύτερο φαγητό. Και ήταν όπως ακριβώς την φαντάστηκα. Δεν είχα φανταστεί όμως, πως θα είχα συνοδοιπόρο τον μικρό μαθητή μου και πως μια κουβέντα μας για τα ανεκπλήρωτα όνειρα θα κατέληγε σε αυτό το ταξίδι.
– Εύχομαι να τα πραγματοποιήσεις τα όνειρά σου μικρούλη μου. Στιγμή να μη φοβηθείς, στιγμή να μη διστάσεις. Να μην πάψεις να τα κυνηγάς. Κάνε αυτό που αργήσαμε ή φοβηθήκαμε να κάνουμε. Αυτό που πραγματικά ποθούσε η καρδιά μας δίχως χαρτοφύλακες και πρέπει.
Θέλει αέρα στα πανιά το όνειρο σαν αυτόν τον δυνατό του Αιγαίου που πηγαίνει κόντρα σε όλα.