Γράφει ο Κεφαλάς Πάνος, Υποψήφιος Διδάκτορας Ιστορίας του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου του ΠΤΔΕ του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας
Τον στρατιώτη Alexandre Berraud τον γνωρίσαμε στο Together: Τεύχος 44, από την καρτ ποστάλ ν. 78 (εδώ) η οποία αφορούσε την πόλη της Κοζάνης[1]. Γνωρίζουμε ότι ο Alexandre το χρονικό διάστημα Νοεμβρίου 1915 – Νοεμβρίου 1916, ταχυδρόμησε 87 καρτ-ποστάλ στην γυναίκα του από διάφορες περιοχές του Μακεδονικού Μετώπου. Σε όλες εντοπίζονται στο μπροστινό μέρος σκίτσα, τα οποία ο ίδιος εκτέλεσε με πενάκι και μαύρο μελάνι και χρωματιστά μολύβια και διατηρήθηκαν μέχρι σήμερα σε άριστη κατάσταση.
Μετά την Κοζάνη, ο Alexandre με το 260ο Σύνταγμα Πεζικού για την απελευθέρωση της Φλώρινας και μετέπειτα του Μοναστηρίου, βρέθηκε στην περιοχή της Φλώρινας[2], πιο συγκεκριμένα πρώτα στο χωρίο Πισοσέρι. Εκεί έστειλε στην γυναίκα του τρείς καρτ ποστάλ (ν. 75-76-77).
Η πρώτη καρτ ποστάλ, ταχυδρομήθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 1916 και στο σκίτσο του ο Alexandre καταγράφει το σχολείο και την ορθόδοξη εκκλησία του χωριού (εικόνα 1).
Στο κείμενο, που υπάρχει στην πίσω όψη αυτής, ο Alexandre ενημερώνει την γυναίκα του για τις έως τότε στρατιωτικές επιχειρήσεις. Αναφέρει ότι έχουν πάρει τις κορυφογραμμές και βρίσκονται στα αριστερά των Ρώσων[3]. Η κίνηση αυτή επιτέλους επιτρέπει τον ανεφοδιασμό και την αλληλογραφία των στρατευμάτων από την πόλη της Φλώρινας[4]. Μέχρι εκείνη τη στιγμή έτρωγαν μπισκότα, ¼ του ψωμιού και έπιναν πολύ κρασί. Δηλώνει ότι κοιμάται σε σκηνή μέσα στη λάσπη και το κρύο και επειδή βρέχει συνέχεια δεν έχουν που να πλύνουν τα ρούχα τους. Εντύπωση του κάνει η περιοχή την οποία χαρακτηρίζει όμορφη, γραφική, ελληνική όπως την αναφέρει και όχι άγρια όπως η Μακεδονία. Προτρέπει την γυναίκα του να αγοράσει έναν χάρτη της περιοχής Μοναστηρίου, από το οποίο βρίσκονται 8 ώρες με τα πόδια και 4 ώρες από την Φλώρινα.
Εικόνα 1 – Photo © Paris – Musée de l’Armée, Dist. RMN-Grand Palais / Pascal Segrette
Η δεύτερη καρτ ποστάλ, ταχυδρομήθηκε στις 30 του ίδιου μήνα και στο σκίτσο του ο Alexandre καταγράφει ξανά την ορθόδοξη εκκλησία του χωριού (εικόνα 2).
Το σκίτσο έγινε στις 29 Σεπτεμβρίου και συνοδεύεται με μήνυμα, το οποίο συνεχίζεται και ολοκληρώνεται στην πίσω όψη της καρτ ποστάλ με ημερομηνία 30 Σεπτεμβρίου 1916. Στο κείμενο αυτής της καρτ ποστάλ ο Alexandre δηλώνει πως βρίσκεται σε ένα σπίτι του χωριού «με ελληνικό στυλ», από το οποίο βλέπει την απέναντι θέα.
Εικόνα 2 – Photo © Paris – Musée de l’Armée, Dist. RMN-Grand Palais / Pascal Segrette
Στο κείμενο του, για πρώτη φορά αναφέρει επιθέσεις που πραγματοποιήθηκαν τις προηγούμενες ημέρες. Συγκεκριμένα την νυχτερινή επίθεση της 23ης και την κατάκτηση κορυφογραμμών ύψους 1555 μέτρων[5]. Συνεχίζει, δηλώνοντας ότι οι επόμενες ημέρες ήταν οδυνηρές, με 30 οβίδες βουλγάρικες να πέφτουν στο τμήμα τους, τραυματίζοντας 2 στρατιώτες[6]. Ο ίδιος, αισθάνεται τυχερός, αφού ένα θραύσμα οβίδας προσγειώθηκε 5 εκατοστά από το κεφάλι του, ενώ κάποια μεταλλικά σφαιρίδια τραυμάτισαν στρατιώτες στα πλευρά στο ένα μέτρο από αυτόν.
Για ακόμα μία φορά, αναφέρεται στις δύσκολες καιρικές συνθήκες, όπου επικρατεί κρύο, αλλά και στην έλλειψη φαγητού, όπου τρώνε κυρίως καλαμπόκι και πίνουν παγωμένο νερό. Ευτυχώς, όπως αναφέρει, η αλληλογραφία και οι εφημερίδες αναπτερώνουν το ηθικό τους. Κλείνει τη καρτ ποστάλ του, ευχαριστώντας την γυναίκα του και όλους τους άλλους που του στέλνουν αλληλογραφία και κάρτες, δηλώνοντας ότι θα προτιμούσε μία «φωτογραφία από την ειρήνη» και όλα να έχουν τελειώσει.
Η τρίτη καρτ ποστάλ από το Πισοδέρι ταχυδρομήθηκε στις 1 Οκτωβρίου[7] το 1916 και στο σκίτσο αναπαρίσταται ένα «ελληνικό σπίτι» (εικόνα 3).
Εικόνα 3 – Photo © Paris – Musée de l’Armée, Dist. RMN-Grand Palais / Pascal Segrette
Και εδώ το κείμενο ξεκινάει στην μπροστινή όψη και συνεχίζει στην πίσω. Ο Alexandre ξεκινάει το κείμενο του τονίζοντας τις άσχημες καιρικές συνθήκες, κρύο και ομίχλη επικρατούν, που τους κάνουν «να τρέμουν» στην ιδέα ότι σύντομα θα έρθει ο χειμώνας. Η μόνη ελπίδα τους «το τέλος των εχθροπραξιών να έρθει σύντομα».
Όσο για το σπίτι, το οποίο έχει σχεδιάσει, γράφει στην γυναίκα του ότι είναι ένα όμορφο ελληνικό σπίτι, εξωτερικά, αλλά μέσα δεν υπάρχει τίποτα. Δεν υπάρχουν έπιπλα και οι ιδιοκτήτες του κοιμούνται κάτω, σε δέρματα από κατσίκια. Κλείνει, δηλώνοντας στην γυναίκα του ότι είναι καλά στην υγεία του και βρίσκεται σε ένα σπίτι, αν και παγωμένο, αλλά του παρέχει κάλυψη από επιθέσεις των Βουλγάρων.
Μετά το Πισοδέρι, η αλληλογραφία του Alexandre συνεχίζεται από την πόλη της Φλώρινας. Σε αυτήν θα αναφερθεί στην νούμερο 78 καρτ ποστάλ της ιδιωτικής του συλλογής (εικόνα 4).
Εικόνα 4 – Photo (C) Paris – Musée de l’Armée, Dist. RMN-Grand Palais / Pascal Segrette
Η καρτ ποστάλ έχει ημερομηνία 2 Οκτωβρίου 1916 και αναγράφει: «Devant Florina. En embuscade – Ενώπιο της Φλώρινας. Σε ενέδρα). Μπορεί να αναφέρει την Φλώρινα, αλλά το κείμενο του, στην πίσω όψη αυτής, το υπογράφει από το Πισοδέρι. Αυτό μας επιτρέπει να καταλάβουμε, ότι το κείμενο γράφτηκε και ολοκληρώθηκε στο Πισοδέρι και η καρτ ποστάλ ταχυδρομήθηκε μετέπειτα. Στο σκίτσο της καρτ ποστάλ αναπαρίστανται δύο στρατιώτες (Γάλλος και Ρώσσος) σε ύψωμα, να παρατηρούν τα εχθρικά στρατεύματα (βουλγάρικα).
Στο κείμενο του ο Alexandre απευθύνεται στη γυναίκα του, την οποία αποκαλεί: «My dearling – αγαπημένη μου» και στην μέχρι τώρα αλληλογραφία τους όλο αυτό το χρονικά διάστημα. Την ρωτάει για τα τελευταία σκίτσα που ήδη τις έχει στείλει, εσωκλείοντας και 4-5 φωτογραφίες, οι οποίες του κόστισαν 10 σεντ. Της αναφέρει ότι με αυτήν την καρτ ποστάλ περικλείει απόκομμα άρθρου εφημερίδας, όπου αναφέρονται οι στρατιωτικές επιχειρήσεις των στρατευμάτων της Αντάντ στην περιοχή και καμαρώνει. Για την πόλη της Φλώρινας δεν υπάρχει καμία αναφορά. Ο Alexandre γράφει πάλι για το Πισοδέρι, το οποίο «κρατάνε», τον καιρό που είναι άστατος και τις συνθήκες διαβίωσης όπου «είναι η πρώτη φορά μέσα σε έναν χρόνο που έχουμε σπίτι» στο οποίο πριν διέμεναν Βούλγαροι αιχμάλωτοι πολέμου, αλλά είναι «μέχρι το λαιμό στο σανό».
Για ακόμη μία φορά κλείνει το κείμενο του με νότα αισιοδοξίας και εφησυχασμού αναφέροντας στην γυναίκα του ότι «Η υγεία (μου) είναι καλή. Ένα μακρόσυρτο μεγάλο χάδι από τον Poilu[8] σου».
Είναι πολύ μεγάλο βάρος να πολεμάς κάπου μακριά και να μην ξέρεις για τι πολεμάς και η μόνη παρηγοριά σου να είναι η στιγμή που θα ξεκλέψεις χρόνο για να γράψεις ό,τι νιώθεις στο πρόσωπο το οποίο κατακλύζει το μυαλό σου και σου δίνει την δύναμη να ανταπεξέλθεις σε κάθε δυσκολία ώστε να επιστρέψεις κοντά του. Αν μπορούσα να μπω στην θέση του Berraud, και να πολεμώ σαν κι αυτόν ή σαν όλους τους στρατιώτες τότε, νομίζω ότι τα λόγια τα οποία θα έγραφα θα ήταν ένα αγαπημένο μου απόσπασμα από Το βιβλίο του Πολέμου του Μυριβήλη: «Να βρέχει και να ‘σαι μέσα σ’ ένα σπιτάκι. Να τρίζουν τα κούτσουρα της ελιάς στο παραγώνι. Να βλέπεις τη βροχή πίσω από τα τζάμια. Και κοντά σου να ‘ναι η αγάπη. Κι ένα βάζο φρέσκα λουλούδια. Κι ένα βιβλίο. Τι είναι αυτό; Τα μάγουλα μου είναι ογρά. Από τη βροχή;….Ες αύριον, λοιπόν και ως τότε γειά σου. Αγαπημένη, γειά σου!».
Στο επόμενο τεύχος του Together: Τεύχος 46, το ταξίδι συνεχίζεται από την πόλη της Καστοριάς.
[1] Περισσότερες πληροφορίες για τις καρτ ποστάλ του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και την ιστορία του Alexandre Berraud στο Together: Τεύχος 44 και εδώ
[2] Τον Νοέμβριο του 1916, οι συμμαχικές δυνάμεις επιχείρησαν να καταλάβουν το Μοναστήρι. Η προσπάθεια αυτή ενισχύθηκε και με γαλλικές δυνάμεις γιατί ο Στρατηγός Σαράιγ ήθελε να καταλάβει την πεδιάδα του Μοναστηρίου και να αποκόψει τις εχθρικές συγκοινωνίες (η 57η Μεραρχία Πεζικού συμμετείχε στις μάχες, τμήμα της οποίας ήταν και το 260ο Σύνταγμα Πεζικού). Από τη γαλλοσερβική επίθεση που ακολούθησε καταλήφθηκαν διαδοχικά το Νεγκοτίν, το Μοναστήρι και τα γύρω υψώματα. Παρά την κατάληψη και τη διατήρηση του υψώματος 1248 η επίθεση κατά του όρους Τσερέβενα Στένα αποκρούστηκε από τον εχθρό, που είχε ενισχυθεί σημαντικά. Ο κακός ανεφοδιασμός και ο χειμώνας, ανάγκασε του Συμμάχους από 3 Δεκεμβρίου να αναστείλουν τις επιθέσεις και να οργανωθούν αμυντικά στα εδάφη που είχαν ήδη καταλάβει. Γενικό Επιτελείο Στρατού. Δ/νση Ιστορίας Στρατού (1993). Επίτομη ιστορία της συμμετοχής του ελληνικού στρατού στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο 1914-1918. Αθήνα.
[3] Στα επίσημα αρχεία του 260ου Συντάγματος Πεζικού καταγράφεται: «Στις 25 Σεπτεμβρίου, το 5ο Τάγμα του 260ου Συντάγματος Πεζικού ανακουφίστηκε, στα ύψη που είχε κατακτήσει βορειοδυτικά της Φλώρινας, από το 372ο Σύνταγμα Πεζικού, ερχόμενο με τη σειρά του να ενισχύσει το 6ο Τάγμα». Πληροφορίες από το: Historique du 260e Régiment d’Infanterie Numérisation de Jean-François Burais, descendant de Justin Burais, mitrailleur au 260e R.I. numérisation P. Chagnoux – 2008.
[4] Στα επίσημα αρχεία του 260ου Συντάγματος Πεζικού καταγράφεται: «Στις 14 Σεπτεμβρίου, το 260ο Σύνταγμα Πεζικού, αφού έφτασε στο σταθμό του Excissu (Εξί Σου – Ξινό Νερό), τέθηκε επικεφαλής της φάλαγγας, αποτελώντας την εμπροσθοφυλακή, ακολουθώντας στενά τον εχθρό, σπρώχνοντας τον προς την Banica, Rosna και Lozani. Τέλος, στις 16 Σεπτεμβρίου, μετά από μια συνδυασμένη δράση με το 176ο R.I, κατέλαβε τη Φλώρινα. Στις 23, το 5ο Τάγμα κατέλαβε τα βορειοδυτικά ύψη της πόλης. Το 6ο Τάγμα συνέχισε την πορεία του μέσα από την κοιλάδα για να ενωθεί, μέσω του περάσματος Πισοδερίου, με τη σύνδεση της κύριας φάλαγγας, εκ των οποίων το 260ο ήταν μέρος, με τη φάλαγγα BOBLET που διήλθε από την Καστοριά. Αυτή η σύνδεση θα ήταν δυνατή μόνο εάν το ύχωμα 916 ήταν στα χέρια τους. Οι Ρώσοι το κατέλαβαν, αλλά εκδιώχθηκαν, στις 24, από τους Βούλγαρους και αποσύρθηκαν στο Armensko. Εκείνη την ημέρα, το 6ο Τάγμα, το οποίο είχε έρθει να ενισχύσει τους Ρώσους στο ύψωμα 916, ήταν μόνο του υποστηρίζοντας τη μάχη για να διατηρήσει αυτή τη θέση». Πληροφορίες από το Historique du 260ème régiment d’infanterie. France. 1914-1918. (BDIC_OPCE_013339).
[5] Στα επίσημα αρχεία του 260ου Συντάγματος Πεζικού καταγράφεται: «Τελικά ενεργοποιήθηκε η αντεπίθεση του εχθρού, τρομερή για ότι απόμεινε από όπλα στην 1η γραμμή. Χάρη όμως στην επιδέξια παρέμβαση του Λόχου SPITZ και των τμημάτων LECOT και ETIÉVANT και στην υπέροχη στάση των επιζώντων του 21ου Λόχου (Λοχαγός ROSSIGNOT) και του 6ου Λόχου Πολυβόλων (Λοχαγός TITEUX), αυτή η αντεπίθεση εξουδετερώθηκε στα λίγα μέτρα από τις ξιφολόγχες μας χωρίς να μπορέσουν να μας πλησιάσουνε…[…]. Το ύψωμα 916 και το πέρασμα στο Πισοδέρι παραμένουν σε εμάς. Οι Βούλγαροι υποχωρούν στις γραμμές Gradesnica, Kenali, μπροστά από τις οποίες το 260ο Σύνταγμα θα πάρει τα χαρακώματα μέχρι τις πρώτες ημέρες του Νοεμβρίου.». Πληροφορίες από το: Historique du 260e Régiment d’Infanterie Numérisation de Jean-François Burais, descendant de Justin Burais, mitrailleur au 260e R.I. numérisation P. Chagnoux – 2008.
[6] Στα επίσημα αρχεία του 260ου Συντάγματος Πεζικού καταγράφεται: «Καθ ‘όλη τη μέρα της 24ης και της 25ης , ο εχθρός ετοίμασε μια αντεπίθεση για να ξανακερδίσει το ύψωμα 916 από εμάς. Όλο το σύνταγμα βομβαρδίζεται βίαια από το εχθρικό πυροβολικό, χωρίς πιθανή ανταπόκριση από το δικό μας. Η θέση μάχης του συνταγματάρχη βάλλεται και ο ίδιος αναγκάζεται να χωριστεί και να ανατραπεί. Μία από τις οβίδες που πέφτουν βρίσκει τον υπολοχαγό RIBAUD, βοηθό του συνταγματάρχη και σκοτώνει τους στρατιώτες Alfred D’Hoop και René TREMBLE. Η μάχη συνεχίζεται και η υψηλή διοίκηση ανησυχεί για το αποτέλεσμα. Ο 21ος Λόχος (Λοχαγός ROSSIGNOT) έχει όλους τους αξιωματικούς του νερκούς ή τραυματισμένος και έχει απομείνει μόνο με 18 άντρες ». Πληροφορίες από το Historique du 260ème régiment d’infanterie. France. 1914-1918. (BDIC_OPCE_013339).
[7] Την 1η Οκτωβρίου, το 235ο Σύνταγμα Πεζικού διαλύθηκε και το 6οΤτάγμα έγινε το 7ο του 260ου Συντάγματος Πεζικού.
[8] «Πουαλύ», σ.τ.μ. τριχωτοί, χαϊδευτική προσφώνηση για τον μέσο Γάλλο στρατιώτη σε χρήση ήδη από τους Ναπολεόντειους Πολέμους. Στα γαλλικά Poilu σημαίνει τριχωτός και οφείλεται στο ότι πολλοί στρατιώτες, προερχόμενοι από την τάξη των αγροτών, είχαν μουστάκια ή γενειάδες.