Η ταινία Melancholia είναι μια θλιβερή αλλά όμορφη ταινία με θέμα την κατάθλιψη. Ο αρχέτυπος συμβολισμός της είναι απλός και ισχυρός: η αγαπημένη ένωση του σκοτεινού θηλυκού, του φωτεινού θηλυκού και του θεϊκού αγοριού σηματοδοτούν τη δυνατότητα για την ανανέωση του αρχέτυπου της Ολότητας (του Εαυτού) υπό το βλέμμα μίας όμορφης ασημένιας μπλε σφαίρας, του εξωπλανήτη Μελαγχολία.
Η μουσική της υπόκρουση αναδιατυπώνει επιμελώς ένα μελαγχολικό μοτίβο από το πρελούδιο της όπερας του Βάγκνερ Τριστάνος και Ιζόλδη. Πρόκειται επίσης για μια ασυνήθιστη, αποκαλυπτική ταινία επιστημονικής φαντασίας. Τέλος, είναι ένα εξαιρετικό αρχετυπικό δράμα, όπου οι Γιουνγκιανοί – και όχι μόνο – μπορούν να απολαύσουν τον ισχυρό συμβολικό της αντίκτυπο. Ο τριπλός αυτός συνδυασμός την καθιστά ιδιαίτερα πολύπλοκη και συναρπαστική.
Ο σκηνοθέτης Λαρς Φον Τρίερ όπως επίσης και η πρωταγωνίστρια της ταινίας Κίρστεν Ντανστ (Τζαστίν) έχουν βιώσει προσωπικά την κατάθλιψη. Μιλώντας για τον χαρακτήρα της Τζαστίν σε μια συνέντευξή του, ο σκηνοθέτης δήλωσε ότι: Η κατάθλιψη που εμφανίζει η πρωταγωνίστρια περιγράφει τη δική μου κατάθλιψη. Το πρώτο μέρος της ταινίας παρουσιάζει μια τρομακτική γαμήλια δεξίωση. Η νύφη (Τζαστίν) και ο γαμπρός (Μάικλ) φθάνουν απίστευτα αργά και η οικογένεια της νύφης (η μητέρα της, ο γαμπρός της Τζον και η αδερφή της Κλερ) έχουν ιδιαίτερα δυσάρεστες διαθέσεις. Το αλαζονικό αφεντικό της, ο Τζακ (τον οποίο αργότερα η Τζαστίν θα αποκαλέσει «αχρείο ανθρωπάκο που διψάει για δύναμη») εμφανίζεται στη γαμήλια δεξίωση με τον Τιμ, ένα νεαρό άνδρα που έχει προσλάβει στην εταιρία. Σαν μην φτάνουν όλα αυτά, η Τζαστίν πέφτει σε βαριά κατάθλιψη και δεν μπορεί να λειτουργήσει.
Παρόλο το μεγαλείο της γαμήλιας δεξίωσης, η οποία γίνεται σε ένα μεγαλοπρεπές ξενοδοχείο και έχει χρηματοδοτηθεί από τον γενναιόδωρο γαμπρό της, τον Τζον, τίποτα δεν πηγαίνει σύμφωνα με το σχέδιο. Η νύχτα γάμου γίνεται ακόμη χειρότερη. Καθώς οι Μάικλ και Τζαστίν αποσύρονται στη νυφική σουίτα, η Τζαστίν τον ρωτάει, καθώς ξεντύνονται: Μου δίνεις ένα λεπτό, σε παρακαλώ; Σε αυτό το σημείο φεύγει από το δωμάτιο στη μέση της νύχτας, πηγαίνει στο άδειο γήπεδο του γκολφ όπου την ακολουθεί ο επιμελής Τιμ και ξεκινά μια σύντομη σεξουαλική συνεύρεση. Ο γάμος της με τον Μάικλ έχει πλέον τελειώσει και όταν συναντάει τον απογοητευμένο γαμπρό να φεύγει με τις βαλίτσες του, η θλιμμένη Τζαστίν τον αποχαιρετά λέγοντάς του Τι περίμενες;
Δεν καταστρέφεται μόνο μια συζυγική ένωση, αλλά, στο τέλος της ταινίας, ακόμα και η ίδια η Γη φαίνεται να καταστρέφεται. Από την άποψη του σεναρίου επιστημονικής φαντασίας που επινόησε ο σκηνοθέτης, η καταστροφή του γάμου της Τζαστίν είναι ένα προοίμιο της καταστροφής της Γης από έναν εξωπλανήτη που ονομάζεται Μελαγχολία, ο οποίος κρύβεται πίσω από τον ήλιο και βρίσκεται σε μια πορεία σύγκρουσης με τη Γη. Ο γαμπρός της Τζαστίν, ο Τζον, τους καθησυχάζει ότι οι αστροφυσικοί έχουν υπολογίσει ότι ο πλανήτης Μελαγχολία θα περάσει πολύ κοντά από τη Γη και καθώς θα «πετάει» τόσο κοντά θα προσφέρει ένα μαγευτικό θέαμα που δεν έχουν δει ποτέ πριν ανθρώπινα μάτια!
Εκ των υστέρων, συνειδητοποιούμε ότι οι προηγούμενες σκηνές που απεικονίζουν την κατάθλιψη της Τζαστίν και την παρορμητική καταστροφή του γάμου της, συνοδευόμενες από το Βαγκνεριανό ακουστικό μοτίβο που αποτελεί το επίμονο μουσικό της υπόβαθρο, αποτελούν συμβολικές σκηνές της έναρξης ενός αρχετυπικού δράματος μιας απελπισμένης λαχτάρας για ενότητα και ολοκλήρωση. Ο γάμος των Τζαστίν και Μάικλ διακόπτεται με ωμό τρόπο και η συμβολική ενότητα που γιορτάζεται στη δεξίωση του γάμου είναι ψεύτικη. Όλα πάνε στραβά και η καταθλιπτική οπτική της Τζαστίν τελικά φαίνεται να ταιριάζει απόλυτα με την πραγματικότητα.
Ο Λαρς Φον Τρίερ εμφανίζεται αποφασιστικά μετα-ρομαντικός, παρόλο που ελκύεται από το ρομαντικό όραμα του Βάγκνερ! Αυτό συμβαίνει επειδή έχει προετοιμάσει κάτι άλλο για τους θεατές του, ένα νέο όραμα της αρχέτυπης απλότητας και μεγαλοπρέπειας: η θαυμάσια ασημένια μπλε σφαίρα της Μελαγχολίας, η οποία εμφανίζεται συχνά (αλλά όχι για πολύ ώρα, για να μην κουραστεί ο θεατής). Μέσα στην απόγνωση του Ψυχρού Πολέμου, ο Γιουνγκ έγραψε για τους φημισμένους ιπτάμενους δίσκους που αντιπροσώπευαν έναν νέο μύθο παρηγοριάς για έναν διαιρεμένο κόσμο. Ωστόσο, όλα τα σύμβολα χρειάζεται να προσαρμοστούν στα προβλήματα κάθε εποχής. Μέσω της ταινίας Μελαγχολία, ο Λαρς Φον Τρίερ δημιούργησε έναν άλλο και πιο σύγχρονο μύθο με βάση τις ανάγκες μιας λιγότερο ρομαντικής, πιο ατομικιστικής και πιο ψυχολογικά προσανατολισμένης εποχής.
Ο Γιουνγκ ήταν συνεπαρμένος από την ενδεχομένως ψυχολογική σημασία των ιπτάμενων δίσκων που τόσο συχνά παρατηρούνταν μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου και της Πυρηνικής Εποχής. Αλλά τώρα, με την κατάρρευση του Ψυχρού Πολέμου, οι ιπτάμενοι δίσκοι του Γιουνγκ δεν είναι πλέον αντικείμενα δημόσιας γοητείας που υπήρξαν στη δεκαετία του 1950, ίσως επειδή η υπερατομικιστική εποχή μας δεν εντυπωσιάζεται εύκολα από το δράμα των συλλογικών πολιτικών εντάσεων. Ωστόσο, το όραμα του εξωπλανήτη Μελαγχολία που προσεγγίζει τη Γη είναι πραγματικά μαγευτικό στην ταινία.
Με παρόμοιο τρόπο, το ρομαντικό όραμα του Βάγκνερ για το ζευγάρι (η μουσική του Βάγκνερ είναι σίγουρα μέρος της συναρπαστικής δύναμης της ταινίας) – ίσως να μην ήταν σε θέση να αντέξει τον αντίκτυπο του σύγχρονου κυνισμού σε σχέση με την τέλεια αγάπη και ένωση, όπως παρουσιάζεται με τόση βαναυσότητα στη δεξίωση του γάμου. Εντούτοις, η ταινία μπορεί να θεωρηθεί ότι τελειώνει με μια σκηνή που είναι ένα είδος «θανάτου από αγάπη» (Liebestod), αλλά με ένα ριζικά διαφορετικό θίασο χαρακτήρων: δεν είναι ένας άντρας και μια γυναίκα όπως ο Τριστάνος & η Ιζόλδη που πεθαίνουν εκστατικά μαζί, αλλά δύο αδελφές που τελικά συμφιλιώνονται (σημαντικό να τονίσουμε, μια με ανοιχτά μαλλιά και μια με σκοτεινό χρώμα μαλλιών), και ένα αγόρι που τις συνδέει μαζί ως μητέρα και θεία του.
Αυτό που προκαλεί έκπληξη προς το τέλος της ταινίας είναι πως η Τζαστίν γίνεται λιγότερο θύμα της κατάθλιψης και του αυτομίσους της και περισσότερο η οργανώτρια ενός θεραπευτικού τελετουργικού. Η αδερφή της με τα σκούρο χρώμα μαλλιών, η Κλερ, συνειδητοποιώντας ότι το τέλος του κόσμου είναι κοντά, και σε μια κατάσταση αυξανόμενου πανικού και απελπισίας, θέλει οι τρεις τους να συναντηθούν μαζί στη βεράντα του ξενοδοχείου και να τελέσουν ένα συναισθηματικά και συμβατικά ρομαντικό τελετουργικό που να περιλαμβάνει κρασί, τραγούδι και κεριά. Σε αυτή την απελπιστική έκκληση, η Τζαστίν απαντά με αγριεμένο ύφος στην αδερφή της ότι είναι χάλια το σχέδιο της. Αλλά, έχοντας απορρίψει βάναυσα την ανάγκη της αδελφής της για μία τελετουργική παρηγοριά, η Τζαστίν στρέφεται στο νεαρό ανιψιό της, τον Λίο και εκείνη τη στιγμή εμφανίζεται μια απροσδόκητα συμπονετική πλευρά της. Το νεαρό αγόρι είναι τρομοκρατημένο. Ο πατέρας του είχε είπε πριν πεθάνει ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτα και δεν μπορεί να κρυφτεί πουθενά.
Οπότε όντως είναι αυτό το τέλος ή μήπως όχι; Είναι δύσκολο να αποφασίσουμε, γιατί η ταινία εκδηλώνει μια ενδιαφέρουσα και ενίοτε ενοχλητική θεματική αποσύνδεση μεταξύ της προσωπικής κατάθλιψης, της καταστροφής του κόσμου και του αρχετυπικού συμβολισμού. Ωστόσο, ο σκηνοθέτης καταφέρνει να συνδέσει όλα αυτά μαζί στο τέλος. Η κατάθλιψη της Τζαστίν, η οποία απεικονίζεται με κυριολεκτικό τρόπο, εμπλέκεται σε ένα δράμα επιστημονικής φαντασίας παγκόσμιας καταστροφής και στη συνέχεια ξεπερνιέται μέσα από την ομορφιά του εξωπλανήτη Μελαγχολία και της τελικής τελετουργίας της Μαγικής Σπηλιάς.
Η ταινία τελειώνει όχι ως ένα προσωπικό δράμα ή ως δράμα επιστημονικής φαντασίας, αλλά ως ένα ιερό δράμα. Στο τέλος της ταινίας βρισκόμαστε σε ένα τελετουργικό χώρο, όπου εκτελείται μια τελετή από μια Φωτεινή και μια Σκοτεινή αδελφή και ένα αγόρι που ονομάζεται Λίο (λιοντάρι). Πρόκειται για μια σφαίρα αρχετυπικής αναπαράστασης, όχι της κυριολεκτικής πραγματικότητας. Ο αρχέτυπος συμβολισμός είναι απλός και ισχυρός: η αγαπημένη ένωση του σκοτεινού θηλυκού, του φωτεινού θηλυκού και του θεϊκού αγοριού (Puer) σηματοδοτούν τη δυνατότητα για την ανανέωση του αρχέτυπου της Ολότητας (του Εαυτού) υπό το βλέμμα μίας όμορφης ασημένιας μπλε σφαίρας, του εξωπλανήτη Μελαγχολία.
Εντούτοις, μέχρι το τέλος της ταινίας εμείς ως θεατές βρισκόμαστε και στις τρεις «σφαίρες» ταυτόχρονα: σε αυτή της προσωπικής τραγωδίας (κατάθλιψη της Τζαστίν), της επιστημονικής φαντασίας (παγκόσμια καταστροφή) και του ιερού δράματος (την αρχέτυπη αποκάλυψη του φωτός και της ολότητας). Ωστόσο, η λαχτάρα για μια χαμένη αίσθηση ενότητας που αντιπροσωπεύεται από την αποτυχημένη ένωση της νύφης και του γαμπρού στις αρχικές σκηνές, θα ήταν πράγματι καταθλιπτική και τραγική, αν δεν υπήρχε περαιτέρω ελπίδα για ένωση και ολότητα. Όμως, τα ισχυρά σύμβολα της ανανέωσης και της συμφιλίωσης που εμφανίζονται στο αρχετυπικό αποκαλυπτικό φινάλε της ταινίας υποδεικνύουν ένα νέο όραμα ελπίδας για το μέλλον.
Οπότε τι συμβαίνει στο τέλος; Ο Λαρς Φον Τρίερ αφήνει τον θεατή να αποφασίσει. Μία από τις επιλογές είναι να δούμε το τέλος της ταινίας ως το αποκορύφωμα μιας καταθλιπτικής φαντασίας: το τέλος ενός κακού κόσμου που, όπως λέει η Τζαστίν, σε κανένα δεν θα λείψει. Μια δεύτερη επιλογή θα ήταν να δει κανείς σε αυτήν ταινία μία οδυνηρή και συγκινητική κατάληξη για το τέλος του κόσμου. Η τρίτη θα ήταν να δει κανείς την αρχέτυπη φωτεινότητα του τέλους, η οποία μεταφέρει τον θεατή πέρα από την προσωπική τραγωδία και την επιστημονική φαντασία στον κόσμο της αρχέτυπης διαδικασίας. Ή… θα μπορούσε να δει κανείς και τις τρεις αυτές εκδοχές.
Δείτε εδώ το trailer της ταινίας:
Ακούστε εδώ το πρελούδιο της όπερας του Βάγκνερ Τριστάνος και Ιζόλδη
Πηγή: cgjungpage.org
Απόδοση – Επιμέλεια: PsychologyNow.gr