“Μετά από όλα αυτά ανεβάσες αυτήν την φωτογραφία με τοίχο που γράφει Χανούμια Έμπολα;”
μου λέει ο Γιάννης.
Χανούμια έμπολα, Παοκ ψόφος, Γαύροι μου***, Παναθηναϊκοί που***** γιοί. και περνάμε, προσπερνάμε, αμέριμνοι, ασυνείδητοι για την δύναμη των συνθημάτων και αυτά μας διαπερνούν, μας ξεπερνούν. Ένα σύνθημα πάνω από τον σκουπιδοτενεκέ, όπου εκεί θα έπρεπε να το έχουμε πετάξει.
Χρόνια, μίσους και δηλητηρίασης πότισαν τις ψυχές μας και το σύνθημα στον τοίχο έγινε κομμάτι της πόλης της καθημερινότητας, της κοινωνίας. Καταντήσαμε οπαδοί ομάδων, φανατικοί, με μαχαίρια και μίσος. Όλοι οπλίζουμε το χέρι του δολοφόνου με την ανοχή μας.
“Αν στους δρόμους γράφονται ιστορίες, τότε στους τοίχους αποτυπώνονται οι σκιές τους” διάβασα σε ένα τοίχο. Συνθήματα αντιφατικά, υποστηρικτικά, εμπνευσμένα συναντούμε σχεδόν σε όλες τις πόλεις του κόσμου. Συνθήματα θησαυρούς, όχι δηλητήρια.
Μπορούμε όμως να αποφασίσουμε ξανά ποιοι είμαστε. Να αποφασίσουμε τι είναι σημαντικό και τι όχι. Τι αξίζει να προσπαθήσουμε. Ποια λόγια αξίζει να πούμε. Πώς αξίζει να σταθούμε, απέναντι σε τι. Τι αξίζει να σβήσουμε, τι να γράψουμε και να μείνει ανεξίτηλο.