Ένα παιδί της πόλης και ένα κοντραμπάσο. Ο Βασίλης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κοζάνη. Τα πρώτα του μουσικά ερεθίσματα προήλθαν από την δισκοθήκη του πατέρα του. Ο καλλιτέχνης που έμελλε να σχεδιάσει τη μουσική του παιδεία ήταν ο κιθαρίστας της τζαζ Wes Montgomery. Τον κερδίζει το κοντραμπάσο για την μεγάλη παλέτα ήχων που διαθέτει. Μια από τις μεγαλύτερές του φιλοδοξίες, η δημιουργία ενός γκρουπ μουσικών που θα παίζει αυστηρά συναυλίες με χαρακτήρα κοινωνικής προσφοράς.
Γεννήθηκες και μεγάλωσες στην Κοζάνη, μια πόλη που έχει ιστορία στη jazz μουσική μίλησε μου για σένα
Δεν ξέρω αν η Κοζάνη έχει ιστορία στην jazz μουσική, σίγουρα όμως έχει ιστορία στη μουσική γενικότερα. Μια πλούσια παράδοση σε διάφορα στιλ μουσικής, όπου μέσα από το πάντρεμα αυτών των στιλ κάποιοι άνθρωποι της πόλης μας ταυτίστηκαν και με την αυτοσχεδιαστική μουσική ή jazz αν, θέλετε. Η πόλη της Κοζάνης διαθέτει ένα ευρύ φάσμα μουσικών από την παραδοσιακή μας μουσική έως τους λαϊκούς μας δημιουργούς και από την κλασσική μουσική μέχρι τα πιο σύγχρονα μουσικά ιδιώματα. Θυμάμαι, λοιπόν, να έχω γύρω μου όλους αυτούς τους ήχους την περίοδο της παιδικής μου ηλικίας.
Ερεθίσματα από την πόλη σου, πες μου πως ήρθε στη ζωή σου η τζαζ;
Το βασικό ερέθισμα υπήρχε μέσα στο σπίτι μου. Από εκεί ξεκίνησαν όλα. Με την αγάπη των γονιών μου ιδιαίτερα για τη μουσική, το ραδιόφωνο αλλά και για τις τέχνες γενικότερα. Η μεγάλη δισκοθήκη του πατέρα μου ήταν ο βασικός παράγοντας για το πάθος που ανέπτυξα για τη μουσική. Μια άλλη σημαντική επιρροή μέσα από την Κοζάνη ήταν οι συναυλίες, στις οποίες έπαιρνε μέρος ο θείος μου, είτε με το τρίο Apopsis είτε με άλλους μουσικούς από τη γύρω περιοχή, αλλά και όχι μόνο: η πόρτα του σπιτιού του ήταν πάντα ανοιχτή για εμένα, για να παρακολουθώ τις πρόβες του αλλά και να ακούω όλες αυτές τις συζητήσεις μεταξύ μουσικών που θαύμαζα. Επίσης να τονίσω την παρουσία των Λάκη Τζήμκα, Γιώτη Κιουρτσόγλου, Βάσω Δημητρίου, Χρήστου Ραφαηλίδη, κ.ά., οι οποίοι δραστηριοποιούνται μεν σε άλλες πόλεις αλλά πάντα υπάρχει η Κοζάνη στην ατζέντα τους και δίνουν ακόμη και σήμερα το παρών σε συναυλίες, εκδηλώσεις και φεστιβάλ στην περιοχή μας.
Η μουσική είχε μπει ήδη για τα καλά στη ζωή μου από τα χρόνια του δημοτικού σχολείου. Οι δίσκοι που άκουγα ήταν αυτοί των Led Zeppelin, Jimi Hendrix, Pink Floyd, Camel, κ.ά. Πειραματιζόμουν με ακούσματα που είχαν να κάνουν με την αυτοσχεδιαστική μουσική, όμως η καθοριστική στιγμή ήρθε λίγο αργότερα, γύρω όταν ήμουν δεκατριών-δεκατεσσάρων ετών. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη στιγμή που η βελόνα του πικάπ ακούμπησε τον δίσκο του Wes Montgomery ”A dynamic new sound” και το πρώτο κομμάτι “Round Midnight”. Ήξερα ότι αυτού του τύπου η μουσική θα με επηρέαζε πολύ και βαθιά στο μέλλον.
Κοντραμπάσο, ένα απαιτητικό όργανο – μίλησε μου γι’ αυτό
Όποιος αποφασίζει να ασχοληθεί με τη μουσική ξέρει ότι το μουσικό όργανο που έχει επιλέξει θα τον ακολουθεί και θα τον συντροφεύει για ένα μεγάλο μέρος ζωής του. Το κοντραμπάσο δεν είναι μόνο ένα αντικειμενικά μεγάλο όργανο, αλλά και ένα όργανο που απαιτεί πολλά χρόνια μελέτης, προκειμένου να αναπτυχθούν οι απαραίτητοι μύες και οι κάλοι στα δάχτυλα φυσικά. Κάποιος είχε πει ότι όσο πιο μεγάλο είναι ένα μουσικό όργανο τόσο πιο χαλαρός πρέπει να είσαι, έτσι ώστε να μην βλάψεις το σώμα και τα χέρια σου. Η μεταφορά του δε, είναι μια συνεχής άσκηση στην υπομονή, όχι μόνο την δική σου αλλά και των συνεργατών σου και όσων ζουν μαζί σου! Προσωπικά, αυτό που με κέρδισε στο κοντραμπάσο είναι ο βαθύς του ήχος, ο ρόλος του στη μουσική αλλά και η μεγάλη παλέτα ήχων που διαθέτει.
Πως θα περιέγραφες την τζαζ μουσική;
Ποικιλομορφία, πολυπολιτισμικότητα, ειλικρίνεια και συνεχής μεταμόρφωση είναι κάποια από τα βασικά στοιχεία της τζαζ, όπως και δικά μου.
Πόσο πιστεύεις ότι σε επηρέασαν οι σπουδές στη σχολή καλών και παραστατικών τεχνών του Graz;
Η αλήθεια είναι πως πρωταρχικός μου προορισμός για σπουδές ήταν το Βερολίνο. Το Graz ήρθε σαν ιδέα από τον τότε καθηγητή μου, Λάκη Τζήμκα. Ομολογώ πως τώρα που κοιτάω πίσω, ίσως ήταν η καλύτερη επιλογή για μένα. Η ακαδημία του Graz είναι μια από τις παλαιότερες στην Ευρώπη, με μεγάλη παράδοση στην εκπαίδευση. Ως τέτοια προσελκύσει ανθρώπους από όλα τα σημεία του ορίζοντα και έτσι αποτελεί σημείο συνάντησης πολλών εθνικοτήτων. Είχαμε την ευκαιρία να συνευρεθούμε νέοι άνθρωποι από όλον τον κόσμο, με κοινά ενδιαφέροντα, να συνυπάρξουμε και να ανταλλάξουμε ιδέες, όχι μόνο για τη μουσική αλλά και για την ιστορία, την πολιτική, κλπ. Δύο μεγάλα σχολεία σε ένα, δηλαδή!
Μίλησέ μου για το επίπεδο σπουδών στην Ελλάδα.
Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω σπουδάσει – τουλάχιστον μέχρι σήμερα – σε κάποιο ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα της χώρας. Έχω ολοκληρώσει κύκλους σπουδών στο Δημοτικό Ωδείο Κοζάνης και στο Σύγχρονο Ωδείο Θεσσαλονίκης. Παρακολουθώ από μακριά τα πράγματα στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου στην Κέρκυρα μέσω αποφοίτων της γενιάς μου αλλά και μέσω του σπουδαίου μουσικού και καλού πλέον φίλου μου, Γιώργου Κοντραφούρη, με τον οποίο είμαστε σε συχνή επικοινωνία και πάντα που αναφέρει τα νέα της Σχολής. Αναμφισβήτητα, έχουν γίνει σημαντικά βήματα τα τελευταία χρόνια προς την κατεύθυνση των σπουδών της τζαζ στην Ελλάδα. Βέβαια, τα πράγματα είναι ακόμη στα σπάργανα, γι’ αυτό και παρατηρεί κανείς σημαντικές ελλείψεις, ακόμη και στο διδακτικό προσωπικό, λ.χ. δεν μπορώ να φανταστώ ότι σε ένα ολόκληρο τμήμα μουσική δεν υπάρχει τακτικός καθηγητής μπάσου ή και άλλων οργάνων ή και φωνής ακόμα. Ελπίζω ότι όλα αυτά θα ξεπεραστούν γρήγορα διότι το ταλέντο, η αφοσίωση και το ταπεραμέντο υπάρχουν από τους μουσικούς μας.
Σε έχουν χαρακτηρίσει ως η «νέα γενιά» της Ελληνικής τζαζ σκηνής, νιώθεις ότι το επίπεδο στην χώρα μας είναι ικανοποιητικό;
Πρέπει να σου πω ότι ειλικρινά δεν ξέρω, η φράση Ελληνική τζαζ σκηνή μου ακούγεται κάτι σαν «η Αφροκουβανέζικη σκηνή της Νορβηγίας». Εννοώ πως ναι μεν έχουν γίνει τόσο πολλά στον χώρο της αυτοσχεδιαστικής μουσικής, ειδικά τα τελευταία είκοσι χρόνια, αλλά δεν είναι αρκετά, εάν θέλουμε να μιλάμε για μια σκηνή, η οποία να διαθέτει κλαμπ που να παίζουν και να ασχολούνται αποκλειστικά με τη δημιουργική ή αυτοσχεδιαστική μουσική και μουσικούς που να ζούνε αποκλειστικά από αυτή, ώστε να μπορούν απερίσπαστοι να δημιουργούν και συνεπώς η ελληνική δημιουργία να συνομιλεί επί ίσοις όροις με τη διεθνή σκηνή, και όχι αποσπασματικά ή περιστασιακά, τυχαία και ιδίοις δαπάναις. Δυστυχώς, δεν προβλέπεται οικονομική στήριξη από το κράτος για τέτοια μουσικά σχήματα ή τέτοιους χώρους, ώστε να καθίστανται βιώσιμα. Από την άλλη, καθαρά χάρη στο πείσμα μονάδων, υπάρχει μεγάλη κινητικότητα στο διαδίκτυο με διάφορους ιστότοπους, όπως το jazzevents.gr και το Jazz-Libray.gr, που έχουν δημιουργηθεί από ανθρώπους που αγαπούν την τζαζ και παρέχουν πληροφορίες γύρω από αυτή τη μουσική στην Ελλάδα. Τέλος, το επίπεδο πάντα ήταν και είναι υψηλό, διότι το απαιτεί η ίδια η μουσική και το ίδιο το είδος.
Αγαπημένος καλλιτέχνης
Πάρα πολλοί. Ίσως ένας που μπορώ να ξεχωρίσω, είναι ένας από τους παιδικούς μου ήρωες και αυτός δεν είναι άλλος από τον Bob Marley. Μουσικός απόλυτα αφοσιωμένος στην τέχνη του αλλά και ακτιβιστής με πολλές ευαισθησίες.
H πιο απρόσμενη σου συνεργασία
Μια από τις συνεργασίες που είχα πρόσφατα και δεν περίμενα ποτέ να μου συμβεί, ήταν με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου. Η καλή μου φίλη Βάσω Δημητρίου με πρότεινε στη θέση του μπασίστα και έτσι ηχογραφήσαμε δύο δίσκους: ο ένας είναι «Ο Απροστάτευτος», σε συνεργασία με τον Σωκράτη Μάλαμα, και ο δεύτερος -πιο πειραματικός- βρίσκεται τώρα στο στάδιο της παραγωγής. Μέσα από τις πολύωρες συζητήσεις μας, ανακάλυψα πόσο πολλά πολλά κοινά ακούσματα είχαμε, ενώ ο τρόπος που σκέφτεται τη μουσική δημιουργία αλλά και τον εκατό του μέσα σε αυτή, ήταν μια έμπνευση για εμένα.
Φιλοδοξίες
Μια από τις μεγαλύτερες μου φιλοδοξίες ή επιθυμίες, είναι να φτιάξω ένα γκρουπ μουσικών, το οποίο θα παίζει αυστηρά συναυλίες με χαρακτήρα κοινωνικής προσφοράς. Τα έσοδα των εκδηλώσεων αυτών, δηλαδή, να δίνονται σε οργανισμούς και ιδρύματα που τα έχουν ανάγκη.
Κοζάνη με τρεις λέξεις
Εξωστρέφεια, χιούμορ, οικειότητα
Φωτογραφίες: LUCIJA NOVAK