Ένας μικρός μπόμπιρας κατηφορίζει από τα Σέρρας 6 μηνών ζωή. Κουρνιασμένος στην αγκαλιά της μάνας για μια πόλη την Πτολεμαΐδα. Ενεργειακό κέντρο της Ελλάδος φωτίζει μια χώρα υπό το βλέμμα του Τζορτζ Μάρσαλ. Εκεί ξανά γεννηθήκαμε και στεριώσαμε σαν χώρα. Χωράφια ήμασταν, αγροί και μονοπάτια τα ονοματίσαμε λεωφόρους. Σηκωνότανε το βλέμμα σαν αντίκριζες φουγάρα και καπνούς. Ένας τόπος γεμάτος ελπίδα και οικονομική ευμάρεια. Περνούσαν τα λεωφορεία και φωνάζανε για εργάτες να πάνε να δουλέψουν στους καπνούς! Σιγά σιγά στήθηκε το τρίπτυχο της ενεργειακής δύναμης της χώρας και τα νοικοκυριά έπαψαν να ανησυχούν.
Υπήρχε η σιγουριά του μεροκάματου που δημιούργησε στο υποσυνείδητό μας την επανάπαυση για μια καλύτερη ζωή. Ίσως και να το βλέπαμε σαν στόχο ζωής να εργαστούμε στα εργοστάσια της ΔΕΗ. Γέμισαν τα λεωφορεία και τα πεζοδρόμια με φωνές μεταμεσονύκτιες να περιμένουν την βάρδια. Ήταν το χρώμα το πορτοκαλί που συνδέθηκε με την οικονομική ταυτότητα της περιοχής. Από άκρη σε άκρη της χώρας το ενεργειακό λεκανοπέδιο της Δυτικής Μακεδονίας έγινε η διαφήμιση του τόπου ή η δυσφήμιση για κάποιους..
Το Α και το Ω
«Για μένα η ΔΕΗ δημιούργησε τις συνθήκες να ζήσω εγώ και η οικογένειά μου χωρίς δεύτερες σκέψεις για το μέλλον» λέει χαρακτηριστικά ο Θεόδωρος Κουσαλίδης εργαζόμενος στο Ν. Ορυχείο.
«Η σιγουριά που μας έκανε να νιώθουμε ο λιγνίτης βλέπουμε να χάνετε μέρα με τη μέρα. Στην περιοχή υπήρχε η σιγουριά από το χωριό μέχρι την πόλη. Σίγουρα υπήρχαν και επιπτώσεις, αλλά προσωπικά προτιμώ τις αρνητικές συνέπειες με την τσέπη γεμάτη για να μπορώ να σπουδάσω τα παιδιά μου και να έχω φαγητό στο σπίτι παρά σε ένα καθαρό περιβάλλον με τις τσέπες άδειες».
«ΔΕΗ θα υπάρχει αλλά όχι όπως την ξέραμε»
Ο κ. Κουσαλίδης μιλά για την επόμενη μέρα με το μυαλό στο παρελθόν. «Η επόμενη μέρα μετά το 2028 ίσως μας οδηγήσει στη μετανάστευση. Θα μείνουν μόνο συνταξιούχοι και αγρότες στη περιοχή. Δυστυχώς βλέπω να γυρνάμε 40 χρόνια πίσω και αυτό με γεμίζει πόνο».
Οι εργαζόμενοι της ΔΕΗ μιλάνε με ανιδιοτελή αγάπη για την επιχείρηση του λαού. Τους φοβίζει η «ανοργανωσιά» όπως λένε. Πως γίνεται να μείναμε από σχέδια; Πως γίνεται τα φωτοβολταϊκα να πήγανε στους λίγους;
Και τα χρόνια περνούσαν και οι τσέπες γέμιζαν αλλά κανείς δεν περίμενε ότι θα έρθει η στιγμή που θα μιλούσαμε για κλείσιμο, λουκέτο και θα χανόταν εν μία νυκτί το οικοδόμημα δεκαετιών της ομαλής οικονομικής άνθισης του τόπου. Υπό την εξασφάλιση της ανάπτυξης της περιοχής υπήρχαν πάντα οι φωνές τις αντίδρασης. Ζωές χάθηκαν στον βωμό του ονόματος ΔΕΗ και οι περιβαλλοντολογικές συνέπειες ίσως θα μας βρουν αντιμέτωπους στο μέλλον. Πάντα σε μία καλοδουλεμένη μηχανή που παράγει ασταμάτητα χρήμα υπάρχουν γρανάζια που εναντιώνονται στους ρυθμούς αυτούς! Οι φωνές πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν αλλά θα ήταν προτιμότερο να υπάρχει και εναλλακτική. Όταν επαναπαύεσαι σε μία ατμόσφαιρα πακτωλού χρημάτων η μετάβαση πάντα έχει δυσκολίες.
Ο τόπος ήταν πάντα συνδεδεμένος άρρηκτα με τη φιλοσοφία της ΔΕΗ. Η οικονομία ακολουθούσε τους ρυθμούς της μεγαβατώρας. Ήταν μια ιστορία η ΔΕΗ που ποτέ δεν πίστευες ότι θα έφτανε στο τέλος της. Γέννησε και μεγάλωσε γενιές και γενιές. Φυτώριο κομματικών στελεχών και ανθρώπων που ατένιζαν το μέλλον μόνο με αισιοδοξία. Υπήρχε στο πίσω μέρος του μυαλού μας ότι κάποια στιγμή θα τελείωνε αυτό το μεταλιγνιτικό ταξίδι αλλά πάντα φαινόταν τόσο μακρινό και απρόσιτο. Είχε λόγο η περιοχή μας και πυγμή. Είμασταν το ενεργειακό λεκανοπέδιο της χώρας. Εμείς δημιουργούσαμε το φως και προκαλούσαμε σκοτάδι στα καρδιοχτύπια των μηχανών. Ορδές πολιτικών προσώπων μέσα στα κατάμαυρα ορυχεία του Νότιου Πεδίου να δηλώνουν περηφάνια για τη μάνα ΔΕΗ. Και στις απεργιακές κινητοποιήσεις είχαμε πρωταγωνιστικό ρόλο. Ανταγωνιζόμασταν το κλείσιμο των δρόμων από τους αγρότες στον Θεσσαλικό κάμπο. Έπρεπε να τα είχες καλά με την εργατική τάξη της ΔΕΗ. Δεν χωρούσαν υποχωρήσεις μπροστά στον φόβο των κατεβασμένων διακοπτών.
Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού
«Ο δημόσιος τομέας παρέχει υπηρεσίες που δεν μπορούν να αποκλειστούν από έναν μη πληρωτή και που ωφελούν ολόκληρη την κοινωνία και όχι μόνον μία συγκεκριμένη μάζα ανθρώπων.»
Ήταν το αποκούμπι όλων μας η λέξη «Δημόσια», από το ακριτικό χωριό μέχρι τον επιχειρηματία του κέντρου. Πολλές φορές εκμεταλλευτήκαμε την καλοσύνη της και την ανοχή της. Ισοπεδώσαμε και καταχραστήκαμε την εμπιστοσύνη της με απλήρωτα μπιλιετάκια που για μερικούς αυτός ήταν ένας από τους λόγους της ιδιωτικοποίησης της. Δεν έβγαιναν οι λογαριασμοί και η αριθμητική δεν βοηθούσε και τα φουγάρα σιώπησαν.
Η τελευταία μεγάλη ΔΕΚΟ της χώρας ξεκίνησε την πορεία της το 1950
Στις 7 Αυγούστου του 1950 ιδρύεται στη χώρα μας, με τον Ν. 1468 η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού.
Την εποχή εκείνη υπήρχαν στη Ελλάδα 400 περίπου εταιρείες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η πρώτη ύλη που χρησιμοποιούσαν ήταν το πετρέλαιο και ο γαιάνθρακας που εισάγονταν από το εξωτερικό.
Το 1951 αρχίζει αμέσως η εφαρμογή της πρώτης φάσης του προγράμματος εξηλεκτρισμού, με κεφάλαια που προήλθαν από τον κρατικό προϋπολογισμό, τις πολεμικές επανορθώσεις και το σχέδιο Μάρσαλ. Τα πλούσια λιγνιτικά κοιτάσματα του ελληνικού υπεδάφους που άρχισαν να εξορύσσονται και να χρησιμοποιούνται ως καύσιμη ύλη στις λιγνιτικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που δημιουργούσε. Το 1956, αποφασίστηκε η εξαγορά όλων των ιδιωτικών και δημοτικών επιχειρήσεων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, ώστε να υπάρχει ένας ενιαίος φορέας διαχείρισης. Το ηλεκτρικό ρεύμα έφτασε με επάρκεια σε κάθε άκρη της ελληνικής γης. Από τα μικρά ακριτικά νησιά μας ως τους πιο απόμακρους οικισμούς της ορεινής Ελλάδας.
Ταινιόδρομοι, πύργοι ψύξεως, αμέτρητες νταλίκες, κάρβουνο, τέφρα, σκονισμένα αυτοκίνητα και λεωφορεία, κοιτάσματα και χωριά φαντάσματα που «εξαφάνισε» ο λιγνίτης. Κόμανος, Χαραυγή, Κλείτος, Καρδιά και έπεται και συνέχεια. Ήταν η εποχή που τα πάντα περιτριγυρίζονταν από τον λιγνίτη. Οι δεκαετίες πολλές και τα οικονομικά των νοικοκυριών περνούσαν στιγμές οικονομικής ευρωστίας! Ο χρόνος πέρασε αλλά η ανταποδοτικότητα του μαύρου χρυσού δεν άφησε τις αναγκαίες περγαμηνές για ένα καλύτερο αύριο!
«Ζούσαμε τις οικογένειές μας με αξιοπρέπεια»
«Μεγαλώσαμε μέσα στην ανθρωπιά και μπορούσαμε να βγάζουμε τον μήνα με αξιοπρέπεια» μου αναφέρει ο Ταχτσίδης Αιμιλιανός, παλιός εργαζόμενος της ΔΕΗ που πλέον στην σύνταξή του παρατηρεί με λύπη τα γεγονότα. «Τα χρήματά μας βοηθούσανε την τοπική αγορά και έδιναν ανάσα σε όλο τον εμπορικό κόσμο, κάτι που σιγά σιγά το βλέπουμε να εξαλείφεται». Μιλάει για τη ΔΕΗ και καταλαβαίνεις ότι οι πολιτικές που ακολουθούνται δεν γεμίζουν με αισιοδοξία τον τόπο. «Η επόμενη μέρα, δυστυχώς, προμηνύετε δυσοίωνη. Όταν αποφασίζετε η βίαιη απολιγνιτοποίηση μιας περιοχής χωρίς σχέδιο νιώθεις στο πετσί σου ότι κάτι δεν πάει καλά».
Τα ποσά πολλές φορές ζάλιζαν στο άκουσμα του τοπικού πόρου και δημιουργούσαν ερωτηματικά για την πορεία τους! Από τις αρχές της οικονομικής ευημερίας μέχρι και σήμερα έπρεπε να έχουμε εξασφαλίσει την μακροχρόνια υγιή βιωσιμότητα των κατοίκων. Θα έπρεπε να μιλάμε για μια περιοχή πρότυπο στον ελλαδικό χώρο με τη δημιουργία πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, συναφών επιχειρηματικών δράσεων με τη ΔΕΗ και ένα λεκανοπέδιο κατάλληλο για επιχειρηματικές δράσεις. Μια περιοχή πρότυπο για τα δεδομένα μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης που μας κουνάει το δάχτυλο πολλές φορές προς συμμόρφωση.
Ήταν οι εποχές καλές. Δεν αμφιβάλει κανείς σε αυτό.
Λίγα λόγια για τον λιγνίτη
O λιγνίτης ήταν διαχρονικά μια φτηνή πηγή ενέργειας, που υπάρχει σε αφθονία στην Ελλάδα.
Η απόδοση του όμως είναι εξαιρετικά χαμηλή, και αποτελεί ένα εξαιρετικά “βρώμικο” καύσιμο.
Την περίοδο 1990-2017 ο λιγνίτης ήταν υπεύθυνος για το 34% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που προέρχονται από όλους τους τομείς της ελληνικής οικονομίας μαζί.
Πλέον, εξαιτίας των τιμών των δικαιωμάτων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, όπως αυτές διαμορφώνονται στο σύστημα που έχει θεσπίσει η Ε.Ε., η καύση του λιγνίτη είναι ασύμφορη.
Αυτό λοιπόν το «βρώμικο» καύσιμο έθρεψε και μεγάλωσε γενιές ανθρώπων. Δημιούργησε οικογένειες! Πάντρεψε και προίκισε παιδιά και τους γέμισε ελπίδα για ζωή. Δημιούργησε όνειρα αλλά αφαίρεσε και θυσίασε ζωές αγαπημένων προσώπων. Δεν δημιούργησε νοσοκομεία μήτε και κλινικές για να περιθάλψει τα παιδιά της μάνας ΔΕΗ. Και όταν μιλάμε για ανθρώπινες ζωές η οικονομία πάει στην άκρη. Σταματάνε τα υπέρ και τα κατά. Στα 160.000 στρέμματα των λιγνιτικών πεδίων της Δυτικής Μακεδονίας μετράμε και συλλαβίζουμε τα γράμματα της λέξης καρκίνος και την φέρνουμε αντιμέτωπη με την λέξη χρήμα. Πόσο αλλοπρόσαλλη κατάσταση;
Για τη σκόνη που δε σ΄ άφηνε να αναπνεύσεις ή για τη βαριά μυρωδιά που υπήρχε παντού;
Από το 1959 που ξεκίνησε στην Πτολεμαΐδα το φουγάρο της ΛΙΠΤΟΛ του Μποδοσάκη μέχρι και σήμερα οι ανθρώπινες απώλειες στιγμάτισαν για πάντα αυτόν τον τόπο που πολλές φορές στον βωμό των χρηματικών απολαβών έμπαιναν στο πίσω μέρος του μυαλού μας και στοίχειωναν τις σκέψεις μας!
To έτος 2028 είναι κοντά
Πήραμε μια παράταση που ίσως μας δώσει τον χρόνο να σχεδιάσουμε και να πάρουμε πρωτοβουλίες για το αύριο της περιοχής. Ένας πόλεμος μας έδωσε την ευκαιρία να εκτιμήσουμε το κεφαλαίο δέλτα, έστω και στα τελευταία βήματα πριν το οριστικό τέλος. Στα χέρια των ανθρώπων που διοικούν είναι οι μοίρες μας. Ένα πιάτο φαί και μια ζωή με αξιοπρέπεια. Κάτι που το είχαμε δεδομένο πλέον μένει στα χέρια των σοφών. Και το έτος 2028 είναι κοντά..