Οι χορεύτριες του Αυστραλιανού Μπαλέτου απαγγέλλουν με χάρη το αγγλικό αλφάβητο χρησιμοποιώντας ειδικούς όρους του μπαλέτου, ιδίως αυτούς που σχετίζονται με τα παπούτσια τους.
Με κομψότητα και χάρη, οι μπαλαρίνες της Αυστραλίας μας παρουσιάζουν το αγγλικό αλφάβητο, κάνοντας πουέντ.
Οι εικόνες που μπορείτε να δείτε πιο πάνω στο σχετικό βίντεο είναι εντυπωσιακές και αποδεικνύουν ότι ο χορός και δη το μπαλέτο παραμένει μια από τις κορυφαίες τέχνης, όπου η αρμονία, η χάρη, ο ρυθμός και το στιλ έχουν τον πρώτο λόγο.
Το μπαλέτο διδάσκεται σε σχολές ανά τον κόσμο, σε καθεμία από τις οποίες εναποτίθενται στοιχεία του πολιτισμού και της ιδιοσυγκρασίας του κάθε λαού. Ο χορός αυτός καθορίζεται στα βήματα και τις κινήσεις του, ως μέρος μιας διεργασίας που ονομάζεται χορογραφία, εκτελείται από επαγγελματίες του χώρου και περιλαμβάνει άλλες μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης, όπως την ηθοποιία και τη μιμητική. Θεωρείται μία από τις πλέον υψηλόβαθμες τέχνες, που απαιτεί πολυετή εξάσκηση ώστε να φτάσει κανείς σε επαγγελματικό επίπεδο.
Η πιο γνωστή και δημοφιλής απόχρωση του μπαλέτου είναι αυτή που αναπτύχθηκε την εποχή του Ρομαντισμού (το λεγόμενο Ballet blanc =λευκό μπαλέτο), κατά την οποία το βάρος πίπτει στην κορυφαία του χορού (τη λεγόμενη πρίμα μπαλαρίνα), που ως πρωταγωνιστικός ρόλος αποκλείει την ανάδειξη σχεδόν όλων των άλλων· καλείται να εκτελέσει δύσκολες τεχνικές, που περιλαμβάνουν κατακόρυφη κίνηση στηριζόμενη στα δάκτυλα του ποδιού (en pointe), πιρουέτες και λοιπές ακροβατικές κινήσεις δεξιοτεχνίας, ενώ έχει καθιερωθεί η ένδυσή της με τη λεγόμενη γαλλική τουτού (κοντό φόρεμα από λευκό τούλι που αφήνει εκτεθειμένους τους μηρούς και επιτρέπει έτσι την ελευθερία κινήσεων).
Η εξέλιξη του μπαλέτου περιλαμβάνει τα είδη του εξπρεσιονιστικού και νεοκλασικού μπαλέτου, αλλά και στοιχεία του σύγχρονου χορού.
Η λέξη balletto προέρχεται από την ιταλική γλώσσα, στην οποία είναι υποκοριστικό της λέξης ballo (εξ ου και μπάλος στα ελληνικά), που σημαίνει χορός, και που με τη σειρά της ανάγεται στη λατινική λέξη ballo ή ballare, που σημαίνει χορεύω. Η λατινική αποτελεί παραφθορά του ελληνικού ρήματος βαλλίζω, που έχει ταυτόσημη σημασία.