Ο θρύλος θέλει τα παιδιά που γεννιούνται την ημέρα του Halloween να έχουν ιδιαίτερες ικανότητες, και ο Έζρα Πάουντ, παρότι γεννήθηκε μία μέρα πριν την αγγλοσαξωνική γιορτή, φαίνεται να ήρθε στον κόσμο έχοντας στο πλευρό του τρεις ασυνήθιστες Μοίρες: το άγγιγμα της Μούσας, τις ευλογίες του Άρη και την κατάληξη της Άτης. Κι αν η αναφορά κρίνεται υπερβολική, θα χρειαστεί να ξαναδιαβάσουμε τη ζωή του Πάουντ μέσα από τις επιρροές και τα οράματά του, μέσα από την ανθρώπινη και ρομαντική επιθυμία του να πλάσει έναν κόσμο μεγαλειώδη και επικό και μέσα από τις λάθος αποφάσεις με τις οποίες στρατεύτηκε.
Το άγγιγμα της Μούσας: Τα πρώτα χρόνια και η εγκατάσταση στην Ευρώπη
Ο Έζρα Πάουντ γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου του 1885 στο Άινταχο των Ηνωμένων Πολιτειών και πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής του στη Φιλαδέλφεια, ενώ κάποια καλοκαίρια της εφηβείας του ταξίδεψε στην Ευρώπη, μαζί με τη μητέρα και τη θεία του. Μετά από ένα πέρασμα από την Στρατιωτική Ακαδημία του Τσέλτεναμ και περιφερειακά κολλέγια, το 1906 γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, όπου σπούδασε λογοτεχνία, δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στην αγγλοσαξωνική ποίηση και στο έργο του Δάντη, τα οποία διάβασε από το πρωτότυπο.
Συνεχίζοντας τις σπουδές του εγγράφηκε στο πρόγραμμα διδακτορικών σπουδών του ίδιου πανεπιστημίου και εξασφάλισε μία ερευνητική υποτροφία για διαμονή στη Μαδρίτη, προκειμένου να μελετήσει τις κωμωδίες του Λόπε ντε Βέγκα. Με την επιστροφή του ήρθε σε ρήξη με σχεδόν όλους τους διδάσκοντες του τμήματος, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα τον τερματισμό των σπουδών του. Η οριστική αποχώρησή του από τον ακαδημαϊκό χώρο ήρθε έναν χρόνο αργότερα, το 1908, όταν εκδιώχθηκε και από ένα μικρό κολλέγιο στην Ιντιάνα όπου δίδασκε, καθώς οι τοπικοί ακαδημαϊκοί κύκλοι σκανδαλίστηκαν από τις καταγγελίες των σπιτονοικοκυρών του ότι φιλοξενούσε μία γυναίκα. Οι εξελίξεις τον οδήγησαν στην έξοδό του από την Αμερική, με προορισμό την Ευρώπη· μία έξοδο που έμελλε να είναι οριστική.
Μετά τη στάση στη Βενετία, όπου και εξέδωσε την πρώτη του συλλογή “A Lume Spento”, ο Πάουντ έφτασε στο Λονδίνο, όπου και παρέμεινε για τα επόμενα δεκατρία χρόνια. Εκεί συνδέθηκε με τους Ουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς, Μέι Σινκλέρ, Φρέντρικ Μάννινγκ και τον Τζορτζ Μπέρναρντ Σω, έγινε ο επιμελητής του περιοδικού “The Egoist”, του οποίου εκδότρια ήταν η σουφραζέτα Ντόρα Μάρσντεν και ανέπτυξε στενή φιλία με τον Έρνεστ Χέμινγουεϊ, την Γερτρούδη Στάιν, τον Τζέιμς Τζόις και τον Τ.Σ Έλιοτ, ενώ δρούσε και συμβουλευτικά πάνω στη δουλειά τους. Κατά την παραμονή του στο Λονδίνο, άρχισε να απομακρύνεται από τις ρομαντικές επιρροές του, αγκαλιάζοντας τον μοντερνισμό. Σε αντίθεση με τις αφηρημένες και απόλυτα νεωτερικές ράγες πάνω στις οποίες κινούνταν τα γνωστότερα κινήματα του μοντερνισμού, ο φουτουρισμός και ο ντανταϊσμός, ο Πάουντ ενσωμάτωσε βλέψεις του κινήματος της παρακμής, διατηρώντας στον πυρήνα του έργου του τα προτάγματα των Αμερικανών ποιητών γύρω από την ηθική και την ευθύνη αλλά και το ιστορικό παρελθόν της Γηραιάς Ηπείρου.
Ο Πάουντ, επηρεασμένος από τον μεγάλο Αμερικανό ποιητή Ουόλτ Γουίτμαν, ήθελε να κάνει οντολογική ποίηση, χωρίς αποκλειστικό στόχο τον αισθητισμό, αλλά διατηρώντας το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον. Η ευρυμάθειά του σε συνδυασμό με την εξονυχιστική δουλειά πάνω στο έργο του Δάντη, των τροβαδούρων και τα έπη του Ομήρου δημιουργούν το στέρεο έδαφος, πάνω στο οποίο θα δομήσει το magnum opus του, το προσωπικό του έπος με το οποίο ασχολήθηκε για πάνω από εξήντα χρόνια, τα «Κάντος».
Η Άρεια μήνις: Η περίοδος στη φασιστική Ιταλία
Ήδη από το 1915 αναφέρεται σε εκείνο το «χρυσελεφάντινο ποίημα αμέτρητου έκτασης που θα με απασχολήσει για τις επόμενες τέσσερις δεκαετίες, αν δεν καταλήξει ανιαρό», που ουσιαστικά δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, παρότι συμπλήρωσε πάνω από 5000 σελίδες. Τα «Κάντος» δημοσιεύτηκαν αποσπασματικά και αποτελούν τις λυρικές αποτυπώσεις του ίδιου του συγγραφέα από τον κόσμο, περιλαμβάνουν αναφορές στην ζωή του, στην κοινωνία και στα έργα που τον επηρέασαν. Εκεί είχε την απόλυτη ελευθερία να αναπτύξει την αισθητική έκφρασή του αλλά και το όραμά του για τον κόσμο, καθώς θεωρούσε ότι τα «Κάντος» ήταν μία ιστορική καταγραφή που θα έφερνε την κοινωνική αλλαγή. Με την μετακόμισή του στην Ιταλία το 1924 θεώρησε ότι βρήκε μία κοινωνία που ερχόταν σε αντίστιξη με την αμερικανική, η οποία ήταν υποχείριο των τραπεζιτών-τοκογλύφων, αλλά και την ευρωπαϊκή, που μαστιζόταν από τη συντηρητική πολιτική. Αρχικά, ο Έζρα Πάουντ ανέπτυξε μία σκέψη αντικαπιταλιστική. Ήρθε αντιμέτωπος με την πληγωμένη Ευρώπη, που επιδείκνυε μία εξαιρετικά νοσηρή αυτοτροφία μέσα στα χαρακώματα του Ά Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και με την απώλεια του φίλου του και επίσης κοινωνού του βορτισισμού, Ανρί Γκοντιέ-Μπρζεσκά. Το έργο του κατακεραύνωνε τις πολιτικές δυνάμεις για τη διενέργεια του πολέμου, περιφρονούσε τους καταπιεστές, υπέσκαπτε την κοινωνική ομοψυχία και ενότητα, «σαν φθορά στη νωθρότητα του κόσμου».
Η εγκατάσταση στο Ράπαλο συνοδεύτηκε από μία ολόψυχη υποστήριξη στο φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι, στον οποίο απέστειλε διακηρύξεις, προτάσεις και εκθέσεις, ενώ του αφιέρωσε και ένα «Καντό». Ο Πάουντ συνδέθηκε με την προπαγάνδα υπέρ του φασισμού και εξέφρασε ανοιχτά την επιδοκιμασία του για τον «Αγώνα», το βιβλίο του Χίτλερ, το οποίο χαρακτήρισε «ακριβή πολιτική ανάλυση». Η πλαισίωση του φασισμού ως ένα αισθητικά ισχυρό και σημειολογικά πλούσιο από μύθους καθεστώς βρίσκει ανταπόκριση στον Πάουντ, σε μία εποχή που είχε στραφεί στην αναζήτηση ενός νέου πολιτισμού, πιθανώς πιο μυστηριακού από τον ορθολογικό ευρωπαϊκό. Ίσως να είδε στην προέλαση των μελανοχιτώνων την ευκαιρία να δομήσει τη δική του Πολιτεία, σαν άλλος Πλάτωνας, ή να πίστεψε πως ο φασισμός θε έφερνε την κατάρρευση του καπιταλισμού. Πολλές εικασίες μπορούν να γίνουν, το σίγουρο είναι ότι η επιρροή που ασκούσε στην Ευρώπη ήταν μεγάλη, και οι θέσεις του ιδιαίτερα εμπρηστικές.
Όσο υποστήριζε τον φασισμό, και μετέπειτα τον ναζισμό, αποκόπηκε από σημαντικούς κύκλους και απομονώθηκε. Σταδιακά η υποστήριξή του στα καθεστώτα, με βάση τον άξονα της οικονομίας (την οποία είχε εκφράσει μέσα από οικονομικές και πολιτικές πραγματείες), διαχύθηκε και στο κοινωνικό και φυλετικό πεδίο. Ο Πάουντ εκφραζόταν με έντονο αντισημιτικό λόγο, την ώρα που ανέλαβε την εκπομπή “American Hour” στο “Radio Roma”, μέσω της οποίας απευθυνόταν στην Αμερική και ζητούσε από τους πολίτες να υποστηρίξουν τους «νέους ηγέτες Μουσολίνι και Χίτλερ», να διαβάσουν τα «Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών», να στραφούν απέναντι στους Εβραίους. Ο Τιμ Ρέντμαν, συγγραφέας του βιβλίου «Έζρα Πάουντ και Ιταλικός Φασισμός» υποστήριξε ότι ο Πάουντ συνέβαλε στη δημιουργία του κλίματος που επέτρεψε να συμβεί το Ολοκαύτωμα και πολλοί φίλοι του από τα χρόνια στο Λονδίνο και το Παρίσι στράφηκαν εναντίον του. Όπως έγραψε ο Γέιτς, ο Πάουντ ήταν «ένα μοναχικό ηφαίστειο» που δυναμίτισε το έργο και τη φήμη του με την τυφλή υπακοή στις σκοτεινότερες μορφές ιδεολογίας που γνώρισε η υφήλιος.
Άτης: Η φυλάκιση και η σιωπή
Ήδη από το 1943 είχε καταδικαστεί για προδοσία ενάντια στο έθνος. Στις 3 Μαΐου 1945, μετά την απόβαση των αμερικάνικων δυνάμεων στην Ιταλία, ο Πάουντ συλλαμβάνεται και μεταφέρεται στο κρατητήριο, όπου ανακρίνεται από πράκτορες του FBI. Ο Πάουντ ζήτησε να στείλει ένα τηλεγράφημα στον Πρόεδρο Τρούμαν για να βοηθήσει στη διαπραγμάτευση μιας «δίκαιης ειρήνης» με την Ιαπωνία. Ήθελε να κάνει μια τελευταία εκπομπή με τον τίτλο «Το κάλεσμα της τέφρας της Ευρώπης», στην οποία θα συνιστούσε όχι μόνο την ειρήνη με την Ιαπωνία, αλλά και την αμερικανική διοίκηση της Ιταλίας, την ίδρυση ενός εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη και επιείκεια προς τη Γερμανία. Τα αιτήματά του απορρίφθηκαν, και επανήλθε με μία ανακοίνωση, γράφοντας: «Δεν είμαι αντισημίτης και διακρίνω τον Εβραίο τοκογλύφο και τον Εβραίο που κάνει μια τίμια δουλειά για τα προς το ζην. Ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι ήταν απλοί άνθρωποι από την επαρχία. Νομίζω ότι ο Χίτλερ ήταν Άγιος και δεν ήθελε τίποτα για τον εαυτό του. Νομίζω ότι τον ξεγέλασαν με τον αντισημιτισμό και τον κατέστρεψε. Αυτό ήταν το λάθος του. Όταν δείτε το «μπέρδεμα» στο οποίο μπαίνει η Ιταλία ρίχνοντας τον Μουσολίνι, θα δείτε γιατί κάποιος θα μπορούσε να πιστέψει σε κάποιες από τις προσπάθειές του». Οι αμείωτες προσπάθειες να αποκαταστήσει τους έκπτωτους φασίστες τον φέρνει σε ακόμα δυσμενέστερη θέση, δίνοντας του την «προνομιακή» θέση να κρατηθεί για τρεις εβδομάδες στα υπαίθρια κελιά της Πίζας. Εκεί περιφέρθηκε και χλευάστηκε σαν θηρίο σε ένα ανοιχτό κελί διαστάσεων 1,80 επί 1,80, περικυκλωμένος από προβολείς που τον τύφλωναν καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας, εξωθήθηκε να κοιμάται στο πάτωμα και συχνά υπέμενε στέρηση τροφής και νερού. Η ψυχική του κατάρρευση είχε ξεκινήσει και καταγράφηκε μοναδικά στα «Καντός της Πίζας», τον μόνο τρόπο επικοινωνίας που του είχε επιτραπεί κατά τη διάρκεια της κράτησης. Την ίδια περίοδο έκανε εκτεταμένη έρευνα πάνω στον Κομφούκιο και μετέφρασε έργα τόσο του ίδιου όσο και άλλων Κινέζων και Ιαπώνων ποιητών και φιλοσόφων.
Εν αναμονή της εκδίκασής του για προδοσία, ο Πάουντ μεταφέρθηκε στις ΗΠΑ. Κρίθηκε ψυχικά ασθενής και νοσηλεύτηκε στο ψυχιατρικό νοσοκομείο Saint Elizabeth’s. Σύμφωνα με το έργο του ψυχιάτρου Τόρρεϋ, ο Πάουντ πολύ πιθανόν να έλαβε τη διάγνωση χαριστικά (ψυχοπαθητική διαταραχή προσωπικότητας, που αργότερα μετατράπηκε σε ναρκισσιστική και, τέλος, σε διπολική διαταραχή) προκειμένου να μην καταδικαστεί, λόγω της μεγάλης αξίας του έργου του. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του, σημαντικοί λογοτέχνες όπως ο Έλιοτ, ο Φροστ και ο Χέμινγουεϊ πραγματοποιούσαν τακτικές καμπάνιες προς υποστήριξη της απόσυρσης των κατηγοριών. Μετά από δώδεκα χρόνια στην ψυχιατρική κλινική, ο Πάουντ έλαβε εξιτήριο το 1958 και μετέβη αμέσως στην Ιταλία. Σταδιακά άρχισε να αποσύρεται τόσο από τη συγγραφή όσο και από το δημόσιο βίο, με μία από τις τελευταίες δημόσιες εμφανίσεις του να είναι η παρουσία του στην κηδεία του Τ.Σ. Έλιοτ το 1965. Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών της ζωής του προέβη σε αρκετούς αναστοχασμούς, οι οποίοι αποτυπώθηκαν τραγικά στο τελευταίο του έργο “Drafts and Fragments: Cantos CX–CXVII”.
Η αποκήρυξη της στήριξής του στον φασισμό και τον αντισημιτισμό δεν έχει αποσαφηνιστεί μέχρι και σήμερα. Σύμφωνα με τον Άλεν Γκίνσμπεργκ, ο οποίος είχε επισκεφτεί τον ποιητή στην Ιταλία, είχε παραδεχτεί ότι μετάνιωσε το «μικροαστικό μένος» απέναντι στους Εβραίους. Ωστόσο, το 1954-55 αντάλλασσε επιστολές με τον Τζον Κάσπερ, μέλος των Κου Κλουξ Κλαν, εμφανώς ανήσυχος για την απόφαση της Πολιτείας της Βιρτζίνια να δημιουργήσει μεικτά φυλετικά σχολεία και μαζί συνέγραψαν το “Virginians On Guard!”, σε μια προσπάθεια επηρεασμού της Συνταγματικής Συνέλευσης της Βιρτζίνια. Ήταν εμφανές και για τους δύο ότι τα μεικτά σχολεία ήταν άλλη μία κομμουνιστική συνωμοσία, μία σύγχρονη εκδήλωση της συνεχιζόμενης εβραϊκής συνωμοσίας που στόχευε στην υποβάθμιση όλων των φυλών εκτός από την εβραϊκή, προκειμένου να κυριαρχήσουν ευκολότερα. Η παρανοϊκή συνωμοσιολογική σκέψη του Κάσπερ συνεχίστηκε, κάτι που είναι αμφίβολο για τον Πάουντ, ο οποίος αρνήθηκε να δεχτεί την επίσκεψη του ακροδεξιού Κάσπερ το 1962.
Η κατανόηση των αιτιών που ώθησαν τον σπουδαιότερο ίσως σύγχρονο ποιητή στον φασισμό είναι κάτι το ακατόρθωτο. Ο Τόρρεϋ υποστήριξε ότι ο Πάουντ είχε πείσει τον εαυτό του ότι ήταν ο σπουδαιότερος ποιητής από την εποχή του Δάντη, ωστόσο δεν δέχτηκε ποτέ την κριτική. Ήδη από την πρώτη του συλλογή, την οποία εκθείαζε σε ανώνυμες κριτικές που έστελνε σε λογοτεχνικά περιοδικά, έδειχνε την αδυναμία να έρθει αντιμέτωπος με την ουσιαστική κριτική. Σαν αποτέλεσμα εξύφανε συνωμοσίες και δολοπλοκίες οι οποίες λειτουργούσαν ανακουφιστικά, καθώς δεν έφερε καμία ευθύνη, αλλά μετέθετε την αιτία σε εξωτερικούς δρώντες: στο αμερικάνικο ακαδημαϊκό σύστημα, στους συντηρητικούς λογοτεχνικούς κύκλους του Λονδίνου, στην εβραϊκή συνωμοσία. Σταδιακά περιέπεσε στη σιγή, και όπως σχολιάζει ο Αντώνης Ζέρβας, συγγραφέας και μεταφραστής του έργου του «Άσματα της Πίζας», έδινε την εντύπωση ότι είχε φτάσει στην ένωση με το Θείο, στην ολοκλήρωση της μυστικής εμπειρίας, όμως τελικά η σιωπή ήταν θεοδικία.
Ο Πάουντ πέθανε το 1972, δύο ημέρες μετά την συμπλήρωση 87 χρόνων ζωής, στη Βενετία. Σήμερα θεωρείται ένας από τους κορυφαίους ποιητές της παγκόσμιας λογοτεχνίας και ένας από τους πλέον ριζοσπαστικούς του 20ου αιώνα, ενώ ανυπολόγιστη είναι η συνεισφορά του στα γράμματα μέσα από τη μετάφραση, την επιμέλεια και την έκδοση έργων άλλων συγγραφέων. Ο Πάουντ μελέτησε τη βάση της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας, αναζήτησε την καινοτομία και την ουσία, αποφεύγοντας τις αφηρημένες έννοιες. Παρότι αναζητούσε το νέο πρόσωπο του κόσμου, παρέμενε μαγεμένος από το μεσαιωνικό λυρισμό και την ακρίβεια των λέξεων, που εκφράστηκε μέσα από τον εικονισμό. Ωστόσο οποιαδήποτε αναφορά στην ποίησή του δεν μπορεί να αποκοπεί από τις μελανές σελίδες της ιδεολογίας του. Παραμένει μία αμφιλεγόμενη προσωπικότητα και είναι η απόλυτη ενσάρκωση της διαμάχης σχετικά με το αν πρέπει το έργο να ταυτίζεται με τον δημιουργό. Εντέλει, τα εκτενή και ιδιοφυή Κάντος είναι η καταγραφή ενός ταραχώδους μυαλού σε μία ταραχώδη εποχή, μία αφήγηση εξίσου περίπλοκη όσο και η ζωή που έζησε.
Πηγές: Έζρα Πάουντ: Τα Άσματα της Πίζας. Μτφ Αντώνης Ζέρβας, Έζρα Πάουντ: VORTEX. Μτφ. Γιώργος Μπλάνας, Έζρα Πάουντ: Η Πέμπτη Δεκάδα των Κάντο. Μτφ. Γιώργος Μπλάνας, Fuller Torrey: The Reason of Treason?, Tim Redman: Ezra Pound and Italian Fascism, Alec Marsh: John Kasper and Ezra Pound: Saving the Republic, Britannica.com, nybook.com, theguardian.com, 1-2.gr, kathimerini.gr, fractalart.gr
*culturenow.gr
Φωτογραφίες: U.S. Information Agency (main), 1: Yale University Library