Ένα πιατάκι μουσταλευριά ευφραίνει την καρδιά. Αυτά τα διάφανα πιατάκια από περίτεχνο γυαλί π’ αδειάζαμε παιδιά στα κρυφά! Τη μάνα μου θυμήθηκα τώρα… τη βλέπω να κρεμά ένα λεπτό ξύλο από τη μια άκρη του τοίχου στην άλλη, να βουτά την κλωστή με τα καρύδια στο καζάνι με τη μουσταλευριά και να το ξαναβγάνει. Το κρέμαγε να μείνει εκεί για να στεγνώσει και εγώ ζήλευα το κεχριμπαρένιο του χρώμα. Μ’ αγάπη και μεράκι φτιαγμένο το σουτζούκι, ενδεικτικό των φτωχικών μας χρόνων . Αξίζει να γίνουμε ο κρίκος στην αλυσίδα της παράδοσης και να περάσουμε στα παιδιά μας και στα ‘γγονια μας τις μαγειρικές τεχνικές του παρελθόντος… Μ αυτή τη σκέψη ξεκίνησα τη γλυκιά «μελωδία» του «μελωμένου» καζανιού κι η μυρωδιά του μούστου, μπλεγμένη με τις αναμνήσεις, πλημμύρισε το δωμάτιο.
Υλικά
1 φλ. τσαγιού βρασμένος μούστος
1 φλ. τσαγιού νισεστέ
10 καρύδια σπασμένα σε δύο κομμάτια
Κλώστη
Εκτέλεση
Βήμα 1ο
Περνάμε τα καρύδια στην κλωστή αφού δένουμε τη μία άκρη ενώ αφήνουμε παράλληλα αρκετή κλωστή στην άλλη άκρη
Βήμα 2ο
Βράζουμε το μούστο με λίγη στάχτη, αφαιρούμε τον αφρό και αφήνουμε να κατασταλάξει. Έπειτα τον περνάμε από διπλό τουλπάνι και τον βράζουμε έως ότου εξατμιστεί το 1/4. Δοκιμάζουμε και αν είναι πολύ γλυκός προσθέτουμε λίγο νερό. Ρίχνουμε στον βρασμένο μούστο το νισεστέ που πριν το έχουμε διαλύσει σε λίγο κρύο νερό. Βράζουμε τη μουσταλευριά ανακατεύοντας συνεχώς μέχρι να δέσει και να πήξει καλά.
Βήμα 3ο
Δένουμε την κλωστή με τα καρύδια σε έναν γάντζο και με προσοχή τα βουτάμε στη μουσταλευριά. Τα κρεμάμε βάζοντας ένα πιάτο από κάτω μήπως στάξει. Επαναλαμβάνουμε τη διαδικασία τόσο όσο χρειάζεται για να γίνει σαν σαλάμι. Το κρεμάμε και πάλι έως ότου στεγνώσει καλά. Στη συνέχεια αφαιρούμε την κλωστή και κόβουμε σε ροδέλες.
Σερβίρουμε πασπαλίζοντας με σουσάμι και κανέλα