Δεν έχουμε νομοθετική ισότητα;
Πριν πολλά χρόνια γυναίκες φεμινίστριες αγωνίστηκαν, για να απολαμβάνουμε όλες οι γυναίκες σήμερα τα πλέον αυτονόητα δικαιώματα, όπως το δικαίωμα της ψήφου, το δικαίωμα στην εκπαίδευση, το δικαίωμα στην εργασία, το δικαίωμα αυτοδιάθεσης του σώματος, το δικαίωμα απόκτησης περιουσίας κ.α.
Οι περισσότεροι, λοιπόν, πιστεύουν ότι, αφού τα παλαιότερα φεμινιστικά κινήματα, όπως οι σουφραζέτες, (κίνημα υπέρ του δικαιώματος ψήφου για τις γυναίκες στο Ηνωμένο Βασίλειο τον 19ο αιώνα) κατάφεραν να εξασφαλίσουν την πολιτική μας εξίσωση με τους άντρες, ο φεμινισμός πλέον είναι άχρηστος και περιττός. Εντούτοις γεννιούνται εύλογα τα ερωτήματα: Είναι αναγκαία και επαρκής συνθήκη η νομοθετική κατοχύρωση της ισότητας των δύο φύλων; Η καθημερινή πράξη επιβεβαιώνει μια τέτοια εξίσωση του ανδρικού με το γυναικείο φύλο;
Η απάντηση είναι σαφώς αρνητική. Ας αναλογιστούμε τι γίνεται στον κόσμο γύρω μας σήμερα. Οι γυναίκες είναι απομακρυσμένες από κορυφαίες και ηγετικές θέσεις, από θέσεις ισχύος. Αλλά ακόμη και στη περίπτωση που μια γυναίκα είναι σε ηγετική θέση, πολύ συχνά δέχεται σεξιστικά σχόλια, παρενοχλήσεις και κακοποίηση εντός ή εκτός εργασιακού χώρου. Εξάλλου, αν και το ποσοστό των γυναικών που ολοκληρώνει τις Ανώτατες Σπουδές είναι υψηλότερο από το αντίστοιχο των αντρών, οι γυναίκες μπορεί να μην επιλεγούν για μια θέση εργασίας, παρόλο που πληρούν όλες τις προϋποθέσεις, λόγω μιας εγκυμοσύνης που ενδεχομένως θα προκύψει.
Μερικές ακόμη ενδείξεις της καταπίεσης που υφίστανται οι γυναίκες ακόμη και σήμερα είναι το εισοδηματικό χάσμα ανάμεσα στα φύλα (βάση ερευνών οι γυναίκες πληρώνονται λιγότερα απ’ ό,τι οι άντρες για την ίδια δουλειά), καθώς και τα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά δικαιώματα των γυναικών που απειλούνται σε κάποιες χώρες…
Η Millet (1971), όπως και άλλες φεμινίστριες, υποστήριξαν ότι η αιτία της καταπίεσης των γυναικών είναι η ψυχολογική τους ανάπτυξη ως απότοκο της διαφορετικής τους κοινωνικοποίησης. Πιο συγκεκριμένα, η καταπίεση που υφίστανται πλέον οι γυναίκες δεν είναι τόσο εμφανής. Αντιθέτως, είναι συγκεκαλυμμένη μέσα σε στερεότυπα και εσφαλμένες αντιλήψεις για τους ρόλους και τις συμπεριφορές που πρέπει να υιοθετούν άκριτα οι άνθρωποι με βάση το βιολογικό τους φύλο. Τέτοιου είδους στερεότυπα διαιωνίζονται μέσω του διαφορετικού τρόπου κοινωνικοποίησης των ανθρώπων ήδη από την παιδική τους ηλικία, τόσο μέσα στην οικογένεια όσο και στο σχολείο. Τα αγόρια μαθαίνουν τις αντρικές δουλειές, πώς να είναι σκληροί και ανταγωνιστικοί, ενώ αντίθετα τα κορίτσια μαθαίνουν τις γυναικείες δουλειές και ενθαρρύνονται να είναι ευαίσθητες και να φροντίζουν τους άλλους. Η διαφορετική αυτή κοινωνικοποίηση οδηγεί στην άρρηκτη -για να μην πούμε αποκλειστική- και δεδομένη σύνδεση της γυναίκας με την οικογένεια και την ανατροφή των παιδιών και από την άλλη στη σύνδεση του άντρα αποκλειστικά με τη δημόσια σφαίρα. Όλα αυτά, βέβαια, είναι αποτελέσματα της βαθιά ριζωμένης πατριαρχίας, η οποία έχει δημιουργήσει αυτό το μεγάλο χάσμα μεταξύ των φύλων και έχει ως αποτέλεσμα τη δυσκολία των γυναικών να εναρμονίσουν την οικογενειακή με την επαγγελματική τους ζωή.
Αξίζει, επιπλέον, να αναφερθούμε και στο φλέγον και επίκαιρο θέμα της έμφυλης βίας, που όχι απλά δεν εξαλείφθηκε αλλά ούτε έχει μειωθεί, με τις γυναίκες να είναι πρωταγωνίστριες στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τα πρωτοσέλιδα με θέματα «Εγκλήματα πάθους»… Από όλα τα παραπάνω διαφαίνονται ευκρινώς οι τεράστιες διαστάσεις του προβλήματος της ανισότητας, των φυλετικών στερεοτύπων και κατά συνέπεια της καταπίεσης των γυναικών. Όσο, λοιπόν, υπάρχουν γυναίκες που δολοφονούνται, τότε ΝΑΙ, ο φεμινισμός έχει λόγο ύπαρξης.
Όσες και όσοι, λοιπόν, αγωνιούμε ειλικρινά για την ισότητα και την αξιοπρέπεια των γυναικών σε αυτόν τον κόσμο, πρέπει να έχουμε το θάρρος να υψώσουμε τη φωνή μας, φωνάζοντας: «Ας σταματήσουμε να υιοθετούμε και να διαιωνίζουμε τα στερεότυπα φύλου. Ας ανατρέφουμε τα παιδιά μας με γνώμονα πάντα την ισότητα και τον σεβασμό! Αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα είναι κοινωνίες, στις οποίες άντρες και γυναίκες θα απολαμβάνουν ίση πρόσβαση σε δικαιώματα, πόρους, ευκαιρίες και προστασία. Κοινωνίες ανεκτικές, χωρίς διαχωρισμούς ροζ-μπλε, κοινωνίες πολύχρωμες και ευέλικτες. Ο φεμινισμός δεν αφορά μόνο τις γυναίκες. Ο φεμινισμός αφορά όλους!»
*Η Ελένη Μαμάτσιου είναι φοιτήτρια ψυχολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης