Τι μπορεί να κρύβει ένα αρχαίο έθιμο της Αιανής Κοζάνης; Μια νέα κοπέλα μοιράζεται τις αναμνήσεις της ως Λαζαρίνα, στην πιο ανοιξιάτικη ημέρα της Σαρακοστής.
Θυμάμαι κάθε Σάββατο του Λαζάρου, μια εβδομάδα πριν την Ανάσταση, ερχόταν στο σπίτι πρωί-πρωί η γιαγιά και με το που άνοιγε η πόρτα, ξεκινούσε και τραγουδούσε: «Ξύπνα Λάζαρε και μην κοιμάσαι!» Έτσι ξεκινούσαν οι Λαζαρίνες, το αγαπημένο μου έθιμο στο χωριό μας, την Αιανή.
Είναι ένα καθαρά γυναικείο έθιμο που, σύμφωνα με τον χριστιανισμό, συνδέεται με την Ανάσταση του Λαζάρου και τις αδερφές του. Αλλά οι ρίζες του είναι πιο βαθιές, στα Παρθένια, την τελετή της αρχαιότητας.
Οι Λαζαρίνες της Αιανής προμηνύουν τον ερχομό της άνοιξης, την αναγέννηση της φύσης και την αναπαραγωγή.
Οι ετοιμασίες ξεκινούν από την Παρασκευή: όσες συμμετέχουμε στο έθιμο ετοιμάζουμε τις φορεσιές μας. Η φορεσιά αποτελείται από πολλά και διαφορετικά κομμάτια, που το καθένα έχει την ιδιαιτερότητα του. Σε όλα τα σημεία έχει κεντήματα που έχουν σχέση με την άνοιξη, όπως άνθη, ζώα, γεωμετρικά σχήματα σε έντονους χρωματισμούς, όλα χειροποίητα. Μέχρι κάποια ηλικία τα κορίτσια φοράμε την άσπρη στολή, μετά γύρω στην ηλικία των δώδεκα ετών φοράμε την μπλε στολή, με την κόκκινη ποδιά και το μαντήλι. Κι υπάρχει κι η νυφιάτικη φορεσιά με το «λούδι», ένα στεφάνι για τα μαλλιά με δύο κόκκινα λουλούδια αριστερά και δεξιά και πέρλες. Αυτή τη φορεσιά, που είναι η πιο πλούσια από όλες, κάθε κορίτσι τη φοράει τη στιγμή που είναι σε ηλικία για παντρειά. Σύμφωνα με το έθιμο, με αυτόν τον τρόπο οι άνδρες του χωριού κι οι επισκέπτες διέκριναν ποιες κοπέλες είναι διαθέσιμες για γάμο. Και φυσικά, όσο πιο πλούσια ήταν η φορεσιά τους, τόσο μεγαλύτερη προίκα έδειχναν ότι είχαν.
Το Σάββατο το πρωί ξεκινάει η διαδικασία του ντυσίματος, που είναι μια πραγματική ιεροτελεστία. Εμάς μας έντυνε πάντα η γιαγιά και ξεκινούσε από τη μεγαλύτερη προς τη μικρότερη. Πολύ χαρακτηριστική ανάμνηση είναι να μου πλέκει τα μαλλιά πλεξούδα και να μου βάζει το μαντήλι και την όμορφη καρφίτσα σε σχήμα πεταλούδας, με ένα φλουρί στο κέντρο. Και καμιά φορά μπορεί να μην ήταν πολύ γυαλιστερό το φλουρί, οπότε έγλυφε λίγο τα δάχτυλα της και σαν να ξεγυάλιζε έτσι το φλουρί.
Η φορεσιά είναι πολύ βαριά, δεν εύκολο να τα φορέσεις όλα αυτά. Πάνω από όλα τα υφάσματα φοράμε την ποδιά και το ζωνάρι στη μέση, το οποίο είναι πολύ στενό, οριακά νομίζεις θα εκραγείς ολόκληρη. Κι εννοείται και το λούδι στο κεφάλι, πολύ σφιχτά δεμένο.
Κάθε Λαζαρίνα, αφού βάλει όλα τα κομμάτια της φορεσιάς της, τα κοσμήματά της και βάψει ροδαλά τα μάγουλα και τα χείλη της, είναι έτοιμη να πάει στο ραντεβού που έχει δώσει με τις υπόλοιπες Λαζαρίνες στην πλατεία του χωριού. Από εκεί ξεκινάμε ανά «μπλίκι», δηλαδή ανά ομάδα, τις επισκέψεις στα σπίτια, όπου και τραγουδάμε και χορεύουμε τα τραγούδια του Λαζάρου. Κάθε Λαζαρίνα κρατάει κι από ένα καλάθι στολισμένο με άνθη κι εκεί μέσα μαζεύουμε αυγά και χρήματα. Παλαιότερα, όπως και στα κάλαντα, έδιναν κυρίως αυγά, καρύδια και λουκούμια, μετά την Τουρκοκρατία όμως, ξεκίνησαν να δίνουν και χρήματα.
Υπάρχει ένας άγραφος νόμος στον τρόπο με τον οποίο χορεύουμε στα σπίτια:
“Aν υπάρχει μεγάλος γιος στην οικογένεια, για τον οποίο θέλεις να δείξεις ότι ενδιαφέρεσαι, μπαίνεις πρώτη στον χορό.”
Έτσι κι εγώ θυμάμαι μια φορά που ήμουν δημοτικό ακόμα, είχαμε πάει στο σπίτι του παπά κι η φίλη μου η Στέλλα είπε: «Εσύ θα χορέψεις πρώτη, πρέπει να δείξουμε ότι σου αρέσει ο Αλέξανδρος!» Και για πολλά χρόνια ο παπάς μού έλεγε: «Πότε θα σε κάνω νύφη;» και «πότε θα σε κάνω νύφη!» Τελικά, παραμείναμε φίλοι. Ωστόσο, η φίλη μου η Στέλλα, πριν λίγα χρόνια, είχε ξεκινήσει ένα φλερτ με ένα αγόρι στο χωριό και την ημέρα του Λαζάρου, στο σπίτι του χόρεψε πρώτη. Από τότε είναι μαζί και πέρσι παντρεύτηκαν. Έπιασε το έθιμο!
Αφού ολοκληρώσουμε τις επισκέψεις, συγκεντρωνόμαστε και πάλι στην κεντρική πλατεία του χωριού, στην πιο παλιά βυζαντινή εκκλησία, την Παναγία. Εκεί έχουμε το έθιμο της γάστρας. Πίσω από την εκκλησία του χωριού στήνουν μια πυροστιά και πάνω βάζουν αναποδογυρισμένη μια γάστρα. Και κάθε μια Λαζαρίνα πρέπει να πηδήξει και να μην ακουμπήσει τη γάστρα, αλλιώς θα έχει κακοτυχία κι άσχημη υγεία. Εκεί μπροστά τραγουδάμε το μοιρολόι και το τραγούδι του παπά. Ο παπάς μάς δίνει από ένα αυγό, μας εύχεται «καλή Ανάσταση» και ξεκινάει ο τρανός χορός.
Ένας κύκλος είναι η νυφιάτικη φορεσιά, ένας ξεχωριστός κύκλος είναι η απλή με το μαντήλι και λέμε το τραγούδι «Τσιντσιρό». Δεν υπάρχει μουσική υπόκρουση με κάποιο μουσικό όργανο. Οι ιδιόμελες φωνές των Λαζαρίνων δημιουργούν όλη τη μαγεία.
«Τσιντσιρό γαϊτάνι μάϊκου μ’ κι αργυρό κουϊμπί
μωρ’ κι αργυρό κουϊμπί.
Έχασα το χαϊμαλί μου ποια του βρήκιτι
μωρ’ ποια του βρήκιτι.
Σαν του βρήκεις μωρ’ Βασίλω δώσ’ ‘μάς ‘τό να ζεις
μωρ’ δώσ’ ‘μάς ‘τό να ζεις.»
Το βράδυ το έθιμο συνεχίζεται σε κάποιο σπίτι το χωριού, εκεί όπου συγκεντρωνόμαστε για να κάνουμε το ετήσιο «κονάκι», μια μάζωξη των Λαζαρίνων, ανά παρεά. Μοιράζουμε μεταξύ μας τα αυγά και τα χρήματα που συγκεντρώσαμε, τρώμε παραδοσιακά φαγητά και γλυκά και κάνουμε τον απολογισμό της ημέρας: «Πήγαμε στο τάδε σπίτι και χόρεψες πρώτη τον χορό, μήπως σου αρέσει ο γιος τους;»
Στο κονάκι, μέχρι κάποια ηλικία, ήμασταν μόνο κορίτσια. Από τη ΣΤ΄ Δημοτικού κι έπειτα πηγαίνουν και τα αγόρια, ενώ κανονικά απαγορεύεται. Σε ένα κονάκι στη ΣΤ΄ Δημοτικού, θυμάμαι είχαν έρθει κρυφά οι συμμαθητές μας στο σπίτι. Εκείνο το βράδυ έδωσα το πρώτο μου φιλί… Σίγουρα και παλιότερα θα συνέβαινε αυτό. Έχω, δηλαδή, ακούσει ιστορίες που λένε ότι γνωρίστηκαν στο κονάκι του Λαζάρου. Ήταν η μέρα που κάπως, όλα ήταν πιο χαλαρά. Μπορεί να μη μας επιτρεπόταν ακόμα να βγούμε, αλλά στο κονάκι μπορούσαμε να πάμε μόνες.
Το έθιμο ολοκληρώνεται το επόμενο πρωί, Κυριακή των Βαΐων. Οι Λαζαρίνες φοράμε την απλή στολή, πηγαίνουμε στην εκκλησία, συγκεντρωνόμαστε στην πλατεία του χωριού με τα βάγια και τραγουδάμε.
Φέτος, μετά από δύο χρόνια παύσης, το έθιμο αναβίωσε και πάλι. Καταφέραμε να χορέψουμε ξανά στην πλατεία του χωριού, ντυμένες με την αγαπημένη μας παραδοσιακή φορεσιά. Θυμάμαι, η γιαγιά μου από τα δεκαπέντε μου μού έλεγε να φορέσω τη νυφιάτικη, αλλά ο μπαμπάς μου πίστευε ότι δεν είμαι ακόμα έτοιμη. Ένα Πάσχα, μου ζήτησε μια φίλη να με φωτογραφίσει με τη νυφιάτικη στολή. Και θυμάμαι ήταν μεγάλη Τετάρτη, είχε προηγηθεί του Λαζάρου κι εγώ δεν είχα ντυθεί εκείνη τη χρονιά. Και της λέω: «Να το κανονίσουμε για Κυριακή του Πάσχα, για να με ντύσει η γιαγιά μου». Όμως δε προλάβαμε. Μ. Παρασκευή, η γιαγιά μου είχε φύγει από τη ζωή. Ήταν κάτι που ήθελα πραγματικά να έχει προλάβει, είναι το παράπονο μου. Από τότε είχα μια άρνηση να ντυθώ, γιατί μου τη θύμιζε πολύ.
Μετά από πολλά χρόνια, ντύθηκα επίσημα με τη φορεσιά της Λαζαρίνας, με το λούδι. Και παρότι το έθιμο δεν έχει πλέον τόσο έντονα τον γυναικονυμφικό χαρακτήρα, δεν υπήρχε γυναίκα του χωριού που να μη μου είπε: «Του χρόνου θα έρθεις με γαμπρό στο χωριό! Όποια τη φορά πρώτη φορά, την επόμενη χρονιά έχει από έναν λεβέντη».
Το ότι συνεχίζουμε το έθιμο, το οφείλουμε στις γιαγιάδες μας. Οι γιαγιάδες μας μάς έμαθαν τα τραγούδια, τον χορό και κυρίως, πώς να βάζουμε με τον σωστό τρόπο τη φορεσιά. Όταν ντύσαμε και τις πολύ μικρές ανιψιές μου, ένιωσα σαν να βλέπω εμένα με τις αδερφές μου. Και το ίδιο ένιωθε κι η γιαγιά μου όποτε μας έβλεπε ντυμένες Λαζαρίνες, με τη φορεσιά που η ίδια είχε ράψει και κεντήσει, έβαζε πάντα τα κλάματα, ίσως γιατί θυμόταν κι αυτή τον εαυτό της νέα.
Το όνομα του χωριού μας, «Αιανή», προέρχεται από το «αεί», που σημαίνει «πάντα». «Αιανή, πόλη απέραντη στον χώρο και συνεχή στον χρόνο», λένε για την περιοχή μας. Έτσι και το έθιμο, περνά από γενιά σε γενιά και συνεχίζεται μέσα στους αιώνες. Κι εγώ θα είμαι σίγουρα από τις γυναίκες που θα διατηρήσουμε το έθιμο και για τις επόμενες γενιές. Εξάλλου, τη λαχτάρα που έχουμε κάθε χρόνο για το έθιμο, την καταλαβαίνεις από το χαμόγελο μας. Γιατί οι Λαζαρίνες είναι η ίδια η άνοιξη, είναι ο έρωτας.