Δύσκολο, θέλεις να πιστεύεις τουλάχιστον, ενδιαφερόμενοι σινεφίλ να μην έχουν διαβάσει για το «2001», δύσκολο να μην διερωτάσαι σαν ανήσυχος άνθρωπος ποια είναι αυτά τα χαρακτηριστικά που καθιστούν το έργο ένα από τα συχνά επισκεπτόμενα μνημεία της 7ης Τέχνης. Δύσκολο επίσης να έρχεσαι περιστασιακά και ανυποψιάστα σε απ’ ευθείας επαφή με το ίδιο το έργο και να περιμένεις να σου αποκαλύψει φλύαρα τα μυστικά του.
Το «2001», κακά τα ψέμματα και ιδίως στην αντιπνευματική εποχή μας, δεν είναι μια «φιλική» ταινία. Είναι εκεί να σε προκαλέσει, να σε μπερδέψει, να σου αναπροσαρμόσει τις προσδοκίες (από μια ιστορία, μια έννοια ψυχαγωγίας, ένα κινηματογραφικό έργο συνολικά), να επιτεθεί σ’ ένα βαθύτερο συναίσθημα αλλά και μια εφησυχασμένη διάνοια. Το «2001», ανεξαρτήτως του αν το θεωρείς τέλειο, ατελές ή ακόμα και προβληματικό, είναι «μονολιθικά» εκεί για να υπενθυμίσει πως η Τέχνη είναι για να γεννά ερώτημα και συναρπαστική απορία.
Αποφεύγοντας μια ακόμα ανάγνωση ενός ερεθιστικά πολυδιάστατου έργου (μία κριτική μας πάντως είναι εδώ) που διαρκώς αναμετράται με τα αφηγηματικά όρια και σε αντιπαραθέτει πέρα από την «αναγνωστική» σου ικανότητα και με την αισθητική σου ενάργεια (να συμφωνήσεις ή να αντιταχθείς) με τις συνέπειες των λεγομένων του, το «2001» έθεσε ένα όριο, αν μη τι άλλο για το είδος της επιστημονικής φαντασίας, που δεν έχει ξεπεραστεί. Ίσως γιατί κατά έναν τρόπο δημιούργησε το είδος.
Σε μια εποχή που η επιστημονική φαντασία κυμαίνονταν από την αλληγορία στο φθηνό αισθητικά b-movie που χαροπάλευε στην «λαϊκή απογευματινή» ιδεοσοφία του, το «2001», με μοναδικό του πρόδρομο και τρόπον τινά συνοδοιπόρο την οπερατική του τηλεοπτικού «Σταρ Τρεκ», σκεπτόταν και φανταζόταν επιστημονικά από ένα πρωτοανθρώπινο όνειρο μέχρι ένα διαστημικό ταξίδι στον μέλλοντα της Δημιουργίας και τον (αναπόφευκτο;) ερχομό της επόμενης εξελικτικής φάσης.
Το «2001» άλλαξε το σινεμά, έδειξε πως η θεματολογία δεν έχει όρια, το ίδιο και η κινηματογραφική αφήγηση, ενώ άλλαξε εκ βάθρων την ιστορία της κινηματογραφικής μουσικής χρησιμοποιώντας την όχι πια μόνο αφηγηματικά αλλά και θεματικά. Ο Κιούμπρικ εγκατέλειψε το score του Άλεξ Νορθ που είχε παραγγείλει και χρησιμοποιώντας Γιόχαν και Ρίχαρντ Στράους, Λίγκετι και Χατσατουριάν, αφ’ ενός έκανε τους Στράους τεράστιες επιτυχίες στην εποχή των λουλουδιών κι αφ’ ετέρου έδωσε υλικό σε ανεξάντλητους (σατιρικούς επί το πλείστον) μιμητές.
Και μιας κι έφτασε η κουβέντα στον απόηχο, ας δούμε ενδεικτικά και μόνο, μερικές από τις αντηχήσεις ενός φιλμ σε μια ολόκληρη κουλτούρα, ίσως και για να υπενθυμισθεί πως κάποτε το σινεμά έχει το έρμα να επηρέασει το περιβάλλον του, παρά να είναι απότοκό του. Οι σκηνοθέτες που υποκλίνονται στο «2001» είναι πολλοί. Από τον Σπίλμπεργκ και τον Γούντι Άλεν, μέχρι τον Κουαρόν, την Κλερ Ντενί, τον Τέρι Γκίλιαμ, τον Κρίστοφερ Νόλαν, τον Αρονόφσκι, τον Κάμερον και τον Ρίντλεϊ Σκοτ που περίφημα έχει δηλώσει πως ο Κιούμπρικ «γέννησε και τέλειωσε ένα είδος».
Ο Τιμ Μπέρτον κάνει αναφορά στο «Εργοστάσιο της Σοκολάτας» του, ο Μελ Μπρουκς ανοίγει την δικη του «Ιστορία του Κόσμου» με μια σατιρική αναφορά στην 20λεπτη έναρξη του «2001», το «Wall-e» δανείζεται την άνευ διαλόγου αφήγηση (το «2001» παρά την ευγλωττία του είναι μια, εκτός HAL-9000, σχεδόν βωβή ταινία), μιας και το αναφέραμε ο Γούντι Άλεν στο «Υπναρά» του δανείζεται τον ηθοποιό του HAL (ο Ντάγκλας Ρέιν) για ένα παρόμοιο μα κωμικό ρόλο, ενώ πέρα από τα homage που θα βρεις στις ανάλογες ταινίες των προαναφερθέντων («Interstellar», «Gravity», «Arrival», «Close Encounters»), μπορείς να ξέρεις πως από το «Space Oddity» του Μπόουι της επόμενης χρονιάς μέχρι ακόμα και το… σχήμα των σημερινών κινητών τηλεφώνων και τάμπλετ, η διαστημική εποποιία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ υπήρξε ακριβώς όπως ο μονόλιθός της: Εξελικτικό σημείο τομής.