Ο Γορπιαῖος του μακεδονικού ημερολογίου έχει μια γλυκάδα απίστευτη, όμως τα δελτία καιρού μιλούν συχνά για βροχές και καταιγίδες, και πώς θα πάμε στο μοναστήρι του Αγίου Ζαχαρία στο Τσάρνο του Γράμμου, δεν είναι καθόλου φρόνιμο να σε πιάσει μπόρα σε κείνο τον χωματόδρομο. Ξημέρωσε, έδωσε ο σεπτεμβριάτικος ήλιος κι ανεβαίνει στο απέραντο ουλτραμαρίν, αφήνοντας μια ώχρινη γραμμή στο πέρασμα του. Κάτασπρα μικρά σύγνεφα περνούν αργά και παρακολουθώ την ένταση καθώς αλλάζουν συνεχώς τα σχήματά τους. Το κάμα και οι θολούρες του καλοκαιριού έχουν πέσει, το φως είναι απαλό και τα χρώματα της φύσης ακολουθούν καλπάζοντας.
Περάσαμε το Νεστόριο και μπήκαμε στην θαυμαστή χαράδρα του Αλιάκμονα! Δασωμένα βουνά με καμπυλωτές κορφές, φεύγουν προς τους ορίζοντες γαλαζιωμένα το ένα πίσω από το άλλο! Τα κοιτώ, κι αναρωτιέμαι, ποιο άραγε να είναι εκείνο; ποιο το άλλο; Σε πιο πατάρι του γκρεμού να βρίσκεται η σκήτη του Αντωνίου; Βράχοι, με περίεργα σχήματα, ορθώνονται απότομα και ρίχνουν τα ποδάρια τους στον Αλιάκμονα, που κυλάει σερπετός. Όλα με μαγεύουν, με συγκινούν, παραμυθιάζομαι και κολλάει η ματιά, στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου. Χαμένος μέσα σ’ αυτό το βασίλειο του φωτός και των χρωμάτων της φύσης, βρέθηκα να φωτογραφίζω πρωί την παραδοσιακή αρχιτεκτονική του Πεύκου.
Το υπερθέαμα του Γράμμου
Φτάνουμε στην περιοχή του Λινοτοπίου ανάμεσα στο Τσάγκο Καραούλι (1625 μ.) του Κόζακα και το Τσάρνο (1672 μ.). Στο τρίστρατο όπου βρίσκεται το εκκλησάκι της Παναγίας αφιερωμένο σε κείνους που τους πήρε ο εμφύλιος, είδαμε τις κορφές του Γράμμου Γκούμπελ και Σακούλι αλλά και περιττώματα και πατημασιές, μιας μεγάλης αρκούδας. Κατηφορίζουμε, λίγο πριν φτάσουμε στα ερείπια του Λινοτοπίου στρίβουμε δεξιά. Διασχίζουμε το πυκνοδασωμένο Τσάρνο (Σκοτεινό), με τα πανύψηλα μαυρόπευκα και στο πρώτο ξέφωτο σταματάμε! Το υπερθέαμα, η εκθαμβωτική πληθωρική ομορφιά που ξετυλίγονταν απ’ άκρη σ’ άκρη πάνω από το παλαιοχώρι Ζαγάρι (Άγιος Ζαχαρίας) μας καθήλωσε! Δάση ατέλειωτα, κορφές και λόφοι βωμοί της γραμουστιάνικης φύσης!
Από αριστερά, η άγρια κορυφή της Επάνω Αρένας, η Μεγάλη Πέτρα, η Σκάλα της Γράμμουστας και το φαράγγι ΄΄Καταφύκι΄΄, όπου αρχάγγελος Αλιάκμονας με το βαρύ σπαθί του έκοψε στα δυό το βράχο για να περάσει. Εδώ είχαν το νοσοκομείο στα χρόνια του εμφυλίου οι αντάρτες. Δεξιά βρίσκεται το Φλάμπουρο με το δύσβατο μικτό δάσος της Μπαρούγκας. Είναι προστατευόμενο γιατί παρουσιάζει μεγάλη οικολογική σημασία. ). Όλα τριγύρω, τόποι μιας τραγικής αναμέτρησης στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου.
Μπροστά μας στο πλάτωμα, διακρίνουμε οπωροφόρα δέντρα και λιθοσάρια. Εδώ ήταν κάποτε το χωριό Άγιος Ζαχαρίας (Ζαγάρι) σε υψόμετρο 1250 μ. Ο Παντελής Τσαμίσης αναφέρει: Οι όλίγοι Αλβανοι οι κατηκούντες σήμερον εις τον Άγιο Ζαχαρίαν ήλθον από την Στάρια (Κολώνεια) επί Αλή Πασά εις το Λινοτόπι, ένθα έμειναν επί 25 ακριβώς έτη και είτα 16 οικογένειαι αυτών ήλθον εις το χωρίον Ζαγάρι και 7 εγκαταστάθηκαν πλησίον της Μονής. Στην τελευταία απογραφή του 1928, καταγράφονται συνολικά τριάντα ένας κάτοικοι. Ο Μητροπολίτης Διδυμοτείχου Φιλάρετος (Βαφείδης) γράφει στα 1900 ότι ο οικισμός κατοικείται από 16 οθωμανικές οικογένειες και προσαγορεύεται Ζαγάρ.
Στο μοναστήρι του Αγίου Ζαχαρία
Εκεί που το Τσάρνο συναντά το Παπούλη, πάνω σε μια στροφή του δρόμου, λουσμένος από το φως και την ώχρα υψώνει την πέτρινη κορμοστασιά του, ο μικρός ναός του Αγίου Ζαχαρία, χωμένος σε καταπράσινο φόντο και σε υψόμετρο 1250μ. Ο κομψός ναός μας υποδέχτηκε αστραφτερός, φρεσκοσυντηρημένος και λιβανισμένος με άγριο δυόσμο! Ο χώρος γύρω του πεντακάθαρος, περιποιημένος! Ένας κρυφός πανίσχυρος μαγνήτης, μια δύναμη βγαλμένη από πράματα που δεν ξέρουμε, που δε στάθηκε βολετό να τα μελετήσουμε, από πράματα πλατιά και βαθιά όσο κι’ οι αιώνες, αυτό με τραβούσε και μ’ έφερε αρκετές φορές σε τούτο τον παντέρημο ναό τόσες που ξέχασα πόσες. Μια άγια ερημιά κάθεται πάνω στον μικρό ναό του Αγίου Ζαχαρία που κομματιάζει ακόμα και το κρύσταλλο της ψυχής. Όμως ο μικρός ναός στέκει επιβλητικός, πανέμορφος, μέσα στο άγριο τοπίο. ”Εγώ την σπούδασα την μοναξιά εδώ πάνω στα σύνορα”. Και έτσι όπως παίζει το φως πάνω στο πωρολιθένιο κορμί του, αναρωτιέσαι πόσα και πόσα να έζησε σε κείνους τους χαλεπούς καιρούς. Ποιος νάταν άραγε εκείνος ο πρωτομάστορας που ζύμωσε την τεχνική του με τη ευαισθησία και την πίστη και μαζί με τα μαστορόπουλα και τους κάλφες τον θεμελίωσε. Τον έχτισε με λαξευτό πωρόλιθο, στόλισε με κεραμική τον τρούλο και σκέπασε την οροφή του με πλάκες από σχιστόλιθο.
Ο ναός του Αγίου Ζαχαρία είναι μονόχωρος, καμαροσκέπαστος με τρούλο και εξωτερικά σταυροειδής εγγεγραμμένος.
Σύμφωνα με τις μελέτες των αρχαιολόγων πρέπει να κτίστηκε στο τέλος του 16ου αιώνα. Στον εσωτερικό του μπήκαμε όπως πάντα με ευλάβεια. Ο νάρθηκας είναι μεταγενέστερος. Κτίστηκε το 1921 με ενέργειες του Παντελή Τσαμίση και την συνδρομή των κατοίκων των χωριών Γιαννοχωρίου, Μονόπυλου, Σλίμνιτσας και των μουσουλμάνων κατοίκων του Αγίου Ζαχαρία για να προστατευθούν οι τοιχογραφίες της εξωτερικής δυτικής πλευράς. Το 1993 έγινε μελέτη και αποκατάσταση του πρόναου και της στέγης η οποία είχε καταρρεύσει. Οι τοιχογραφίες της δυτικής πλευράς σχεδόν έχουν καταστραφεί. Ακόμα κι αυτές που σώζονται δεν διακρίνονται εύκολα από τα άλατα και τις φθορές. Τις τοιχογραφίες της δυτικής πλευράς οι αρχαιολόγοι τις αποδίδουν στον Λινοτοπίτη ζωγράφο Νικόλαο και διαφοροποιούνται από τις τοιχογραφίες του κυρίως ναού.
Ερχόμαστε προσκηνητές κάθε χρόνο τέτοια εποχή, ανάβουμε κεριά στην αγιότητα του Προφήτου, στην υγεία συγγενών και φίλων, για το σχώριο των αμαρτιών μας, για τις ψυχές των μαστόρων που τον έχτισαν, των ζωγράφων που τον ιστόρησαν και πάντα ένα κερί στην άγια ερημιά του ναού και της φύσης.
Η αρχιτεκτονική του κυρίως ναού σε υποβάλλει. Στα χρόνια της τουρκοκρατίας οι κτηνοτρόφοι οι οποίοι τον χειμώνα διέμεναν εδώ με τα πρόβατά τους, άναβαν φωτιά μέσα στο ναό. Ο βυζαντινολόγος Μύρων Μιχαηλίδης που επισκέφτηκε τον ναό το 1966 αναφέρει: Όπως μάς πληροφορεί ό Π. Τσαμίσης, στήν Τουρκοκρατία οί βλαχοποιμένες χρησιμοποιούσαν τό ναό σάν καταφύγιο τό χειμώνα καί άναβαν φωτιά, γι’ αυτό καί οί τόσοι καπνοί. Άλλά καί στήν πρόσφατη δική μου έπίσκεψη βρήκα άκόμα στάχτη καί καμένα ξύλα στη μέση του ναού, πράγμα που μαρτυρεί ότι ή συνήθεια έξακολουθεί καί στις μέρες μας.
Όμως μέσα από την καπνιά των αιώνων που σκεπάζει όλες τις επιφάνειες ξεπροβάλλουν μορφές αγιασμένες που χρόνια τώρα είναι καταχωνιασμένες κάτω από την αιθάλη. Οι Άγιοι είναι εδώ και περιμένουν. Δεν έχουν πεθάνει. Όρθιοι με τις ρομφαίες τους, άλλοι με τους σταυρούς τους άλλοι καθισμένοι με τα ευαγγέλια τους και τα άμφια τους, αθάνατοι και ειρηνικοί που εδώ και αιώνες περιμένουν υπομονετικά την μέρα που θα δουν ξανά το φως και θα κοιτάξουν κατάματα τους προσκυνητές.
Οι τοιχογραφίες του Αγίου Ζαχαρία είναι έργο τριών ζωγράφων. Η τεχνοτροπία τους οδήγησαν τους αρχαιολόγους στην χρονολόγηση των στο τέλος του 16ου και στις αρχές του 17ου αιώνα και τις αποδίδουν σε Λινοτοπίτες ζωγράφους.
Αντλώντας στοιχεία από τη διδακτορική διατριβή του Θεοχάρη Τσάμπουρα, η ζωγραφική του κυρίως ναού αποτελεί έργο διαφορετικού εργαστηρίου επικεφαλής του οποίου κατά πάσα πιθανότητα ήταν ο ζωγράφος Μιχαήλ από το Λινοτόπι. Το πρόγραμμα έχει οργανωθεί και εκτελεστεί, σε μεγάλο μέρος, από τον ίδιο το Μιχαήλ. Εντοπίζεται επίσης το έργο δύο ακόμη ζωγράφων που πρέπει να ταυτιστούν με τους λινοτοπίτες Θεολόγη και Νικολό.
Στην απόλυτη ησυχία θυμήθηκα πολλές στιγμές από τις αμέτρητες επισκέψεις μου στο μοναστήρι. Πολύ συχνά έρχεται στο νου μου η προπέρσινη μας επίσκεψη (2020) που στην παρέα μας ήταν και ο ιερέας Κωνσταντίνος Βασιλειάδης. Ενώ ο Χάρης άναψε όλα τα καντήλια και ο Λευτέρης με τον Βαγγέλη φρόντισαν για τα κεριά, ο ιερέας πέρασε στο λαιμό του το πετραχήλι και άρχισε τους ψαλμούς. Παράκληση στην Παναγία. Το φως περνούσε από τα μικρά παράθυρα, τρεις γαλάζιες δεσμίδες έπεφταν λοξά σημαδεύοντας σημεία του ναού και την Αγία Τράπεζα! Βαθειά κατάνυξη μας κυρίεψε μονομιάς γιατί επιτέλους μετά τόσα χρόνια ακούσαμε ψαλμούς σ΄ αυτόν τον παντέρμο ναό που καθημερινά αγιάζει η ερημιά. Τους παρακλητικούς κανόνες του ιερέα συνόδευαν τα πουλιά του δάσους, ο μικρός φθινοπωρινός αγέρας που αχολογούσε πάνω στα μαυρόπευκα, πήρε τις ψαλμωδίες και τις ταξίδεψε στο Λινοτόπι, στον βράχο της Μεγάλης Πέτρας, τις πήραν τα νερά του Αλιάκμονα και τις φέρανε στη Φούσια και αντιλάλησε στο φαράγγι. Ο ναός του Αγίου Ζαχαρία που είναι το πρώτο μνημείο που συναντά ο Αλιάκμονας στο ξεκίνημα του, κάποτε υπήρξε σπουδαίο μοναστήρι. Είχε μεγάλη κτηματική περιουσία και αρκετή κτηνοτροφία. Λέγεται ότι στη δικαιοδοσία του υπάγονταν και το βυζαντινό μοναστήρι των Ταξιαρχών, της Τσούκας Νεστορίου. Μετόχι της μονής του Αγίου Ζαχαρία ήταν το παρεκκλήσι του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, η παλαιότερη εκκλησία του Νεστορίου και βρίσκεται στην πάνω συνοικία του.
Το 1931 το μοναστήρι του Αγίου Ζαχαρία υπάγονταν στο ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Γιαννοχώρι.
Κάθε χρόνο της Ζωοδόχου Πηγής και στις 5 Σεπτεμβρίου στη γιορτή του Αγίου Ζαχαρία, συγκεντρώνονταν προσκυνητές από όλα τα χωριά του Γράμμου. Από το Γιαννοχώρι, τη Σλήμνιτσα, το Μονόπυλο, το Πεύκο, τη Γράμμουστα, το Πευκόφυτο και γίνονταν μεγάλα πανηγύρια. Το μοναστήρι είχε την ατυχία να βρίσκεται στο κέντρο των επιχειρήσεων του εμφυλίου πολέμου και να αποτελέσει πέρασμα και κατάλυμα των αλβανών λαθρομεταναστών στις αρχές του 1990. Σήμερα ανήκει στο μοναστήρι της Παναγιάς Φανερωμένης Αγίας Κυριακής. Κάθε χρόνο στις 5 Σεπτεμβρίου τελείται θεία λειτουργία.
Ο Χ. Ρεμπέλης αναφέρει ότι η μονή του Αγίου Ζαχαρία εγκαταλείφτηκε με την καταστροφή του Λινοτοπίου και της Γράμμουστας και ότι οι δύο μεγάλες εικόνες του μοναστηριού μεταφέρθηκαν στο μοναστήρι της Ζέρμας, οι οποίες καταστράφηκαν σχεδόν ολοσχερώς από πυρκαγιά που έπληξε τη μονή το 1947.
Ο πρώτος αρχαιολόγος που επισκέφτηκε και μελέτησε τον ναό ήταν ο βυζαντινολόγος
Μύρων Μιχαηλίδης το 1966 έχοντας ως οδηγό τον Βασίλη Ριζόπουλο αργοφύλακα από το Πεύκο με παρότρυνση του τότε νομάρχη νομού Καστοριάς Ιωάννη Κ. Μαζαράκη-Αινιάν. Η μελέτη του Μιχαηλίδη δημοσιεύτηκε στο Αρχαιολογικό Δελτίο, τόμος 22 1967. Το περιστατικό μου το διηγήθηκε ο Βασίλης Ριζόπουλος το 2005 στο Πεύκο όταν ετοίμαζα για την τηλεόραση, ένα οδοιπορικό για τον Άγιο Ζαχαρία.
Το μεσημέρι με βρήκε να περπατάω στα ερείπια του Λινοτοπίου που στα χρόνια της ακμής του ήταν ένα από τα μεγαλύτερα βλαχοχώρια και χτισμένο στο ωραιότερο τοπίο του Γράμμου.