Η Δρ. Ναυσικά Αντωνιάδου είναι εκπαιδευτικός Ειδικής Αγωγής και Διδάκτωρ Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας. Σπούδασε στο Τμήμα Επιστημών Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Έλαβε Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης στη Σχολική Παιδαγωγική και Διαφορετικότητα στην Εκπαίδευση από το Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης (ΔΠΘ), και το 2016 το Διδακτορικό στην Εκπαιδευτική Ψυχολογία από το ίδιο Τμήμα.
Στο επίκεντρο των ερευνητικών της ενδιαφερόντων βρίσκεται η κοινωνική συμπεριφορά παιδιών και εφήβων, με ή χωρίς Ειδικές Εκπαιδευτικές Ανάγκες, δίνοντας έμφαση στον εκφοβισμό και τον κυβερνο – εκφοβισμό. Έχει λάβει μέρος με ανακοινώσεις σε εθνικά και διεθνή συνέδρια στον τομέα της Εκπαίδευσης και της Ψυχολογίας και συμμετείχε σε δημοσιεύσεις σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά και σε ευρωπαϊκά ερευνητικά προγράμματα.
Εργάζεται ως Νηπιαγωγός Ειδικής Αγωγής στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση από το 2010, ως Συνεργαζόμενο Εκπαιδευτικό Προσωπικό στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο και ως Διδάσκουσα στο Τμήμα Επιστημών Εκπαίδευσης στην Προσχολική Ηλικία (Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης).
Εμείς την συναντήσαμε και συζητήσαμε μαζί της για το cyber bullying, τις διαφοροποιήσεις του από τον παραδοσιακό εκφοβισμό, την νέα ψηφιακή κουλτούρα και τις Τεχνολογίες της Πληροφορίας, την διαχείριση και ενημέρωση σχετικά με τον κυβερνοεκφοβισμό, τις επιπτώσεις του σε ένα παιδί και σε έναν έφηβο.
Η Ναυσικά Αντωνιάδου εκφράζεται με τρόπο απόλυτα κατανοητό κάτι στο οποίο βοηθούν οι ακαδημαϊκές και εξειδικευμένες γνώσεις της και μας παρουσιάζει τις κεντρικές ιδέες του κυβερνοεκφοβισμού ενώ αποκαλύπτει λεπτομέρειες που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστές.
Τι είναι ο κυβερνοεκφοβισμός, πότε ένα περιστατικό θεωρείται cyber bullying, ποια είναι η συχνότητά του και ποιες είναι οι διαφοροποιήσεις του από τον παραδοσιακό εκφοβισμό;
Ένα περιστατικό επιθετικότητας θεωρείται κυβερνοεκφοβισμός όταν πραγματοποιείται με τη χρήση των Τεχνολογιών Πληροφόρησης και Επικοινωνίας, εσκεμμένα και με πρόθεση πρόκλησης βλάβης εναντίον ενός ατόμου που δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Ορισμένοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι πρέπει επιπροσθέτως οι ενέργειες να είναι επανειλημμένες σε βάθος χρόνου, αλλά αυτό δεν έχει γίνει ομόφωνα αποδεκτό εξαιτίας των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των Τεχνολογιών Πληροφόρησης και επικοινωνίας. Η αναφερόμενη συχνότητα διαφέρει ανά έρευνα και εντοπίζονται σημαντικές διακυμάνσεις εξαιτίας των διαφοροποιήσεων στον τρόπο με τον οποίο γίνεται κάθε έρευνα. Πάντως μιλάμε για ένα υπαρκτό φαινόμενο που μπορεί να αφορά από 5% μέχρι και >30% των παιδιών και εφήβων. Οι περισσότερες διαφορές με τον παραδοσιακό εκφοβισμό προκύπτουν από το χρησιμοποιούμενο μέσο, δηλαδή τις Τεχνολογίες Πληροφόρησης και Επικοινωνίας οι οποίες είναι δυνατό να προσδώσουν ανωνυμία και ως εκ τούτου μεγαλύτερη ισχύ στον θύτη, ενώ καθιστούν δύσκολη την πρόληψη και την αντιμετώπιση των περιστατικών.
Tι φέρνει μαζί της η νέα ψηφιακή κουλτούρα και οι Τεχνολογίες της Πληροφορίας και των επικοινωνιών; Πόσο ασφαλές είναι το διαδίκτυο στην Ελλάδα;
Οι Τεχνολογίες Πληροφόρησης και Επικοινωνίας, όπως κάθε νέο μέσο, φέρνουν ευκαιρίες και προβλήματα. Η χώρα μας παρουσίαζε τα προηγούμενα χρόνια σημαντική καθυστέρηση σε θέματα δεξιοτήτων χρήσης, καθώς επίσης και σε ζητήματα ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης όσον αφορά το ασφαλές διαδίκτυο, αλλά έχουν γίνει και συνεχίζουν να γίνονται σημαντικά βήματα τα οποία οφείλουμε να αναγνωρίσουμε. Οι νέοι μεγαλώνουν με διαφορετική κουλτούρα, ψηφιακή, και αυτό ούτε μπορεί ούτε πρέπει να αλλάξει. Σκόπιμο όμως είναι να εξακολουθήσει ο εκσυγχρονισμός σημαντικών θεσμών, όπως π.χ., η εκπαίδευση προς αυτή την κατεύθυνση, ώστε μα βαδίζουμε ολοένα και περισσότερο προς ένα ασφαλές διαδίκτυο.
Eίναι ο κυβερνοεκφοβισμός μια νέα μορφή βίας με σκληρότερους συμμετέχοντες;
Το ερώτημα αυτό προβλημάτισε για αρκετά χρόνια τους ερευνητές του χώρου, αλλά τα ευρήματα δείχνουν πως μάλλον έχουμε να κάνουμε στην πλειοψηφία των περιστατικών με ένα φαινόμενο παρόμοιο με αυτό του παραδοσιακού εκφοβισμού. Εντούτοις, σε μειοψηφία περιπτώσεων έχουμε συμμετοχή παιδιών/εφήβων που δεν είχαν καμία συμμετοχή σε περιστατικά επιθετικότητας στο φυσικό πλαίσιο, καθώς επίσης και μεγαλύτερη αναλγησία των θυτών.
Θα λέγατε πως διακρίνετε νέα χαρακτηριστικά ̟σε επίπεδο προσωπικότητας των συµµετεχόντων στον κυβερνοεκφοβισµό;
Όχι, η πλειοψηφία των ερευνών δεν δείχνει κάτι τέτοιο. Συνηθέστερα πρόκειται για τους ίδιους συμμετέχοντες με τα περιστατικά παραδοσιακού εκφοβισμού. Όταν όμως αυτοί αξιοποιούν το διαδίκτυο για να προβούν σε επιθετικές ενέργειες, κάποια «προβληματικά» χαρακτηριστικά τους, όπως η έλλειψη ενσυναίσθησης και η αναλγησία, ενδέχεται να αμβλύνονται.
Πως μπορούμε να διαχειριστούμε μια τέτοια κατάσταση και πως μπορούμε να ενημερωθούμε σωστά;
Θα απαντήσω για τα παιδιά και τους εφήβους, τις ηλικιακές ομάδες δηλαδή στις οποίες επικεντρώνεται η έρευνα του κυβερνοεκφοβισμού. Το άτομο που δέχεται την επίθεση θα πρέπει να μιλήσει άμεσα με άνθρωπο της εμπιστοσύνης του, ιδανικά τους ενημερωμένους γονείς/κηδεμόνες του. Δυστυχώς αναδεικνύεται ότι συχνά οι γονείς/κηδεμόνες δεν είναι κατάλληλα ενημερωμένοι ενώ σε αρκετές περιπτώσεις και τα παιδιά τους είναι απρόθυμα να τους εκμυστηρευτούν το περιστατικό γιατί νιώθουν ότι υπάρχει αδυναμία κατανόησης του τρόπου/σκοπού χρήσης του διαδικτύου (π.χ., ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης ως μέσο κοινωνικής αλληλεπίδρασης/ αποδοχής από την ομάδα). Ακόμα όμως και έτσι, υπάρχουν πλέον στην Ελλάδα δυνατότητες ανώνυμης αναφοράς των περιστατικών ή αναζήτηση βοήθειας με απόκρυψη της ταυτότητας του ενδιαφερόμενου (π.χ., safeline.gr, helpline.gr).
Πως προχωράτε στην πρόβλεψη του κυβερνοεκφοβισµού και της κυβερνοθυµατο̟οίησης;
Σε αυτή την κατεύθυνση εξυπηρετούν ιδιαίτερα οι επιστημονικές έρευνες που πραγματοποιούνται σε μεγάλο δείγμα συμμετεχόντων και σε βάθος χρόνου. Βασικό προαπαιτούμενο είναι η έρευνα να βασίζεται σε στέρεο θεωρητικό υπόβαθρο και να διεξαχθεί τηρώντας τις απαραίτητες επιστημονικές προϋποθέσεις ώστε να προκύψουν έγκυρα και αξιόπιστα αποτελέσματα. Πλήθος εξειδικευμένων αναλύσεων δίνει τη δυνατότητα στον επιστήμονα να προβλέψει υπό ποιες συνθήκες είναι πιθανότερο να εμφανιστούν τα περιστατικά κυβερνοεκφοβισμού.
Υπάρχουν μηχανισμοί πρόληψης και αντιμετώπισης;
Υπάρχουν αλλά όπως συμβαίνει με όλα τα κοινωνικά φαινόμενα, η λύση δεν είναι άμεση. Ιδανικά, η πρόληψη ξεκινάει από την πρώτη στιγμή της έκθεσης ενός παιδιού σε οθόνη και είναι ουσιαστικός -και κοπιώδης αφού απαιτείται συνέπεια- ο ρόλος του γονέα/κηδεμόνα. Στις μικρές ηλικίες η ενημέρωση συνοδεύεται από παρουσία γονέα/κηδεμόνα και έλεγχο αλλά στις μεγαλύτερες ηλικίες αξιοποιούμε τη συζήτηση, ο έλεγχος δεν ταιριάζει με τη φύση του εφήβου. Εξαιρετικά σημαντικός είναι ο ρόλος τον ομολόγων, οι οποίοι μπορούν ως παριστάμενοι στις διαδικτυακές αλληλεπιδράσεις να αποθαρρύνουν τον θύτη στις απόπειρες του και να παίρνουν το μέρος του θύματος. Εάν απαιτηθεί αντιμετώπιση, τότε σημαίνει ότι το πρόβλημα έχει ήδη εμφανιστεί. Η αντιμετώπιση ξεκινά με την (άμεση αλλά και γεμάτη ενσυναίσθηση) κινητοποίηση του περιβάλλοντος του θύματος ώστε να διακοπεί το περιστατικό, να ελεγχθούν οι συνέπειες του και να νιώσει το άτομο σωματική και ψυχική ασφάλεια. Ιδανικά στα σοβαρά περιστατικά εμπλέκονται όλοι οι «σημαντικοί άλλοι» της ζωής του παιδιού/εφήβοι, δηλαδή οικογένεια, σχολείο και φίλοι, πιθανώς με την διακριτική καθοδήγηση επαγγελματία ψυχικής υγείας.
Πότε γίνονται αντιληπτές οι επιπτώσεις του σε ένα παιδί και σε έναν έφηβο;
Η επίπτωση θα γίνει αντιληπτή από τους ανθρώπους που γνωρίζουν πραγματικά το χαρακτήρα και τις καθημερινές συνήθειες του παιδιού/εφήβου. Ενδέχεται να υπάρξουν αλλαγές στη συμπεριφορά, στις συναισθηματικές αντιδράσεις, στο χρόνο ενασχόλησης με το κινητό/υπολογιστή, στην ανταπόκριση του στις σχολικές υποχρεώσεις, στις εξόδους για κοινωνικές αλληλεπιδράσεις, ακόμα και στο σώμα. Εάν όμως ένα παιδί/έφηβος είναι απομακρυσμένο από τους γονείς/κηδεμόνες, η αλλαγή ενδέχεται να περάσει για καιρό απαρατήρητη.
Ποια συμβουλή θα δίνατε σε γονείς και παιδιά;
Στους γονείς, να είναι παρόντες σε κάθε στάδιο ανάπτυξης του παιδιού τους και να κινούνται πάντα με γνώμονα την ψυχική του υγεία. Αν δεν είναι σίγουροι για την καταλληλότητα των πρακτικών τους, ας αφουγκραστούν το παιδί τους και ας συμβουλευτούν κάποιον άνθρωπο εκπαιδευμένο σε ζητήματα ψυχολογίας παιδιών και εφήβων. Η υπερβολική χαλαρότητα και η υπερβολική αυστηρότητα δημιουργούν συνήθως προβλήματα. Στα παιδιά θα έδινα τη συμβουλή να πράττουν αυτό που θα ήθελαν να δέχονται. Ας μην αφήνουν κανέναν φίλο ή συμμαθητή μόνο, απρόσκλητο, πληγωμένο, εκτεθειμένο σε επιθέσεις.