Τι σας οδήγησε στο να γίνεται ζωγράφος; Πότε ξεκινήσατε να δημιουργείτε και γιατί ζωγραφική;
Ο πατέρας μου σπούδασε στη σχολή καλών τεχνών της Αθήνας τη δεκαετία του ’30. Δεν άσκησε ποτέ την τέχνη της ζωγραφικής εξαιτίας βιοποριστικών δυσκολιών. Αυτός με παρακίνησε, βλέποντας πως είχα ένα σχετικό ταλέντο να ασχοληθώ με τη ζωγραφική. Αυτή η ενασχόληση ξεκίνησε απ’ το δημοτικό όταν προσπαθούσα να αντιγράψω εικόνες που με εντυπωσιάζανε. Στα πρώτα γυμνασιακά χρόνια άρχισα να εξασκούμε στο σχέδιο με τη βοήθεια του πατέρα μου και να ζωγραφίζω με λάδι. Τον ίδιο καιρό έκανα και απόπειρες στη γλυπτική χρησιμοποιώντας για πηλό κοκκινόχωμα. Στις εισαγωγικές εξετάσεις της σχολής καλών τεχνών στο Παρίσι, έγινα δεκτός το 1978 σαν γλύπτης, αλλά σύντομα μεταπήδησα στη ζωγραφική.
Ποιο καλλιτεχνικό ρεύμα σας επηρέασε περισσότερο;
Στην αρχή των σπουδών μου και για αρκετά χρόνια ήμουν επηρεασμένος απ’ την ανεικονική ζωγραφική που εκείνη την εποχή ήταν στην κορύφωση της και ίσως, μάλλον, στη δύση της. Όταν επανήλθα στην παραστατική ζωγραφική ακολούθησα ένα εξπρεσιονιστικό ιδίωμα που ήταν πιο οικείο στην ιδιοσυγκρασία μου εκείνης της εποχής.
Ποιοι καλλιτέχνες παλιοί ή σύγχρονοι είναι σημαντικοί για σας;
Είναι απέραντος ο κατάλογος ονομάτων που θεωρώ πολύ σημαντικούς. Θα αναφέρω γενικά ότι ως το τέλος του 1980 σημαντική υπήρξε η Αμερικάνικη τέχνη και στη συνέχεια κάποια ζωγραφικά ρεύματα τολμηρών Ιταλών και Γερμανών καλλιτεχνών. Να μη ξεχάσω βέβαια και τις λαμπρές περιπτώσεις Άγγλων καλλιτεχνών μιλώντας για σύγχρονη ζωγραφική. Στις μέρες μας κυριαρχεί αυτό που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε «καλλιτεχνική ανεξιθρησκία» αν και οι νεώτεροι καλλιτέχνες έχουν μετατοπίσει το ενδιαφέρον τους σε διάφορες εκδοχές της ψηφιακής τέχνης.
Ποιος είναι ο αγαπημένος σας πίνακας;
Στην ερώτηση προτιμώ να απαντήσω σα γνήσιος φιλότεχνος: μου αρέσουν όλα τα έργα, όλων των τάσεων, όλων των εποχών, όλων των καλλιτεχνών που γνωρίζω ή αγνοώ. Επειδή η απάντηση είναι μαξιμαλιστική θα τολμήσω να εκφράσω το διαχρονικό θαυμασμό μου στο Ρέμπραντ και στον ήρωα των παιδικών μου και όχι μόνο χρόνων του Δομίνικου Θεοτοκόπουλου, καθώς επίσης στον Πικάσσο.
Τι θέλετε να πείτε με τα έργα σας, ποια είναι η επιδίωξη σας;
Η εικονοποιία είναι μια διαδικασία που συνήθως ξεκινάει απ’ το υποσυνείδητο των καλλιτεχνών και παίρνει μορφή υποστηριζόμενη απ’ τα καλλιτεχνικά τους βιώματα. Εμμονές, ιδέες, επιθυμίες, αναμνήσεις με μεγάλη δόση υποσυνείδητου τόσο αρκετή ώστε να μη μπορεί να περιγράψει τη διαδικασία ο ζωγράφος με το λόγο. Στη διάρκεια της επεξεργασίας του υλικού της δουλειάς, υλικό που εμφανίζει τους δικούς του φυσικούς νόμους και ταυτόχρονα κουβαλάει την ανάμνηση της παιδείας απ’ την οποία φορτίζεται, το πρόβλημα αρχίζει να επιλύεται. Όταν σκηνοθετείς τον εικονικό σου κόσμο επιστρατεύεις όλη τη γνώση σου προκειμένου να είσαι διαυγής και τα στοιχεία του έργου σου να μπορέσουν να επανοριστούν απ΄το βλέμμα του θεατή. Προσωπικά, συνήθως συνθέτω κάποια πράγματα της υπαρκτής πραγματικότητας με τρόπο αυθαίρετο. Προσπαθώ να κάνω την εικόνα όσο πιο πειστική γίνεται άσχετα αν το αποτέλεσμα μοιάζει εξωπραγματικό. Από κει και πέρα η διερεύνηση αυτής της εικόνας είναι δουλειά του θεατή αλλά και δική μου, με την ιδιότητα όμως, μετά το πέρας της εργασίας μου, του θεατή πλέον.
Το έργο, τόσο το θέμα όσο και το αποτέλεσμα εξαρτάται απ΄ την ψυχολογία του καλλιτέχνη;
Η φόρμα χωρίς περιεχόμενο, ο φορμαλισμός, νομίζω πως αργά ή γρήγορα καταλήγει σε αδιέξοδο. Η φόρμα που είναι φορτισμένη με κάποιο περιεχόμενο νομίζω είναι πιο ενδιαφέρουσα για τον καλλιτέχνη και το θεατή. Βεβαίως, ο καλλιτέχνης πιστεύω πως πρέπει να κρατάει, ορισμένως, κάποιες αποστάσεις απ’ την ψυχολογική του κατάσταση, όσο και αν αυτό φαίνεται πρακτικά δύσκολο.
Τι είναι πρωτότυπο, διαφορετικό, ουσιώδες, τι είναι εφήμερο, τι μπορεί να είναι παντοτινό και πώς το ξεχωρίζετε;
Η ζωγραφική πρέπει να εκφράζει τη στιγμή εκείνης της διαύγειας, που το πνεύμα επιβεβαιώνει τις δυνατότητες του αποκαλύπτοντας το μυστήριο κάποιων πραγμάτων που μέχρι τότε φαίνονταν οικεία και γνωστά. Συνήθως, ο ζωγράφος μιλάει για χρώμα, σχέδια, σύνθεση, φως, επιφάνεια κτλ και παίζει το παιχνίδι του κρύβοντας αυτό που θα μπορούσε να είναι καταφανές. Όλα αυτά δημιουργούν μια ρευστότητα στην περίπτωση που θέλουμε να μιλήσουμε για πρωτότυπο, διαφορετικό, ουσιώδες, εφήμερο ή παντοτινό. Η κρίση για ένα έργο τέχνης είναι υπόθεση χρόνου και ανάγεται πολύ μετά απ΄ τη στιγμή της δημιουργίας του.
Πως βλέπετε να εξελίσσονται τα έργα σας με τα χρόνια. Ποιες αλλαγές παρατηρείτε στη δουλειά σας;
Ζωγραφίζοντας, καταγράφουμε τη διανοητική και βιολογική μας πορεία. Σε νεότερη ηλικία περίσσευε στη δουλειά μου η τόλμη, ο αυτοσχεδιασμός, η πληθώρα ιδεών και η αδιαφορία για τους ζωγραφικούς κανόνες. Σήμερα, διαπιστώνω περίσσευμα αμφιβολιών, προσκόλληση στην τεχνική αρτιότητα, κουραστική απαιτητικότητα και αβεβαιότητα στις θεματολογικές επιλογές.
Σας επηρεάζουν τα παγκοσμία γεγονότα; Τι απεικονίζετε στα έργα σας και τι αφήνετε απ’ έξω;
Τα παγκόσμια γεγονότα με επηρεάζουν συνήθως αρνητικά. Το ίδιο και η κρίση στην Ελλάδα. Η τέχνη χρειάζεται «εύκρατο κλίμα» για να συντελεστεί. Δεν εικονογραφώ όπως σας είπα στην πραγματικότητα και πολύ λιγότερο βέβαια τη σημερινή δυσάρεστη παγκόσμια και ελληνική πραγματικότητα. Μιας και τίθεται το ερώτημα να αναφέρω ένα καλλιτέχνη του παρελθόντος που προσέγγισε τέτοια θέματα χωρίς να πέσει η τέχνη του στο επίπεδο του περιγραφικού ρεαλισμού και της προπαγάνδας. Ήταν ο Ισπανός Γκόγια. Εξίσου ιδιοφυής είναι η εικαστική προσέγγιση του Πικάσσο με το έργο του «Γκουέρνικα»
Πότε ζωγραφίζετε;
Είμαι του δόγματος, «ούτε μέρα χωρίς γραμμή». Ζωγραφίζω καθημερινά, τουλάχιστον στο μέτρο που μου το επιτρέπουν οι βιοποριστικές και ανθρώπινες ενασχολήσεις μου.
Η τέχνη πρέπει να αντιμετωπίζεται ως θρησκεία;
Η ζωγραφική σου δίνει το μέτρο των δυνατοτήτων σου και συνήθως σου δείχνει τι δεν μπορείς να κάνεις. Σε αναγκάζει να αποδεχτείς και να αφομοιώσεις πράγματα που είναι έξω από τα δικά σου δεδομένα, προκειμένου να ολοκληρώσεις μια συγκεκριμένη διαδικασία. Μ’ αυτή την έννοια σε καλλιεργεί και διευρύνει τους ορίζοντες σου. Εν τούτοις παραμένει μια απ’ τις πολλές ουτοπίες με τις οποίες ο άνθρωπος επενδύει στην καθημερινότητα του. Τον ίδιο ρόλο διεκδικεί κατά τη γνώμη μου και η θρησκεία. Όμως είναι παρακινδυνευμένο να αναμειγνύουμε τις δυο έννοιες, τέχνη και θρησκεία, και εν πάσει περιπτώσει εγώ νοιώθω ο πλέον αναρμόδιος να το κάνω.
Πως είναι ο Κώστας Ντιος όταν δε ζωγραφίζει;
Όταν δε ζωγραφίζω, ασχολούμαι ευχαρίστως με την καθημερινότητα μου που είναι ίδια με αυτή των συνανθρώπων μου, με τον ίδιο αμήχανο, αδέξιο και συγκεχυμένο τρόπο που είναι εξίσου ίδιος με αυτόν των συνανθρώπων μου.
Καλλιτέχνης γεννιέται κανείς ή γίνεται;
Οι άνθρωποι γεννιούνται με ικανότητες διαφορετικές. Είναι δυνάμει καλλιτέχνες, αρκεί να εντοπίσουν το ταλέντο τους και να μπορέσουν να επιμείνουν σ’ αυτό. Όταν αυτή η επιμονή μας φτάνει πλέον στα όρια της ανοχής μας απέναντι στην ουτοπία που επισύρει το ταλέντο μας, εγκαταλείπουμε την αρένα και πιστεύω πως τότε έχει φτάσει και η στιγμή για τη μετάβαση μας σε κάποια άλλη, άγνωστη εις ημάς εισέτι διάσταση.
Πιστεύετε πως ο καλλιτέχνης υποχρεώνεται να παρεμβαίνει στα πράγματα γύρω μας;
Τουλάχιστον η ζωγραφική έχει ελάχιστη έως μηδενική δυνατότητα παρέμβασης στα κοινωνικά δρώμενα. Είναι αρκούντως εσωστρεφής διαδικασία και φοβάμαι πως μερικές φορές τα έργα των ζωγράφων έχουν αφετηρία και τέλος τον ίδιο το δημιουργό. Αν οι συνθεατές είναι περισσότεροι, μακάρι να είναι.
Ο Κώστας Ντιός γεννήθηκε στην Σιάτιστα Κοζάνης το 1959. ξεκίνησε τις σπουδές του στην Ecole Nationale Superieure des Beaux Arts στο Παρίσι το 1978. Δούλεψε αρχικά στο εργαστήρι του γλύπτη Cesar. Συνέχισε στο εργαστήρι ζωγραφικής του Olivier Debre. Αποφοίτησε απ’τη σχολή το 1983. Ζει στην Κοζάνη από το 1991 και εργάζεται στη Μέση Εκπαίδευση. Οι σπουδές, η ατμόσφαιρα του Παρισιού αλλά και οι παρέες με συγγραφείς όπως ο Ντανίλο Κις συνέβαλαν ώστε η ζωγραφική του Κώστα Ντιό να εγγράφει στην ιστορία της τέχνης συνομιλώντας με τους μεγάλους δασκάλους, όπως Magrit, o Rembrandt, o Van Gogh και ο Hieronymus Bosch.