Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 ενέπνευσε ζωγράφους, κυρίως από την Ευρώπη, που κατέγραψαν μέσα από τη δική τους καλλιτεχνική ματιά σπουδαία γεγονότα του αγώνα. Μάχες που καθόρισαν την απελευθέρωση των υπόδουλων Ελλήνων, μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς, μας θυμίζουν σήμερα ιστορικά γεγονότα και μας δίνουν την αίσθηση μιας εποχής που δεν μπορούσε να καταγραφεί από τον φωτογραφικό φακό.
Στο Δραγατσάνι της Βλαχίας είχαν οχυρωθεί τα ελληνικά στρατεύματα υπό τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Μαζί του ήταν ο Γεωργάκης Ολύμπιος, ενώ επικεφαλής του Ιερού Λόχου είχε οριστεί ο Νικόλαος Υψηλάντης. Ο οπλαρχηγός Βασίλειος Καραβιάς, παρακούοντας διαταγή του Υψηλάντη προκαλεί σε μάχη τους Τούρκους. Στη μάχη που ακολούθησε το τούρκικο ιππικό, παρά την ηρωική αντίσταση των Ιερολοχιτών, νίκησε και σκοτώθηκαν περισσότεροι από διακόσιοι Ιερολοχίτες. Στην κρίσιμη στιγμή της μάχης έφτασε ο Γεωργάκης Ολύμπιοςν ο οποίος διέσωσε τους υπόλοιπους, 136 συνολικά, μεταξύ των οποίων ήταν ο Νικόλαος Υψηλάντης και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ. Την επομένη ημέρα ο Αλέξανδρος Υψηλάντης με διακήρυξή του δίνει τέλος στον αγώνα στις Παραδουνάβιες χώρες.
Ευγένιος Ντελακρουά, «Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου» (1826)
Ο πίνακας βρίσκεται στο Μουσείο Καλών Τεχνών του Μπορντώ.
Εικονίζει την προσωποποίηση της ηρωικής Ελλάδας. Φοράει ελληνική παραδοσιακή φορεσιά, ξεκούμπωτη στο στήθος. Είναι στραμμένη προς τον θεατή με τα χέρια σε στάση απόγνωσης, και το πρόσωπο σε τρία τέταρτα στραμμένο προς τα αριστερά. Στέκει όρθια επάνω στα ερείπια του Μεσολογγίου, που έχουν καταπλακώσει έναν αγωνιστή. Στο βάθος ένας μαύρος άνδρας με κίτρινο τουρμπάνι που συμβολίζει τον εχθρό καρφώνει μια σημαία στο έδαφος. Ο πίνακας «Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου» είναι καλλιτεχνικό έργο του Γάλλου ζωγράφου Ευγένιου Ντελακρουά και είναι εμπνευσμένο από τη μάχη των Ελλήνων στην τρίτη πολιορκία του Μεσολογγίου.
Nicolas-Louis François Gosse, «Η μάχη της Ακρόπολης»
Ο Nicolas-Louis François Gosse δημιούργησε τον πίνακα «Η μάχη της Ακρόπολης». Πρωταγωνίστρια η Ασήμω Λιδωρίκη, γυναίκα του φρούραρχου της Ακρόπολης, Ιωάννη Γκούρα, που σκοτώθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου του 1826. Η Ασήμω Λιδωρίκη αποτέλεσε μία από τις γνωστότερες επαναστατικές φιγούρες και ανέλαβε την αρχηγία των πολιορκημένων στην Ακρόπολη έως ότου αναλάβει ο Νικόλαος Κριεζώτης.
Όπως μπορείτε να δείτε στον πίνακα, η Ασήμω Λιδωρίκη αποτελεί μια εικόνα νίκης. Η ενδυμασία έχει λαμπερό χρώμα, τη στιγμή που η εικόνα της μάχης πίσω της είναι θολή.
Ευγένιος Ντελακρουά, «Η σφαγή της Χίου»
Ο πίνακας βρίσκεται στο Μουσείο του Λούβρου.
Η σφαγή της Χίου αναφέρεται στη σφαγή δεκάδων χιλιάδων Ελλήνων της Χίου από τον Οθωμανικό στρατό, στις 30 Μαρτίου του 1822. Λίγες ημέρες νωρίτερα, στις 11 Μαρτίου 1822, είχε προηγηθεί ο ξεσηκωμός του νησιού με την απόβαση εκστρατευτικού σώματος Σαμιωτών. Οι Οθωμανοί κλείστηκαν αρχικά στο κάστρο. Στις 30 Μαρτίου έφθασε ο οθωμανικός στόλος, ο οποίος έλυσε την πολιορκία και άρχισε τη σφαγή του ορθόδοξου πληθυσμού με τη συμμετοχή και άτακτων μουσουλμάνων που κατέφθαναν από τις ακτές της Μικρής Ασίας με κάθε είδους πλεούμενο.
Τη σφαγή της Χίου περιέγραψε σαν αυτόπτης μάρτυρας ο Χριστόφορος Πλάτωνος Καστάνης (γ. 1814). Αρχικά συνελήφθη από τους Τούρκους και πουλήθηκε ως σκλάβος. Δραπέτευσε και κατέφυγε στο Ναύπλιο όπου βρήκε βοήθεια από τον φιλέλληνα Χάου ο οποίος τον πήρε μαζί του στις ΗΠΑ.
Ιβάν Αϊβαζόφσκι, «Η ναυμαχία του Ναυαρίνου» (1827)
Η Ναυμαχία του Ναυαρίνου αποτελεί την κορύφωση των πολεμικών επιχειρήσεων στη θάλασσα κατά την Ελληνική Επανάσταση. Στις 20 Οκτωβρίου του 1827, στη σημερινή Πύλο της Δυτικής Πελοποννήσου, οι συμμαχικοί στόλοι των Βρετανών, των Ρώσων και των Γάλλων υπό τις διαταγές του Άγγλου ναυάρχου, Έντουαρντ Κόδριγκτον, συνέτριψαν τις αντίστοιχες τούρκο-αιγυπτιακές δυνάμεις. Στόχος των συμμάχων ήταν να ανακόψουν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο επιβάλλοντας έτσι τη Συνθήκη του Λονδίνου (1827), σύμφωνα με την οποία ιδρυόταν αυτόνομο ελληνικό κράτος υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου. Στον κόλπο του Ναυαρίνου, ο στόλος των τριών Μεγάλων Δυνάμεων αποτελούμενος από 27 πλοία κατέστρεψε τον κατά πολύ ισχυρότερο, αριθμητικά, στόλο των Οθωμανών με 106 πλοία.
Πέτερ Φον Ες, «Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης διέρχεται τον Προύθο»
Στις 22 Φεβρουαρίου του 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης επικεφαλής των επαναστατικών δυνάμεων πέρασε τον ποταμό Προύθο και αποβιβάστηκε στα υπό κατάληψη εδάφη, κηρύσσοντας την έναρξη του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.
Με προκήρυξή του που τιτλοφόρησε «Μάχου υπέρ Πίστεως και Ελπίδος», την οποία εξέδωσε δυο μέρες αργότερα (24 Φεβρουαρίου) στο Ιάσιο, απευθύνθηκε έμμεσα στις ευρωπαϊκές αυλές ταυτόχρονα με την προσπάθειά του να εξυψώσει το ηθικό όλων των υποδούλων Ελλήνων, αφού έκανε λόγο για μια κραταιά δύναμη (υπονοώντας την τσαρική Ρωσία) η οποία σύντομα θα τασσόταν στο πλευρό των εξεγερμένων. Άλλη προκήρυξη απηύθυνε ο Υψηλάντης «Προς το έθνος της Μολδοβλαχίας» με ημερομηνία 23-2-1821.
Ο Υψηλάντης απευθυνόταν σε όλους τους χριστιανούς υποτελείς κατοίκους των ηγεμονιών και όχι μόνο στους ελληνικής καταγωγής πληθυσμούς, ελπίζοντας να προκαλέσει γενική εξέγερση εναντίον των Οθωμανών, σύμφωνα με τα κελεύσματα του Ρήγα Φεραίου. Επί τόπου μαζί με τους άνδρες τους έσπευσαν δυο ικανοί οπλαρχηγοί που ήδη δρούσαν στην περιοχή, ο Ιωάννης Φαρμάκης και ο Γεωργάκης Ολύμπιος. Οι Έλληνες, παρασυρμένοι από το πάθος και την επιθυμία τους για απελευθέρωση, εκτράπηκαν και σε αρκετές περιπτώσεις προέβησαν σε βιαιοπραγίες κατά ντόπιων μουσουλμάνων προυχόντων και εμπόρων, με αποτέλεσμα οι κάτοικοι των ηγεμονιών να τρομοκρατηθούν και τελικά να μη συμμετάσχουν μαζικά στην εξέγερση.
Ο Υψηλάντης δεν κατόρθωσε να στρατολογήσει περισσότερους από 2.000 εθελοντές. Ακολούθησαν έρανοι μεταξύ των κατοίκων, από τους οποίους συγκεντρώθηκε ένα χρηματικό ποσό της τάξης του ενός εκατομμυρίου γροσιών, ενώ συγκροτήθηκε επίσημα (με λάβαρα, σημαία κλπ) ο Ιερός Λόχος, ένα επίλεκτο στρατιωτικό σώμα το οποίο αποτελούσαν περίπου 500 νεαροί Έλληνες φοιτητές που σπούδαζαν κυρίως στην Ευρώπη. Αρχηγός του ορίσθηκε ο Νικόλαος Υψηλάντης, ένας εκ των αδελφών του Αλέξανδρου Υψηλάντη. Μάλιστα, ο επίσκοπος Λιτίτσης Σωφρόνιος που ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας (η επισκοπή Λιτίτσης είχε έδρα το Ορτάκιοϊ Βόρειας Θράκης), συγκρότησε επαναστατικό σώμα από Ορτακινούς και Μανδριτσιώτες, δηλαδή Έλληνες κατοίκους του Ορτάκιοϊ και της Μανδρίτσας, οι οποίοι αφού διέσχισαν την τότε τουρκοκρατούμενη Βουλγαρία, ενώθηκαν με τα στρατεύματα του Αλέξανδρου Υψηλάντη.
Λουδοβίκο Λιπαρίνι, «Ο θάνατος του Μάρκου Μπότσαρη»
Ο πίνακας βρίσκεται στο Μουσείο της Τεργέστης στην Ιταλία.
Ο Μάρκος Μπότσαρης υπήρξε ηγετική μορφή της Επανάστασης. Στα τέλη του 1820 διαπραγματεύτηκε με τον Αλή Πασά την απελευθέρωση του Σουλίου, ορίστηκε αρχιστράτηγος και έδωσε λαμπρά δείγματα οργανωτικών και στρατηγικών ικανοτήτων. Στις 3 Ιουλίου 1821 αντιμετώπισε νικηφόρα στο Κομπότι της Αρτας ισχυρή τουρκική δύναμη, αγωνίστηκε στη μάχη του Πέτα, που κατέληξε σε καταστροφή, και βρέθηκε μεταξύ των υπερασπιστών του Μεσολογγίου στην πρώτη του πολιορκία (Οκτ. – Δεκ. 1822) όπου παρασύροντας τους Τούρκους σε πλαστές συνομιλίες έδωσε χρόνο στους πολιορκημένους να ενισχύσουν τις οχυρώσεις. Τον Ιούλιο του 1822 ξεκίνησε να αντιμετωπίσει τους Τουρκαλβανούς στο Καρπενήσι και σχεδίασε νυχτερινή αιφνιδιαστική επίθεση, οι Τούρκοι αντέδρασαν αποφασιστικά και ο Μπότσαρης ήταν από τους πρώτους νεκρούς. Κηδεύτηκε στο Μεσολόγγι και ο θάνατός του συγκλόνισε το μαχόμενο Ελληνισμό και την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη.
Πέτερ φον Ες, «Μπουμπουλίνα»
Η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα είχε καταγωγή από την Ύδρα. Γεννήθηκε μέσα στις φυλακές της Κωνσταντινούπολης στις 11 Μαΐου 1771, όταν η μητέρα της Σκεύω επισκέφτηκε τον σύζυγό της, Σταυριανό Πινότση, τον οποίο είχαν φυλακίσει οι Οθωμανοί για τη συμμετοχή του στα Ορλωφικά (1769-1770).
Την βάφτισε και της έδωσε το όνομά της εκεί ο φυλακισμένος πολέμαρχος της Μάνης, Παναγιώτης Μούρτζινος. Μετά τον θάνατο του Πινότση στη φυλακή, μητέρα και κόρη επέστρεψαν στην Ύδρα. Μετακόμισαν στις Σπέτσες 4 όταν η μητέρα της παντρεύτηκε τον Δημήτριο Λαζάρου Ορλώφ. Από τον γάμο αυτόν η Μπουμπουλίνα απέκτησε 8 ετεροθαλή αδέλφια.
Παντρεύτηκε δυο φορές, στην ηλικία των 17 με τον Σπετσιώτη Δημήτριο Γιάννουζα και στην ηλικία των 30 ετών με τον Σπετσιώτη πλοιοκτήτη και πλοίαρχο Δημήτριο Μπούμπουλη. Και οι δυο σκοτώθηκαν από Αλγερινούς πειρατές. Της άφησαν, ωστόσο, μια τεράστια περιουσία, την οποία ξόδεψε εξ ολοκλήρου για να αγοράσει καράβια και εξοπλισμό για την Ελληνική Επανάσταση. Η Μπουμπουλίνα φαίνεται ότι μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1819 στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν η μόνη γυναίκα που μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία, κατέχοντας τον κατώτερο βαθμό μύησης αφού οι γυναίκες δεν γίνονταν δεκτές.
Μόλις η Μπουμπουλίνα επέστρεψε στις Σπέτσες διέταξε τη ναυπήγηση του πλοίου «Αγαμέμνων», για το οποίο δαπάνησε 25.000 δίστηλα. Με μήκος 48 πήχεις (περίπου 34 μέτρα) και εξοπλισμένο με 18 κανόνια, ο «Αγαμέμνων» καθελκύστηκε το 1820 και ήταν το μεγαλύτερο πλοίο που έλαβε μέρος στην Επανάσταση.
Ο εθνικός ξεσηκωμός βρήκε την Μπουμπουλίνα «πεντηκοντούτιδα, ωραίαν, αρειμάνιον ως αμαζόνα, επιβλητικήν καπετάνισσαν, προ της οποίας ο άνανδρος ησχύνετο και ο ανδρείος υπεχώρει», όπως τη σκιαγράφησε ο δημοσιογράφος και ιστορικός Ιωάννης Φιλήμων.
Μετά την κατάληψη του Ναυπλίου από τους Έλληνες, στις 30 Νοεμβρίου 1822, η Μπουμπουλίνα εγκαταστάθηκε στην πόλη (έδρα της προσωρινής κυβέρνησης), όπου έζησε έως τα μέσα του 1824. Εκδιώχθηκε από το Ναύπλιο κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, όταν πήρε το μέρος του φυλακισμένου Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, με τον οποίο είχε συγγενέψει, από το γάμο της κόρης της Ελένης με τον γιο του Πάνο. Οι κυβερνητικοί σκότωσαν τον γαμπρό της και από την ίδια αφαίρεσαν το κομμάτι γης που της είχαν δώσει για τις υπηρεσίες της στον Αγώνα.
Πέτερ φον Ες, «Η είσοδος του βασιλιά Όθωνα της Ελλάδος στην Αθήνα» (1839)
Ο πίνακας βρίσκεται στη Νέα Πινακοθήκη του Μονάχου.
Ο Πέτερ φον Ες έφθασε στο Ναύπλιο συνοδεύοντας τον νεαρό βασιλιά Όθωνα, μετά από εντολή του βασιλιά Λουδοβίκου Α΄ της Βαυαρίας, πατέρα του Όθωνα. Σύμφωνα με το περιοδικό «Άρδην», σκοπός ήταν η εικονογραφική πλαισίωση του νεαρού βασιλιά μέσα από την απόδοση ιστορικών στιγμών της Επανάστασης. Ο Πέτερ φον Ες γνώρισε προσωπικά πρωταγωνιστές της Επανάστασης και τόπους σπουδαίων ηρωικών γεγονότων, αποδίδοντάς τα στα έργα του. Ο ζωγράφος φιλοτέχνησε 39 πίνακες σχετικούς με τον αγώνα.
Ένα από αυτά τα έργα είναι «Η είσοδος του βασιλιά Όθωνα στην Αθήνα».
Πέτερ φον Ες, «Ο Ρήγας Φερραίος ψάλλει τον Θούριο» (1797)
Στον πίνακα του Πέτερ φον Ες εικονίζεται ο Ρήγας Φερραίος μαζί με άλλους επαναστατημένους Έλληνες να ψάλλουν τον Θούριο, έναν πατριωτικό ύμνο, έργο που είχε γράψει το 1797 και τραγουδούσε σε συγκεντρώσεις, με σκοπό να ξεσηκώσει τους Έλληνες.