«Θάλασσα πλατιά
Σ’ αγαπώ γιατί μου μοιάζεις
Θάλασσα βαθιά
Μια στιγμή δεν ησυχάζεις
Λες κι έχεις καρδιά
Τη δικιά μου την μικρούλα την καρδιά…»
Τραγουδάει η Αλίκη Βουγιουκλάκη στην ταινία «Μανταλένα» το 1960, υπό την μελωδία του Μάνου Χατζιδάκι και ο νους μας ταξιδεύει στην Αντίπαρο, πάνω σε μία βάρκα να λιαζόμαστε και να συνοδεύουμε το τραγούδι της Αλίκης…
Για αιώνες, το γαλάζιο υδάτινο τοπίο αποτελεί την μόνιμη συντροφιά μικρών και μεγάλων, μία μεγάλη δεξαμενή φαντασίας και στοχασμού, έναν θελκτικό δρόμο ο οποίος καλεί σε ταξίδια και έξοδο προς μέρη άγνωστα και περιπέτειες, όπου η ξηρά δεν θα μπορούσε ποτέ να υποσχεθεί.
Το νερό στους αρχαίους πολιτισμούς θεωρείται πηγή ζωής και ενέργειας, καλή υγεία και δύναμη. Η ποιητική αποτύπωση της θάλασσας με τις πολλές ερμηνείες και συμβολισμούς, αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για αρκετούς καλλιτέχνες. Πολλοί ήταν οι ζωγράφοι που αποτύπωσαν στα έργα τους την ομορφιά της θάλασσας, μέσα από τα μάτια τους.
Έτσι λοιπόν, η θαλασσογραφία αποτελεί ένα από τα είδη των παραστατικών τεχνών (ζωγραφική, σχέδιο, χαρακτική και γλυπτική) και απεικονίζει ή αντλεί την κύρια έμπνευση από τη θάλασσα και τα πλοία. Ο όρος συχνά καλύπτει σκηνές σε ποτάμια και εκβολές ποταμών, παραλιών, θέματα που μπορούν να σχεδιαστούν ή να ζωγραφιστούν από την ξηρά.
Αν και τα πλοία και η θάλασσα απεικονίζονταν στην τέχνη από την αρχαιότητα, η θαλασσογραφία άρχισε να γίνεται ξεχωριστό είδος, με εξειδικευμένους καλλιτέχνες, προς το τέλος του Μεσαίωνα. Με την ανάπτυξη της τοπιογραφίας κατά τη διάρκεια της Αναγέννησης, τα θαλασσινά τοπία έγιναν σημαντικό στοιχείο της, παρόλο που οι καθαρές θαλασσογραφίες είναι σπάνιες μέχρι αργότερα.
Στους ξένους καλλιτέχνες που ασχολήθηκαν με την θαλασσογραφία συναντάμε τον πίνακα του Claude Monet «La terrace de Sainte Adresse», 1867 (Νέα Υόρκη, Μητροπολιτικό Μουσείο).
Αυτός ο ένδοξος πίνακας παρουσιάζει έναν περίεργο παραλληλισμό απεικονίζοντας τη θάλασσα (τον Ατλαντικό Ωκεανό) φιλική, προσβάσιμη, ακόμη και ως χώρο αναψυχής για τη κοινωνία. Η σύνθεση χωρίζεται σε τρία επίπεδα -ουρανό, θάλασσα και στεριά-. Θα μπορούσαμε να πούμε πως ο πίνακας είναι τόσο δελεαστικός όπου μπαίνουμε αμέσως στον πειρασμό να καθίσουμε σε μια από τις κενές καρέκλες για να απολαύσουμε αυτό το ηλιόλουστο απόγευμα της Κυριακής.
Εκτός από αυτό το ευγενικό θαλασσινό τοπίο, ο Μονέ έχει απεικονίσει και σε άλλα έργα του τη θάλασσα γεμάτη αγριότητα και μανία σε πίνακες όπως το « La Manneporte».
Ο ισπανός ζωγράφος Joaquín Sorolla y Bastida, ήταν γνωστός για το όμορφο ρευστό στυλ ζωγραφικής του. Οι πίνακές του φαίνονται απίστευτα ρεαλιστικοί και αβίαστοι. Αυτό το στυλ αποτέλεσε στοιχείο της θαλασσογραφίας του.
Στον πίνακα «San Vicente Cape» 1919, (Μουσείο Σοράγια, Ισπανία) αποτυπώνονται δύο εντελώς διαφορετικά θέματα που πλαισιώνουν την θαλασσογραφία. Το πρώτο αναπαριστά ημιδιαφανή γαλαζοπράσινα ήρεμα νερά, ενώ το δεύτερο καταγράφει τα κύματα που συντρίβονται με το μπεζ, γκρι και μπλε.
Θαλασσινά θέματα διατρέχουν ολόκληρη την ιστορία της ελληνικής τέχνης. Η θαλασσογραφία κυριαρχεί στην ελληνική ζωγραφική του 19ου αιώνα και οι μεγαλύτεροι τοπιογράφοι διέπρεψαν σ’ αυτό το γοητευτικό είδος: Αλταμούρας, Βολανάκης, Χατζής κ.α. Αλλά και στον 20ο αιώνα η θάλασσα εξακολουθεί να συναρπάζει τους καλλιτέχνες με τα χρώματα και τις εναλλαγές της. Αλιεύουμε από τους θησαυρούς της Εθνικής Πινακοθήκης δέκα ξεχωριστές όψεις του υδάτινου κόσμου, σε ένα εικαστικό ταξίδι με τον χρωστήρα μεγάλων ελλήνων δημιουργών.
Ειδικότερα η θάλασσα, τα πλοία και τα λιμάνια ήταν η μόνιμη πηγή έμπνευσης του Βολανάκη. Μαζί με τον Θεόδωρο Βρυζάκη, τον Νικηφόρο Λύτρα, τον Νικόλαο Γύζη και τον Γεώργιο Ιακωβίδη, θεωρείται ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους του ακαδημαϊκού ρεαλισμού, της λεγόμενης «Σχολής του Μονάχου». Ωστόσο τα ιδιαιτέρως φωτεινά έργα του δείχνουν κάποιες ιμπρεσιονιστικές τάσεις. Οι θαλασσογραφίες του κοσμούνε τις επισημότερες αίθουσες της Αυστρίας και της Ελλάδας, ακόμη και του ηλεκτρικού σταθμού (μετρό) του Πειραιά, ενώ κάποιοι άλλοι πίνακές του πωλήθηκαν σε διεθνείς δημοπρασίες για εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ.
Κωνσταντίνος Βολανάκης, (περ. 1895) Αραγμένα καράβια
Τέλος, δεν θα μπορούσε να λείψει από την συλλογή ο διάσημος πίνακας του Νίκο Λύτρα Από τους ανανεωτές της νεοελληνικής τέχνης των αρχών του 20ου αιώνα, ο Νικόλαος Λύτρας επηρέασε την εξέλιξη της ελληνικής ζωγραφικής χάρη στη διδασκαλία του στη Σχολή Καλών Τεχνών όσο και στο πρωτοποριακό του έργο. Προσωπογραφίες, τοπία και νεκρές φύσεις χτίζονται με πλατιές ελεύθερες πινελιές παχύρρευστου χρώματος και χειρονομιακή γραφή. Δεν έλειψε από τις τεχνικές του η απόδοση της θάλασσας μέσα από την θαλασσογραφία. Στον πίνακα, «Βάρκα με πανί» π. 1925. (Εθνική Πινακοθήκη), ο ζωγράφος μας κάνει να αισθανθούμε ότι βρισκόμαστε και εμείς μέσα στη βάρκα με τον νωχελικό ψαρά στην Τήνο, που λάμνει μόνο με ένα κουπί και μοιάζει να μας κοιτάζει, παρόλο που το πρόσωπό του είναι αδρά σκιτσαρισμένο. Η θάλασσα έχει αποδοθεί με πηχτό χρώμα και ρευστές πινελιές, που της προσδίδουν μια υλική υπόσταση.