Nick Cave And The Bad Seeds – Ghosteen
Η ζωή χαρακτηρίζεται από χωρισμούς κα διαχωρισμούς. Σκληρές γραμμές που χωρίζουν την μέρα και τη νύχτα, τις ανθρώπινες σχέσεις, τη ζωή και τον θάνατο. Η ζωή και ο θάνατος αποτελούν σημαντικά θέματα και βασικές πηγές έμπνευσης για τον Nick Cave και για ακόμα μια φορά δίνει σάρκα και οστά στις σκέψεις του. Τα synths που μοιάζουν να στροβιλίζονται μας υποδέχονται από τα πρώτα λεπτά του album, το οποίο ακολουθεί τον ατμοσφαιρικό μινιμαλισμό των τελευταίων κυκλοφοριών των Bad Seeds. Αυτή τη φορά η απλότητα είναι γοητευτική, σαγηνευτική, μελωδική, έχει υπόσταση και οντότητα και μέσα από αυτή ο Cave εξακολουθεί να εξερευνά τη θλίψη και την απώλεια. Κάθε του στίχος είναι σαν μια ποιητική σκηνή, ζωντανεύει, πάλλεται. Αν και η αίσθηση της απώλειας και του πένθους διατρέχει όλο το album, η αγάπη αποτελεί την κινητήριο δύναμη του Ghosteen. Είναι το μέσο που συνδέει τον Nick Cave με το πνεύμα του γιου του, είναι το μέσο που συνδέει τη ζωή με το θάνατο. Στις καλύτερες στιγμές του άλμπουμ: “Waiting for You”, “Galleon Ship”, “Ghosteen”, “Hollywood”, “Bright Horses”.
Sharon Van Etten-Remind Me Tomorrow
Πέντε χρόνια μετά το εξαιρετικό “Are We There” η Sharon Van Etten επιστρέφει με μια μεταδοτική αυτοπεποίθηση και μια αναζωογονητική αυθεντικότητα. Το “Remind Me Tomorrow” στιχουργικά και ηχητικά είναι το αποτύπωμα αυτών των «χαμένων χρόνων». Σε πρόσφατη συνέντευξή της δήλωσε πως «δεν ήθελε να κάνει κάτι διαφορετικό αλλά έπρεπε να κάνει κάτι διαφορετικό», καταφέρνοντας να περιγράψει το τελευταίο της πόνημα με μια φράση. Στο “Memorial Day” μοιάζει να τρέφεται από την απομόνωση, ενώ στο κορυφαίο “Jupiter 4” η φωνή της είναι ανατριχιαστική και οι ήχοι της σχεδόν απόκοσμοι. Το συναίσθημα όμως είναι εκεί, ακούγεται σε κάθε της λέξη. Στο “Seventeen” η Sharon Van Etten τραγουδάει για το παρελθόν, σε κάνει όμως να χάνεσαι στο παρόν. Το album στην ολότητά του είναι αριστουργηματικό. Καλοδουλεμένο και αυθεντικό, προσωπικό και προσιτό. Σαν τη Van Etten που από τη μια την ακούς στο αυτί σου και από την άλλη τέρμα στα ηχεία.
Lana Del Rey – Norman Fucking Rockwell!
H Lana Del Rey με το Norman Fucking Rockwell αποδεικνύει για ακόμα μια φορά πως συνειδητά είναι και θα είναι καλλιτέχνης που η μουσική του είναι ζωτικής σημασίας για την υπόστασή του. Παραμένει αληθινή στις «εμμονές της», τις αισθητικές, πολιτιστικές και προσωπικές εμμονές της, ξεπερνώντας κάθε μισογυνιστικό εμπόδιο που θα μπορούσε να εκτροχιάσει την καριέρα της. Καταφέρνει να ισορροπήσει ανάμεσα σε προσωπικούς ευσεβείς πόθους αγάπης και έρωτα και την δυστοπική κατάσταση του κόσμου. Αυτή νοσταλγία που διαφαίνεται στιχουργικά και ηχητικά, ενώ θα μπορούσε να είναι κακόγουστη, καταφέρνει να είναι χρήσιμη αλλά και ένα μέσα διεύρυνσης του μουσικού πεδίου της Lana Del Rey. Στις καλύτερες στιγμές του δίσκου συμπεριλαμβάνονται: το “Normal fucking Rockwell”, το “Mariners Apartment Complex”, το “The greatest” αλλά και το “Hope is a dangerous thing for a woman like me to have – but I have it”.
Tyler, the Creator – IGOR
To έκτο album του Tyler, The Creator είναι βαθιά συναισθηματικό και αντιπροσωπεύει το μουσικό ραφινάρισμα ενός καλλιτέχνη που βάζει την ψυχή του σε αυτό που κάνει. Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα είναι πιο απλά και πιο στιβαρά. Για να μεταφέρει αποτελεσματικά την αφήγηση του IGOR, o Tyler τόσο στην παραγωγή όσο και στη σύνθεση δούλεψε με πολύ μεγάλη ακρίβεια. Γι’ αυτό το κάθε τραγούδι του album περιβάλλει τον ακροατή με τον συναισθηματισμό του. Από το “Earfquake” και το “Running Out Of Time” στο “Thank You” και στο “Are We Still Friends” o Tyler πραγματικά τελειοποιεί την προσέγγιση και τις εκτελέσεις των τραγουδιών του. Δείχνει τον πιο ευάλωτο εαυτό του και αφήνει τις σκέψεις του να κατακλύσουν τον ακροατή. Στο “IGOR”, συμμετέχουν και άλλοι κορυφαίοι καλλιτέχνες όπως η Solange, o Jack White, o Kanye West, εμπλουτίζοντας με τον δικό τους τρόπο την ακουστική εμπειρία που προσφέρει. Είναι ένα album που ακούγεται από την αρχή μέχρι το τέλος, χωρίς στοπ.
Kim Gordon – No Home Record
Το 2019 είναι η χρονιά που η θρυλική Kim Gordon κυκλοφορεί το πρώτο της solo album. Για 30 χρόνια ήταν στην κορυφή του cool με τους Sonic Youth, ενώ τα τελευταία 8 χρόνια μετά τη διάλυση των Sonic Youth και το τέλος στη σχέση της με τον Thurston Moore, η πολυτάλαντη Gordon επιστρέφει στο Los Angeles για να γράψει το πρώτο προσωπικό της album. Η μετακόμιση, οι μεταβατικές φάσεις της και η περίοδος προσαρμογής αποτέλεσαν το πρωτόλειο υλικό έμπνευσης για το album που λειτουργεί σαν μανιφέστο της εποχής. Η Kim Gordon δεν έχει να αποδείξει τίποτα, παρόλα αυτά με το No Home Record καταφέρνει να ξεπεράσει τον εαυτό της, εγκαινιάζοντας μια νέα περίοδο καλλιτεχνικής δημιουργίας. Με τον χαρακτηριστικό κιθαριστικό ήχο και την προθυμία να εκφράσει τον φόβο της εποχής μέσα από τις πειραματικές επιρροές της, οι στίχοι της υπογραμμίζουν ευθέως τους παραλογισμούς που μας ταλανίζουν. Το No Home Record επιφέρει την κάθαρση που τόσο χρειαζόμαστε. Αυτό το album ακούγεται στο repeat και στο τέρμα. Για να καταλάβεις περί τίνος πρόκειται άκουσε το “Air BnB”, το “Don’t Play It”, και το “Get Yr Life Back”.
When I Get Home – Solange
Η ξαφνική κυκλοφορία του τέταρτου full length album της Solange με τίτλο “When I Get Home” μας αποδεικνύει πως η μίξη διαφορετικών ειδών και επιρροών είναι η μεγαλύτερη έμπνευση για την ίδια. Πρόκειται για ένα album που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν μια προσωπική επιστολή στον αγαπημένο τόπο της, το Huston. Τα 19 κομμάτια του δίσκου περιλαμβάνουν samples από γνωστούς καλλιτέχνες του Huston και εναρμονίζουν jazz, drum and bass και rap επιρροές. Η φράση “Do nothing without intention” που ακούγεται στο ιντερλούδιο του album μοιάζει να περιγράφει τη συνολική φιλοσοφία του, καθώς η Solange περίτεχνα ενώνει σε ένα μωσαϊκό ήχων και συνθέσεων τη συμβολή των συνεργατών της (Tyler, The Creator, Cassie). Τραγούδια με έντονους ρυθμούς που ηχούν δυνατά, εμπνευσμένοι στίχοι και προσεγμένη παραγωγή, είναι μερικά από τα στοιχεία που συνθέτουν μια από τις πιο δυνατές κυκλοφορίες της. Η αγάπη της Solange για την πόλη της είναι παρούσα στο εξαιρετικό “Almeda” . Από εκεί μεταφερόμαστε στα riffs του “My Skin My Logo”, βυθιζόμαστε στο υπνωτικό “Stay Flo” και απολαμβάνουμε την αρμονική εναλλαγή και τη μίξη στοιχείων και ειδών που αποτελούν ένα πραγματικό φόρο τιμής στο Huston αλλά και ένα ταξίδι εσωτερικής ανακάλυψης.