Προσαρμοσμένη αναδημοσίευση από την ειδική έκδοση του περιοδικού Sonik, David Bowie
Το αστρικού μεγέθους (με κάθε έννοια) πολιτισμικό εκτόπισμα του David Bowie ήταν φυσικό να ακουμπήσει και την τέχνη του κινηματογράφου, μέσα από σποραδικές εμφανίσεις σε ταινίες. Το φλερτ του καλλιτέχνη με το σινεμά ήταν πάντα διακριτικό και η παρουσία του δεν καπέλωνε ποτέ το οργανικό σύνολο των φιλμ στα οποία συμμετείχε. Παρακάτω, θυμόμαστε μερικούς από τους βασικότερους σταθμούς μιας αθόρυβης, αλλά αξιομνημόνευτης καριέρας…
The Man Who Fell to Earth [1976]
Ένα εξωγήινο ανδροειδές «πέφτει» στη Γη σε αναζήτηση νερού, για να σώσει από την καταστροφή τους δικούς του, πίσω στον πλανήτη του. Στην πορεία, όμως, θα εθιστεί στις καταχρήσεις, στις απολαύσεις και στην… ανθρωπότητα. Ο ρόλος τού Bowie με το μεγαλύτερο cult status, που εσωκλείει όλα τα χαρακτηριστικά του Ziggy και τη μαγνητική πρώτη εποχή της δισκογραφίας του. Τα jump cuts και η ανορθόδοξη ματιά του βρετανού Nicolas Roeg (σκηνοθέτησε και τον Mick Jagger στο υπέροχα σουρεαλιστικό Performance), αλλά και το παρανοημένο μοντάζ του Graeme Clifford, χαρτογραφούν μια διανοουμενίστικη, sci-fi άσκηση ύφους. Παρόλο που η ταινία περιέχει διαστημόπλοια και υψηλή τεχνολογία, πρόκειται στην ουσία για ένα δράμα αλληγορικών διαστάσεων που ίπταται πάνω από το έδαφος, βάζοντας ως επίκεντρό του μια εύθραυστη ύπαρξη, η οποία έρχεται σε επαφή με τη δική της θνητότητα και το πνευματικό της αδιέξοδο.
Just a gigolo [1978]
Μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ένας Πρώσος αξιωματικός επιστρέφει στο Βερολίνο και, ανήμπορος να εργαστεί, μετατρέπεται σε ζιγκολό σε οίκο ανοχής, κάτω από την επήρεια μιας βαρόνης, την οποία υποδύεται η Marlene Dietrich. Ο Bowie μετάνιωσε πάντως που συμμετείχε σε αυτή την πλαδαρή ηθογραφία εποχής του σκηνοθέτη David Hemmings. Η δράση τοποθετείται στο Βερολίνο, πόλη-σανατόριο τότε για τον βρετανό σταρ, ο οποίος ηχογραφούσε εκεί τον δίσκο Heroes. Το άτυχο φιλμ πάσχει από πολλά προβλήματα στην ανάπτυξη της δραματουργίας και αφήνει έτσι να πάει χαμένη η λάμψη των πρωταγωνιστών του.
Merry Christmas Mr. Lawrence [1983]
Ο ίδιος ο Bowie θεωρούσε τούτη ως τη σημαντικότερη στιγμή της κινηματογραφικής του καριέρας, μάλλον επειδή ο Nagisa Ōshima τον εμπιστεύτηκε σαν πρωταγωνιστή σε αυτή την ιστορία ενός νεοζηλανδού αξιωματικού, κρατούμενου σε ιαπωνικό στρατόπεδο αιχμαλώτων στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Την ίδια χρονιά, λοιπόν, που εξαπέλυε την πιο μετωπική του ποπ επίθεση στη δισκογραφία με το Let’s Dance, υποδύθηκε τον πιο ήπιων τόνων και συγκρατημένο χαρακτήρα του, με σπάνια μάλιστα πειθώ και αυτοκυριαρχία. Ο Bowie εμφανίστηκε στη σπουδαία αυτή ταινία με εκφραστική δεινότητα που άφησε εποχή, κυρίως για τη σκηνή ανθολογίας με το φιλί του προς τον Ryuichi Sakamoto.
The Hunger [1983]
Ένας τσελίστας που αγάπησε παράφορα ένα απέθαντο βαμπίρ, πάσχει από μια σπάνια ασθένεια στο αίμα, η οποία επιταχύνει ραγδαία το γήρας. Ο David Bowie μας χαρίζει τα πιο cool και ατμοσφαιρικά τερτίπια του σαν αιμοδιψής δανδής, σε αυτό το υπερ-στυλάτο, υπερ-μοντέρνο και υπερ-ηδονιστικό cult διαμάντι του Tony Scott. Από την υπέροχη έναρξη της ταινίας με τους Bauhaus να τραγουδούν “Undead, Undead, Undead”, υφαίνεται ένας μακάβρια ερωτικός ιστός ανάμεσα στον Bowie, τη Susan Sarandon και την Catherine Deneuve. Ένας εκλεπτυσμένος στοχασμός στη ματαιότητα της μακροζωίας, με τον Δούκα να επικοινωνεί άριστα στην οθόνη την pop μακαβριότητα.
Labyrinth [1986]
Oλότελα ξεπερασμένο (πλέον) παραμύθι φαντασίας, αποτέλεσμα της συλλογικής συνεργασίας μεταξύ του δημιουργού των Muppets, Jim Henson, του George Lucas της Star Wars φήμης και του Terry Jones των Monty Python. Η Jennifer Connelly αναζητεί τον αδελφό της μέσα σε ένα δαιδαλώδες, ονειρικό περιβάλλον που λιβανίζει την αισθητική της δεκαετίας του 1980 και ο David Bowie υποδύεται τον Τζάρεθ: τον δαιμόνιο βασιλιά των δαιμονίων, που ζητάει από το μικρό κορίτσι να επιβιώσει από τη δοκιμασία σε έναν επιθετικό λαβύρινθο, σαγηνευμένος, στην πορεία, από την επιμονή και το κουράγιο της.
Absolute Beginners [1986]
Στην καρδιά της δεκαετίας του 1980, το μιούζικαλ φάνταζε απελπιστικά ξεπερασμένο σαν κινηματογραφικό είδος και μπορούσε έτσι να σταθεί μόνο μέσα από αναχρονισμούς. Σε αυτή, λοιπόν, την ιστορία, επίκεντρο είναι η νυχτερινή ζωή του Λονδίνου της δεκαετίας του 1950, με τον Julien Temple να φιλοτεχνεί κατά ιδιοφυή τρόπο την ανασύσταση του σκηνικού. Ο δε Bowie είναι τουλάχιστον απολαυστικός στον ρόλο ενός αδίστακτου ατζέντη που προσπαθεί να πλανέψει με όνειρα επιτυχίας τον φέρελπι 19χρονο φωτογράφο, ο οποίος ζει ένα αγνό ειδύλλιο με ένα μοντέλο. Παρά την εισπρακτική αποτυχία της ταινίας, το ομώνυμο τραγούδι σημείωσε τεράστια απήχηση.
The Last Temptation [1988]
H αξεπέραστη μέχρι σήμερα υπαρξιακή εποποιία του μεγαλύτερου αμερικάνου σκηνοθέτη του 20ου αιώνα, βασίστηκε στις πνευματικές αγωνίες του Νίκου Καζαντζάκη και αφηγήθηκε το βιβλικό δράμα με το πάθος ενός οσιομάρτυρα πίσω από την κάμερα. Ο David Bowie υπήρξε πάντως παράξενη αρχική επιλογή για τον ρόλο του Πόντιου Πιλάτου. Σε μια σύντομη και περιεκτική σκηνή με τον Ιησού, ο Πιλάτος ξεκινάει έναν σύντομο μονόλογο με στωικότητα απέναντι στον καταδικασμένο και με αμφισημία απέναντι στην επίγνωση της επίγειας εξουσίας του. Ο Martin Scorsese τον σκηνοθετεί στατικά, δίνοντάς του το ηγεμονικό βάρος των βιβλικών δημιουργιών του κλασικού Χόλιγουντ. Η ερμηνεία του Bowie κάνει εν τέλει τον Πιλάτο μια σχεδόν συμπαθητική φιγούρα, που συνθλίβεται αξιοπρεπώς κάτω από τις άχαρες ανάγκες μιας βάρβαρης δικαιοσύνης.
Basquiat [1996]
Για κάποιον που υποδύθηκε τόσο εκκεντρικούς ρόλους, παραδόξως ο Bowie ήταν σε μεγάλη φόρμα όταν αναλάμβανε ρόλους αληθινών προσώπων. Στη βιογραφία του καλλιτέχνη Jean-Michel Basquiat, υποδύεται λοιπόν με συγκρατημένο, γλυκό και μετρημένο τρόπο τον φίλο του, Andy Warhol. Το ανεξάρτητο αυτό ταινιάκι του Julian Schnabel (Πριν Πέσει η Νύχτα) εξερευνά την περίοδο που ο street artist βρέθηκε υπό την προστασία του pop icon της δεκαετίας του 1960. Ενώ ο Warhol έχει απεικονιστεί σαν απόμακρη και παράξενη φιγούρα σε άλλες ταινίες (π.χ. Factory Girl, 54), εδώ είναι η μοναδική φορά που κάποιος τον εξανθρωπίζει και βγάζει την τρυφερή και εσωστρεφή πλευρά του «μέντορα» της ποπ κουλτούρας.
The Prestige [2006]
Υπέροχη επιλογή στο casting αυτής της υποτιμημένης ταινίας του Christopher Nolan, η οποία τοποθετεί τον David Bowie στον ρόλο ενός από τους σημαντικότερους και πιο συναρπαστικούς φυσικούς στην ιστορία της επιστήμης. Το βλέμμα του είναι πιο αινιγματικό από ποτέ καθώς αποδίδει τον Νίκολας Τέσλα, στις λίγες αλλά καθοριστικές σκηνές που κοσμεί αυτή τη σκοτεινή ιστορία εμμονής και πάθους, που οδηγεί σε έναν αδιανόητο γρίφο. Χάρμα οφθαλμών ο Δούκας, ειδικότερα στον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται με τις σιωπές του την κατακτημένη, παραπανίσια γνώση.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην ειδική έκδοση του περιοδικού Sonik, David Bowie, που κυκλοφόρησε το 2016.
Μπορείτε να το αποκτήσετε πατώντας εδώ