Ο Θίασος του Θόδωρου Αγγελόπουλου, η τρίτη κατά σειρά μεγάλου μήκους ταινία του σε επανέκδοση από τις 9 Φεβρουαρίου στο STUDIO new star art cinema.
Στο πλαίσιο του αφιερώματος «2023, Έτος Θ. Αγγελόπουλου» που διοργανώνει η NEW STAR σε συνεργασία με την οικογένεια του Θόδωρου Αγγελόπουλου, κάθε μήνα θα προβάλλεται και μία ταινία του Δημιουργού (Δεκέμβριος 2022 – Δεκέμβριος 2023).
«Ο ”Θίασος” είναι για εμένα η εποχή της ελπίδας. (…) Κάναμε κάτι πέρα από τον κινηματογράφο. Είχαμε την αίσθηση ότι γράφαμε Ιστορία. Ιστορία αντίστασης.»
Βραβείο καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου, Α’ ανδρικού ρόλου (Βαγγέλης Καζάν), Α’ γυναικείου ρόλου (Εύα Κοταμανίδου), Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.
Βραβείο καλύτερου σκηνοθέτη ξένης ταινίας στα Kinema Junpo Award στην Ιαπωνία.
Βραβείο Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (Fipresci) στο Φεστιβάλ των Καννών.
«Ειδικό βραβείο» στο Φεστιβάλ της Ταορμίνα.
Βραβείο Interfilm στο Φόρουμ του Βερολίνου.
Βραβείο εge d’Or (καλύτερη ταινία της χρονιάς), Βρυξέλλες. 1976.
Βραβείο Figueira das Foss, Πορτογαλία. 1979.
Βραβείο Β.F.I. καλύτερης ταινίας της χρονιάς, Λονδίνο.
Μέγα Βραβείο των Τεχνών, Ιαπωνία
Βραβείο καλύτερης ταινίας της χρονιάς, Ιαπωνία.
«Καλύτερη ταινία της δεκαετίας 1971-1980», από την Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου της Ιταλίας.
«44η καλύτερη ταινία στην Ιστορία του Παγκόσμιου Κινηματογράφου», από τη Διεθνή Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου.
ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Σκηνοθεσία: Θόδωρος Αγγελόπουλος
Παραγωγή: Γιώργος Παπαλιός
Διεύθυνση παραγωγής: Στέφανος Βλάχος
Σενάριο-Διάλογοι: Θόδωρος Αγγελόπουλος
Πρωταγωνιστές : Εύα Κοταμανίδου (Ηλέκτρα), Αλίκη Γεωργούλη (Μητέρα), Στράτος Παχής (Πατέρας), Μαρία Βασιλείου (Χρυσόθεμη), Βαγγέλης Καζάν (Αίγισθος), Πέτρος Ζαρκάδης (Oρέστης), Κυριάκος Κατριβάνος (Πυλάδης), Γρηγόρης Ευαγγελάτος (Ποιητής), Γιάννης Φύριος (ακορντεονίστας), Νίνα Παπαζαφειροπούλου (γριά), Αλέξης Μπούμπης (γέρος), Θάνος Γραμμένος, Κώστας Στυλιάρης, Γιώργος Βερλής, Κώστας Μανδήλας, Γιώργος Τσιφός, Ιάκωβος Παϊρίδης, Τάκης Δουκάκος, Μαίρη Ανδροπούλου
Μουσική: Λουκιανός Κηλαηδόνης
Τραγούδι: Δημήτρης Καμπερίδης, Ιωάννα Κιουρτσόγλου, Κώστας Μέσαρης, Νένα Μεντή
Διεύθυνση φωτογραφίας: Γιώργος Αρβανίτης
Βοηθός διευθυντή φωτογραφίας: Βασίλης Χριστομόγλου
Κοστούμια: Γιώργος Πάτσας
Μοντάζ: Γιώργος Τριανταφύλλου, Τάκης Δαυλόπουλος
Σκηνογραφία: Μικές Καραπιπερής
Διανομή: Papalios Productions
Πρώτη προβολή: 27 Σεπτεμβρίου 1975 (Ελλάδα)
Κυκλοφορία: 17 Ιανουαρίου 2006 (DVD)
Διάρκεια: 230΄
Προέλευση: Ελλάδα
Γλώσσα: ελληνική, αγγλική, γερμανική
Περίληψη
Η ταινία ακολουθεί τις περιπέτειες ενός περιοδεύοντος θιάσου στην Ελλάδα από το 1939 μέχρι το 1952, ο οποίος προσπαθεί να παρουσιάσει μια θεατρική παράσταση του βουκολικού δράματος του Περεσιάδη «Γκόλφω, η βοσκοπούλα». Η πολιτική ιστορία της Ελλάδας και η ιδιωτική των μελών του θιάσου (που είναι ταυτόχρονα και μέλη της ίδιας οικογένειας) πλέκονται αξεδιάλυτα. Από τη μια παρακολουθούμε τις τελευταίες μέρες της δικτατορίας του Μεταξά, την έναρξη του πολέμου, την ιταλική εισβολή, τη γερμανική κατοχή, την Απελευθέρωση, την άφιξη των συμμάχων (Άγγλων αρχικά και Αμερικανών στη συνέχεια), την καταπίεση των «αριστερών» αγωνιστών και τον αιματηρό εμφύλιο πόλεμο, μέχρι τις εκλογές του 1952 όπου κυριαρχούν οι δυνάμεις της Δεξιάς. Από την άλλη, οι περιπέτειες της οικογένειας του Oρέστη, της αδελφής του, του πατέρα του, της μητέρας του και του εραστή της, παραπέμπουν στον κεντρικό πυρήνα του μύθου των Ατρειδών.
O πατέρας εκτελείται από τους Γερμανούς, μετά την προδοτική καταγγελία του εραστή της μητέρας, κι ο Oρέστης, αντάρτης της Αριστεράς, με τη συνεργασία της αδελφής, θα σκοτώσει επί σκηνής τη μητέρα του και τον εραστή της, για να έρθει και η δική του εκτέλεση κατά τη διάρκεια των εκκαθαρίσεων που ακολούθησαν τη γενική καταστολή του αντάρτικου κατά τον Εμφύλιο.
Το κεντρικό πρόσωπο της ταινίας είναι η μεγάλη αδελφή (εκείνη που, κατά το σχήμα του μύθου, θα ήταν η Ηλέκτρα), η μόνη της οικογένειας που, μετά τα δεκατρία χρόνια Ιστορίας τα οποία πραγματεύεται η ταινία, μένει ως το τέλος και φροντίζει τον μικρό Oρέστη, το γιο της μικρής αδελφής που έχει παντρευτεί έναν Αμερικανό αξιωματικό. Η χρονολογική κατασκευή της ταινίας, περίπλοκη και πολύπλοκη, κτίζεται με διαρκείς χρονικούς ελιγμούς και συνεχείς εναλλαγές εποχών. Η ταινία αρχίζει το 1952 και τελειώνει το 1939 μ’ ένα πανομοιότυπο πλάνο.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ
Ο «Θίασος» είναι ελληνική δραματική κινηματογραφική ταινία του 1975, σε σκηνοθεσία του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Υπήρξε η τρίτη κατά σειρά μεγάλου μήκους ταινία του σκηνοθέτη και κατατάσσεται στις σημαντικότερες δημιουργίες του. Εντάσσεται στην «τριλογία της Ιστορίας» του Αγγελόπουλου και αποτελεί το δεύτερο μέρος της που έπεται της ταινίας «Μέρες του ’36» και προηγείται των Κυνηγών.
Παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1975, όταν μπροστά στα ταμεία του Κρατικού παρουσιάσθηκε ο μεγαλύτερος αριθμός θεατών σε όλη την ιστορία του Φεστιβάλ. Κατά την προβολή της, η αίθουσα ήταν ασφυκτικά γεμάτη με πολυάριθμους όρθιους θεατές που στο τέλος αποθέωσαν τον Αγγελόπουλο, ενώ η ταινία έλαβε συνολικά επτά βραβεία.
Η ταινία επρόκειτο να συμμετάσχει επισήμως στο φεστιβάλ των Καννών την ίδια χρονιά, όμως η τότε συντηρητική κυβέρνηση επιδίωξε και κατάφερε να αποτρέψει κάτι τέτοιο, καθώς η ταινία αφηγείται τη σύγχρονη ελληνική ιστορία από αριστερή-μαρξιστική σκοπιά.
Αν στην «Αναπαράσταση» υπάρχει ένα μόνο πλάνο σεκάνς κι αυτό με ακίνητη κάμερα και στις Μέρες του ΄36 τα πλάνα σεκάνς πολλαπλασιάζονται και γράφονται με κινούμενη κάμερα (τράβελινγκ ή κυκλικά πανοραμίκ), στον «Θίασο» για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, ένα πλάνο σεκάνς γίνεται ο αδιαίρετος εκείνος χώρος μέσα στον οποίο συνδέονται δύο διαφορετικές χρονικές στιγμές και ενώνονται διαφορετικές εποχές. Χαρακτηριστικότερο όλων το πλάνο σεκάνς της αποχώρησης των ταγματασφαλιτών από το κέντρο διασκέδασης την πρωτοχρονιά του 1946.
Τα πλάνα σεκάνς του «Θίασου», είτε μεταβάλουν τον ιστορικό χρόνο είτε όχι, είτε γράφονται με κινούμενη κάμερα είτε όχι, σε συνδυασμό με τους νεκρούς χρόνους, περιορίζουν στο ελάχιστο το μοντάζ, τόσο την αφηγηματική του, όσο και την ιδεολογική του λειτουργία.
Συμπερασματικά και στις 4 περίπου ώρες που διαρκεί η ταινία η σκηνοθεσία δεν επιχειρεί να παρασύρει τον θεατή, αλλά δίνοντας του το αναγκαίο χρόνο τον προτρέπει να προβληματιστεί και να αποφασίσει τι είναι αυτό που είδε.
Αν στην «Αναπαράσταση» ο χρόνος λειτουργεί σαν εκκρεμές και στις Μέρες του ΄36 ακολουθεί την διαδοχικότητα των γεγονότων αλλά με παύσεις (σαν σήματα μορς), στον Θίασο έχουμε την συγχώνευση και υπέρβαση σε ανώτερο επίπεδο των δύο παραπάνω λειτουργιών.
Στον «Θίασο» έχουμε άλματα στο χρόνο και αναχρονισμούς με τέτοιο τρόπο, ώστε οι διαφορετικές εποχές ή χρονικές στιγμές να συνομιλούν μεταξύ τους αδιαμεσολάβητα (σαν καρδιογράφημα). Εδώ ο χρόνος διαστέλλεται και συστέλλεται, συμπλέκεται με τον χώρο λειτουργώντας τελικά ως τέταρτη διάσταση.
Έτσι η ταινία ξεκινά με ένα χρονικό άλμα από το 1952 στο 1939 και τελειώνει με ένα αντίστοιχο άλμα από το 1952 στο 1939.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 27 Απριλίου 1935 και σπούδασε στη Νομική Σχολή Αθηνών την οποία εγκατέλειψε στο πτυχίο.
Το 1961 φεύγει στη Γαλλία και γράφεται στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης με καθηγητές τον Ζωρζ Σαντούλ και τον Ζαν Μιτρί, ενώ την επόμενη χρονιά δίνει εξετάσεις και γίνεται δεκτός στην περίφημη σχολή κινηματογράφου IDHEC. Στη συνέχεια θα φοιτήσει κοντά στον εθνολόγο-σκηνοθέτη Ζαν Ρους στο Musee d l’homme όπου θα διδαχθεί το σινεμά- ντιρέκτ.
Με την επάνοδο του στην Ελλάδα το 1964 θα εργαστεί στην εφημερίδα «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ» ως κριτικός κινηματογράφου, με την Τώνια Μαρκετάκη και το Βασίλη Ραφαηλίδη. Το 1965 του προτείνεται από το Βαγγέλη Παπαθανασίου και το συγκρότημα Φόρμινξ να γυρίσει μια ταινία για το μουσικό συγκρότημα, η οποία δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Η πρώτη του ταινία έρχεται το 1968 με την μικρού μήκους «Εκπομπή» που θα προκαλέσει αίσθηση στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ενώ δύο χρόνια
αργότερα η μεγάλου μήκους «Αναπαράσταση» θα σημαδέψει τη νέα εποχή του Ελληνικού Κινηματογράφου. Οι ταινίες του έχουν συμμετάσχει στα σημαντικότερα διεθνή φεστιβάλ, αποσπώντας τα μεγαλύτερα βραβεία (Χρυσός Φοίνικας Καννών, Χρυσός και Αργυρός Λέων Βενετίας, πολυάριθμα βραβεία FIPRESCI, 2 βραβεία Φέλιξ καλύτερης Ευρωπαϊκής ταινίας και αναρίθμητα άλλα παντού στον κόσμο).
Δύο ταινίες του, ο «Θίασος» και το «Βλέμμα του Οδυσσέα» συμπεριλαμβάνονται στις 100 καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος υπήρξε συνιδρυτής του ιστορικού περιοδικού «Σύγχρονος Κινηματογράφος» με το Β. Ραφαηλίδη, ένα έντυπο που σημάδεψε την ελληνική κινηματογραφική εκδοτική δραστηριότητα όλα τα επόμενα χρόνια. Ο Έλληνας σκηνοθέτης έχει τιμηθεί με πολλές διακρίσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό: ανακηρύχθηκε Officier dans l’ordre des Arts et des Lettres της Γαλλικής Δημοκρατίας, του απονεμήθηκε το παράσημο του Officier de la Legion d’Honneure από τη Γαλλική Δημοκρατία, καθώς και το τίτλος του Grander Ufficiale της Ιταλικής Δημοκρατίας. Έχει
επίσης αναγορευτεί επίτιμος διδάκτορας των Πανεπιστημίων Βρυξελλών, Παρισιού,
Grenoble και Essex.
O Θόδωρος Αγγελόπουλος αναγνωρίζεται ως ένας από τους κορυφαίους σύγχρονους
δημιουργούς της έβδομης τέχνης και είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας
Κινηματογράφου.
ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ
● 1965: Φόρμινξ (Ανολοκλήρωτο)
● 1968: Η Εκπομπή (Μικρού μήκους)
● 1970: Αναπαράσταση
● 1972: Μέρες του ’36
● 1975: Ο θίασος
● 1977: Οι Κυνηγοί
● 1980: Ο Μεγαλέξανδρος
● 1981:Χωριό ένα, κάτοικος ένας
● 1983: Αθήνα, επιστροφή στην Ακρόπολη
● 1984: Ταξίδι στα Κύθηρα
● 1986: Ο Μελισσοκόμος
● 1988: Τοπίο στην Ομίχλη
● 1991: Το Μετέωρο Βήμα του Πελαργού
● 1995: Το Βλέμμα του Οδυσσέα
● 1998: Μια αιωνιότητα και μια μέρα
● 2003: Τριλογία – Ι. Το λιβάδι που δακρύζει
● 2008: Τριλογία – ΙΙ. H σκόνη του χρόνου
ΒΡΑΒΕΙΑ
Η Εκπομπή, βραβείο κριτικών στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1968.
Αναπαράσταση, Α’ βραβείο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1970, βραβείο Ζωρζ Σαντούλ (Γαλλία, 1971), καλύτερης ξένης ταινίας στο Φεστιβάλ Hyères (1971), ειδική μνεία της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (FIPRESCI) στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου (1971).
Μέρες του `36, Βραβείο σκηνοθεσίας και φωτογραφίας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1972, βραβείο της FIPRESCI στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βερολίνου (1972).
Ο Θίασος, Καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου, Α' αντρικού και Α' γυναικείου ρόλου, Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης 1975, καλύτερη ταινία της δεκαετίας 1970-1980 από την Ένωση Κριτικών της Ιταλίας.
Οι Κυνηγοί, Βραβείο καλύτερης ταινίας στο Φεστιβάλ του Σικάγο (1977), βραβείο της Ένωσης Τούρκων κριτικών (1977), επίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ των Καννών.
Ο Μεγαλέξανδρος έλαβε το Χρυσό Λιοντάρι το 1980 στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βενετίας.
Ταξίδι στα Κύθηρα, βραβείο σεναρίου στο Φεστιβάλ των Καννών (1984), κρατικά βραβεία καλύτερης ταινίας, σεναρίου, α΄ ανδρικού ρόλου, A’ γυναικείου ρόλου, σκηνογραφίας, βραβείο κριτικών στο Φεστιβάλ Ρίο ντε Τζανέιρο (1984).
Τοπίο στην Ομίχλη έλαβε (μοιράστηκε) το Αργυρό Λιοντάρι Καλύτερης Σκηνοθεσίας στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βενετίας, βραβείο Φελίξ καλύτερης Ευρωπαϊκής ταινίας (1988).
Το Βλέμμα του Οδυσσέα έλαβε το Μεγάλο Βραβείο Κριτικής Επιτροπής στο Φεστιβάλ των Καννών, βραβείο της FIPRESCI (1995). Επίσης, οι κριτικοί του περιοδικού Time το ψήφισαν στις 100 καλύτερες ταινίες του παγκόσμιου κινηματογράφου.
Μια Αιωνιότητα και μια Μέρα κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ των Καννών (1998).
Τριλογία – Το Λιβάδι που Δακρύζει κέρδισε βραβείο της FIPRESCI (2004).
Xρυσό μετάλλιο του ιδρύματος Circulo de Bellas Artes (Mαδρίτη, 2008) για το σύνολο του έργου του.
Ο ΘΟΔΩΡΟΣ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ ΜΙΛΑΕΙ ΓΙΑ..
..τους τόπους των ταινιών του: «Ίσως είναι ψυχαναλυτικοί λόγοι, ίσως οι γραμμές, ίσως το τοπίο, ίσως η σχέση με κάτι που θα λέγαμε οριακό με την έννοια ότι στον Βορρά τελειώνει η Ελλάδα… Δεν ξέρω ακόμη, πάντως ο Βορράς με τραβάει… Είναι περίεργο. Είμαι ένας άνθρωπος του νότου κι έχω κάνει ταινίες μόνο στο βορρά.»
..τον καιρό: «Μόνιμο πρόβλημα στις ταινίες μου είναι ο καιρός. Κοιτάξτε έξω το Θερμαϊκό, είναι αυτή η σχέση ουρανού και θάλασσας, που δε φαίνεται τίποτα. Τα καράβια είναι μετέωρα, σαν να μην ακουμπούν πουθενά. Αυτή την θάλασσα ήθελα και τη συννεφιά, δεν ήθελα ήλιο.»
..το θάνατο: «Αργά ή γρήγορα, επειδή μεγαλώνουμε, ερχόμαστε αντιμέτωποι με την ιδέα του θανάτου. Έπειτα, μεγαλώνοντας πολλαπλασιάζονται οι θάνατοι, οι απώλειες των φίλων. Ήμουν ανάμεσα σ’ αυτούς που βρήκαν πεθαμένο το πρωί στο ξενοδοχείο, τον Gian-Maria Volonte. Όταν στοξενοδοχείο της Φλώρινας τον άγγιξα, η κρυάδα του θανάτου έγινε ταραχή. Έγινε ερώτημα για μένα και για την ανθρώπινη ύπαρξη. Το όριο, το τέλος ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο, τα σύνορα ζωής και θανάτου. Τα όρια ανάμεσα στον έρωτα, στις ανθρώπινες σχέσεις, στην επικοινωνία. Αυτή η έννοια του ορίου, του τέλος ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο, μπαίνει σαν θέμα των συνόρων με την ευρύτερη έννοια, όχι μόνο τη γεωγραφική αλλά και της ζωής και του θανάτου.»
..την πολιτική και το σινεμά: «Παραμένω συναισθηματικά αριστερός, αν και δεν ξέρω πια τι θα σημαίνει αριστερά. Κάποτε ήξερα ή νόμιζα πως το ήξερα. Παραμένω όμως μ’ ένα συναισθηματικό δέσιμο, δεν μπορώ να το προσπεράσω, έχει χάσει όμως την πολιτική έννοια κι είναι πλέον μια ηθική έννοια . Σε κοινωνίες όπου υπάρχει απουσία ονείρου, οραματισμού, υπάρχει κρίση. Όσοι συνεχίζουμε να κάνουμε κινηματογράφο είναι, επειδή δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Δεν είναι πια επάγγελμα αλλά τρόπος αναπνοής.»
..για το σινεμά: «Η γενιά μου γεννήθηκε μες στην αίθουσα όπου αυτό ήταν μια τελετή. Και είναι πολύ σημαντικό αυτό το πράγμα. Χάνεται το μέρος της τελετής, κι εγώ αυτό που ονομάζουμε τελετή όχι μόνο στο σινεμά, αλλά σε οτιδήποτε συμβαίνει στην καθημερινότητά μας, λυπάμαι πάρα πολύ όταν χάνεται. Ίσως γι’ αυτό κάνω πολλές σκηνές με χορό. Γιατί έχω την εντύπωση ότι έχει χαθεί ο χορός από τη ζωή μας. Ήταν μέρος μιας ολόκληρης τελετής. Αυτά τα πράγματα χάνονται σιγά-σιγά κι εγώ πιστεύω ότι είναι απώλεια αισθήσεων και αισθημάτων. Τα πράγματα γίνονται πιο λογικά.»
..για το μέλλον: «Να μιλήσω στην επόμενη ταινία μου πιο απλά. Αλλά η απλότητα είναι κατάκτηση, όχι επιλογή. Ο Σεφέρης έλεγε : Θα ‘θελα να μιλήσω πιο απλά, να μου δοθεί αυτή η χάρη.»