Όπως ανέφερε πάντα στις συνεντεύξεις του ο Μίλος Φόρμαν, το «Στη Φωλιά του Κούκου», η ταινία που τον καθιέρωσε στην Αμερική, χαρίζοντας του το Όσκαρ Σκηνοθεσίας και ένα σοβαρό λόγο για να συγκαταλέγεται έκτοτε ανάμεσα στα πιο περιζήτητα ονόματα του νέου αμερικανικού σινεμά, προέκυψε από τύχη.
Βασισμένη στο ομότιτλο best-seller του Κεν Κέισι με πρωτότυπο τίτλο «One Flew Over the Cuckoo’s Nest», που κυκλοφόρησε το 1962, η ιστορία της διαδραματιζόταν μέσα σε μια ψυχιατρική κλινική, εκεί όπου καταλήγει ένας υπόδικος εγκληματίας, ο Ράντλ ΜακΜέρφι όταν υποκρίνεται ότι χρήζει ψυχιατρικής βοήθειας. Μέσα στην κλινική ο ΜακΜέρφι θα αποκτήσει χαρακτηριστικά ηγέτη, θα βρεθεί αντιμέτωπος με την πυγμή της νοσοκόμας Ρέιτσεντ αλλά κυρίως με ένα ολόκληρο σύστημα που αρχίζει να τον συνθλίβει. Μοναδικός του σκοπός θα είναι να οργανώσει την επανάσταση του και να προσπαθήσει να αποδράσει.
Ιδανική αφορμή για τον Μίλος Φόρμαν να μιλήσει για το παρελθόν του στην ταραγμένη πολιτικά Τσεχοσλοβακία και το παρόν του στην Αμερική του ονείρου. Για το παρελθόν του σε μια χώρα που τον έδιωξε και το παρόν του σε μια χώρα που τον υποδέχτηκε φιλόξενα. Τελικά, για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της διαχρονικής κριτικής του απέναντι σε οποιοδήποτε σύστημα υποκρίνεται ότι βρίσκεται στο πλευρό των ανθρώπων, ενώ το μόνο που κάνει είναι να ακυρώνει κάθε έννοια αυτοδιάθεσης, ανεξαρτησίας και ελευθερίας.
«Οι παραγωγοί Σάουλ Ζάεντς και Μάικλ Ντάγκλας δεν κατάφεραν να βρουν κανένα στούντιο για να χρηματοδοτήσει την ταινία. Έτσι ο Ζάεντς αποφάσισε να επενδύσει ο ίδιος στην ταινία με ένα πολύ μικρό προϋπολογισμό. Το οποίο σήμαινε – δεν είμαι σίγουρος αν μου αρέσει να το ακούσω αυτό – ότι δεν μπορούσαν να αντέξουν έναν ήδη καθιερωμένο μεγάλο σκηνοθέτη», θυμάται ο Μίλος Φόρμαν σε παλιότερη συνέντευξη του .
«Οπότε αναζητούσαν κάποιον που να τον σέβονται και που να είναι και φτηνός. Αυτός ήμουν εγώ. Το αστείο είναι ότι είχα μιλήσει για το βιβλίο με τον Κερκ Ντάγκλας χρόνια πριν στην Πράγα, όταν περιόδευε στις χώρες του Σιδηρούν Παραπετάσματος. Είχε δει τους “Έρωτες μιας Ξανθιάς” και με ρώτησε αν θα μπορούσε να μου στείλει αυτό το βιβλίο, για το οποίο είχε αγοράσει τα δικαιώματα αλλά κανείς δεν ήθελε να το κάνει. Βρέθηκα στον έβδομο ουρανό. Το βιβλίο δεν ήρθε ποτέ. Ο Κερκ το έστειλε όντως, αλλά το τελωνείο το κατάσχεσε εξαιτίας της λογοκρισίας της εποχής. Δεν το είπαν ούτε σ’ αυτόν ούτε σ’ εμένα. Οπότε σκέφτηκα πως απλά ήταν ένας τύπος που βάζει αέρα στο μυαλό ενός νέου σκηνοθέτη και τον ξεχνάει τη στιγμή που φεύγει από το δωμάτιο. Όταν συναντηθήκαμε χρόνια μετά, μου είπε: “Διαόλου γιε, σου έστειλα εκείνο το βιβλίο και δεν είχες ούτε την ευγένεια να μου απαντήσεις”.»
Με τον Τζακ Νίκολσον στα γυρίσματα της ταινίας
Ο Μίλος Φόρμαν, ο Μάικλ Ντάγκλας και ο Σαούλ Ζάεντς
Οταν η ταινία έμοιαζε να γίνεται πραγματικότητα, ο Κερκ Ντάγκλας ήταν ήδη μεγάλος για να παίξει τον πρωταγωνιστικό ρόλο που τόσο επιθυμούσε. O γιος του, όμως, ο Μάικλ Ντάγκλας θα αναλάμβανε την παραγωγή και θα «γνώριζε» τον Μίλος Φόρμαν μέσα από το «Φωτιά… Πυροσβέστες», την ταινία που απαγορεύτηκε στην Τσεχοσλοβακία και έγινε το απόλυτο μνημείο του Νέου Κύματος του Τσεχοσλοβάκικου σινεμά.
«Ημουν στο πανεπιστήμιο στη Σάντα Μπάρμπαρα, πολιτικά ενεργός εν μέσω του πολέμου του Βιετνάμ», θυμάται ο Μάικλ Ντάγκλας. «Μου άρεσε το βιβλίο. Ήταν μια ιδιοφυής ιστορία για την πάλη ενός ανθρώπους ενάντια στο σύστημα. Δεν είχα σκεφτεί ποτέ να κάνω παραγωγή, αλλά είπα στον πατέρα μου να δοκιμάσω. Ο πρώτος σεναριογράφος της ταινίας, ο Λόρενς Χάουμπεν με σύστησε στο έργο του Μίλος Φόρμαν. Η ταινία του “Φωτιά… Πυροσβέστες” από το 1967 είχε όλα τα στοιχεία που αναζητούσαμε. Διαδραματιζόταν σε ένα κλειστό περιβάλλον, με μια πληθώρα από μοναδικούς χαρακτήρες που μπορούσες να παίξεις. Την εποχή εκείνη, ο Μίλος ζούσε στο Chelsea Hotel στη Νέα Υόρκης. Είχε πάθει κρίση πανικού και δεν έφευγε από το κτίριο – οι φήμες τον ήθελαν να κρατάει φυλακισμένο έναν Τσέχο φίλο στο δωμάτιο του ξενοδοχείου και να τον στέλνει αντ’ αυτού σε ψυχίατρο.»
Όταν μου ζήτησαν να σκηνοθετήσω το “Στη Φωλιά του Κούκου”, οι φίλοι μου με προειδοποίησαν να μην το τολμήσω. Η ιστορία ήταν τόσο αμερικάνικη υποστήριξαν. Και ένας μετανάστης που μόλις είχα φτάσει στη χώρα δεν θα μπορούσα να την αφηγηθώ. Έμειναν έκπληκτοι όταν τους εξήγησα γιατί ήθελα να κάνω την ταινία. Για μένα δεν ήταν απλά λογοτεχνία αλλά αληθινή ζωή. Η ζωή που έζησα στην Τσεχοσλοβακία από τη γέννησή μου το 1932 μέχρι και το 1968. Το κομμουνιστικό κόμμα ήταν η δική μου Νοσοκόμα Ρέιτσεντ, που μου έλεγε τι μπορώ και τι δεν μπορώ να κάνω, τι ήμουν και τι δεν επιτρεπόταν να πω, που ήμουν και που δεν μου επέτρεπαν να πάω. Ακόμη και το ποιος είμαι ή δεν είμαι.
Μεταφέροντας την κρίση πανικού του, αλλά κυρίως την οργή του για μια ενηλικίωση που στιγματίστηκε από την ταραγμένη πολιτική ταυτότητα της χώρας του, ο Μίλος Φόρμαν κλείστηκε μαζί με τους ηθοποιούς και το συνεργείο του σε μια πραγματική ψυχιατρική κλινική στο Ορεγκον και αφηγήθηκε με τρόπο παροξυσμικό, επιβλητικά μοντέρνο και ρεαλιστικό τη μεγάλη επανάσταση του Ραντλ ΜακΜέρφι, του κεντρικού του ήρωα – στο πρόσωπο και κυρίως την κινησιολογία του για πρώτη φορά τότε σε ένα παρόμοιο ρόλο Τζακ Νίκολσον.
«Μεγαλώνοντας σε ολοκληρωτικά καθεστώτα, αντιλήφθηκα νωρίς πως η λογική είναι ότι χτίζουμε ιδρύματα για να μας βοηθήσουν, αλλά τελικά αυτά υπάρχουν για να μας ελέγχουν τη ζωή. Σαν να είμαστε κτήματά τους. Εκεί αναλάμβαναν δράση πάντοτε οι επαναστάτες, άνθρωποι που κοιτάζουν κατάματα αυτό που συμβαίνει και αποφασίζουν να κάνουν κάτι γι’ αυτό, από τον ΜακΜέρφι μέχρι τον Μότσαρτ.»
Ο Μότσαρτ θα ακολουθούσε λίγα χρόνια αργότερα με το εξίσου επιτυχημένο και δαιμόνιο «Amadeus». Και στη μεγάλη λίστα των επαναστατών του θα πρόσθετε κανείς και τον Λάρι Φλιντ του «Υπόθεση Λάρι Φλιντ» ή τον Αντι Κάουφμαν στο Man on the Moon», την τελευταία του σπουδαία ταινία. Για την ώρα, ο Μίλος Φόρμαν, με τον ερχομό του στην Αμερική, ακριβώς την εποχή που το νέο αμερικανικό σινεμά έβρισκε την πιο δυνατή φωνή του και δανειζόταν τα καλύτερα υλικά από το σινεμά του κόσμου – είχε οργανώσει τη δική του επανάσταση, επιβάλλοντας το στιλ και το όνομά του, την ίδια στιγμή που μαζί με τις δικές του αναγωγές στα καθεστώτα που τον στοίχειωσαν τόλμησε να κλείσει το αμερικάνικο όνειρο βαθιά μέσα «Στη Φωλιά του Κούκου».
Με τη Λουίζ Φλέτσερ
Ο Τζακ Νίκολσον στα γυρίσματα
Το «Στη Φωλιά του Κούκου» κέρδισε τα πέντε βασικά Οσκαρ (Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Σεναρίου, Α’ Ανδρικού και Γυναικείου Ρόλου) – δεύτερη μόλις ταινία που το κατάφερε μετά το «Συνέβη μια Νύχτα» του Φρανκ Κάπρα το 1934 (θα το επαναλάμβανε αργότερα η «Σιωπή των Αμνών»). Υπήρξε μια τεράστια εμπορική (κόστισε γύρω στα 4 εκατομμύρια δολάρια και απέφερε στο ταμείο πάνω από 100) και καλλιτεχνική επιτυχία. Και παραμένει μια από τις σημαντικότερες ταινίες του αμερικάνικου σινεμά.
πηγή: flix.gr