Ο Ρομάν Πολάνσκι, είναι σίγουρα ένας από τους κορυφαίους auteur του σύγχρονου παγκόσμιου κινηματογράφου. Ένας υπηρέτης της Έβδομης Τέχνης με σπουδαία δείγματα γραφής.
«Μαχαίρι στο Νερό» (Knife in the Water / Nóz w wodzie – 1962)
O Aντρέι (Leon Niemczyk) βρίσκεται μαζί με τη γυναίκα του Κριστίν (Jolanta Umecka), καθ’ οδόν για το γιοτ τους, όπου και σκοπεύουν να περάσουν οι δυο τους το Σαββατοκύριακο. Στον δρόμο καθώς οδηγούν θα συναντήσουν έναν νεαρό (Zygmunt Malanowicz) που κάνει ωτοστόπ. Αντιμετωπίζοντάς το ως πρόσκληση – που αποτελεί παράλληλα κι ένα είδος πρόκλησης σε αναμέτρηση, με τον νεαρό, με τη γυναίκα του και τον ίδιο του τον εαυτό – ο Aντρέι αποφασίζει να επιτρέψει στον νεαρό να μπει στο αυτοκίνητο και να έρθει μαζί τους στο ταξίδι με το γιοτ. Όταν όμως οι χαρακτήρες απογυμνώνονται τα πράγματα θα οδηγηθούν στα άκρα…
Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Πολάνσκι και παράλληλα ένα υπέροχο μάθημα κινηματογραφικής λιτότητας και μινιμαλιστικής έκφρασης. Έχοντας ουσιαστικά ως χώρο δράσης ένα ιστιοφόρο στη θάλασσα, με μόλις τρεις ηθοποιούς στη διάθεσή του, αλλά και με τον σπουδαίο Γέρζι Σκολιμόφσκι να υπογράφει το σενάριο, ο Πολάνσκι από την πρώτη κιόλας μεγάλους μήκους ταινία του, μας παρουσιάζει απλόχερα ένα υπέροχο δείγμα γραφής της μοναδικής τέχνης του.
«Αποστροφή» (Repulsion – 1965)
Στην «Αποστροφή», η Carole (Κατρίν Ντενέβ) και η Helene (Yvonne Furneaux) είναι δυο αδελφές από το Βέλγιο που ζουν σε ένα διαμέρισμα στο κέντρο του Λονδίνου. Η Carole, που είναι η μικρότερη, εργάζεται σ’ ένα ινστιτούτο ομορφιάς. Σε αντίθεση με την αδελφή της, η οποία διατηρεί παράνομο δεσμό με έναν παντρεμένο, τον Michael (Ian Hendry), η ερωτική ζωή της πανέμορφης Carole είναι ανύπαρκτη και όλη η σχέση της με το αντίθετο φύλο περιορίζεται στο επίμονο, αλλά άκαρπο φλερτ ενός ρομαντικού νέου, του Colin (John Fraser), που τον απορρίπτει συνεχώς, αφού η ίδια διακατέχεται από μία αρνητική προδιάθεση απέναντι στους άνδρες.
Το πρόβλημά της γίνεται εντονότερο από την παρουσία του Michael στο σπίτι. Την ενοχλούν τα προσωπικά αντικείμενα του άνδρα που βρίσκονται στο μπάνιο δίπλα στα δικά της και τις νύχτες μένει ξύπνια ακούγοντας τις ερωτικές κραυγές της αδελφής της από το διπλανό δωμάτιο. Η ψυχολογική της κατάσταση αρχίζει να κλονίζεται όταν η Helene και ο εραστής της φεύγουν από το σπίτι για ένα δεκαπενθήμερο διακοπών στην Ιταλία. Η Carole θα κλειστεί τελείως στον εαυτό της, θα κλειδωθεί στο σπίτι, δεν θα ξαναπάει στην δουλειά της και τις νύχτες, θα μένει εγκλωβισμένη στους εφιάλτες και στις παραισθήσεις της…
Η πρώτη αγγλόφωνη ταινία του Πολάνσκι, αποδεικνύει το μοναδικό ταλέντο του, καθώς καταφέρνει να μεταφέρει στην οθόνη με αργό, βασανιστικό και ταυτόχρονα αριστουργηματικό τρόπο, την ψυχολογική κατάρρευση της ηρωίδας του. Η Κατρίν Ντενέβ είναι απλά τέλεια, αποδεικνύοντας γιατί θεωρείται μία από τις κορυφαίες ερμηνεύτριες όλων των εποχών, έχοντας συνεργαστεί με σκηνοθέτες όπως: ο Jacques Demy (The Umbrellas of Cherbourg – 1964), o Roger Vadim, o François Truffaut (The Last Metro – 1980), o Lars von Trier (Dancer in the Dark – 2000) και βέβαια ο σπουδαίος Luis Bunuel (Belle de Jour -1967 και Tristana – 1970).
Το «Repulsion» έκανε πρεμιέρα τον Μάιο του 1965 στο Φεστιβάλ των Καννών και ένα μήνα μετά προβλήθηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες του Λονδίνου. Την ίδια χρονιά προβλήθηκε και στο 15ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, όπου και τιμήθηκε με το Βραβείο FIPRESCI και με την Ασημένιο Άρκτο, ενώ είχε υποψηφιότητα και για ένα Βραβείο BAFTA. Η ταινία άνοιξε τον δρόμο για την είσοδο του Πολάνσκι στις κινηματογραφικές αίθουσες της Δυτικής Ευρώπης ενώ παράλληλα έκανε σε όλους γνωστή την εξαιρετική νεαρή τότε ηθοποιό από την Γαλλία, Κατρίν Ντενέβ.
«Το Μωρό της Ρόζμαρι» (Rosemary’s Baby – 1968)
Η νεαρή Ρόζμαρυ (Μία Φάροου) έχει παντρευτεί έναν ηθοποιό (Τζον Κασσαβέτης) ο οποίος προσπαθεί να φτιάξει την καριέρα του. Το ζευγάρι, μετακομίζει στο νέο του σπίτι, ένα επιβλητικό παλαιό κτήριο στη Νέα Υόρκη. Παρόλο που προειδοποιούν το ζευγάρι ότι το σπίτι έχει μια σκοτεινή ιστορία μαγείας και φόνων, εκείνοι αποφασίζουν να αγνοήσουν τις προκαταλήψεις και να μείνουν εκεί. Η Ρόζμαρυ θέλει να κάνει παιδί αλλά ο άντρας της Γκάι, προτιμά να περιμένει μέχρι να καταφέρει να προχωρήσει στα επαγγελματικά του. Στο μεταξύ, γνωρίζονται με τους γείτονες, ένα ηλικιωμένο ζευγάρι, την Μίνι (Ruth Gordon) και τον Ρόμαν (Sidney Blackmer). Η Ρόζμαρυ βρίσκει τους γείτονες πιεστικά φιλικούς, σε αντίθεση με τον Γκάι, ο οποίος αρχίζει να τους επισκέπτεται όλο και πιο συχνά.
Σύντομα ο Γκάι κερδίζει την ευκαιρία να παίξει στο θέατρο, όταν ένας συνάδελφός του τυφλώνεται ξαφνικά και αμέσως μετά συμφωνεί με την Ρόζμαρυ να κάνουν παιδί. Η καριέρα του Γκάι δείχνει να έχει εκτοξευτεί μυστηριωδώς, καθώς οι σημαντικοί ρόλοι αρχίζουν να διαδέχονται ο ένας τον άλλον. Η Ρόζμαρυ, φαίνεται να υποψιάζεται ότι κάτι περίεργο συμβαίνει. Αφού μένει έγκυος, σε μια βραδιά που συνοδευόταν από περίεργες παραισθήσεις, αρχίζει να ερευνά για τους ύποπτους γείτονες. Σύντομα η Ρόζμαρυ ανακαλύπτει ότι οι γείτονες της ασχολούνται με τη μαύρη μαγεία και τη λατρεία του Σατανά και πιστεύει ότι το παιδί που κουβαλάει μέσα της προορίζεται για θυσία στον διάβολο. Η αλήθεια όμως θα είναι ακόμα πιο σκληρή.
Η ταινία είχε μεγάλη ανταπόκριση στο κοινό και έφτασε μάλιστα να χαρίσει το Όσκαρ Καλύτερου Β’ Γυναικείου Ρόλου στη Ρουθ Γκόρντον / Ruth Gordon, η οποία τιμήθηκε και με την αντίστοιχη Χρυσή Σφαίρα. Tο σενάριο βασίζεται στο ομότιτλο και πολύ γνωστό βιβλίο του Άϊρα Λεβίν / Ira Levin. Θεωρείται ως μία από τις καλύτερες αμερικανικές ταινίες τρόμου που γυρίστηκαν ποτέ. Το 2014, η ταινία επιλέχθηκε να διατηρηθεί στο Εθνικό Μητρώο Κινηματογράφου από τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου, καθώς θεωρήθηκε “πολιτισμικά, ιστορικά και αισθητικά σημαντική”.
«Τσάιναταουν» (Chinatown – 1974)
Ο Τζέικ Γκίτις (Τζακ Νίκολσον), ιδιωτικός ντετέκτιβ με ειδίκευση στις υποθέσεις μοιχείας, προσλαμβάνεται από μία γυναίκα που του συστήνεται ως Έβελυν Μόλρεϊ (Ντάιαν Λαντ), για να παρακολουθήσει τον σύζυγο της, Χόλις (Ντάρελ Ζβέρλινγκ). Ο Χόλις, είναι υπεύθυνος για την κατασκευή του συστήματος ύδρευσης της πόλης και η γυναίκα, του έχει υποψίες ότι διατηρεί εξωσυζυγικές σχέσεις. Ο Γκίτις τον ακολουθεί και διαπιστώνει ότι όντως την απατά με μια νεαρή κοπέλα.
Η υπόθεση όμως περιπλέκεται όταν ανακαλύπτει ότι έχει προσληφθεί από άλλη γυναίκα, καθώς όταν επιστρέφει στο γραφείο του μετά την έρευνά του συναντά την πραγματική Έβελυν Μόλρεϊ που τον διαβεβαιώνει ότι δεν είχε καμιά πρόθεση να μάθει για τις εξωσυζυγικές σχέσεις του άνδρα της. Όταν αργότερα ο κύριος Μόλρεϊ βρίσκεται νεκρός, ο Τζέικ διαπιστώνει ότι έχει εμπλακεί σε μια υπόθεση συνωμοσίας που σχετίζεται με το σύστημα παροχής νερού στην πόλη του Λος Άντζελες. Συνεχίζοντας την έρευνα ο Τζακ ανακαλύπτει στοιχεία που τον οδηγούν στον πατέρα της Έβελυν, Νόα Κρος (Τζον Χιούστον) και πρώην επαγγελματικό συνέταιρο του Χόλις.
Η ταινία έλαβε έντεκα (11) υποψηφιότητες για Όσκαρ, μεταξύ των οποίων και για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας κερδίζοντας τελικά μόνο το Όσκαρ Καλύτερου Πρωτότυπου Σεναρίου. Έλαβε επίσης τέσσερις Χρυσές Σφαίρες για Καλύτερη Δραματική Ταινία, Καλύτερη Σκηνοθεσία, Καλύτερη Ανδρική Ερμηνεία σε δραματική ταινία για τον υπέροχο, Τζακ Νίκολσον και Καλύτερου Σεναρίου. Το 1991 η ταινία επελέγη από τη Βιβλιοθήκη του Αμερικάνικου Κογκρέσου ως τμήμα του Εθνικού Μητρώου Κινηματογράφου ως πολιτιστικά, ιστορικά και αισθητικά σημαντική.
Ο Πολάνσκι έχει στη διάθεση του ένα εντυπωσιακό καστ – εμφανίζεται κι ο ίδιος σ’ έναν μικρό αλλά χαρακτηριστικό ρόλο – με τους: Τζακ Νίκολσον, Φέι Ντάναγουεϊ, Ντάιαν Λαντ και Τζον Χιούστον. Η υπόθεσή του φιλμ διαδραματίζεται στο Λος Άντζελες τη δεκαετία του ’30, την περίοδο του πόλεμου για το νερό στην Νότια Καλιφόρνια. Η ταινία αποτελεί το τελευταίο σκηνοθετικό εγχείρημα του Ρόμαν Πολάνσκι στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Ευρώπη το 1977 για να αποφύγει τις κυρώσεις για τις κατηγορίες που τον βάραιναν για κακοποίηση και βιασμό ανήλικης.
«Ο Πιανίστας» (The Pianist – 2002)
Ο Βλαντισλάβ Σπίλμαν (Άντριεν Μπρόντι), είναι ένας διάσημος Εβραιοπολωνός πιανίστας που δουλεύει στον ραδιοφωνικό σταθμό της Βαρσοβίας. Όμως βλέπει τον κόσμο του να καταρρέει όταν ξεσπά ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, με την εισβολή των Γερμανών στην Πολωνία, τον Σεπτέμβριο του 1939. Αφού ο ραδιοφωνικός σταθμός καταστρέφεται από τις εκρήξεις, ο Βλαντισλάβ επιστρέφει σπίτι του όπου και μαθαίνει ότι η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία έχουν κηρύξει πόλεμο ενάντια στη Γερμανία. Πιστεύοντας ότι ο πόλεμος θα τελειώσει γρήγορα, αυτός και η οικογένειά του γιορτάζουν το γεγονός. Ωστόσο κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής που λαμβάνει χώρα τους επόμενους μήνες, οι συνθήκες διαβίωσης των Εβραίων σταδιακά χειροτερεύουν και τα δικαιώματά τους περιορίζονται. Κάθε οικογένεια επιτρέπεται να έχει ένα ελάχιστο χρηματικό ποσό. Ενώ παράλληλα όλοι πρέπει να φοράνε ένα περιβραχιόνιο με το Αστέρι του Δαβίδ για να ξεχωρίζουν, οφείλοντας παράλληλα να δέχονται αδιαμαρτύρητα διάφορες ταπεινώσεις.
Το 1940, συγκεντρώνονται όλοι στο Γκέτο της Βαρσοβίας. Εκεί αντιμετωπίζουν την πείνα, την καταδίωξη και τον εξευτελισμό από τους Ναζί και τον συνεχή φόβο του θανάτου ή βασανισμού. Σύντομα, τους πηγαίνουν στις εγκαταστάσεις εξολόθρευσης στην Τρεμπλίνκα. Ο Βλαντισλάβ σώζεται την τελευταία στιγμή από έναν αστυνομικό του Εβραϊκού Γκέτο, που τυγχάνει να είναι οικογενειακός φίλος. Μακριά πλέον από την οικογένειά του, παραμένει στο Γκέτο ως εργάτης – σκλάβος στις γερμανικές μονάδες κατασκευής ενώ αργότερα αφήνεται στη βοήθεια όσων μη-Εβραίων γνωστών του τον θυμούνται ακόμα…
Η ταινία «Ο Πιανίστας» έδωσε την ευκαιρία στον Πολάνσκι να εξερευνήσει τις Πολωνικές του ρίζες και τα παιδικά του βιώματα. Το φιλμ πραγματοποίησε την παγκόσμια πρεμιέρα του στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ Καννών, στις 24 Μαΐου του 2002, όπου και απέσπασε τη μέγιστη διάκριση, τον Χρυσό Φοίνικα. Το φιλμ, βασισμένο στο βιβλίο του Wladyslaw Szpilman, δέχτηκε διθυραμβικές κριτικές, κερδίζοντας αρκετά βραβεία, μεταξύ των οποίων και τρία Όσκαρ: Καλύτερου Ηθοποιού για τον Έντριαν Μπρόντι, Καλύτερου Διασκευασμένου Σεναρίου για τον Ρόναλντ Χάργουντ και Σκηνοθεσίας για τον Ρόμαν Πολάνσκι.
Ρόμαν Πολάνσκι / Roman Polanski
Ο Ρόμαν Πολάνσκι γεννήθηκε στο Παρίσι από Πολωνούς γονείς στις 18 Αυγούστου του 1933. Ενώ ήταν σε ηλικία 3 ετών, η οικογένειά του μετακόμισε στην Κρακοβία. Το 1941 ο πατέρας του εξορίστηκε σε στρατόπεδο εργασίας στην Αυστρία και η μητέρα του στο Άουσβιτς απ’ όπου δεν επέστρεψε ποτέ. Ο ίδιος ο Πολάνσκι στη συνέχεια φιλοξενήθηκε από αρκετές Πολωνικές οικογένειες. Ωστόσο, ξαναβρέθηκε με τον πατέρα του, ο οποίος παντρεύτηκε για δεύτερη φορά. Στα 14 του χρόνια, ο Πολάνσκι ξεκίνησε καριέρα ηθοποιού στο θέατρο, σε ραδιοφωνικές παραγωγές και αργότερα σε ταινίες. Παράλληλα, σπούδαζε ζωγραφική και γραφιστική σε σχολή Καλών Τεχνών στην Κρακοβία.
Το 1955 ο Ρόμαν Πολάνσκι ξεκίνησε σπουδές σκηνοθεσίας στην περίφημης κινηματογραφική σχολή του Λοντζ. Η πρώτη του μικρού μήκους ταινία, “The Bicycle”, ήταν βασισμένη στην εμπειρία που είχε όταν έπεσε θύμα ληστείας από έναν καταζητούμενο για τρεις φόνους. Ακολούθησε το μονόλεπτο φιλμάκι “A Murder” που προκάλεσε αίσθηση και το “Teeth Smile” που προμήνυαν τα πιο ενοχλητικά θέματα με τα οποία καταπιάστηκε ο σκηνοθέτης στις ταινίες του τη δεκαετία του ’60 και του ’70.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 o Πολάνσκι επέστρεψε στην Πολωνία αποφασισμένος να ολοκληρώσει την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία. Επρόκειτο για το «Μαχαίρι στο Νερό» (Knife in the Water / Nóz w wodzie) του 1962. Η ταινία κέρδισε το 1962 το Βραβείο FIPRESCI στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Βενετίας, ενώ έλαβε και μία υποψηφιότητα για BAFTA αλλά και για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, με το χρυσό αγαλματίδιο όμως να καταλήγει εκείνη την χρονιά στα χέρια του Φεντερίκο Φελίνι για το επίσης κλασσικό φιλμ, “8 1/2”.
Πηγή tvxs.gr