Με 13 ταινίες μεγάλου μήκους από το 1974 μέχρι το 2010 ο Πίτερ Γουίαρ μπορεί να υπερηφανεύεται μια αρραγή αλυσίδα εκλεκτών ταινιών, συμπαγούς ματιάς στον κόσμο, εκπληκτικά εξελισσόμενης αισθητικής γύρω από έναν νοητό θεματικό άξονα πάνω στην φύση της σχέσης του ανθρώπου με τον Κόσμο, τη ζωή και τον θάνατο και βέβαια τον συνάνθρωπο. Πράγματα που διαβάζονται ίσως κάπως ακαδημαϊκά, για κάποιους ίσως πια και τετριμμένα, στο πανί όμως αυτός τα μετέφρασε με έναν άκρως γοητευτικό τρόπο, με μια τονική συνοχή που στον αγγλόφωνο κινηματογράφο ίσως κανείς πλην του Στάνλεϊ Κιούμπρικ (επίσης με 13 ταινίες – αν και αυτός κρατά τις 12) δεν παρέδωσε με τόση ακεραιότητα ως προς το όραμά του.
Το σινεμά του Γουίαρ είναι σινεμά αντανάκλασης – κόσμων, ιστορίας, δοξασιών, ροπών, εν τέλει πολιτισμών – είναι σινεμά μαγείας αφού τόσο συχνά κινηματογραφεί το απροσδιόριστο με τις πραγματικές επιπτώσεις, είναι όμως και σινεμά που θέλει να επικοινωνήσει με το κοινό, σινεμά που δεν υποβιβάζει την καλλιτεχνική του θεώρηση στην κατηγορία της περισπούδαστα ακοινώνητης ουτοπίας. Το ότι με τέτοια θέματα ο Γουίαρ σχεδόν πάντοτε βρήκε το κοινό του, οφείλεται στην αφηγηματική του ροή και στην επιλογή κατάλληλων ανθρώπων μπροστά στην κάμερα. Μελ Γκίμπσον, Χάρισον Φορντ, Ράσελ Κρόου, Τζιμ Κάρεϊ, Ρόμπιν Γουίλιαμς χρωστούν καριέρα στον Πίτερ Γουίαρ – κι αυτός χρωστά δημοφιλία που κερδήθηκε χάριν ενός κάποτε κραταιού star power. Η σχέση αυτών των δύο (βασικά) διαφορετικών κόσμων, αυτών των θεμάτων με το χολιγουντιανό glamour, στο σινεμά του Γουίαρ άγγιξε την τελειότητα παραπάνω από μία φορές.
Τώρα πια, ήδη 14 χρόνια μακριά από το βιζέρ, με δεδομένη την απροθυμία του να επιστρέψει στα πλατώ, είναι μόνο η ώρα της αναγνώρισης. Σειρά έχει λοιπόν η Βενετία που στην προσεχή της διοργάνωση θα τιμήσει με Χρυσό Λέοντα τον Αυστραλό.
Ενδεικτικό του μετρημένου χαρακτήρα του, η ευχαριστήρια δήλωση: «Το φεστιβάλ της Βενετίας και ο Χρυσός της Λέων είναι μέρος της λαογραφίας της δουλειάς μας. Η ειδική μνεία στο έργο μου ως σκηνοθέτη είναι μια σημαντική τιμή».
Ο Αλμπέρτο Μπαρμπέρα από την άλλη, καλλιτεχνικός διευθυντής της Μόστρα, δηλώνει ορθά περίπου ότι γράψαμε παραπάνω: «Ο Γουίαρ συνδυάζει αντικατοπτρισμούς προσωπικών θεμάτων και μια ανάγκη εύρεσης του μεγαλύτερου δυνατού κοινού. Υπήρξε πάντοτε κεντρικός στο χολιγουντιανό κατεστημένο ενόσω πάντοτε σε απόσταση από την βιομηχανία. Οι ταινίες του έχουν μείζονες στιγμές σηματοδοτώντας μια καλλιτεχνική καριέρα που διατήρησε την υπόγειά της ακεραιότητα εντός της εμπορικής επιτυχίας των ταινιών που την συνθέτουν.»