Τα Βαλκάνια, με την τους μοναδική φυσιογνωμία πολυμορφία, τις ιδιαίτερες ιστορικές και πολιτικές διεργασίες που άφησαν ανεξίτηλο αποτύπωμα στις ζωές των ανθρώπων και την κουλτούρα τους, επηρέασε αλλά και επηρεάστηκε, από τον κινηματογράφο και την εξέλιξή του.
Συνάντησα και ευτυχισμένους τσιγγάνους/ Skupljači Perja (1967)
Σκηνοθέτης: Aleksandar Petrovic
Χώρα Παραγωγής: Γιουγκοσλαβία
Ο Aleksandar Petrovič δημιουργεί μία από τις πιο επιδραστικές ταινίες στην ιστορία του Γιουγκοσλάβικου κινηματογράφου και την πρώτη που ασχολείται με τους Ρομά. Ο Aleksandar Petrovič ήταν ένας από τους ιδρυτές του Νέου Φιλμ (Novi Film) ή Μαύρου Κύματος. Το έργο του ήταν έντονα επηρεασμένο τόσο από τη Γαλλική Nouvelle Vague όσο και από τον Ιταλικό Νεορεαλισμό
Ο κεντρικός ήρωας είναι ο Bora (Bekim Fehmiu), ένας τσιγγάνος έμπορος πούπουλων χήνας που ζει στην πόλη Sombor, στα βόρεια της χώρας. Ο Bora είναι δυναμικός και έχει έντονη προσωπικότητα, περνά των χρόνο του με τζόγο και ποτά και είναι παντρεμένος με μία μεγαλύτερη γυναίκα. Αν και τις περισσότερες φορές είναι άφραγκος, για να μην υπάρχουν διενέξεις στις δουλειές του, έχει μοιράσει τα χωριά της περιοχής με τον βασικό του αντίπαλο Mirta (Velimir Zivojinovic). Η ζωή του θα αλλάξει εντελώς όταν θα γνωρίσει καλύτερα την προγονή του Mirta, την ανήλικη Tisa (Gordana Jovanovic).
Το Συνάντησα κι Ευτυχισμένους Τσιγγάνους είναι ίσως μία από τις πρώτες ταινίες που ασχολείται ουσιαστικά με το θέμα των Ρομά και επίσης για πρώτη φορά υπάρχουν διάλογοι στην γλώσσα τους, τη Ρομανί. Άλλωστε η ταινία δεν μπορεί να κρύψει την διαφορετικότητά της, αφού είναι γυρισμένη σε μία καθαρά πολυπολιτισμική περιοχή. O διεθνής τίτλος Συνάντησα κι Ευτυχισμένους Τσιγγάνους προκύπτει από τους στίχους του ύμνου των Ρομά Gelem, Gelem.
No man’s land / Ničija zemlja (2001)
Σκηνοθέτης: Danis Tanovic
Χώρα Παραγωγής: Βοσνία
Μια εξαιρετική και πολυβραβευμένη ταινία για τον Σερβο-Βοσνιακό πόλεμο σε σκηνοθεσία του Danis Tanovic. Στην ταινία βλέπουμε κατά τη διάρκεια του πολέμου ένα Βόσνιος και ένα Σέρβος στρατιώτης να καταλήγουν απομονωμένοι σ’ ένα χαράκωμα ανάμεσα στις εχθρικές γραμμές, μπροστά τους υπάρχει ένα άλυτο πρόβλημα. Ένας τραυματισμένος κείτεται πάνω σε μια νάρκη που κανείς δεν μπορεί να απενεργοποιήσει. Για να τα καταφέρουν πρέπει να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους, έτσι ώστε να ξεφύγουν από την παράνοια του πολέμου. Τα πράγματα όμως περιπλέκονται ακόμα περισσότερο, όταν η ιστορία γίνει γνωστή στα ΜΜΕ. Τα τηλεοπτικά συνεργεία καταφθάνουν και το θέμα λαμβάνει διεθνείς διαστάσεις. Μέσα σ’ αυτόν τον απίστευτο παραλογισμό, οι δύο άντρες προσπαθούν απεγνωσμένοι να διαπραγματευτούν τις ζωές τους καθώς είναι παγιδευμένοι στη λεγόμενη «no man’s land», την «ουδέτερη ζώνη». Η ταινία πραγματοποίησε την παγκόσμια πρεμιέρα της, στο επίσημο Διαγωνιστικό Τμήμα του Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ των Καννών, όπου και απέσπασε το Βραβείο Καλύτερου Σεναρίου. Στη συνέχεια τιμήθηκε τόσο με την Χρυσή Σφαίρα, όσο και με το Όσκαρ, Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
Τα όμορφα χωριά, όμορφα καίγονται / Lepa sela lepo gore (1996)
Σκηνοθέτης: Srdjan Dragojevic
Χώρα Παραγωγής: Βοσνία
Tαινία ορόσημο στη θεματολογία του πολέμου στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Ο σκηνοθέτης παρουσιάζει τα γεγονότα, ακριβώς όπως είναι, με σκληρές σκηνές που είναι αρκετά σοκαριστικές. Στην ταινία σε σκηνοθεσία του Σριντιάν Ντραγκόγεβιτς βλέπουμε τη φιλία ενός Σέρβου και ενός μουσουλμάνου να δοκιμάζεται στον εμφύλιο πόλεμο της Βοσνίας, όταν και οι δύο συμμετέχουν σε επιχειρήσεις γενοκτονίας. Στην ταινία βλέπουμε το παράλογο του πολέμου, την φρίκη του, τις κλασικές ακρότητες που σημάδεψαν τον Γιουγκοσλαβικό Εμφύλιο, τα συνθήματα «Србија до Токија» (Σερβία μέχρι το Τόκιο) και τον σταυρό με τα τέσσερα C , το σύμβολο με τα τρία δάχτυλα, καμμένα χωριά (εξού και ο τίτλος), φιλίες να καταστρέφονται, την τραγική ειρωνεία με την σκηνή όπου η ομάδα με τους πρωταγωνιστές μας να εγκλωβίζονται εν μέσω του πολέμου στο «Τούνελ τις Ειρήνης»
Σύμφωνα με τον σκηνοθέτη ο τίτλος της ταινίας είναι παράφραση ενός εδαφίου της νουβέλας Voyage au bout de la nuit του συγγραφέα Louis-Ferdinand Céline, που περιέγραφε φλεγόμενα χωριά κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου.
Τα γυρίσματα έγιναν σε φυσικό τοπίο στο Višegrad της Bοσνίας (Σερβικός τομέας) και κάποιες σκηνές έλαβαν μέρος σε μέρη όπου είχαν γίνει πραγματικές μάχες. Όλα δεμένα με καταπληκτική μουσική και φυσικά το αξέχαστο κομμάτι «Igra rokenrol cela Jugoslavija» των Električni Orgazam.
Οικογένεια Μαθουσάλα / Maratonci trce pocasni krug (1982)
Σκηνοθέτης: Slobodan Šijan
Χώρα Παραγωγής: Γιουγκοσλαβία
Η οικογένεια Μαθουσάλα ήταν το πρώτο σενάριο που έγραψε ο 23άχρονος τότε Dusan Kovacevic. Μακάβριο, μαύρο χιούμορ, που καταλήγει σε μια πικρή σάτιρα της κοινωνίας που οδηγήθηκε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η δράση τοποθετείται στη δεκαετία του ’30, σε μια απομονωμένη μικρή πόλη της Σερβίας, στην οποία η οικογένεια έχει την επιχείρησή της, ένα γραφείο τελετών. Συναντάμε έξι γενιές της οικογένειας Topalovic, όπου ο καθένας από αυτούς χτυπάει ανηλεώς και τραμπουκίζει το γιο του. Η ταινία επικεντρώνεται στο νεότερο μέλος της οικογένειας, τον ψηλό και όχι τόσο ευφυή Mirko. Ο Mirko είναι παθιασμένος με τις ταινίες και την Cristina, η οποία παίζει πιάνο στον τοπικό κινηματογράφο και είναι κόρη του μαφιόζου Billy Python, που προμηθεύει την επιχείρηση των Topalovic με χρησιμοποιημένα φέρετρα που η συμμορία του ξεθάβει και αδειάζει. Αλλά το αφεντικό της μαφίας τον χρησιμοποιεί για να καταστρέψει τους ανταγωνιστές του, οι οποίοι δεν είναι άλλοι από τους ίδιους τους Topalovic.
Mε έναν πολύ περίεργο τρόπο, εντελώς προφητικά, από το 1982 «περιγράφεται» σχεδόν, πολύ συνοπτικά αλλά με ανατριχιαστική ακρίβεια, η τραγωδία της Γιουγκοσλαβίας που ακολούθησε.
Θεωρείται μια από τις πλέον κλασικές ταινίες που παράχθηκαν στη Γιουγκοσλαβία, και ακόμα και σήμερα θεωρείται καλτ για όλη την περιοχή.