Τα ταξίδια αποτελούν πλέον μία επιλογή που χαρίζει συναισθηματική ενθάρρυνση, ψυχική χαλάρωση αλλά και ώθηση για συνέχιση της σκληρής καθημερινότητας του καθενός! Ανακαλύψαμε κοντινούς, σχεδόν ανεξερεύνητους προορισμούς για αποδράσεις που συνδυάζουν την ομορφιά του τόπου μας και την μαγεία της φύσης σε καταπράσινες όασεις με τρεχούμενα νερά, επιβλητικά βουνά και σαγηνευτικά χωριουδάκια!
Δήμος Βελβεντού
Καταφύγιο
Το Καταφύγιο ή Καταφύγι είναι ορεινό χωριό χτισμένο σε μέσο υψόμετρο 1.450 μέτρων στις πλαγιές των Πιερίων και αποτελεί έναν από τους πιο ορεινούς οικισμούς της Ελλάδος.
Το χωριό βρίσκεται απλωμένο σ’ ένα ευρύχωρο οροπέδιο κάτω από την ψηλότερη κορφή των Πιερίων και είναι ο τόπος καταγωγής του διάσημου Ζορμπά, που έγινε γνωστός από το ομώνυμο έργο του Καζαντζάκη.
Ο επισκέπτης μπορεί να επισκεφτεί το χωριό από την πλευρά του Ελατοχωρίου Πιερίας, και μέσα από μία μαγευτική διαδρομή φτάνει κανείς στην πλατεία. Στην πλατεία, ο επισκέπτης θα δει την εκκλησία της Παναγίας, η οποία ξαναχτίστηκε και εγκαινιάστηκε το 1969 από τον τότε Μητροπολίτη Σερβίων και Κοζάνης κυρό Διονύσιο. Στην συνοικία Μαγουλάδες ή Μαγλάδες, υπάρχει η Εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και στο πίσω μέρος υπάρχει και ξενοδοχείο. Στην άλλη πλευρά του χωριού υπάρχει ο ναός του Αγίου Νικολάου, κτίσμα του 1750, και είναι ο μόνος Ναός πού δεν κάηκε από την πυρπόληση των Γερμανών, παρά τις προσπάθειές τους. Τα σημάδια από τις προσπάθειές τους να βάλουν φωτιά φαίνονται ακόμα στους τοίχους. Εκτός από αυτές, υπάρχουν και οι εκκλησίες του Προφήτου Ηλία στον μικρό λόφο με την ονομασία Καραούλι, με μια εκπληκτική θέα προς την Κοζάνη και στην λίμνη του Αλιάκμονος του Πολυφύτου. Ο γκρεμός από το Καραούλι, ονομάζεται Σκρίκα. Υπάρχει ακόμα το εκκλησάκι του Αγίου Νεκταρίου και του Αγίου Δημητρίου, όπου και το κοιμητήριο του χωριού στο οστεοφυλάκιο του οποίου φυλάγονται οστά Καταφυγιωτών, ενώ στην τοποθεσία Λιβάδια υπάρχει και ο ναός του Αγίου Αθανασίου.
Το παλιό πέτρινο δημοτικό σχολείο του χωριού από το 1985 έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο. Πρόκειται για “λιθόκτιστο κτίριο που στεγάζεται με τετράρριχτη κεραμοσκεπή στέγη. Οι όψεις του διέπονται από απόλυτη συμμετρία, ως προς το κατακόρυφο άξονα που εκφράζει και τη λειτουργία του κτίσματος”. Το σχολείο κτίστηκε τον 19ο αιω. από εισφορές των κατοίκων και διέθετε σπάνια βιβλιοθήκη με έργα Ελλήνων συγγραφέων σε εκδόσεις της Λειψίας. Σε αυτό δίδαξαν ο Άνθιμος Γαζής, ο Μπίρδης και στις αίθουσές του έγινε η πρώτη Παμακεδονική συνδιάσκεψη της ΕΠΟΝ.
Στην είσοδο του χωριού από την πλευρά του Ελατοχωρίου, συναντάμε το Στραυροδρόμι. Εκεί υπάρχει και το μνημείο, όπου τον Ιανουάριο του 1924 ο γνωστός κλέφτης Φώτης Γιαγκούλας και τα παλικάρια του σκότωσαν τον γιατρό του χωριού Οδυσσέα Νικολαΐδη, ενώ από την πλευρά του Βελβενδού, ο επισκέπτης συναντά το Αγιονέρι το οποίο μπορεί κανείς να επισκεφτεί αλλά όπως το είχαν οι παλαιοί αμίλητοι, ενώ λίγο πριν μπει κανείς στο χωριό υπάρχει το εκκλησάκι του Αγίου Διονυσίου του εν Ολύμπω, όπου κατά την ημέρα του Δεκαπενταυγούστου οι κάτοικοι ξεπροβοδίζουν τα Ιερά Λείψανα του Αγίου Διονυσίου.
Παλαιογράτσανο
Ο οικισμός Παλαιογρατσάνου , που υπάγεται διοικητικά στο Δήμο Βελβεντού, βρίσκεται στα νοτιοανατολικά σύνορα της Περιφερειακής Ενότητας Κοζάνης και απέχει 46 χιλιόμετρα από την πόλη της Κοζάνης και 9 χιλιόμετρα από την πόλη του Βελβεντού. Το Παλαιογράτσανο είναι προσβάσιμο και από την ΠΕ Πιερίας διαμέσου της κοινότητας «Φωτεινά», μια διαδρομή όπου ο δρόμος είναι μισός με χαλίκι και ο υπόλοιπος είναι ασφαλτοστρωμένος .
Ο εν λόγω οικισμός βρίσκεται «σκαρφαλωμένος» στην δυτική πλευρά του ορεινού όγκου των Πιερίων σε υψόμετρο περίπου 902 μέτρων. Φτάνοντας κανείς στο Βελβεντό και ανηφορίζοντας 9 χιλιόμετρα με προορισμό το Παλαιογράτσανο, διανύει μια διαδρομή καταπράσινη με εύφορη βλάστηση.
Πρόκειται για μια διαδρομή άφθονη σε πλατάνια, κυπαρίσσια, βελανιδιές, ακακίες, τρεχούμενα νερά , που εναλλάσσονται με ξέφωτα, από όπου μπορεί κανείς να αγναντέψει και να απολαύσει την πανοραμική θέα: την τεχνητή λίμνη του Πολυφύτου, τη μεγαλύτερη μέχρι πριν από λίγα χρόνια γέφυρα τον Βαλκανίων, τον κάμπο του Βελβεντού . Πορευόμενος κανείς τη διαδρομή προς το Παλαιογράτσανο, μπορεί να ακούσει το κελάηδισμα διαφόρων ειδών πουλιών και ακόμα, αν είναι λίγο τυχερός, να συναντήσει και κανένα κοπάδι από αγριογούρουνα , διάσπαρτα στις δασωμένες πλαγιές των Πιερίων.
Δήμος Βοΐου
Χρυσαυγή
Η Χρυσαυγή είναι ένα από τα ορεινά χωριά της επαρχίας Βοΐου. Απέχει τριάντα λεπτά από την πόλη των Γρεβενών και είκοσι λεπτά από την κωμόπολη του Τσοτυλίου. Η τοπική αρχιτεκτονική διατηρεί το παραδοσιακό ύφος, με λιθόκτιστα σπίτια κτισμένα από ντόπιους μαστόρους. Το παλιό όνομα ήταν Μιραλί, το 1927 μετονομάστηκε σε Στρογγυλόν και το 1930 πήρε το όνομα Χρυσαυγή.
Νότια του χωριού υπάρχουν σωροί από πέτρες, πιθανόν κατάλοιπα αρχαίου στρατιωτικού καταυλισμού που έλεγχε τις ορεινές διαβάσεις. Εκεί βρέθηκε και χάλκινο αγαλματίδιο της θεάς Αθηνάς, καθώς και αιχμές από δόρατα, ξίφη και μεταλλικά αγγεία. Επίσης βρέθηκαν νομίσματα των ελληνιστικών, ρωμαϊκών και βυζαντινών χρόνων.
Σε απόσταση λίγων εκατοντάδων μέτρων από το κέντρο της Χρυσαυγής, υψώνεται ένα όμορφο μονότοξο γεφύρι. Το γεφύρι αυτό, γνωστό και ως μεγάλο γεφύρι της Χρυσαυγής, ενώνει τις όχθες του Μαγεριώτικου ρέματος ή Παλιομάγερου, τα νερά του οποίου πηγάζουν από το όρος Τάλιαρος και ενώνονται με εκείνα του ποταμού Πραμόριτσα. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, το γεφύρι της Χαραυγής χτίστηκε το 1854 χάρη στην οικονομική συνδρομή ενός ληστή, του Νικολάου Ζάμπρου από το Πολυνέρι Γρεβενών.
Στην Χρυσαυγή ο επισκέπτης αξίζει να δει:
Τη γραφική πλατεία με τον πελώριο πλάτανο που φυτεύτηκε το 1902.
Την εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου και την εκκλησία του Αγίου Αθανασίου
Το υπέροχο υψηλής αισθητικής κτίσμα του σχολείου, το οποίο κατασκευάστηκε το 1918.
Τα ξωκλήσια γύρω από το χωριό φονταρισμένα μέσα σε μοναδική φυσική ομορφιά.
Στην είσοδο του χωριού εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η παλιά μονότοξη πετρογέφυρα που κτίστηκε το 1795.
Ο νερόμυλος ανακαινισμένος από το σύλλογο του χωριού, ιστορικό μνημείο με πολιτιστικό πλέον ρόλο, αφού στο εσωτερικό του λειτουργεί κατά καιρούς έκθεση φωτογραφίας.
Για να λειτουργήσει ο νερόμυλος, οι κάτοικοι το 1850 έκτισαν τη Δέση, δηλαδή τους εντυπωσιακούς καταρράκτες μήκους 25μ.
Κοντά στο νερόμυλο βρίσκεται ενα ακόμη μονότοξο γεφύρι, 15μ. μήκους και 8μ. ύψους.
Στο χωριό λειτουργούν δύο καφενεία με παραδοσιακές γεύσεις και εδέσματα και ένα παντοπωλείο
Σισάνι
Το Σισάνιο (ή Σισάνι) απέχει 55 χλμ. από την Κοζάνη και 17 χλμ. από το Καλονέρι και είναι κτισμένο στις παρυφές του όρους Σινιάτσικου, σε υψόμετρο 850 μέτρων, μέσα σε ένα θαυμάσιο καταπράσινο τοπίο.
Η ιστορία του οικισμού ξεκινά από την αρχαιότητα. Τη ρωμαϊκή περίοδο υπήρχε πόλη που άκμαζε, αφού αναφέρεται γυμναστήριο, στάδιο, διοργάνωση αγώνων. Για την αρχαία πόλη του Σισανίου, ο φιλόλογος και ιστορικός Μαργαρίτης Δήμιτσας αναφέρει: «εν τη θέση ταύτη, υπήρχε πόλις τις αρχαία, άγνωστος ημίν αλλαχόθεν. Η δε άγνωστος αυτή πόλις ήν Ελληνική, έχουσα διοργάνωσιν ομοίαν τη των εν Ελλάδι και Πελοποννήσω πόλεων».
Τους πρώτους μ.Χ. αιώνες υπήρξε έδρα Επισκοπής, με 72 χωριά και Πολιτιστικό, Διοικητικό και Θρησκευτικό κέντρο μεγάλης εθνικής σημασίας. Η έδρα της Επισκοπής μεταφέρθηκε στη Σιάτιστα μετά την καταστροφή της πόλης στα χρόνια της Τουρκοκρατίας.
Μέσα από το χωριό διέρχεται ο ποταμός Μύριχος, που εκτός από την ύδρευση των κατοίκων και την άρδευση των αγρών, εξασφαλίζει και την απαραίτητη ενέργεια για την κίνηση στις 2 «ντριστέλλες» (υδροτριβεία), όπου γίνεται η επεξεργασία της φλοκάτης, το πλύσιμο των κουβερτών κ.λπ. Το ίδιο ποτάμι εξασφάλιζε και τη λειτουργία 2 υδρόμυλων, που σήμερα δεν λειτουργούν.
Η κοιλάδα του Μύριχου ήταν, σύμφωνα με τη μαρτυρία των ιστορικών, πλούσια σε ευγενή και άλλα μεταλλεύματα, με διάσπαρτα καμίνια για την επεξεργασία τους, και εργαστήρια κατασκευής κεραμικών. Οι κάτοικοι του χωριού σήμερα ασχολούνται με την κτηνοτροφία, τη γούνα και τη γεωργία, ενώ ξακουστά είναι τα φασόλια που παράγονται στον τόπο αυτό. Στο Σισάνι μπορεί κανείς να επισκεφτεί την Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου και τις ανασκαφές του βυζαντινού ναού (Παλαιά Μητρόπολη Σισανίου).
Δήμος Κοζάνης
Αιανή
Η Αιανή είναι ένα κεφαλοχώρι με μεγάλο αρχαιολογικό και παλαιοντολογικό ενδιαφέρον, που βρίσκεται 21 χλμ. νότια της Κοζάνης. Ανασκαφές στην περιοχή έχουν φέρει στο φως σημαντικά ευρήματα για την ιστορική μελέτη της Μακεδονίας.
Ιστορική έδρα του Δήμου Κοζάνης αποτελεί έναν φιλόξενο τόπο που καλεί τον επισκέπτη να την ανακαλύψει. Στην Αιανή μπορεί κανείς να ανακαλύψει πολλές πτυχές της Ιστορίας. Μέσα από ένα ταξίδι στο χρόνο, ξεκινώντας από την προϊστορική εποχή, περνώντας από το Βυζάντιο και φτάνοντας στο σήμερα, γνωρίζουμε την Αιανή στην ολότητά της.
Πρωτεύουσα αρχαίου βασιλείου, βυζαντινή κωμόπολη και σημερινή ιστορική έδρα του Δήμου Κοζάνης, η Αιανή έχει μία διαρκή παρουσία στον χώρο και στον χρόνο. Το μαρτυρεί και το όνομά της.
Στον αρχαιολογικό χώρο μπορεί κανείς να δει ερείπια κατοικιών, δημόσιων κτηρίων, καθώς και το εντυπωσιακό νεκροταφείο της πόλης, ενώ τα κινητά ευρήματα που αποτυπώνουν όλη την ιστορία και τη σημασία του τόπου, από την Εποχή του Χαλκού μέχρι τα ρωμαϊκά χρόνια, εκτίθενται στο σύγχρονο Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής.
Το έθιμο των Λαζαρίνων
Οι «Λαζαρίνες της Αιανής» είναι παλαιότατο έθιμο κατά το τριήμερο (Παρασκευή, Σάββατο του Λαζάρου και Κυριακή των Βαΐων). Στο διάστημα αυτό γυναίκες συμμετέχουν σε διάφορα δρώμενα με κορυφαίο το «Τσιντζιρό» των Λαζαρίνων, τον τρανό χορό το Σάββατο του Λαζάρου. Τις εκδηλώσεις παρακολουθεί μεγάλος αριθμός πολιτών από την Αιανή και την ευρύτερη περιοχή της Κοζάνης και της Δυτικής Μακεδονίας. Πολλοί μελετητές το συνδέουν το έθιμο των Λαζαρίνων με την ανάσταση της φύσης και συμπεραίνουν ότι παραπέμπει στην προχριστιανική αντίληψη για τον θάνατο και την αναγέννηση της φύσης (πρβλ. τον μύθο της Δήμητρας και της Περσεφόνης). Άλλοι, επίσης, συνδέουν τις Λαζαρίνες με την εθνική παλιγγενεσία και την προσδοκία για απελευθέρωση του γένους (και συνεπώς την «ανάστασή» του). Βέβαια, το έθιμο των Λαζαρίνων με διάφορες παραλλαγές υφίστατο σε πολλές περιοχές της Ελλάδας και της Κάτω Ιταλίας (Μεγάλη Ελλάδα) μέχρι τα νεότερα χρόνια.
Σας προτείνουμε να επισκεφθείτε:
Αρχαιολογικούς χώρους – Μεγάλη Ράχη & Λειβάδια
Γνωριμία με την αρχαία Αιανή, τη σημαντικότερη πόλη του αρχαίου βασιλείου της Ελίμειας και την αρχαία Νεκρόπολη με τους εντυπωσιακούς Βασιλικούς τάφους
Αρχαιολογικό Μουσείο Αιανής
Ένα εντυπωσιακό μουσείο 1.000 τ.μ που σε καλεί να κάνεις μία αναδρομή στην ιστορία
Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην κεντρική πλατεία Αιανής. Η Παναγία της Αιανής στέκει στην πλατεία από το 1100 μ.χ
Γέφυρα Αιανής Ρυμνίου & Πλατανόδασος
Σπάρτο
Το Σπάρτο είναι χωριό της περιφερειακής ενότητας Κοζάνης. Πριν το 1925 ονομαζόταν Σαρτακλί. Το Σπάρτο βρίσκεται στη περιοχή Τσιαρτσιαμπά κοντά στη λίμνη του Πολυφύτου. Με το Πρόγραμμα Καποδίστριας αποτέλεσε δημοτικό διαμέρισμα του Δήμου Ελιμείας. Με το Πρόγραμμα Καλλικράτης, ο Δήμος Ελιμείας συνενώθηκε με άλλους δήμους στο Δήμο Κοζάνης, του οποίου το Σπάρτο αποτελεί πλέον τοπική κοινότητα.
Σύμφωνα με τον Κ. Γουναρόπουλο, το έτος 1872 στο Σπάρτο υπήρχαν 80 σπίτια Τούρκων γεωργών. Το 1923 εγκαταστάθηκαν στο χωριό περί τις 80 οικογένειες Ποντίων προσφύγων, στους οποίους δόθηκαν σπίτια και αγροκτήματα. Το 1944 το μισό χωριό κάηκε στον Εμφύλιο Πόλεμο από τους κομμουνιστές και κάηκε εκ νέου, αλλά όλο, περί τις αρχές του 1946 πάλι από τους κομμουνιστές. Στην απογραφή του 2001 αριθμούσε 151 κατοίκους. Είναι γεωργικό χωριό με κύριες καλλιέργειες τα σιτηρά, τα καπνά κλπ. Στο χωριό δε λειτουργεί σχολείο, καθώς οι νέοι έχουν μετακινηθεί στα αστικά κέντρα. Ο ναός της ενορίας είναι ο αφιερωμένος στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου.
Το 1944 το μισό χωριό κάηκε από τους Γερμανούς και κάηκε εκ νέου αλλά όλο περί τα τέλη του 1946 από τους κομμουνιστές. Ο ναός της ενορίας είναι ο “Ευαγγελισμός της Θεοτόκου”, κτίσθηκε το 1978 αλλά μετά τον σεισμό του 1995 κρίθηκε ακατάλληλος και έκτοτε παραμένει κλειστός.
Δήμος Εορδαίας
Βλάστη
Γνωστό βλαχοχώρι, σε υψόμετρο 1.240 μ. σε κλειστό οροπέδιο ανάμεσα στις πλαγιές των βουνών Άσκιο (ή Σινιάτσικο) και Μουρίκι. Είτε πάτε από την Κοζάνη (52 χλμ.) είτε από την Πτολεμαΐδα (24 χλμ.), η διαδρομή είναι μαγευτική. Τριγυρισμένη από ορεινά λιβάδια με κέδρους, δάση οξιάς και βελανιδιάς και αναδασώσεις με πεύκα, είναι ένα από τα πιο όμορφα χωριά της Περιφέρειας Κοζάνης, με αναπαλαιωμένα σπίτια και αρχοντικά, γραφικά καλντερίμια, ταβέρνες, ξενώνες, παραδοσιακό καφενείο και μαγαζιά.
Το 19ο αιώνα γνώρισε μεγάλη οικονομική και πολιτιστική ακμή, οι κάτοικοί του είχαν τα μεγαλύτερα τσελιγκάτα της Μακεδονίας, ενώ το 1843 λειτούργησε η Ελληνική και Αλληλοδιδακτική Σχολή (Aρρεναγωγείο) και το 1856 το Παρθεναγωγείο. Τα τελευταία χρόνια γνωρίζει νέα άνθηση, αφού οι κάτοικοι επιστρέφουν κυρίως το καλοκαίρι, οπότε και ο πληθυσμός φθάνει στους 2.000, ενώ αναστυλώνονται σπίτια, επαναφέρονται έθιμα και οργανώνονται σημαντικές εκδηλώσεις με πανελλήνια απήχηση. Στις ταβερνούλες του θα απολαύσετε κρεατικά (γουρουνόπουλο ψητό, της ώρας) αλλά και πίτες.
Σιδηροχώρι
Το Σιδηροχώρι είναι χτισμένο σε υψόμετρο 1.060 μέτρων στις πλαγιές του βουνού Βέρνο (γνωστό και ως Βίτσι), κάτι που το τοποθετεί ανάμεσα στους πιο ορεινούς οικισμούς σε όλη τη Μακεδονία. Πρόκειται για ένα χωριό με μόλις 150 κατοίκους (σύμφωνα με την απογραφή του 2011), το οποίο είναι πολύ εύκολα προσβάσιμο από την Καστοριά, καθώς απέχει μόνο 9 χιλιόμετρα. Με αυτοκίνητο χρειάζεστε περίπου 20 λεπτά για να φτάσετε εκεί.
Αν και μικρό, βρίσκεται σε μια περιοχή με πλούσια ιστορία κι έχει παίξει και το ίδιο ρόλο σε διάφορα κομβικά γεγονότα του 20ου αιώνα, τα ίχνη των οποίων εξακολουθούν να είναι διακριτά στον σημερινό επισκέπτη. Αυτός είναι άλλωστε κι ένας από τους λόγους που το διάλεξε για γυρίσματα ο Παντελής Βούλγαρης –ανάμεσα βέβαια σε κάμποσα ακόμα χωριά της Δυτικής Μακεδονίας– όταν έφτιαχνε τη γνωστή ταινία «Ψυχή Βαθιά», πραγματευόμενος τον Ελληνικό Εμφύλιο Πόλεμο.
4 πράγματα που αξίζει να κάνετε, αν βρεθείτε στο Σιδηροχώρι
Οπωσδήποτε, αυτό που κυριαρχεί στο Σιδηροχώρι είναι η θέα την οποία διαθέτει προς τη λίμνη της Καστοριάς –είναι άλλωστε και ο κύριος λόγος που πολλοί έρχονται για εκδρομή. Υπάρχουν ωστόσο και μερικά άλλα πράγματα που αξίζει να δείτε, εάν βρεθείτε στην περιοχή του.
Περιηγηθείτε στο ίδιο το χωριό
Το φυσικό τοπίο είναι χαρακτηριστικό της ορεινής ομορφιάς της Δυτικής Μακεδονίας, προσφέροντας λιβάδια, αλλά και πανύψηλες βελανιδιές. Συστήνεται ωστόσο να περπατήσετε και το ίδιο το χωριό, το οποίο διαθέτει προσεγμένα λιθόστρωτα δρομάκια και αναπαλαιωμένα πέτρινα σπίτια. Υπάρχουν βέβαια και κάποιες οικίες που στέκουν κατεστραμμένες, ως σιωπηλοί μάρτυρες των χρόνων του Ελληνικού Εμφυλίου.
Δείτε τα αρχαία και μεσαιωνικά ερείπια του Λογγά
Δεν σώζονται πολλά πράγματα από το απώτερο παρελθόν του Σιδηροχωρίου, εντούτοις ο σημερινός επισκέπτης μπορεί να δει το τείχος του μεσαιωνικού κάστρου (με τα ρωμαϊκά θεμέλια), το οποίο διατηρεί ένα ύψος 1,70 μέτρων (από τα περίπου 3 που υπολογίζουμε πως είχε). Η κλίση του προς τα μέσα είναι χαρακτηριστική και αποσκοπούσε στην αποτελεσματικότερη άμυνα. Στο νοτιοανατολικό άκρο θα βρείτε και τα ερείπια βυζαντινής εκκλησίας –μιας μικρής βασιλικής με περίβολο.
Δείτε τον Άγιο Νικόλαο
Στέκοντας στο χωριό από το 1813, η εκκλησία του Αγίου Νικολάου έχει ανακηρυχθεί και επισήμως μνημείο. Πρόκειται για τρίκλιτη βασιλική με νάρθηκα, γυναικωνίτη και τριώροφο κωδωνοστάσιο, που αποτελεί δείγμα της μεταβυζαντινής αρχιτεκτονικής και αισθητικής.
Ανεβείτε στην κορυφή του Μπίκοβικ
Μέρος του βουνού Βέρνο –που μας είναι πιο γνωστό ως Βίτσι– το Μπίκοβικ ή αλλιώς Καζάνι ανήκει στις νοτιότερες κορυφές του και αποτέλεσε τόπο μαχών κατά τη διάρκεια του Ελληνικού Εμφυλίου (η κορυφή αποναρκοθετήθηκε πλήρως από τον στρατό το 1990), ωθώντας έτσι τον Παντελή Βούλγαρη να έρθει στο Σιδηροχώρι για μερικά γυρίσματα της ταινίας «Ψυχή Βαθιά».
Δήμος Καστοριάς
Μαυροχώρι
Το Μαυροχώρι είναι χωριό του δήμου Καστοριάς, της Περιφερειακής Ενότητας Καστοριάς. Βρίσκεται στην ανατολική ακτή της λίμνης Ορεστιάδας απέναντι από την πόλη της Καστοριάς. Είναι ενωμένη οικιστικά με τη βορειότερη Πολυκάρπη με την οποία χωρίζεται από τον ποταμό Ξηροπόταμο. Το χωριό υπάρχει ήδη από το 1380. Στα τέλη του 15ου αιώνα το χωριό εμφανίζεται ως “Μαύροβο” με πληθυσμό 178 οικογένειες (περίπου 1.780 άνθρωποι). Το 18ο αιώνα, η εμποροπανήγυρη του Μαυρόβου ήταν ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα που συνέβαινε στην προεπαναστατική Ελλάδα. Οι κάτοικοί του ήταν κυρίως χριστιανοί και δευτερευόντως μουσουλμάνοι, ενώ λειτουργούσε ελληνικό και οθωμανικό σχολείο. Οι χριστιανοί ήταν δίγλωσσοι (ελληνικά/σλαβικά) και συμμετείχαν στο Μακεδονικό Αγώνα. Κυριότεροι Μαυροβίτες Μακεδονομάχοι ήταν ο οπλαρχηγός Κωνσταντίνος Παπασταύρου, ο Χρυσός Μπίβουλας, ο Θωμάς Ράντζος και ο Κωνσταντίνος Ταραβάνης. Μετά τη συνθήκη της Λωζάνης οι μουσουλμάνοι κάτοικοι του χωριού προσέφυγαν στην Τουρκία, ενώ εγκαταστάθηκαν και ορισμένες οικογένειες Ελλήνων προσφύγων.
Πρόκειται για ένα ήσυχο χωριό που διαθέτει λίγα ενοικιαζόμενα δωμάτια για όσους επιθυμούν ήσυχες διακοπές.
Στο Μαυροχώρι διοργανώνεται λαϊκό πανηγύρι με πολιτιστικές εκδηλώσεις από τις 13 έως τις 15 Αυγούστου. Επίσης, κάθε Σεπτέμβρη πραγματοποιείται Εμποροπανήγυρη το οποίο αποτελεί πόλο έλξης για τους επισκέπτες της Καστοριάς αλλά και για τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής.
Κορέστεια
Στον οδικό άξονα που συνδέει την Καστοριά με τις Πρέσπες ξεκινάει ένα οδοιπορικό στον χρόνο, ανάμεσα σε μια συστάδα ορεινών οικισμών, που παρουσιάζουν έντονο αρχιτεκτονικό και πολιτισμικό ενδιαφέρον. Το όνομα αυτών, Κορέστεια, γνωστά και ως «πλίνθινα χωριά», τα οποία απλώνονται σε οροπέδιο που εκτείνεται δυτικά του όρους Βέρνον (Βίτσι) και ανατολικά του όρους Τρικλάριον (Μάλι Μάδι). Η ονομασία αποτελεί παραφθορά του αρχαίου ονόματος της περιοχής, η οποία καλείτο Ορεστίς, από τους πρώτους κατοίκους της, που εγκαταστάθηκαν τη 2η χιλιετία π.Χ.
Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική των χωριών είναι ιδιαίτερη για την περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας. Τα παλαιά σπίτια είναι κατασκευασμένα με πλίνθους με κοκκινόχωμα και άχυρο, που δίνουν το κοκκινωπό χρώμα στο τοπίο της περιοχής. Ο τρόπος κατασκευής των σπιτιών διατηρήθηκε έως τα μέσα του 20ου αιώνα και έπειτα εγκαταλείφθηκε. Τα τελευταία χρόνια μελετάται η ένταξη των οικισμών της δημοτικής ενότητας Κορεστίων σε καθεστώς προστασίας, από την Εφορεία Νεώτερων Μνημείων Κεντρικής Μακεδονίας. Το μοναδικό μέχρι σήμερα χαρακτηρισμένο από το Υπουργείο Πολιτισμού ιστορικό και διατηρητέο κτήριο της περιοχής, είναι το σπίτι όπου σκοτώθηκε ο ήρωας του Μακεδονικού Αγώνα Παύλος Μελάς, το οποίο λειτουργεί σήμερα ως μουσείο Παύλου Μελά.
Η Κρανιώνα αποτέλεσε ιδανικό σκηνικό για τον σκηνοθέτη Παντελή Βούλγαρη στην ταινία του «Ψυχή Βαθιά», ενώ τοπία των Κορεστείων έχουν αποτελέσει το σκηνικό κινηματογραφικών ταινιών, όπως το «Παύλος Μελάς» του Φίλιππου Φυλακτού, «Τζέιμς Μποντ: Για τα μάτια σου μόνο» και «Το Μετέωρο Βήµα του Πελαργού», του Θόδωρου Αγγελόπουλου.
Δήμος Γρεβενών
Σαμαρίνα
Η Αλπική πρωτεύουσα της Πίνδου, ή αλλιώς, η (Ωραία) Σαμαρίνα, στέκει χτισμένη στις πλαγιές του όρους Σμόλικα, περίπου στα 1.550 μέτρα. Το υψόμετρο προκαλεί ζάλη και η λεπτομέρεια πως η Σαμαρίνα αποτελεί το πιο ψηλό χωριό, όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και των Βαλκανίων, δικαίως προκαλεί δέος στους επισκέπτες. Η όμορφη Σαμαρίνα είναι «πνιγμένη» στα δάση οξιάς και πεύκου, με τα πολλά γεφύρια και τα τρεχούμενα νερά να κάνουν το τοπίο ακόμα πιο παραδοσιακό και ιδιαίτερο.
Η απόσταση που χωρίζει το χωριό από τα Γρεβενά ανέρχεται στα 52 χιλιόμετρα. Όσο για το Χιονοδρομικό Κέντρο της Βασιλίτσας; Είναι μόλις 15 χιλιόμετρα μακριά, γεγονός που καθιστά την επιλογή της Σαμαρίνας ως βάση για τις χειμερινές εξορμήσεις μας ακόμα πιο δελεαστική.
Στο διάσημο βλαχοχώρι, ο χειμώνας είναι βαρύς και κυλά πολύ αργά. Με περισσότερους από έξι μήνες χιόνι ,δηλαδή, δεν θα μπορούσε τίποτα να… τρέχει και πάρα πολύ γρήγορα. Μια εκδρομή στο ιστορικό χωριό θα σου προσφέρεις εκτός από φοβερές εικόνες και αξέχαστες εμπειρίες. Εκεί τα τζάκια καίνε από το πρωί έως το βράδυ και το κατάλευκο χιόνι σκεπάζει τις σκεπές των σπιτιών από τις αρχές του χειμώνα μέχρι τα μέσα σχεδόν της άνοιξης.
Οι δριστέλες
Οι κάτοικοι της Σαμαρίνας ασχολούνται με τον τουρισμό, την υλοτομία και την κτηνοτροφία, ενώ οι γυναίκες, υφαίνουν χοντρά υφάσματα, χαλιά και κουβέρτες. Οι διάσημες δριστέλες, ή αλλιώς τα «φυσικά πλυντήρια», που εμφανίστηκαν για πρώτη φορά τον 19ο αιώνα να πλένουν τα ρούχα με τη βοήθεια της ηλεκτρικής ενέργειας, υπάρχουν μέχρι σήμερα και μας γυρνούν πολλά πολλά χρόνια πίσω. Οι δριστέλες ανήκουν στην κοινότητα του χωριού και είναι φτιαγμένες από ξύλο λευκόδερμης πεύκης ενώ είναι ενταγμένες σε ευρωπαϊκό πρόγραμμα για να εξασφαλίζεται η συντήρησή τους.
Καλλονή
Αγγίζει τα 1.000 μέτρα υψόμετρο και βρίσκεται μέσα σε ένα καταπράσινο και πανέμορφο τοπίο. Αυτό που το κάνει ξεχωριστό είναι η αρχιτεκτονική του.
Ένα από τα ωραιότερα ορεινά χωριά των Γρεβενών που μπορεί άνετα να παινεύεται για το κάλλος της, καθώς σπίτια και καλντερίμια είναι πετρόκτιστα, διατηρώντας την αρχιτεκτονική παράδοση του παρελθόντος. Μάλιστα οι πρώτες εικόνες που αντικρίζει ο επισκέπτης του θυμίζουν εύκολα κινηματογραφικό σκηνικό! Οι ντόπιοι αγαπούν ιδιαίτερα το χωριό τους και το φροντίζουν σαν τα μάτια τους. Μάλιστα έχουν δημιουργήσει ένα λαογραφικό μουσείο με παλιά αντικείμενα και εργαλεία, που προσφέρει τη δυνατότητα στους επισκέπτες να γνωρίσουν καλύτερα την παράδοση και τον πολιτισμό του τόπου.
Ένα από τα σημαντικά θρησκευτικά αξιοθέατα του χωριού είναι επίσης η εκκλησία του Αγίου Νικολάου η οποία χτίστηκε το 1864 και έχει σπάνιες αγιογραφίες. Παρά το μικρό του μέγεθος, το χωριό έχει κατοίκους που το αγαπούν και αυτό φαίνεται στις λεπτομέρειες. Αυτό που μας κέντρισε το ενδιαφέρον είναι πόση σημασία δίνουν στην τέχνη και την παράδοσή τους. Έχουν, λοιπόν, δημιουργήσει ένα λαογραφικό μουσείο με παλιά αντικείμενα και εργαλεία. Παρόμοια αγάπη για την τέχνη είχαμε συναντήσει και μας είχε εντυπωσιάσει στο χωριό Ελληνικό Ιωαννίνων. Τυχεροί είναι όσου βρεθούν στο πανηγύρι του Προφήτη Ηλία τον Ιούλιο ή την περίοδο της αποκριάς, και δουν πως αναβιώνουν οι ντόπιοι τα ήθη και τα έθιμα.
Έχει ενδιαφέρον: Μέσα στο χωριό υπάρχει η εκκλησία του Αγίου Νικολάου, που χτίστηκε το 1864 και έχει σπάνιες αγιογραφίες.
Οι ντόπιοι αγαπούν το χωριό τους πολύ και για αυτό έχουν δημιουργήσει ένα λαογραφικό μουσείο με παλιά αντικείμενα και εργαλεία. Είναι επισκέψιμο τους καλοκαιρινούς μήνες.
Τι να δοκιμάσουμε: Στα χωριά των Γρεβενών πολλά είναι παραδοσιακά προϊόντα που θα βρείτε. Ξεχωρίζουν τα μανιτάρια, τυριά όπως το ανεβατό και το κεφαλοτύρι, χειροποίητα ζυμαρικά και σπιτικά γλυκά του κουταλιού.