Μεταφορά της ζωής του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν σε θεατρικό κείμενο από την Λίλα Κύρου.
__________
Άντερσεν: Είμαι ο Χανς Κρίστιαν , γεννήθηκα σε μια πόλη της Δανίας , στο Όδενσε στις 2 Απριλίου 1805. Η οικογένεια μου ήταν πολύ φτωχή, η μητέρα μου ήταν πλύστρα και ο πατέρας μου έφτιαχνε παπούτσια.
Πατέρας: Γιε μου δεν ξέρω αν ακολουθήσεις τη δική μου τέχνη, μα ό,τι και να κάνεις, να το κάνεις με αγάπη και μεράκι!
Άντερσεν: Δεν έγινα τελικά παπουτσής, αυτό που κληρονόμησα από τον πατέρα μου ήταν η τέχνη να φτιάχνω ιστορίες, με επηρέασε τόσο βαθιά ο ρομαντισμός του και η μεγάλη φαντασίαπου διέθετε, πράγμα που καθόρισε όλη τη ζωή μου. Πρώτη φορά πήγαμε μαζί θέατρο, αργότερα ο πατέρας μου έφτιαξε κουκλοθέατρο, μαριονέτες και μοναχός μου έστηνα ολόκληρες παραστάσεις με δικές μου ιδέες.
Η μάνα μου ήταν μεγαλόσωμη και δυνατή γυναίκα, αναγκάστηκε να ξενοπλένει από τότε που έφυγε ο πατέρας από τη ζωή.
Μάνα: Κούραση όλη μέρα για ένα κομμάτι ψωμί! Αχ! Αν δε μας παρατούσε ο πατέρας σου θα ΄ταν καλύτερα τα πράγματα… Δε μ΄ άκουσε, δε μ΄ άκουσε, έψαχνε για νέες περιπέτειες, τι περιπέτεια να ‘ναι ο πόλεμος;
Πατέρας: Φεύγω… Έχω χρέος προς την πατρίδα και οφείλω να την υπερασπίσω.
Άντερσεν: Ο πατέρας μου επέστρεψε μετά από δυο χρόνια, φανερά εξαντλημένος, καταπονημένος. Μετά από λίγο μας άφησε και η μάνα μου ξαναπαντρεύτηκε, γεγονός που μ΄ έκανε να κλειστώ ακόμη περισσότερο στον εαυτό μου. Μοναδική μου διέξοδος οι βόλτες μου στις όχθες του ποταμού και οι επισκέψεις μου στο γηροκομείο να δω τη γιαγιά μου. Συναντούσα γριούλες, η καθεμιά είχε τη δική της ιστορία, ώρες περνούσα μαζί τους, μου ‘διναν τροφή να πλάθω τις δικές μου. Η έμπνευση μου είχε πολλές πηγές, αναμνήσεις από την παιδική ηλικία, οι εμπειρίες από ταξίδια, καταγραφές από την καθημερινή ζωή.
Μάνα: Καλές οι ιστορίες και τα παραμύθια αλλά αυτά δε θα σου δώσουν να φας. Μάθε μια τέχνη αγόρι μου, μεγάλωσες πια , έφθασες σχεδόν 15 .
Άντερσεν: Τα όνειρα μου με κρατούν ζωντανό, δεν υποχωρώ, όσες δυσκολίες και να έρθουν, να το θυμάστε εγώ μια μέρα θα πραγματοποιήσω το όνειρο μου και θα γίνω διάσημος!
Μάνα: Αχ! Ξεροκέφαλος σαν τον πατέρα σου… Τι να πω η κακομοίρα; Στο καλό αγόρι μου…
Άντερσεν: Αντίο μάνα, αντίο γιαγιά, τα όνειρα μου με καρτερούν στην Κοπεγχάγη και γω πρέπει να τα ακολουθήσω… Η αγάπη μου για το θέατρο και η καλή μου φωνή με βοήθησαν κι έγινα δεκτός ως μαθητευόμενος σ΄ ένα θέατρο της πρωτεύουσας. Μια μέρα όμως αρρώστησα, έχασα τη φωνή μου και απολύθηκα μετά από δυο χρόνια. Φτωχός, δίχως να ξέρω καμιά τέχνη, χωρίς καμιά βοήθεια από κανένα συγγενή, θα ΄πρεπε κανονικά να ΄χα χαθεί… Αλλά ξέρετε είχα μια παράξενη αυτοπεποίθηση, τόσο παράξενη που έκανε κάποιους ανθρώπους να με προσέξουν όπως ο γενικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου , ο Jonas Collin.
Τζόνας Κόλιν.: Χανς είσαι ένας θαυμάσιος νεαρός που διαθέτει κάτι δυσεύρετο, μια σπάνια τόλμη, θα πας μπροστά νεαρέ μου!
Άντερσεν: Στην ηλικία των 18, ο κ. Κόλιν φρόντισε να πάω σχολείο. Τα πράγματα εκεί κι αν ήταν δύσκολα! Αισθανόμουν τόσο άσχημα, οι συμμαθητές μου ήταν μικρότερης ηλικίας. Με θεωρούσαν περίεργο, αλλόκοτο, παράξενο, ένιωθα σαν το ασχημόπαπο που το πείραζαν, κορόιδευαν, το έσπρωχναν γιατί απλά ήμουν διαφορετικός!
Αλλαγή σκηνικού, παραμύθι « Το ασχημόπαπο»
Παπάκι 1: Πως είσαι έτσι;
Παπάκι 2: Γιατί είσαι έτσι; Δεν ταιριάζεις εδώ;
Παπάκι 1: Είσαι πολύ άσχημος!
Άντερσεν: Δεν είμαι άσχημος, είμαι απλά διαφορετικός από σας.
Παπάκι 2: Ακριβώς! Αυτήν η διαφορετικότητα σου σε κάνει κακάσχημο!
Παπάκι 1: Να φύγεις από δω! Δε σε θέλουμε!
Άντερσεν: Θα φύγω… Μάλιστα έχω τη φαντασία μου και τις ιδέες μου παρέα!
Παπάκι 2: Εγώ μόνο εσένα βλέπω εδώ πέρα!
Παπάκι 1: Νέους φίλους απέκτησες;
Παπάκι 2: Ωχ! Λες αυτήν η φαντασία να είναι κολλητική; Να φύγεις, να φύγεις!
Άντερσεν: Έφυγα στεναχωρημένος, πικραμένος, πήδηξα τον μαντρότοιχο, μόνος. Πόσο χειρότερα θα ΄ναι στον έξω κόσμο;
Δυσκολεύτηκα πολύ, κυνηγοί και σκυλιά με κυνήγησαν, μια κοντοποδαρούσα κότα κι ένας γάτος γεμάτος με ψύλλους με έδιωξαν από ένα σπίτι που πίστευα θα βρω μια γωνιά. Χειμώνας, πείνα, κρύο, ατέλειωτες κοροϊδίες, ώσπου ήρθε η άνοιξη και ξεπρόβαλα από τη φωλιά μου. Το πρώτο πράγμα που αντίκρισα μπροστά μου ήταν τρεις κύκνοι.
Κύκνος: Είσαι πολύ όμορφος, έλα έλα μαζί μας!
Άντερσεν: Εγώ όμορφος; Μη με κοροϊδεύετε!
Κύκνος: Είσαι αδελφός μας, είσαι πολύ όμορφος, κοίτα τον εαυτό σου στη λίμνη!
Άντερσεν: Μα πως; Πως έγινε αυτό;
Κύκνος: Είσαι ένας κύκνος! Άνοιξε τα άσπρα φτερά σου και πέτα ψηλά!
Αλλαγή σκηνικού
Τζόνας Κόλιν: Χανς άνοιξε τα φτερά σου, θα γίνεις σπουδαίος, πιστεύω σε σένα!
Άντερσεν: Όταν έγινα 25 χρονών τελείωσα το σχολείο και αφοσιώθηκα στο γράψιμο. Έγραψα ποιήματα, οι ποιητικές μου συλλογές έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη δανέζικη λογοτεχνία.
Στα 26 μου έκανα το πρώτο μου ταξίδι στη Βόρεια Γερμανία, “τα ταξίδια είναι ζωή”,ταξίδεψα σε πολλές χώρες, από τη Μεσόγειο μέχρι τον Βορρά, επισκέφτηκα την Ιταλία,την Ελλάδα, την Τουρκία, την Ελβετία. Το τοπίο της Ελβετίας μ’ εντυπωσίασε τόσο πολύ που έπειτα έγραψα τη “ Μικρή γοργόνα”. Στην Αγγλία είχα την τύχη να γνωρίσω τον Κάρολο Ντίκενς. Δεν παντρεύτηκα ποτέ. Στα 30 μου εκδόθηκε το πρώτο μου βιβλίο με παραμύθια.
Έγραψα πολλά μυθιστορήματα, θεατρικά έργα. Όλοι βέβαια με γνωρίζετε από τα παραμύθια μου.
Η Βασιλική Οικογένεια με παρασημοφόρησε και με τίμησαν με πολλά διπλώματα. Η πόλη μου, το Όδενσε φωταγωγήθηκε και έκανε ειδική πομπή προς τιμή μου. Σήμερα το σπίτι μου μετατράπηκε σε μουσείο και πλήθος κόσμου το επισκέπτεται.
Ο αριθμός των παραμυθιών συνολικά ήταν 168, μεταφράστηκαν σχεδόν σ΄ όλες τις γλώσσες.
Ακούστε, δείτε γύρω σας, κάθε στοιχείο της φύσης, κάθε ζώο, κάθε λουλούδι είναι πρόθυμα να σας διηγηθούν από κάτι, αυτό που χρειάζεστε είναι χαρτί και μολύβι.
Και σήμερα με τιμάτε γιορτάζοντας τη γενέθλια μου μέρα 2 Απριλίου ως Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου.
Παραμύθια: Το ασχημόπαπο. Το κοριτσάκι με τα σπίρτα. Τα καινούρια ρούχα του βασιλιά.
Ο μολυβένιος στρατιώτης. Η μικρή γοργόνα. Ο τοσοδούλα. Το αηδόνι. Τα κόκκινα παπούτσια. Το ιπτάμενο μπαούλο. Το βουνό των ξωτικών. Το παλιό φανάρι. Ο χοιροβοσκός.