Α, υπέροχες νύχτες του Ιουλίου με τα μαντολίνα των τζιτζικιών και των γρύλων – έλεγε, – το φωταγωγημένο βαποράκι της κωλοφωτιάς, αγκυροβολημένο στο παλιό τζάκι της καλύβας,η καλύβα στα καλάμια της ακροποταμιάς –δε σου ζητούν αποδείξεις, οι φλέβες του νερού κάτω απ’ το χώμα δίχως ερώτηση, υπάρχουμε, μεγάλοι κύκλοι δροσιάς στην πυρωμένη έκταση της θερινής νύχτας, τ’ αλώνια με τα άλογα μετέωρα, οι θεριστάδες κοιμισμένοι στις θημωνιές, τα κορίτσια ξύπνια, η αψάδα του αμπελιού γλείφοντας τη γλώσσα της, το σκυλί του κυνηγού κοιτάζοντας το φεγγάρι.
Ο μικρός ακούρευτος βοσκός ένιωσε μονομιάς την ευγένεια των ζώων και των άστρων, τη ζέστα του μαλλιού, τη δροσιά του νερού, το χέρι που έλειπε απ’ τη μέση του, τη μεγάλη απουσία εκείνου που δεν ήξερε πως περίμενε, έφτιαξε με θυμάρι μια στρωμνή για δύο και ξάπλωσε μόνος,σε λίγο σηκώθηκε κ’ έκλαψε στο λαιμό του κριαριού του, (μαζί κλάψαμε, για άλλο ο καθένας), κλαίγανε και τα πρόβατα στην ασημένια νύχτα. Άγνωστη γνώση, γνώση του σώματος, άγνωστο σώμα.
Γ. Ρίτσος, «Υπέροχες Νύχτες του Ιουλίου» (Ποιήματα, ΙΙΙ, εκδ. Κέδρος). Ο Γιάννης Ρίτσος (1 Μαΐου 1909-11 Νοεμβρίου 1990) ήταν Έλληνας ποιητής. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της νεότερης ελληνικής ποίησης. Δημοσίευσε πάνω από εκατό ποιητικές συλλογές και συνθέσεις, εννέα μυθιστορήματα, τέσσερα θεατρικά έργα, μελέτες, μεταφράσεις, χρονογραφήματα. Το 1968 προτάθηκε για το βραβείο Νομπέλ, το οποίο δεν πήρε, διότι θεωρήθηκε στρατευμένος ποιητής (δηλαδή ήταν μέλος του ΚΚΕ). Το 1975 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίoυ Θεσσαλονίκης και το 1977 τιμήθηκε με το Βραβείο Ειρήνης Λένιν. Άλλα σημαντικά βραβεία που απέσπασε είναι το Μέγα Διεθνές Βραβείο Ποίησης (Βέλγιο, 1972) και το Πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το έργο του, Η Σονάτα του Σεληνόφωτος (1956).