Ελληνική Μυθολογία, Θεογονία Ησιόδου.
Συγγραφέας και επόπτης Ιωάννης Κακριδής,
Εκδοτική ΑθηνώνΟι Πρώτοι Θεοί
Πρώτα έγινε το Χάος, κι από λίγα έπειτα η πλατιά η Γη, για πάντα έδρα όλων ασφαλής των
αθάνατων, που έχουν τις κορφές του Ολύμπου, κι ο πανέμορφος ο Έρως μέσα στους
αθάνατους, που τα μέλη λύνει όλων και ανθρώπων και θεών και δαμάζει μες στα στήθη μου και
φρόνιμη βουλή.
Απο το Χάος μαύρη Νύχτα κι Έρεβος γεννήθηκαν, κι απο τη Νύχτα ο Αιθέρας και η Ημέρα
γίνηκαν, που τους γέννησε του Ερέβους, μ’ έρωτα σαν έσμιξε.
Η Νύχτα γέννησε ακόμα τον Ύπνο και τον Θάνατο, τις Μοίρες και τη Νέμεση, την Απάτη και την
Έριδα. Της Έριδας παιδιά είναι ο Πόνος, η Λήθη, ο Λιμός, οι Μάχες, οι Φόνοι, η Δυσκολία και ο
Όρκος.
Και η Γη γέννησε πρώτα τον αστέρινο Ουρανό, ίσο με τον εαυτό της, να τη σκέπει ολόγυρα κι
έδρα των θεών να είναι ασφαλής παντοτινά. Γέννησε τα μακρά Όρη, τα λημέρια της χαράς των
Νυμφών, που κατοικούνε μέσα στα φαράγγια τους. Αυτή γέννησε ακόμα τ΄’ άπατο το πέλαγος,
φουσκωμένο και τον Πόντο, δίχως πόθο ερωτικό. Κι έπειτα από τούτα πάλι, όταν με τον Ουρανό
πλάγιασε, γεννά στον κόσμο τον βαθύν Ωκεανό, τον Ιαπετό, τον Κοίο, Κρείο κι Υπερίωνα, Θεία,
Ρέα, Μνημοσύνη και μέσα τη Θέμιδα, χρυσοστέφανη τη Φοίβη, την Τηθύ την ποθητή. Και μ'
αυτούς στερνός ο Κρόνος εγεννήθη ο πονηρός, πιο σκληρός απ’ τα παιδιά της. Κι εχθρευοταν το
γονιό.
Και τους Κύκλωπες εγέννα με την άτρομη καρδιά, το Στερόπη και το Βρόντη και τον Άργη
ορμητικό, που βροντή στον Δία δώσαν κι έφτιαξαν τον κεραυνό. Τούτοι βέβαια σ’ όλα τ’ άλλα
ήταν όμοιοι των θεών, Κύκλωπες μονάχα ήταν, όπως λέει και τ’ όνομα, μια και είχαν ένα μάτι
κυκλικό στο μέτωπο, κι αντοχή κι ορμή και τρόπο είχανε στα έργα τους.
Κι άλλοι ακόμη γεννήθηκαν γιοι της Γης και τ’ Ουρανού, τρεις μεγάλοι, ψυχωμένοι, αν και όχι
ονομαστοί, Κόττος, Γύγης και Βριάρης, τέκνα υπερήφανα. Εκατό χέρια απ’ τους ώμους
ξεκινούσανε σ' αυτούς με ορμή κι από πενήντα στον καθένα κεφαλές απ΄’ τους ώμους
ξεφύτρωναν στιβαρά στα μέλη τους, άμετρη κι η αντοχή τους στη μεγάλη τους ειδή.