Πέρα δώθε της Χριστίνας Πουλίδου
μυθιστόρημα
Σύρος, 19ος αιώνας: Οι μυλόπετρες της ιστορίας και της εξέλιξης μεταμορφώνουν ένα νησί και την πορεία μιας οικογένειας.
Η οικογένεια Χωρέµη, ξεριζωμένη από τη γενέτειρά της τη Χίο, για να γλιτώσει από τη σφαγή του 1822, ξαναχτίζει µε επιμονή και πίστη στην πρόοδο τη ζωή της στη Σύρο, όπου στη διάρκεια των χρόνων συγκεντρώνονται πρόσφυγες και κατατρεγμένοι από διάφορες περιοχές της Μεσογείου. Οι οικονομικές δραστηριότητες της οικογένειας συνδέονται µε τη ραγδαία ανάπτυξη της Ερµούπολης και την ανάδειξή της σε εμπορικό και ακτοπλοϊκό κέντρο στα μέσα του 19ου αιώνα.
Ο καιρός κυλά και τα µέλη της οικογένειας, ο Στέφανος και η Σμαράγδα, ο Άλκης και η Ελένη, ο Ζαννής και ο Αντώνης, ο Χαρίλαος και η Ρορώ ερωτεύονται, παντρεύονται, σπουδάζουν στο εξωτερικό, παραθερίζουν όλοι μαζί στο Πισκοπιό, εξελίσσονται παράλληλα µε τον τόπο. Μια τραγωδία ωστόσο που ρίχνει βαριά τη σκιά της στην οικογένεια Χωρέµη θα σταθεί η αφορµή για να αναδυθούν έριδες και ανταγωνισμοί ανοίγοντας έναν ακόμα κύκλο στο αδιάκοπο πέρα δώθε των µελών της.
Μια πανοραμική αποτύπωση της ανόδου και της πτώσης μιας πόλης και ενός νησιού, που γίνεται χωνευτήρι διαφορετικών εθνοτικών ομάδων. Ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα για το πώς οι μυλόπετρες της ιστορίας διαμορφώνουν την πορεία μιας οικογένειας.
«Ξερότοπος ήταν το νησί, τέσσερις χιλιάδες αριθμούσε, όταν η Χίος πριν την καταστροφή της αριθμούσε πάνω από εκατόν είκοσι χιλιάδες. Κι αν οι Χιώτες ήρθαν το ’22, το ’24 ήρθαν οι Ψαριανοί. Γέμισε τότε η παραλία καλύβες, πάνω από χίλιες απλώθηκαν στην αιµασιά. Οι άνθρωποι που κατέφυγαν εκείνα τα χρόνια στη Σύρο ταλαιπωρημένοι ήταν, φτωχοί και δυστυχισμένοι, ωστόσο ήταν έντιμοι βιοπαλαιστές και δημιουργικοί. Χωρίς πολλά λόγια, πήραν τη ζωή τους στα χέρια τους. Πρώτα βάφτισαν τον τόπο όπου εγκαταστάθηκαν Ερµούπολη και μετά τον έφτιαξαν πόλη! Σε λιγότερο από δέκα χρόνια φτιάχτηκαν σπίτια, εκκλησίες, νοσοκομείο, κτίσθηκε και λειτούργησε το Γυμνάσιο Ερµουπόλεως, ιδρύθηκε το πρώτο ταχυδρομικό γραφείο της χώρας, ενώ στα δεκαπέντε χρόνια συντάχθηκε το ρυμοτομικό σχέδιο της πόλης, µε εκατόν είκοσι δρόμους και πολλές πλατείες! Γκρεμίστηκαν τότε όλες οι καλύβες της παραλίας κι η Ερμούπολη άρχισε να παίρνει τη μορφή μιας όμορφης πόλης, που απλωνόταν απ’ τη θάλασσα ως ψηλά στους δύο λόφους, την Άνω Σύρο και το ∆ήλι.»
Απόσπασμα από το βιβλίο
Το κόκκινο σήμα του θάρρους του Stephen Crane
μυθιστόρημα
μετάφραση: Νίκος Παναγιωτόπουλος
εισαγωγή: Νίκος Μπακουνάκης
Η φρίκη και ο παραλογισμός του πολέμου αντηχούν στην ψυχή ενός άπειρου στρατιώτη.
Ένα έξοχο ψυχολογικό πορτρέτο του φόβου από μια θρυλική φυσιογνωμία των αμερικανικών γραμμάτων.
Το διασημότερο έργο του Στίβεν Κρέιν εκδόθηκε το 1895 και χάρισε στον νεαρό συγγραφέα του διεθνή φήμη. Εκτυλίσσεται στη διάρκεια του Αμερικανικού Εμφυλίου και αφηγείται τη βάναυση αφύπνιση ενός νεαρού στρατιώτη των Βορείων. Ο Χένρι Φλέμινγκ ονειρευόταν την έξαψη και τη δόξα του πολέμου, αλλά όταν βρέθηκε στο πεδίο μάχης έτρεξε για να γλιτώσει από τη φρίκη των συγκρούσεων. Ένας τυχαίος τραυματισμός θα τον εξιλεώσει για τη δειλία του στα μάτια των άλλων και θα τον οδηγήσει στο να αναμετρηθεί με τον φόβο του.
Ένα έργο που υμνήθηκε για την ψυχολογική του διεισδυτικότητα και για τον πρωτοποριακό του ρεαλισμό στην αποτύπωση των συνθηκών μάχης, ένα αθάνατο αριστούργημα που εξακολουθεί έως σήμερα να συγκινεί.
«Ένας άντρας κάπου κοντά του, που μέχρι εκείνη τη στιγμή έριχνε ασταμάτητα με το όπλο του, σταμάτησε ξαφνικά κι άρχισε να τρέχει ουρλιάζοντας. Ένα παλικάρι που στο πρόσωπό του ήταν αποτυπωμένη η έκφραση του ασίγαστου θάρρους, το μεγαλείο εκείνου που δεν διστάζει να δώσει και τη ζωή του, μέσα σε μια στιγμή είχε χτυπηθεί από την αθλιότητα. Χλώμιασε σαν κάποιον που, μέσα στη νύχτα, συνειδητοποιεί πως έχει φτάσει στο χείλος του γκρεμού. Ήταν αποκαλυπτικό. Πέταξε κι εκείνος το όπλο του και το ’βαλε στα πόδια. Καμιά ντροπή στο πρόσωπό του. Έτρεχε σαν τον λαγό.»
Απόσπασμα από το βιβλίο
Germania: Οι τελευταίες μέρες του Harald Gilbers
μυθιστόρημα
μετάφραση: Βασίλης Τσαλής
Προσωπική εκδίκηση ή συλλογικό καλό: ο επιθεωρητής Οπενχάιμερ καλείται να διαλέξει ποιο μονοπάτι θα ακολουθήσει καθώς ένας νέος τρομακτικός κόσμος αναδύεται από τα συντρίμμια του Γ΄ Ράιχ.
ΤΟ ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΤΡΙΛΟΓΙΑΣ «GERMANIA» ΜΕ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗ ΤΟΝ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΗ ΟΠΕΝΧΑΪΜΕΡ
Βερολίνο, τέλος Απριλίου 1945: Τις τελευταίες ημέρες της κατάρρευσης του Τρίτου Ράιχ ο επιθεωρητής Οπενχάιμερ και η σύζυγός του Λίζα τις περνούν σε ένα υπόγειο καταφύγιο. Ωστόσο, η Λίζα πέφτει θύμα βιασμού από έναν ρώσο στρατιώτη. Ο δράστης είναι ένας λιποτάκτης που ονομάζεται Γκριγκόριεφ. Ο Οπενχάιμερ, όταν αρχίζει να αναζητεί τα ίχνη του, έρχεται αντιμέτωπος μ’ ένα πλέγμα ψευδών και εξαπάτησης, στο κέντρο του οποίου βρίσκεται μια βαλίτσα με άκρως επικίνδυνο περιεχόμενο. Είναι σαφές ότι ο Γκριγκόριεφ προσπαθεί να διαπραγματευτεί παράνομα υλικό σχετικό με τις έρευνες των ναζί στον τομέα της ατομικής ενέργειας. Και γι’ αυτό τον λόγο στο παιχνίδι έχουν μπει παραπάνω από μία μυστικές υπηρεσίες…
Προσωπική εκδίκηση ή συλλογικό καλό: ο επιθεωρητής Οπενχάιμερ καλείται να διαλέξει ποιο μονοπάτι θα ακολουθήσει.
Σμύρνη 1919-1922
Αριστείδης Στεργιάδης εναντίον Χρυσόστομου του Βασίλη Ι. Τζανακάρη
Το συναρπαστικό χρονικό μιας φλογισμένης τριετίας.
Η σκοτεινή και άγνωστη σύγκρουση των δύο κορυφαίων ηγετών της Σμύρνης.
Εκατό χρόνια από την απόβαση του ελληνικού στρατού στην προκυμαία της Σμύρνης ο συγγραφέας Βασίλης Τζανακάρης επιστρέφει εκεί όπου στις 2 Μαΐου 1919 γράφτηκε η ματωμένη αρχή του τέλους της Μεγάλης Ιδέας. Εκείνης που μας οδήγησε από τα χρόνια της δόξας σ’ εκείνα της καταισχύνης.
Ένα βιβλίο που καταγράφει µε κάθε λεπτομέρεια την άγρια σύγκρουση ανάμεσα στον Ύπατο Αρμοστή της Σμύρνης Αριστείδη Στεργιάδη και την κορυφή της ορθοδοξίας στη Σµύρνη, τον µητροπολίτη Χρυσόστοµο. Μια σύγκρουση που κόστισε ποτάμια από αίμα και δάκρυα. Με μοναδικό γέρας για τους πρωταγωνιστές της δύο στεφάνια από αγκάθια: Για τον Χρυσόστοµο του εθνομάρτυρα και για τον Αριστείδη Στεργιάδη του εθνικού ολετήρα. Με τον πρώτο πιστό «άχρι θανάτου» στα νάματα της ορθοδοξίας και της Μεγάλης Ελλάδας, και τον εντολοδόχο της Ελληνικής Πολιτείας, τον Αριστείδη Στεργιάδη, οπαδό του δόγματος της ελληνοτουρκικής συνύπαρξης και φιλίας. Με τον Χρυσόστοµο να λατρεύεται από τις εκατοντάδες χιλιάδες των Μικρασιατών, και τον Στεργιάδη να φορτώνεται, ως άλλος Εφιάλτης, το µίσος και τις κατάρες ενός ολόκληρου λαού.
Και μαζί τους η Σμύρνη και η Μικρασία. Τα αιματηρά γεγονότα της προκυμαίας, που έκαναν έξαλλο τον Βενιζέλο, η καθημερινότητα των ανθρώπων, οι διπλωματικές ίντριγκες και συνωμοσίες, τα πάθη και οι επικές πολεμικές επιχειρήσεις και τέλος ο εξολοθρεμός και η καταστροφή.
Ένα γλαφυρό βιβλίο που ζωντανεύει µια ολόκληρη εποχή µε τα πάθη, τις μικρότητες, τις ελπίδες, τα όνειρα και τις μεγαλοσύνες των ανθρώπων και που προσπαθεί να απαντήσει στο ερώτημα: Ήταν εθνικός προδότης και ο υπ’ αριθμόν ένα υπαίτιος της Μικρασιατικής Καταστροφής ο Αριστείδης Στεργιάδης ή ήταν ένας ψυχρός σκεπτικιστής ο οποίος γνώριζε από πρώτο χέρι τους εφιαλτικούς κινδύνους που απειλούσαν το επικό εγχείρημα της Μικρασιατικής Εκστρατείας;
Στην έκδοση περιλαμβάνεται πλούσιο φωτογραφικό υλικό.
Μικροί δρόμοι της Αθήνας του Νίκου Βατόπουλου
Περπατιούνται τα μυστικά μιας πόλης; Μια περιπλάνηση στους δρόμους της Αθήνας γεμάτη χρώμα και νοσταλγία
«Αυτή η συλλογή κειμένων και φωτογραφιών εστιάζει στους μικρούς δρόμους της Αθήνας. Σε δρόμους που είτε σκοπίμως είτε τυχαία περπάτησα. Εντάσσονται σε μια ενδεικτική ανθολογία της ελάσσονος Αθήνας, εκείνης δηλαδή της πόλης που αιμοδοτεί το αθηναϊκό κέντρο αλλά και που με έναν τρόπο σχεδόν νομοτελειακό ζει και μια ζωή ξέχωρη, αυθύπαρκτη, συγκινητική στην αυτοτέλειά της.
Οι συνοικίες της Αθήνας είναι ένας απέραντος θησαυρός. Όλες οι παλιές γειτονιές της Αθήνας είναι κιβωτοί πολύτιμων ενσταλάξεων αστικού βίου, με ποιότητες συχνά υποτιμημένες και ευτελισμένες.
Το μικρό αυτό βιβλίο επιθυμεί να τιμήσει την ελάσσονα Αθήνα, με τον τρόπο όσων βίωσαν τη χάρη της αθηναϊκής συνοικίας. Τα κείμενα αυτά θέλουν να τιμήσουν την απλότητα και την εντιμότητα, τα βασικά δηλαδή υλικά με τα οποία φτιάχτηκαν οι γειτονιές της Αθήνας».
Από τον πρόλογο του Νίκου Βατόπουλου
Ταξίδι στη σκιά του Βυζαντίου του William Dalrymple
μετάφραση: Αντώνης Καλοκύρης
Ακολουθώντας τα ίχνη δύο βυζαντινών μοναχών ο διάσημος περιηγητής και συγγραφέας ταξιδεύει στον χώρο και στον χρόνο αποτυπώνοντας μοναδικά τη σύγκρουση μεταξύ Ανατολής και Δύσης.
Ένας κλασικός τίτλος της σύγχρονης ταξιδιωτικής λογοτεχνίας, ένα ταξίδι στην επικράτεια του Βυζαντίου με αφετηρία το Άγιο Όρος.
«Την άνοιξη του έτους 578 µ.Χ., αν καθόσουν σε έναν βράχο ψηλά πάνω από τη Βηθλεέµ, ίσως κατάφερνες να διακρίνεις δύο φιγούρες να προβάλλουν, µε τα ραβδιά τους στο χέρι, από την πύλη της μεγάλης μονής του Αγίου Θεοδοσίου στην έρημο. Οι δυο τους θα κατευθύνονταν νοτιοδυτικά µέσα από την έρημη γη της Ιουδαίας, προς το εξαιρετικά πλούσιο, κοσμοπολίτικο λιμάνι της Αλεξάνδρειας. Ήταν η αρχή ενός εκπληκτικού ταξιδιού που θα οδηγούσε τον Ιωάννη Μόσχο και τον μαθητή του, τον Σωφρόνιο τον Σοφιστή, σε µια πορεία κατά μήκος ολόκληρου του ανατολικού βυζαντινού κόσμου. Στόχος τους ήταν να συλλέξουν τη σοφία των πατέρων της ερήμου, των σοφών και των μυστών της βυζαντινής Ανατολής, προτού ο εύθραυστος κόσμος τους καταρρεύσει και εξαφανιστεί. Το αποτελέσματα είναι το Λειµωνάριο, το βιβλίο που έχω μπροστά µου. Αν σήμερα, στη Δύση, θεωρείται ένα µάλλον άγνωστο κείμενο, πριν από χίλια χρόνια ήταν ένα από τα πιο δημοφιλή βιβλία ολόκληρης της σπουδαίας βυζαντινής γραμματείας.
[…]
Απόσπασμα από το βιβλίο