ΟΣΟ ΖΕΙ Ο ΕΡΩΤΑΣ, ΙΣΟΡΡΟΠΕΙ ΣΤΟ ΧΕΙΛΟΣ ΤΗΣ ΗΤΤΑΣ. Όσο προχωρά, διαγράφει το παρελθόν του∙ δεν αφήνει πίσω του οχυρά χαρακώματα στα οποία θα μπορούσε να ανατρέξει ψάχνοντας για καταφύγιο σε δύσκολες στιγμές. Και ούτε ξέρει τι τον περιμένει και τι του επιφυλάσσει το μέλλον. Ποτέ δεν θα έχει αρκετή αυτοπεποίθηση για να διαλύσει τα σύννεφα και να υπερνικήσει το άγχος. Ο έρωτας είναι δάνειο που συνάπτεται με υποθήκη ένα αβέβαιο και ανεξιχνίαστο μέλλον.
Ο ΕΡΩΤΑΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ, και συχνά είναι όντως, τόσο τρομακτικός όσο και ο θάνατος∙ μόνο που αυτός, σε αντίθεση με τον θάνατο, συγκαλύπτει τούτη την αλήθεια με τον τάραχο της επιθυμίας και της αναστάτωσης. Είναι εύλογο να σκεφτόμαστε τη διαφορά ανάμεσα στον έρωτα και τον θάνατο ως διαφορά έλξης και άπωσης.
ΣΕ ΜΙΑ ΔΕΥΤΕΡΗ ΜΑΤΙΑ, ΩΣΤΟΣΟ, δεν μπορούμε να είμαστε και τόσο βέβαιοι. Οι υποσχέσεις του έρωτα είναι κατά κανόνα λιγότερο αμφίσημες από τα δώρα του. Ο πειρασμός επομένως να ερωτευθούμε είναι μεγάλος και ακατανίκητος, το ίδιο όμως και η παρόρμηση να δραπετεύσουμε. Και το δέλεαρ της αναζήτησης ενός ρόδου χωρίς αγκάθια ποτέ δεν απέχει πολύ και είναι πάντα δύσκολο να του αντισταθούμε.
ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΚΑΙ ΕΡΩΤΑΣ. ΑΔΕΛΦΙΑ ΑΜΦΙΘΑΛΗ. Γεννιούνται κάποτε ως δίδυμα∙ ποτέ όμως ως δίδυμα ομοζυγωτικά. Η επιθυμία είναι διάθεση να καταναλώσουμε: να απορροφήσουμε, να κατασπαράξουμε, να καταπιούμε και να χωνέψουμε -να εξολοθρεύσουμε. Η επιθυμία δεν έχει ανάγκη άλλης αφορμής πέραν της παρουσίας της ετερότητας. Η παρουσία αυτή είναι πάντοτε, ήδη, μια προσβολή και μια ταπείνωση.
Η ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΠΑΡΟΡΜΗΣΗ ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΕΚΔΙΚΗΣΗ για την προσβολή και να απαλλαγούμε από την ταπείνωση. Είναι η ανάγκη να κλείσουμε το κενό προς την ετερότητα, καθώς εκείνη μάς γνέφει και μας απωθεί, καθώς μας σαγηνεύει με την υπόσχεση του ανεξερεύνητου και μας ερεθίζει με την ασαφή, επίμονη αλλοτριότητά της. Η επιθυμία είναι μια παρόρμηση να απεκδύσουμε την ετερότητα από την αλλοτριότητά της -παρόρμηση, λοιπόν, να αποδυναμώσουμε.
ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΟΚΙΜΗΣ, της διερεύνησης, της οικειοποίησης και του κατευνασμού, η ετερότητα εμφανίζεται με το κεντρί του πειρασμού της ξεριζωμένο και τσακισμένο. Αν δηλαδή επιζήσει της εγχείρησης. Το πιθανότερο είναι πάντως ότι στη διάρκεια της επέμβασής μας τα αναφομοίωτα υπολείμματά της θα έχουν εκπέσει από αναλώσιμα σε απορρίμματα.
ΤΑ ΑΝΑΛΩΣΙΜΑ ΕΛΚΟΥΝ, ΤΑ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΑ ΑΠΩΘΟΥΝ. Μετά την επιθυμία έρχεται η διάθεση των απορριμμάτων. Είναι, κατά τα φαινόμενα, τόσο η απομύζηση της αλλοτριότητας από την ετερότητα, όσο και η απέκκριση του εκκενωμένου καύκαλου, που χωνεύονται στη χαρά της ικανοποίησης, τη χαρά εκείνη που προορίζεται να εξαφανιστεί με το πέρας της διεργασίας. Κατά την ουσία της, η επιθυμία είναι ενόρμηση καταστροφής -και επίσης, μολονότι εμμέσως μόνο, η ενόρμηση της αυτοκαταστροφής: η επιθυμία είναι μολυσμένη εκ γενετής από την ενόρμηση του θανάτου. Αυτό, ωστόσο, είναι το καλά φυλαγμένο μυστικό της, φυλαγμένο προπάντων από τον εαυτό της.
Ο ΕΡΩΤΑΣ, ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ, ΕΙΝΑΙ Η ΔΙΑΘΕΣΗ ΝΑ ΦΡΟΝΤΙΣΟΥΜΕ και να προστατεύσουμε το αντικείμενο της φροντίδας μας. Είναι κεντρόφυγη παρόρμηση, σε αντίθεση με την κεντρομόλο επιθυμία -μία διάθεση να επεκταθούμε, να πάμε παραπέρα, να φθάσουμε αυτό που βρίσκεται «εκεί έξω». Να βυθίσουμε, να απορροφήσουμε και να αφομοιώσουμε το υποκείμενο στο αντικείμενο, όχι αντιστρόφως, όπως στην περίπτωση της επιθυμίας.
ΕΡΩΤΑΣ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ -όπου κάθε πρόσθεση είναι το ζωντανό ίχνος του ερώντος∙ στον έρωτα ο εαυτός μεταμφυτεύεται λίγο λίγο στον κόσμο. Ο ερών επεκτείνεται με το να παραδίνεται στο αγαπημένο αντικείμενο. Ο έρωτας αφορά την επιβίωση του εαυτού μέσω της ετερότητας του εαυτού -και έτσι, ο έρωτας σημαίνει μιαν ανάγκη να προστατεύσουμε, να θρέψουμε, να προφυλάξουμε∙ επίσης, να χαϊδέψουμε, να κακομάθουμε και να κανακέψουμε, ή να περιφρουρήσουμε ζηλόφθονα, να περιφράξουμε, να εγκλωβίσουμε.
ΕΡΩΤΑΣ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ, να είσαι τελείως διαθέσιμος, να αναμένεις εντολές -μπορεί όμως να σημαίνει επίσης απαλλοτρίωση και υπέρβαση ευθύνης: κατίσχυση μέσω παράδοσης, θυσία που ανακλάται ως αύξηση.
Ο ΕΡΩΤΑΣ ΕΙΝΑΙ ΣΙΑΜΑΙΟ ΔΙΔΥΜΟ ΤΗΣ ΔΙΨΑΣ ΓΙΑ ΕΞΟΥΣΙΑ: Ούτε ο ένας ούτε η άλλη θα μπορούσαν να επιζήσουν του χωρισμού τους. Αν η επιθυμία θέλει να καταναλώσει, ο έρωτας θέλει να κατέχει. Ενώ η εκπλήρωση της επιθυμίας συμπίπτει με την εξολόθρευση του αντικειμένου της, ο έρωτας μεγαλώνει με τα αποκτήματά του και εκπληρώνεται στη διάρκειά τους. Αν η επιθυμία είναι αυτοκαταστροφική, ο έρωτας είναι αυτοδιαιωνιζόμενος.
ΟΠΩΣ Η ΕΠΙΘΥΜΙΑ, Ο ΕΡΩΤΑΣ ΣΥΝΙΣΤΑ ΑΠΕΙΛΗ για το αντικείμενό του. Η επιθυμία καταστρέφει το αντικείμενό της, καταστρέφοντας τον εαυτό της στην πορεία. Το προστατευτικό δίχτυ που εξυφαίνει με στοργή ο έρωτας γύρω από το αγαπημένο αντικείμενο, το σκλαβώνει. Ο έρωτας πιάνει αιχμαλώτους και τους οδηγεί στη φυλακή∙ προβαίνει σε συλλήψεις, χάριν της προστασίας των συλληφθέντων.
Η ΕΠΙΘΥΜΙΑ ΚΑΙ Ο ΕΡΩΤΑΣ ΔΡΟΥΝ ΑΝΤΙΡΡΟΠΑ. Ο έρωτας είναι ένα δίχτυ που απλώνεται στην αιωνιότητα, η επιθυμία ένα στρατήγημα προς αποφυγή των αγγαρειών της ύφανσης. Όσο μένει πιστός στη φύση του, ο έρωτας αγωνίζεται να διαιωνίσει την επιθυμία. Η επιθυμία, από την άλλη, μπορεί μόνο να αποφεύγει τα δεσμά του έρωτα.
Απόσπασμα από το βιβλίο του ;E, Ρευστή Αγάπη: Για την ευθραυστότητα των ανθρωπίνων δεσμών, μετάφραση: Γ. Καράμπελας, εκδ. Εστία. Ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν γεννήθηκε το 1925 στο Πόζναμ της Πολωνίας από Εβραίους γονείς. Ζει από το 1968 στην Αγγλία. Είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στα Πανεπιστήμια του Λιντς και της Βαρσοβίας και ένας από τους σημαντικότερους μελετητές της σύγχρονης κοινωνίας.