Ένα τραγούδι, μια ιστορία και μια ταύτιση με τους ανθρώπους που έφαγαν τον δρόμο, τις νύχτες και τα ίδια λόγια με το κουτάλι. Ελεύθερος; Όχι παντρεμένος! Μερικές από τις κλισέ τους ατάκες. Δρομολόγια καθημερινά, απ’έξω την κάθε στροφή, την κάθε λακούβα, σπιθαμή προς σπιθαμή τις ατέλειες της ασφάλτου και τα κοντέρ να γράφουν χιλιόμετρα, κούρσες, χρόνια, μια ολόκληρη ζωή. Ψυχολογούν τους αψυχολόγητους οδηγούς και ας μην ανάβουν φλας, ακόμη και στον ύπνο τους πατάνε τα πεντάλ. Επαγγελματίες οδηγοί που πρέπει να δείχνουν το καλό παράδειγμα στους υπολοίπους, δεν τους παίρνει για λάθη και παραλείψεις.
Τον χειμώνα ώρες αναμονής στην πιάτσα, ζαρωμένοι μέσα στο σπίτι τους, στο Ταξί τους. Καλοριφέρ, ραδιόφωνο, μπεγλέρι, εφημερίδα, τσίχλα, πασατέμπο, μα πώς να ξεχαστείς αφού το μυαλό όσο περιμένει σκέφτεται. Σκέφτεται την οικογένεια, έγνοιες, προβλήματα, λογαριασμούς, φθορές, service και η ώρα μοιάζει αιώνας. Μέχρι να έρθει πελάτης, ένα εντός, ένα εκτός κάτι θα γίνει. Το καλοκαίρι έξω από το ταξί, περπατώντας πάνω κάτω, αστεία και πειράγματα με τους συναδέλφους και τα μπουκαλάκια νερό ανά χείρας. Λίγα φρούτα από τους κήπους των χωριών τους και κεράσματα αναμεταξύ τους. Άντε και θα βγει η μέρα.
Ακόμη και με τα «τσιγκαλίδια» λέξη δική τους (των παλιών) που βγαίνει από τον ήχο των κερμάτων, «τα ψιλά», η αμοιβή τους. Μ’αυτά τα κέρματα δημιούργησαν, μεγάλωσαν οικογένειες, σπούδασαν παιδιά, έφτιαξαν περιουσίες. Το Ταξί είναι επιχείρηση που δεν κλείνει ποτέ, δεν γνωρίζει αργίες, 24 ώρες ανοιχτή, έτοιμη να εξυπηρετήσει υποστηρίζουν. Δεν θα τους λυπηθούμε κιόλας τους «ταρίφες» θα μου πεις… Φυσικά και όχι! Νευρικοί, πολυλογάδες, απότομοι, κλέφτες, αγενείς και άλλα κοσμητικά επίθετα έχουν ακουστεί κατά καιρούς γι’αυτούς. “Ταρίφες άτιμη φάρα”. Μα ο άνθρωπος κάνει το επάγγελμα και όχι το αντίθετο. Στην προκειμένη, και μια πινακίδα και ένας αριθμός. Ακόμη και οι στραβές στοιχίζουν ακριβά, γίνονται με ευθύνη του καθενός, η παιδεία, ο χαρακτήρας και η συμπεριφορά καθορίζει τον καθένα μας ξεχωριστά, δεν χαρακτηρίζει σε καμία περίπτωση όμως έναν ολόκληρο κλάδο. Ψυχοφθόρο επάγγελμα όπως τα περισσότερα, ίσως και λίγο παρεξηγημένο.
Τους Βάζουν όλους μέσα στο σπίτι τους, χωρίς διακρίσεις ίσως καμιά φορά με ερωτήσεις για να ξεπιαστεί η γλώσσα από τις ώρες σιωπής της αναμονής. Θα μου πεις πληρώνουν για να μπουν, πληρώνουν τόσα όσα είναι αρκετά για την ασφάλεια τους; Μα ξεπληρώνεται το αίσθημα της ασφάλειας; Ούτε με όλα τα λεφτά του κόσμου. Και αν δεν έχουν κινδυνεύσει, και αν δεν έχει χτυπήσει το φυλλοκάρδι τους, και αν δεν έχουν πληρωθεί και αν και αν… Μα δεν υπάρχει αμφιβολία πως το αγαπούν αυτό που κάνουν και το συνειδητοποιούν ακόμη και μέσα από την φθορά του χρόνου, συναναστρέφονται με κόσμο τον οποίο οφείλουν να εξυπηρετήσουν, αυτή είναι η δουλειά τους και την ξέρουν καλά. Είτε άσπρα, είτε άσπρα με μπλε, είτε κίτρινα, είτε κόκκινα όλα ταξί γεμάτα ανθρώπους που μέσα τους κουβαλούν ανθρώπους… Μέσα από την δική μου ματιά αυτήν που αντανακλά το τζάμι του ταξί καθώς την πηγαίνουν σε μέρη αγαπημένα, σε μέρη που πρόσταξε εκείνη να την πάνε, στο σπίτι της.