Μια ψυχολογική εξήγηση
Αν κι εσείς κάθε φορά που σας κάνουν μια φιλοφρόνηση, σπεύδετε να διαψεύσετε ότι είστε όμορφοι/ταλαντούχοι/κομψοί, υπάρχει λόγος γι’ αυτή σας τη συμπεριφορά και εξηγείται από τη σύγχρονη ψυχολογία .
Συνηθίζουμε να λέμε στους ανθρώπους -και ειδικά στις γυναίκες- να απολαμβάνουν τις φιλοφρονήσεις που δέχονται. Να μην αρνούνται τα καλά λόγια που φίλοι, συνεργάτες, γνώριμοι τους απευθύνουν για μια κομψή εμφάνιση ή για τις ικανότητές τους. Να μην θεωρούν ότι πρόκειται για κολακεία και να πιστεύουν ότι όντως πρόκειται για καλή κουβέντα που λέγεται με ειλικρίνεια, εγκάρδια και φιλικά.
Τι συμβαίνει, λοιπόν και είναι τόσο δύσκολο για κάποιον να αποδεχθεί μία φιλοφρόνηση; Γιατί το να φτάνει στα αυτιά μας ένα κομπλιμέντο, αντί να είναι μια ευχάριστη εμπειρία, πολλές φορές δημιουργεί μία εξαιρετικά άβολη κατάσταση; Αν κάτι σας θυμίζει όλο αυτό, τον εαυτό σας ίσως, η εξήγηση που δίνει η Oriana Aragón, συνεργαζόμενη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Clemson ίσως σας καλύψει και πάψετε να νιώθετε ενοχές.
«Η δυσφορία που νιώθετε κάθε φορά που κάποιος σας λέει κάτι πραγματικά όμορφο για εσάς, σχετίζεται με το φόβο της αποτυχίας σε δημόσια θέα», λέει η Aragón, ενώ μαζί της φαίνεται να συμφωνεί και ο ψυχολόγος και ιδρυτής ενός οργανισμού συμβουλευτικής και διαχείρισης ψυχολογικών προβλημάτων, Christopher Littlefield, ο οποίος σε σχετική έρευνα του, κατέληξε στο ότι ένα 68 των ανθρώπων, σχετίζει τη δυσφορία με την κοινωνική αναγνώριση και φυσικά δίνει εξηγήσεις για όλο αυτό.
Όταν η αυτοεκτίμηση μας δεν βρίσκεται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα μια καλή κουβέντα που μπορεί να μας πουν μας κάνει να νιώθουμε ακόμη πιο άσχημα, σαν κάποιος να μας είπε ψέματα για να μας χρυσώσει το χάπι, σαν να μας υποτίμησε, ωστόσο με εύσχημο τρόπο.
Να, λοιπόν, κατά τον ίδιο γιατί αισθάνομαστε άσχημα ή άβολα, κάθε φορά που κάποιος μας λέει κάτι καλό:
Δεν είναι υποχρεωτικό να μας αρέσει
Από μικρή ηλικία διδασκόμαστε ότι να καυχιόμαστε για τα προτερήματα μας είναι ένδειξη κακού ή έστω αλαζονικού χαρακτήρα. Μαθαίνουμε, λοιπόν μέσα στα χρόνια να συμπεριφερόμαστε με μετριοφροσύνη, κάποτε και ταπεινά, και έτσι όταν κάποιος αναλαμβάνει να μιλήσει για εμάς με ενθουσιώδη τρόπο, ακυρώνει κάπως δραστικά τον μηχανισμό με τον οποίο συμπεριφερόμαστε. Επίσης, είναι η στιγμή που πρέπει αυτόματα να επιλέξουμε, αν θα παραβιάσουμε αυτόν τον κοινωνικό κανόνα, αποδεχόμενοι τη φιλοφρόνηση ή αποφασίζοντας να την αρνηθούμε δημοσίως για να μη θεωρηθούμε κομπορρήμονες. Υπάρχουν άνθρωποι που όταν καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο, απλώς βραχυκυκλώνουν και όχι άδικα.
Δεν το πιστεύουμε
Συνήθως, αυτό συμβαίνει όταν η αυτοεκτίμηση σας δεν βρίσκεται σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα. Τότε είναι που μετά την όποια καλή κουβέντα, αντί να νιώσουμε ευφορία, νιώθουμε ακόμη πιο άσχημα, σαν κάποιος να μας είπε ψέματα για να μας χρυσώσει το χάπι, σαν να μας υποτίμησε, ωστόσο με εύσχημο τρόπο.
Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2010 στην επιστημονική επιθεώρηση “Self and Identity”, προέκυψε ότι φοιτητές με χαμηλή αυτοεκτίμηση προτιμούσαν να συγκατοικούν με ανθρώπους που δεν είχαν ιδιαίτερα θετική άποψη για την εμφάνιση ή την συντροφιά τους. Σε ένα συντριπτικό ποσοστό που ξεπερνούσε το 40% οι ερωτηθέντες θεωρούσαν αυτή τη συμπεριφορά απείρως πιο ειλικρινή, από τη συμπεριφορά ενός ανθρώπου που θα παίνευε κάποιο χάρισμά τους.
Αισθανόμαστε κρινόμενοι
Οι φιλοφρονήσεις εκφράζουν οικειότητα. Μία καλή κουβέντα υποδηλώνει ότι αυτός που τη λέει γνωρίζει πολύ καλά τον άνθρωπο απέναντι του για να τον σχολιάσει έστω και θετικά. Επίσης, υποδηλώνει, έστω και άρρητα ότι προσδοκεί τις ίδιες υψηλές επιδόσεις από κάποιον σε όλο το φάσμα της ζωής του: αν είναι σήμερα κομψά ντυμένος, λογικά δεν συγχωρείται στο μέλλον μια άστοχη επιλογή ή αν σήμερα έχει κάποιο μικρό ή μεγάλο θρίαμβο στη δουλειά ή σε κάποια κοινωνική πτυχή της ζωής του, θα πρέπει να εμφανίζεται πάντα ως πρώτος, ως καλύτερος ή έστω ως αποτελεσματικός. Αυτό, όμως, χωρίς να είναι στις προθέσεις κανενός από τους δύο, δημιουργεί άγχος κριτικής. Και εκεί, όχι η φιλοφρόνηση δεν είναι μια ευχάριστη εμπειρία. «Είναι αναμενόμενο, όχι απλώς πιθανό, ότι όταν οι άνθρωποι έχουν επιτυχίες κάπου και είναι στο επίκεντρο της προσοχής, ακριβώς αυτή η προσοχή τους εκθέτει στην κριτική, πράγμα εξαιρετικά στρεσογόνο», λέει η Aragón.
Γινόμαστε άπληστοι
Οι άνθρωποι τείνουν να πιστεύουν ότι η ευγνωμοσύνη σπανίζει και ότι λίγοι λένε μια καλή κουβέντα. Έτσι, όπως εξηγεί ο επικεφαλής εκπαιδευτικών προγραμμάτων του Τμήματος Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, James O. Pawelski, όταν εισπράττουμε ένα κομπλιμέντο, ασχέτως αν αισθανόμαστε άβολα ή όχι, κατά βάθος εννοείται ότι μας αρέσει και πολύ συχνά το επιδιώκουμε, γινόμαστε άπληστοι και θέλουμε κι άλλο. Αυτό το διαπίστωσε στο πλαίσιο εκπαιδευτικών εργαστηρίων, όπου οι συμμετέχοντες φοιτητές επιδίωκαν περισσότερη και κάποτε άδικη αναγνώριση για επιτυχίες ή κατορθώματά τους.
Τι κάνουμε, λοιπόν, όταν εξακολουθούμε να νιώθουμε όλα αυτά κάθε φορά που κάποιος μιλά θετικά για εμάς, μπροστά μας; Σύμφωνα με τον Pawelski, κατ’ αρχάς ευχαριστούμε αυτόν που το έκανε. Κατά δεύτερον, αποδεχόμαστε ως καλοπροαίρετη και ειλικρινή την κουβέντα του και συνεχίζουμε, εξελίσσοντας το όποιο ταλέντο ή ικανότητα μας επιβραβεύθηκε. Όλα αυτά, όμως, χωρίς το άγχος της αποτυχίας ή επιβεβαίωσης, με πίστη ότι η ζωή δεν είναι ένα σερί επιτυχιών, σίγουρα όμως δεν είναι και γεμάτη αποκλειστικά από αποτυχίες…
_______________________
Πηγή:lifo.gr