Μια φορά και έναν καιρό… πριν από 300 περίπου χρόνια, στην τουρκοκρατούμενη τότε Μακεδονία, ο Βαλκάνιος πραματευτής Θόδωρος Εμμανουηλίδης από τη Σιάτιστα έχτισε ένα πανέμορφο αρχοντικό και στόλισε με ζωγραφιές τους τοίχους και τα παράθυρα, τα τζάκια και τις ξύλινες πόρτες, με καράβια, λουλούδια στεφάνια γιρλάντες και θάλασσες. Έτσι μετέφερε με τον καλύτερο τρόπο στο αρχοντικό του, εικόνες από την Πόλη, μαζί με τον Βόσπορο και άλλους τόπους για να τις μοιραστεί με την οικογένειά του.
Κατόπιν, όμως, το πούλησε στον συντοπίτη του Σιατιστινό, έμπορο καπνού Λάζαρο Πουλκίδη ή Πούλκο, που συνάντησε στη Βιέννη, καθώς το ήθελε για να το δώσει προίκα στην κόρης του Ελένη.
Και… το πήρε, την προίκισε την Ελένη. Έτσι το αρχοντικό άλλαξε χέρια, αλλά έμεινε στα χρόνια που ακολούθησαν προίκα και κληρονομιά, στις νέες γενιές με τ’ όνομα «Το αρχοντικό της Πούλκως»,
Η μοίρα της… καλοπροικισμένης Σιατιστινής Ελένης χάνεται στις δεκαετίες που ακολουθούν, όπως των απογόνων της, το όνομα όμως μένει και το αρχοντικό της Πούλκως, στέκει επιβλητικά στη συνοικία Γεράνεια της Σιάτιστας, μέχρι σήμερα, συντηρημένο πλέον και διατηρημένο, ξεδιπλώνοντας έναν κόσμο πολύχρωμο και παραμυθένιο, που αποτυπώνεται στο αρχοντικό που αποτελεί στολίδι της μακεδονίτικης αρχιτεκτονικής. Ενώ παράλληλα αντανακλά την οικονομική ευμάρεια των κατοίκων αλλά και την οικονομική ανάπτυξη της περιοχής, καθώς αποτελεί ζωντανή μαρτυρία και φωτεινό δείγμα της παλιάς ακμής και ευδαιμονίας της πόλης των αρχοντικών.
Το αρχοντικό της Πούλκως σύμφωνα με επιγραφή που βρίσκεται πάνω από την είσοδο άρχισε να χτίζεται το 1752. Μια περιήγηση στο εσωτερικό του σπιτιού μπορεί να ξεδιπλώσει ιστορίες και να ζωντανέψει τα πρόσωπα του σπιτιού που πρωταγωνιστούσαν εκείνη την εποχή σ ένα ιδιαίτερο αρχοντικό όπου ζούσε η οικογένεια της Ελένης.
Η διακόσμηση των αρχοντικών εκείνης της εποχής δεν προοριζόταν μόνο να τέρψει τον ιδιοκτήτη αλλά ήταν και μέσο προβολής, διαφοροποίησης, κοινωνικής ανωτερότητας και επίδειξης.
Η ξενάγηση
Σε μια πανέμορφη μεγάλη αυλή με πέτρινο αυλόγυρο βρίσκεται το αρχοντικό που αποτελείται από υπόγειους και ημιυπόγειους χώρους, το μεσοπάτωμα και τον όροφο, φέρει εξαιρετικό γραπτό διάκοσμο, βιτρώ στα παράθυρα και ξυλόγλυπτα. Εκπληκτικής τέχνης είναι και οι γύψινες διακοσμήσεις στα τζάκια του αρχοντικού. Μεγαλύτερη έκταση και ποικιλία παρουσιάζει ο ζωγραφικός διάκοσμος που καλύπτει εσωτερικές και εξωτερικές επιφάνειες. Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στην οροφή και στον ομφαλό που στολίζεται με ρόδακες, άστρα, φρούτα, συχνά σε συνδυασμό με γεωμετρικά σχήματα και άνθη. Αξιοθαύμαστη ποικιλία, θεματογραφική και τεχνοτροπική: Απόψεις πόλεων, φανταστικά τοπία, μυθολογικές σκηνές, ακόμη και προσωπογραφίες. Φυτικά και άλλα μοτίβα έχουν εμφανείς επιδράσεις από το μπαρόκ και το ροκοκό, το νεοκλασικισμό και τη μουσουλμανική τέχνη, της εκκλησιαστικής μεταβυζαντινής τέχνης, την ισλαμική και την ευρωπαϊκή τέχνη – μπαρόκ και ροκοκό – με εμφανή την επίδραση του νεοκλασικισμού, προσαρμοσμένα στην αισθητική της παράδοσης του τόπου. «Κτισμένο ανάμεσα στα 1752-1759, είναι ένα εξαιρετικό δείγμα αστικής αρχιτεκτονικής του 18ου αιώνα, εύγλωττος μάρτυρας της άνθισης των πόλεων της Δυτικής Μακεδονίας, όπου το επιχειρηματικό δαιμόνιο των Ρωμιών εμπόρων κατάφερε να μετατρέψει τις ευκαιρίες που πρόσφερε η αχανής Οθωμανική αυτοκρατορία σε πλούτο και ποιότητα ζωής. Οι τοιχογραφίες με τα τρικάταρτα εμπορικά ιστιοφόρα και τα περίτεχνα αραβουργήματα που διακοσμούν τους εξωτερικούς τοίχους του ορόφου δηλώνουν τις πηγές του πλούτου, αλλά και την κοσμοπολίτικη διάθεση των ιδιοκτητών του αρχοντικού, ενώ η μορφολογία, η δομή και η διακόσμησή του ακολουθούν τα εξαιρετικά λειτουργικά πρότυπα που, όντας προϊόντα παράδοσης και εξέλιξης αιώνων, καθιερώθηκαν και επαναλαμβάνονταν παντού, από την Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και την Αττάλεια, μέχρι το Κάιρο και τα Βαλκάνια, αντικατοπτρίζοντας το κοινό γούστο -τη μόδα της εποχής- και ενσωματώνοντας τις τοπικές ιδιαιτερότητες», αναφέρει μεταξύ άλλων η έφορος αρχαιοτήτων Ημαθίας Αγγελική Κοτταρίδη περιγράφοντας το Αρχοντικό της Πούλκως.
Άλλωστε η αποκατάσταση του αρχοντικού υλοποιήθηκε από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ημαθίας, στην οποία ανήκε η Σιάτιστα τα προηγούμενα χρόνια κι έγινε με συγχρηματοδότηση της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το ΕΣΠΑ 2007-2013 σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κοζάνης που έχει πλέον και την ευθύνη.
Κόστισε 1,5 εκατομμύριο ευρώ και περιλάμβανε -μεταξύ άλλων- εργασιών την αποκατάσταση των τοιχοποιϊών, της στέγης, των θυρωμάτων και των πατωμάτων, καθώς και του ζωγραφικού διακόσμου, αλλά και εργασίες απαραίτητες για τη μετατροπή του αρχοντικού σε επισκέψιμο μνημείο.
Η αποκατάστασή του αρχοντικού ολοκληρώθηκε πρόσφατα από την Εφορεία Ημαθίας, και παραδόθηκε στην τοπική κοινωνία και τους επισκέπτες μετά τα εγκαίνια που πραγματοποιήθηκαν από την γενική γραμματέα του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη, τον περασμένο Ιούνιο, σε μια εκδήλωση με τις Εφορείες Αρχαιοτήτων Κοζάνης και Ημαθίας, και το Δήμο Βοΐου να ανοίγουν μια νέα σελίδα στον χώρο του πολιτισμού.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Σιάτιστα διασώζονται 100 επιβλητικά και πολυύμνητα αρχοντικά σπίτια, ενώ επισκέψιμα είναι τον αρχοντικό Μανούση, Μαλλιόγκα ,Δίντσου και το αρχοντικό Δόλκιρα που ανακαίνισε ο Μορφωτικός Πολιτιστικός Σύλλογος ΜαρκίδεςΠούλιου.