Εκκλησιαστικά μουσεία που εκσυγχρονίζονται με εφαρμογές επαυξημένης πραγματικότητας, διαδρομές θρησκευτικές και πολιτιστικές, ψηφιακές περιηγήσεις, καμπάνιες προβολής και δημιουργία branding για Ελλάδα και Κύπρο είναι μόνο μερικές από τις δράσεις που γίνονται για τη δημιουργία ενός κοινού τουριστικού προϊόντος, θρησκευτικού και προσκυνηματικού περιεχομένου που αφορά στα νησιά του Νοτίου και Βορείου Αιγαίου, την Κρήτη και την Κύπρο.
Η συνεργασία Ελλάδας και Κύπρου έρχεται να ενισχύσει την εμπειρία του ταξιδιώτη και προσκυνητή ενώ οι δράσεις για να τονιστεί το θρησκευτικό και πολιτιστικό στοιχείο έχουν ως στόχο να αυξηθεί η επισκεψιμότητα στα νησιά τους μήνες εκτός καλοκαιρινής σεζόν και να αναδειχθεί και αυτός ο τομέας του τουρισμού, όπως δήλωσε ο Μανώλης Παπαμακάριος, στέλεχος στο Κέντρο Έρευνας και Ανάπτυξης Ιεράς Μητρόπολης Σύρου, μιλώντας στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Ήδη έχει ξεκινήσει και η διαδικτυακή καμπάνια “Journeys to Believe in|See the Unseen”, που μαζί με όλες τις παραπάνω δράσεις εντάσσεται στο έργο Re-Cult Magnum «Μεγιστοποίηση του αντικτύπου του Θρησκευτικού Τουρισμού σε Ελλάδα και Κύπρο μέσα από τη στοχευμένη ανάδειξη και διάδοση της πολιτιστικής και θρησκευτικής κληρονομιάς των Εκκλησιών Ελλάδας, Κρήτης και Κύπρου», το οποίο πραγματοποιείται στο πλαίσιο του Προγράμματος Συνεργασίας Interreg V-A Ελλάδα-Κύπρος 2014-2020.
«Ο θρησκευτικός αλλά και ο προσκυνηματικός τουρισμός στην Ελλάδα αφορούσε μέχρι πρόσφατα περίπου 2-3 εκατομμύρια επισκέπτες και είναι ένα σημαντικό κομμάτι του συνολικού τουριστικού μας προϊόντος που πρέπει να αναδειχθεί, σε συνδυασμό όμως και με όλο το πολιτιστικό κομμάτι. Για παράδειγμα, στη Σύρο έχουμε σχεδιάσει μια θρησκευτική διαδρομή που περιλαμβάνει ναούς, το δημαρχείο αλλά και την αγορά», σημειώνει ο κ.Παπαμακάριος και προσθέτει: «Η απώλεια της ρωσικής αγοράς που ήταν ένα μεγάλο τμήμα του θρησκευτικού τουρισμού άλλαξε τα δεδομένα για αυτό εμείς εντείνουμε τις προσπάθειες για άνοιγμα και νέων αγορών, κυρίως της κεντρικής Ευρώπης».
Ο Θρησκευτικός Τουρισμός έχει ως βασικό κίνητρο το θρησκευτικό συναίσθημα και περιλαμβάνει το σύνολο των δραστηριοτήτων το οποίο σχετίζεται με τις επισκέψεις τουριστών σε μνημεία, χώρους θρησκευτικής σημασίας και ανάλογες εκδηλώσεις θρησκευτικού περιεχομένου. Βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες, καθεδρικοί ναοί, ξωκλήσια και μοναστήρια, κειμήλια (εικόνες, εκκλησιαστικά αργυρά, άμφια και άλλα), καθώς και ήθη, έθιμα και θρησκευτικές πρακτικές αποτελούν την υλική και άυλη πολιτιστική κληρονομιά Ελλάδας και Κύπρου και λειτουργούν ως βασικοί πόλοι έλξης επισκεπτών, από το εσωτερικό των δύο χωρών και από το εξωτερικό.
Στις δράσεις του έργου περιλαμβάνεται η καταγραφή και ψηφιακή αποτύπωση μνημείων, κειμηλίων και δρωμένων άυλης θρησκευτικής πολιτιστικής κληρονομιάς στη διασυνοριακή περιοχή παρέμβασης, η επεξεργασία ψηφιοποιημένων δεδομένων υλικής και άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς προς χρήση σε καινοτόμες ψηφιακές εμπειρίες εντός υφιστάμενων μουσείων και η δημιουργία και πιλοτική λειτουργία τεσσάρων ψηφιακών μουσείων με μουσειακές εμπειρίες αιχμής, όπως είναι η χρήση προβολέων ολογραμμάτων και οι εφαρμογές επαυξημένης πραγματικότητας. Επίσης, περιλαμβάνεται η δημιουργία ενιαίας διακριτής τουριστικής ταυτότητας (branding) για την Ελλάδα και Κύπρο ως προορισμών Θρησκευτικού Τουρισμού ιδιαίτερου ενδιαφέροντος και προαγωγή ενός νέου μοντέλου Θρησκευτικού Τουρισμού με έμφαση στις ψηφιακές εμπειρίες και η ανάπτυξη δεξιοτήτων και γνώσεων μελών του κλήρου, επαγγελματιών του τουρισμού και επιστημόνων μέσα από σειρές εξειδικευμένων σεμιναρίων και δύο διεθνή συνέδρια.
«Η συνεργασία μας με την Κύπρο, που είναι πολύ οργανωμένη σε αυτόν τον τομέα και έχει πολλές εκκλησίες ενταγμένες στην UNESCO, βοηθά στο να ενισχύσουμε το τουριστικό μας προϊόν. Μάλιστα έχει γίνει πρόταση για τη δημιουργία κρουαζιέρας με συγκεκριμένο περιεχόμενο», αναφέρει ο κ.Παπαμακάριος.
Όπως εξηγεί ο ίδιος, εκείνο που είναι πολύ σημαντικό, είναι η εκπαίδευση επαγγελματιών του τουρισμού η οποία έγινε μέσω του προγράμματος και αφορούσε περίπου 300 άτομα στο νότιο Αιγαίο και την Κύπρο. «Υπάρχει αρκετή έλλειψη ενημέρωσης πάνω στο συγκεκριμένο τομέα, εκτός από τα μεγάλα μέρη και τους δημοφιλής θρησκευτικούς προορισμούς όπως η Πάτμος, η Παναγία της Τήνου και της Πάρου και τα Μετέωρα. Για αυτό και ένας από τους στόχους μας είναι να υπάρχει ακόμη αρτιότερη ενημέρωση για όλους τους θρησκευτικούς “θησαυρούς” μας».
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Συνδέσμου των εν Ελλάδι Τουριστικών και Ταξιδιωτικών Γραφείων (HATTA), Νίκος Κελαϊδίτης επισημαίνει ότι ο θρησκευτικός και προσκυνηματικός τουρισμός στην Ελλάδα διαθέτει τα εχέγγυα για να αναβαθμιστεί, καθώς ακόμη είναι πολύ μικρή η μερίδα των τουριστικών πρακτόρων που ασχολούνται αμιγώς με αυτόν τον τομέα. Εκείνο που χρειάζεται, όπως ο ίδιος υπογραμμίζει, είναι η μεγαλύτερη εμπλοκή των επαγγελματιών με την Εκκλησία να έχει έναν συμβουλευτικό ρόλο αλλά και η σύνδεση όλης της θρησκευτικής ιστορίας της Ελλάδας.
Νικόλ Καζαντζίδου