Τη φιλόφρονα λήθη, η οποία προϋποθέτει την ειλικρινή συγχώρεση, στον πραγματικό κόσμο την απονέμει στους παραστρατημένους η κοινωνία. Μόνο έτσι μπορεί και κυκλοφορεί στον δρόμο ξανά σαν τίμιος άνθρωπος ο πρώην κατάδικος λόγου χάρη, μόνο έτσι μπορεί να βρει δουλειά και να ξαναρχίσει τη ζωή του «σαν να μην έγινε τίποτε» ο πρώην εγκληματίας, κ.λπ. Η κοινωνία είναι ο «δικαστής» μετά την αποφυλάκιση, ουδείς άλλος.
Στον εικονικό και πολύπλοκο κόσμο του Ιντερνετ όμως, που πλέον μετράει περισσότερο και από τον πραγματικό, το ποιος απονέμει τη λήθη απαίτησε την επινόηση ρυθμιστικών κανόνων. Ο όρος «δικαίωμα στη λήθη» εντάχθηκε στο νομικό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ενωσης για να ρυθμίσει ζητήματα έκθεσης φυσικών προσώπων στο web. Δεν αφορά σε καμία περίπτωση εταιρείες αλλά μόνο άτομα, και ουσιαστικά σημαίνει ότι ένα οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο έχει δικαίωμα να απαιτήσει από την Google την απόκρυψη εκείνων των πληροφοριών –απολύτως ορθών, κατά τα λοιπά– οι οποίες θίγουν την τιμή και την υπόληψή του. Δηλαδή, το διαδικτυακό «δικαίωμα στη λήθη» το έχει και ο πρώην κατάδικος που δεν θέλει να του θυμίζει το κελί κάποια ανάρτηση.
Μέχρι τώρα η Google αφαιρούσε τέτοιο «επιβλαβές περιεχόμενο» από τον ιστό μόνο κατόπιν δικαστικής αποφάσεως. Πλέον, όμως, μπορεί και μόνη της να παίξει τον ρόλο της κοινωνίας των ανθρώπων και να το αφαιρέσει, εφ’ όσον της ζητηθεί αυτό από τους θιγομένους και αφού πειστεί ότι όντως θίγονται από τις αναρτήσεις στις διάφορες ιστοσελίδες, είτε τα αναγραφόμενα εκεί είναι 100% αληθινά είτε περιέχουν παραποιημένα και αναληθή στοιχεία.
Η Google, λοιπόν, θα απονέμει το «δικαίωμα στη λήθη» καταχωνιάζοντας στα Τάρταρά της τις ιστοσελίδες που θίγουν το φυσικό πρόσωπο: δεν θα τις εμφανίζει στη σελίδα αναζήτησης. Οι αλλαγές αυτές έρχονται με απόφαση του Ευρωπαϊκού Διακστηρίου και στην ουσία διευρύνουν το «δικαίωμα στη λήθη»: αυτό πλέον ενισχύεται όσον αφορά τα ψέματα, τις αναληθείς πληροφορίες, ενώ συγχρόνως καθίσταται ευκολότερη και προωθείται η λύση της απευθείας συνεννόησης με την Google, δηλαδή δίχως τη μεσολάβηση των δικαστηρίων.
Την εξέλιξη αυτή προκάλεσε η προσφυγή σε γερμανικό δικαστήριο δύο στελεχών επενδυτικής εταιρείας επειδή η Google είχε αρνηθεί να ικανοποιήσει αίτημά τους με το οποίο ζητούσαν την αφαίρεση κάποιων «ενοχλητικών λινκ» και των εικονιδίων των προσώπων τους από την εφαρμογή αναζήτησης εικόνων. Η Google προφασίστηκε άγνοια για το ψευδές ή το αληθές των πληροφοριών που ενόχλησαν τα στελέχη, έτσι το γερμανικό δικαστήριο ζήτησε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποσαφήνιση των ευρωπαϊκών ρυθμιστικών κανόνων για το ζήτημα.
Στην απόφασή του το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο υπενθύμισε ότι το δικαίωμα στην προστασία προσωπικών δεδομένων δεν είναι απόλυτο δικαίωμα και ότι υπόκειται στην αρχή της αναλογικότητας, έγραψε η Repubblica. Ετσι καθόρισε ότι εφ’ όσον το θιγόμενο μέρος προσκομίσει «κατάλληλα και επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ικανά να στηρίξουν το αίτημά του και να αποδείξουν την ανακρίβεια των πληροφοριών», τότε ο διαχειριστής της μηχανής αναζήτησης «υποχρεούται να ικανοποιήσει αυτό το αίτημα». Και αυτό είναι το βασικό σημείο αλλαγής στο όλον ζήτημα.