Ο χώρος ήταν βαμμένος σε ένα εφιαλτικό «νοσοκομειακό πράσινο», αλλά δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα πανεπιστημιακό εργαστήριο. Και τα μεγάλα κουτιά σε μέγεθος ψυγείου ήταν οι υπολογιστές της εποχής.
Πηγαίνουμε πίσω στην 29η Οκτωβρίου του 1969, τότε που δύο επιστήμονες δημιούργησαν την πιο πρωτόγονη μορφή αυτού που σήμερα αποκαλούμε ίντερνετ.
Οι δυο τους βρίσκονταν κάπου 400 χιλιόμετρα μακριά.
Ο ένας, ήταν ο Τσάρλι Κλάιν 21χρονος μεταπτυχιακός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια (UCLA).
Ο δεύτερος ήταν ο Μπιλ Ντιβάλ, 29χρονος τότε προγραμματιστής συστημάτων στο ερευνητικό Ινστιτούτο του Στάνφορντ (RSI).
Αμφότεροι εργάζονταν σε ένα σύστημα που λεγόταν Arpanet, η συντόμευση της φράσης Δίκτυο Οργανισμών Προηγμένων Ερευνητικών Έργων.
Το έργο χρηματοδοτείτο από το Υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ, στόχευε στη δημιουργία ενός δικτύου που θα μοιράζεται απευθείας δεδομένα χωρίς να βασίζεται σε τηλεφωνικές γραμμές και χρησιμοποιούσε μία μέθοδο παράδοσης δεδομένων που ονομαζόταν «αλλαγή πακέτων».Το όλο σκεπτικό θεωρείται έως και σήμερα ο πρόγονος του διαδικτύου.
Ήταν η πρώτη δοκιμή μιας τεχνολογίας που θα άλλαζε σχεδόν κάθε πτυχή της ανθρώπινης ζωής. Αλλά πριν καταστεί εφιικτό να λειτουργήσει, έπρεπε κάποιος να… συνδεθεί.
Ο Κλάιν κάθισε στο πληκτρολόγιό του ανάμεσα στους πράσινους τοίχους του εργαστηρίου του UCLA, προετοιμασμένος να συνδεθεί με τον Ντιβάλ, ο οποίος δούλευε με έναν υπολογιστή στην άλλη άκρη σχεδόν της Καλιφόρνια.
O Κλάιν άρχισε να πληκτρολογεί αλλά δεν κατάφερε να φτάσει μέχρι το τέλος της λέξης «LOGIN» που πήγε να γράψει.
Παρένθεση: Οταν λέμε πληκτρολόγιο είναι στην ουσία είναι τερματικό και εννοούμε ακριβώς αυτό, στην κάτωθι εικόνα.
Το τηλέφωνο χτύπησε και από την άλλη άκρη της γραμμής ο Ντιβάλ πληροφόρησε τον συνεργάτη του ότι το σύστημα της σύνδεσης είχε καταρρεύσει. Χάρη σε αυτό το λάθος, το πρώτο «μήνυμα» που έστειλε ο Κλάιν στον Ντιβάλ εκείνη την φθινοπωρινή μέρα του 1969 ήταν απλώς τα γράμματα «LO».
Η σύνδεση αποκαταστάθηκε περίπου μία ώρα αργότερα μετά από κάποιες τροποποιήσεις, αλλά αυτό το ιστορικό πρώτο κρασάρισμα ήταν η αρχή ενός μνημειώδους επιτεύγματος.
Κανείς τους δεν είχε τότε συνειδητοποιήσει τη σημασία της στιγμής. «Σίγουρα όχι εκείνη τη στιγμή», λέει ο Κλάιν. «Απλώς προσπαθούσαμε να το κάνουμε να λειτουργήσει».
Μισό αιώνα αργότερα, και ενώ το διαδίκτυο χωράει πλέον στην τσέπη μας, Κλάιν και Ντιβάλ μίλησαν στο BBC επί τη ευκαιρία της επετείου:
Θα μας περιγράψετε τους υπολογιστές που ενεργοποίησαν το Arpanet; Ήταν αυτά τα τεράστια, θορυβώδη μηχανήματα;
Κλάιν: Ήταν μικροί υπολογιστές –για τα δεδομένα της εποχής– περίπου στο μέγεθος ενός ψυγείου. Ήταν κάπως θορυβώδεις από τους ανεμιστήρες ψύξης, αλλά αθόρυβοι σε σύγκριση με τους ήχους που έβγαζαν όλα τα ανεμιστηράκια στον υπολογιστή Sigma 7.
Υπήρχαν φώτα στο μπροστινό μέρος που αναβόσβηναν, διακόπτες που μπορούσαν να ελέγξουν τον Επεξεργαστή μηνυμάτων διασύνδεσης και μια συσκευή ανάγνωσης ταινίας χαρτιού που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για φόρτωση του λογισμικού.
Ντιβάλ: Οι υπολογιστές βρίσκονταν σε ένα «έπιπλο» τόσο μεγάλο που σήμερα θα χωρούσε ένα πλήρες σετ ηχητικού εξοπλισμού για μια μεγάλη παράσταση. Και εκείνοι οι υπολολογιστές ήταν χιλιάδες, αν όχι εκατομμύρια ή δισεκατομμύρια φορές λιγότερο ισχυροί από τον επεξεργαστή ενός Apple Watch. Ετσι ήταν οι παλιοί (υπολογιστές)!
Πείτε μας για τη στιγμή που ξεκινήσατε να πληκτρολογείτε το «L-O..».
Κλάιν: Σε αντίθεση με τους ιστότοπους και τα άλλα συστήματα σήμερα, τότε όταν συνδέατε ένα τερματικό με το σύστημα του Ινστιτούτου του Σαν Φρανσκόισκο (SRI) δεν θα συνέβαινε τίποτα μέχρι να πληκτρολογήσετε κάτι. Εάν θέλατε να εκτελέσετε ένα πρόγραμμα, θα έπρεπε πρώτα να συνδεθείτε. Πληκτρολογώντας τη λέξη «login», και το σύστημα θα ζητούσε μετά το όνομα χρήστη και τον κωδικό πρόσβασής σας (…)
Ήμουν στο τηλέφωνο με τον Μπιλ όταν το δοκιμάσαμε. Του είπα ότι πληκτρολόγησα το γράμμα «L». Μου είπε ότι είχε λάβει το γράμμα «L» και το επανέλαβε.
Του είπα ότι τυπώθηκε. Μετά πληκτρολόγησα το γράμμα «Ο». Και πάλι, λειτούργησε μια χαρά. Καθώς πληκτρολογούσα το γράμμα ο «G» (για το «Login», ο Μπιλ μου είπε ότι το σύστημά του είχε καταρρεύσει και θα με ξανάπαιρνε στο τηλέφωνο.
Ντιβάλ: Αυτό που συνέβη οφειλόταν στο γεγονός ότι η σύνδεση δικτύου ήταν πολύ πιο γρήγορη από οτιδήποτε είχε υπάρξει προηγουμένωςδει πριν.
Η κανονική ταχύτητα σύνδεσης ήταν 10 χαρακτήρες ανά δευτερόλεπτο, ενώ το Arpanet μπορούσε να μεταδώσει έως και 5.000 χαρακτήρες ανά δευτερόλεπτο. Το αποτέλεσμα της αποστολής αυτού του μηνύματος από το UCLA στον υπολογιστή SRI πλημμύρισε την προσωρινή μνήμη εισόδου που ανέμενε μόνο 10 χαρακτήρες ανά δευτερόλεπτο.
Ήταν σαν να γεμίζεις ένα ποτήρι με πυροσβεστική μάνικα.
Γρήγορα ανακάλυψα τι είχε συμβεί, άλλαξα το μέγεθος του buffer και ξαναέφτιαξα το σύστημα, κάτι που χρειάστηκε περίπου μία ώρα.
Ποια ήταν η ατμόσφαιρα όταν στάλθηκε το μήνυμα;
Ντιβάλ: Καθένας μας ήταν μόνος του στα δύο εργαστήρια υπολογιστών και ήταν νύχτα. Ήμασταν και οι δύο χαρούμενοι που είχαμε ενα πετυχημένο πρώτο τεστ ως αποκορύφωμα πολλής δουλειάς. Πήγα σε ενα ποτάδικο κι έφαγα ένα μπέργκερ και μια μπύρα.
Κλάιν: Ήμουν χαρούμενος που είχε λειτουργήσει και πήγα σπίτι για να κοιμηθώ.