Ο κρόκος, σαφράν ή ζαφορά, το πιο ακριβό μπαχαρικό στον κόσμο, εμφανίστηκε, εξημερώθηκε και καλλιεργήθηκε για πρώτη φορά στην περιοχή της Ελλάδας την Εποχή του Χαλκού. Αυτό είναι το συμπέρασμα μιας νέας γερμανικής επιστημονικής μελέτης, η οποία φαίνεται να δίνει οριστική απάντηση στο ερώτημα πόθεν έλκει την καταγωγή του το φυτό του κρόκου, καθώς μέχρι σήμερα πολλές χώρες τη διεκδικούσαν.
Το σαφράν εξάγεται από τα άνθη του φυτού του κρόκου (Crocus sativus), το οποίο καλλιεργείται εδώ και χιλιάδες χρόνια στην περιοχή της Μεσογείου, από όπου επεκτάθηκε και σε πολλά άλλα μέρη, χωρίς έως τώρα να είναι σίγουρο που και πότε ακριβώς ξεκίνησε η καλλιέργειά του. Σήμερα ο κρόκος έχει μια ποικιλία χρήσεων, από τη μαγειρική και τα αρώματα έως τις βαφές. Από περίπου 15.000 έως 16.000 άνθη κρόκου, τα οποία απαιτούν 370 έως 470 ώρες για να συλλεχθούν, παράγεται ένα μόλις κιλό κρόκου αξίας 1.300 έως 10.000 δολαρίων.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Λούντβιχ Μαν του Τεχνικού Πανεπιστημίου της Δρέσδης, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό επιστήμης των φυτών «Frontiers in Plant Science», ανέλυσαν όλα τα διαθέσιμα δεδομένα και συμπέραναν ότι αυτά συγκλίνουν στην ίδια περιοχή. «Τόσο τα αρχαία έργα τέχνης όσο και η γενετική δείχνουν την Ελλάδα της Εποχής του Χαλκού, περίπου το 1.700 π.Χ. ή και νωρίτερα, ως την προέλευση της εξημέρωσης του σαφράν», δήλωσε ο Μαν.
Το γένος Crocus, το οποίο περιλαμβάνει περίπου 250 άγρια είδη φυτών, έχει παρουσία από τη Νότια και Κεντρική Ευρώπη και τη Βόρεια Αφρική μέχρι τη Δυτική Κίνα. Η πρώτη γνωστή χρήση άγριου κρόκου από τους ανθρώπους ήταν ως χρωστική ουσία για σπηλαιογραφίες, περίπου πριν 50.000 χρόνια στο σημερινό Ιράκ. Αρχαία κείμενα των Σουμερίων, των Ασσυρίων και των Βαβυλωνίων περιγράφουν επίσης τη χρήση άγριου κρόκου για φάρμακα και βαφή.
Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι η καταγωγή του σαφράν δεν μπορούσε να προσδιοριστεί εύκολα, επειδή το φυτό είναι δύσκολο να μελετηθεί γενετικά, καθώς έχει τρία – αντί για τα συνήθη δύο – αντίγραφα κάθε χρωμοσώματος, καθώς και ένα πολύ μεγάλο γονιδίωμα που περιέχει υψηλό ποσοστό επαναλαμβανόμενου DNA, δύσκολου στην αλληλούχισή του.
Σύμφωνα με τη μελέτη, πιθανότατα η αρχαιότερη στον κόσμο απεικόνιση καλλιεργούμενου κρόκου είναι από τον Μινωικό πολιτισμό η τοιχογραφία «Κροκοσυλλέκτης» περίπου του 1.600 π.Χ. Άνθη κρόκου απεικονίζονται επίσης σε κεραμικά και υφάσματα της Εποχής του Χαλκού στην Ελλάδα, ενώ η αρχαία Γραμμική Β γραφή διαθέτει και ιδεόγραμμα για τον κρόκο. Τάφοι στην Αίγυπτο του 15ου και 16ου αιώνα π.Χ. δείχνουν πρέσβεις από την Κρήτη να φέρνουν υφάσματα βαμμένα με σαφράν.
Γενετικές μελέτες από το 2019 έδειξαν ότι το φυτό C.cartwrightianus, ο στενότερος άγριος συγγενής του καλλιεργούμενου κρόκου, έχει βρεθεί μόνο στην ηπειρωτική Ελλάδα, κάτι που συνιστά ισχυρή ένδειξη ότι εδώ συνέβη η αρχική εξημέρωση του φυτού. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι ο σύγχρονος κρόκος σαφράν προέκυψε με φυσικό τρόπο, προερχόμενος είτε από το συγγενικό άγριο φυτό C.cartwrightianus είτε από υβρίδια μεταξύ του τελευταίου και κάποιου άλλου είδους κρόκου. Στη συνέχεια ο κρόκος αξιοποιήθηκε συστηματικά από τους Έλληνες της Εποχής του Χαλκού χάρη στις ανώτερες ιδιότητές του ως μπαχαρικό.
Όπως είπε ο δρ Τόνι Χάιτκαμ, επικεφαλής της Ομάδας Γονιδιωματικής της Φυτών στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο της Δρέσδης, «σε όλο τον κόσμο σήμερα όλοι οι κρόκοι σαφράν ουσιαστικά είναι κλώνοι που ανάγονται πίσω στην εμφάνιση του σαφράν στην αρχαία Ελλάδα. Παρόλο που όλοι μοιράζονται το ίδιο γονιδίωμα, το σαφράν μπορεί να έχει διαφορετικές ιδιότητες ανάλογα με την κάθε περιοχή».
*Naftemporiki.gr