του Γιώργου Μανδραβέλλη
Πως να ξεχάσεις το ευφάνταστο αυτό βίντεο στο διαδίκτυο με μια παρέα αλλοπαρμένων, ντυμένων με ασιατικές φορεσιές, σε κάποιο υπόγειο πάρκινγκ της Αθήνας;
Για όποιους διάβασαν τις παραπάνω γραμμές χωρίς να καταλάβουν λέξη, ανοίξτε την εφαρμογή του Youtube και αναζητήστε τον τίτλο του άρθρου για να μπορέσετε να συνεχίσετε την ανάγνωση χωρίς περαιτέρω απορίες.
Η πρώτη εντύπωση, το πρώτο ερέθισμα που δέχονται οι νευρώνες μας και το μεταδίδουν στον εγκέφαλο, η πρώτη ανάμνηση που δημιουργείται από οτιδήποτε υπάρχει στο περιβάλλον μας έχουν συνήθως τη μεγαλύτερη ένταση . Είναι αυτά που διαμορφώνουν την άποψή μας σε μεγάλο βαθμό και αυτά που θα καθορίσουν αν θα επαναλάβουμε την πράξη ώστε να ξαναζήσουμε την εμπειρία.
Οι πρώτες εμπειρίες ενός ανθρώπου σε σχέση με τη γεύση, είναι γλυκές. Οι γλυκές τροφές είναι οι μόνες που ανεχόμαστε στα πρώτα μας βήματα, αφού η φύση έχει προνοήσει και έχει συνδέσει την πικρή και την ξινή με δηλητήρια, συνεπώς τις αποφεύγουμε. Και οι δύο είναι επίκτητες και γίνονται ανεκτές αφού περάσουμε κάποια χρόνια πάνω στον μάταιο τούτο κόσμο. Αρεστές ίσως να μη γίνουν και ποτέ από κάποιους.
Η γλύκα στο κρασί είναι ίσως το πιο παρεξηγημένο χαρακτηριστικό του. Κι αυτό γιατί δε γνωρίζουμε την προέλευση της. Τα περισσότερα μπαρ στον τόπο μας, σερβίρουν σαγκρία (στο γιώτα ο τόνος, όχι στο άλφα). Η σανγκρία λοιπόν, είναι ένα ηδύποτο, που φτιάχνεται με βάση κυρίως κόκκινο κρασί. Υπάρχουν αναρίθμητες συνταγές, πολλοί το χαρακτηρίζουν παραδοσιακό στην Ιβηρική χερσόνησο, αλλά η σύγχρονη ιστορία του ξεκινάει τη δεκαετία του 1960 από μια έκθεση στη Νέα Υόρκη, όπου και συστήθηκε στο παγκόσμιο κοινό. Η λέξη προέρχεται από το ισπανικό sangre, που σημαίνει αίμα, και φτιάχνεται συνήθως από κρασιά κατώτερης ποιότητας με προσθήκη ζάχαρης, για να κρυφτούν τα ελαττώματά του.
Ένα ακόμα δημοφιλές κρασί, που περιέχει ζάχαρη, η οποία όμως είναι αποτέλεσμα της διαδικασίας οινοποίησης, είναι το Moscato d’ Asti. Το συγκεκριμένο παρασκευάζεται στην πόλη Asti, στο Piemonte της Βόρειας Ιταλίας και σε μικρότερες ποσότητες στις επαρχίες Αlessandria και Cuneo, και η γλύκα του προέρχεται απο την φρουκτόζη και τη γλυκόζη του σταφυλιού που μένουν αζύμωτα.
Εκτός από τα προαναφερθέντα, κυκλοφορούν και πολλά brands κρασιών με τους χαρακτηρισμούς “ημίξηρο” ή “ημίγλυκο”.
Η ευρωπαϊκή ένωση έχει πολύ αυστηρούς και συγκεκριμένους κανόνες για την παραγωγή αλκοολούχων ποτών, όπως το κρασί. Προβλέπεται ακόμα και η προσθήκη μούστου ή ζάχαρης κατά τη διάρκεια της οινοποίησης, με στόχο την αύξηση της περιεκτικότητας σε αλκοόλ.
Αυτό που δεν μπορεί να προβλευθεί, αλλά ούτε και να λειτουργήσει υπό την σκέπη οποιουδήποτε κανόνα, είναι η ισορροπία. Γλυκά riesling από την κοιλάδα του Μοζέλα στη Γερμανία, σερί από τη Xerez της Ισπανίας, Tokaij από την Ουγγαρία, Sauternes από τη Γαλλία και , φυσικά, Vinsanto από την ονειρική Σαντορίνη προσφέρουν μαγικές στιγμές στους ουρανίσκους όσων τα προτιμήσουν. Απόλυτη ισορροπία των υπολειμματικών σακχάρων με την υψηλή οξύτητα, απόλυτη έκφραση της κάθε περιοχής, αλλά και της τέχνης του οινοποιού. Απαιτεί δεξιοτεχνία και άριστη πρώτη ύλη από τη μια, ένα καθόλου ευκαταφρόνητο ποσό για την απόκτησή τους από την άλλη.
Η διαφορά, λοιπόν, στα γλυκά, ημίγλυκα ή ημίξηρα κρασιά που κυκλοφορούν, βρίσκεται, εκτός από την τιμή, και στην ποιότητα των σταφυλιών. Άρα και στην ποιότητα του κρασιού. Άλλο το κρασί αμφιβόλου προέλευσης και διαδικασίας οινοποίησης, στο οποίο η προσθήκη ζάχαρης έγινε με σκοπό να είναι απλά γλυκό για να πουληθεί σαν παστάκι ζαχαροπλαστείου με όμορφο περιτύλιγμα, και άλλο αυτό που απαίτησε προσοχή και φροντίδα, συλλέχθηκε με κόπο από πλαγιές ή κάτω από τον καυτό ήλιου του αιγαίου και πέρασε μήνες ή και χρόνια περιμένοντας καρτερικά τη σειρά του μέσα σε κάποιο βαρέλι. Την καραμέλα πρέπει να την καταλαβαίνουμε στη γεύση του κρασιού, και όχι να τη βλέπουμε γραμμένη στην ετικέτα…
Και μην ξεχνιόμαστε, φελλό και ετικέτα!