“Το παραμύθι της Κοκκινοσκουφίτσας ανάποδα”
Μια φορά κι έναν καιρό σε ένα δάσος λαμπερό ζούσε ο καλός ο λύκος. Μια μέρα πήγε με τους φίλους του μια εκδρομή και είπε να περάσει από την γιαγιά του. Στον δρόμο όμως συνάντησε μια κοπέλα παράξενη, φοβήθηκε να της μιλήσει αλλά βρήκε το θάρρος και της είπε “Γεια, είσαι καλά κοριτσάκι;” του απάντησε “Ναι… είμαι πολύ καλά”. Ξαφνικά έβγαλε ένα μαχαίρι και του όρμηξε.
Όλοι τότε έτρεξαν όσο πιο γρήγορα μπορούν και ο λύκος βρήκε το σπίτι της γιαγιάς. Κλείδωσε την πόρτα αλλά ήταν μόνος, κανείς δεν τα κατάφερε. Φώναξε τη γιαγιά αλλά άκουσε ένα παράθυρο να τρίζει.
Είδε τη γιαγιά χωρίς γούνα, έτρεξε να την βοηθήσει αλλά δεν είχε ελπίδα, του είπε”πρόσεχε γι αυτήν την κοπελίτσα με την κόκκινη κάπα, πρόσεχε” και άφησε την τελευταία της πνοή.
Τότε η πόρτα άνοιξε και η κοκκινοσκουφίτσα μπήκε στο σπίτι ενώ ο λύκος έβγαζε ένα υπνωτικό και έριξε την σκόνη πάνω της. Αποκοιμήθηκε και ο Λύκος βρήκε την ευκαιρία να το σκάσει. Έτρεξε.
Βγήκε στο ξέφωτο που είχε επιτεθεί η κακία κοκκινοσκουφίτσα και είδε όλους τους νεκρούς φίλους. Στεναχωρήθηκε πάρα μα πάρα πολύ.
Είδε επίσης ένα δρόμο από αίμα, τον ακολούθησε και βρήκε ένα σκοτεινό και τρομακτικό μέρος, σκέφτηκε να το ακολουθήσει. Βρήκε την σκόνη του καλού.
Την πήρε και έτρεξε σαν αστραπή στην κακιά κοκκινοσκουφίτσα. Την έριξε και η κοκκινοσκουφίτσα έγινε καλή και επειδή ήταν μάγισσα τους ανέστησε όλους και όλοι έγιναν οι καλύτεροι φίλοι.
Πέρη, 11 ετών