Πολλά αρνητικά περιβαλλοντικά ρεκόρ και ένας θλιβερός πόλεμος έφερε το 2022 την Ευρώπη αντιμέτωπη με τα πλανητικά και οικονομικά της όρια. Ωστόσο παράλληλα με την οπισθοχώρηση σε σημαντικές περιβαλλοντικές κατακτήσεις, συνέβησαν και μερικές αξιόλογες εξελίξεις που μπορούν να διαπλατύνουν τον ήδη στενό και γεμάτο εμπόδια δρόμο προς κλιματική ουδετερότητα και την βιωσιμότητα του πλανήτη μας.
Διεθνής κοινότητα: αργά βήματα προς τη διατήρηση της κλιματικής σταθερότητας και της βιοποικιλότητας
Το 2022 σηματοδοτήθηκε από δύο παγκόσμιες συναντήσεις της διεθνούς κοινότητας, κρίσιμες τόσο για τον πλανήτη όσο και για το μέλλον μας: την 27η Διάσκεψη για την Κλιματική Αλλαγή (COP27) και τη 15η Διάσκεψη για τη Βιοποικιλότητα (COP15). Μπορεί να μην κατέληξαν σε φιλόδοξες δεσμευτικές συμφωνίες, όμως σηματοδότησαν δειλά αλλά σαφή βήματα προς διατήρηση της κλιματικής σταθερότητας, της προστασίας της βιοποικιλότητας και της διεκδίκησης της κλιματικής δικαιοσύνης. Τη στιγμή που ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ δήλωνε ότι «βρισκόμαστε σε μία λεωφόρο προς την κλιματική κόλαση με το πόδι μας κολλημένο στο γκάζι», η επιστημονική κοινότητα προειδοποίησε ηχηρά για ακόμα μία φορά για την τεράστια απειλή που αυτές οι δίδυμες κρίσεις επιφυλάσσουν για το παρόν και το μέλλον της ανθρωπότητας και της ζωής στον πλανήτη μας.
Σύμφωνα με τα δεδομένα που δημοσίευσε φέτος ο Διεθνής Μετεωρολογικός Οργανισμός, οι παγκόσμιες εκπομπές αερίων που ευθύνονται για την πρόκληση της κλιματικής κρίσης ήδη αυξήθηκαν σε σύγκριση με τα επίπεδα προ πανδημίας, του 2019, ενώ μάλιστα σε αρκετές χώρες ακόμα ισχύουν περιορισμοί. Σύμφωνα με τα ευρήματα της φετινής έκθεσης του WWF «Ζωντανός Πλανήτης» καταγράφεται σε όλο τον κόσμο μια κατακόρυφη μείωση κατά μέσο όρο 69% στους πληθυσμούς άγριας ζωής, για τους οποίους υπάρχουν δεδομένα παρακολούθησης, με τους πληθυσμούς των ειδών που συναντώνται σε οικοσυστήματα γλυκού νερού να έχουν υποστεί τη μεγαλύτερη μείωση (83%) από όλα τα είδη συνολικά. Δυο και πλέον χρόνια πανδημίας φαίνεται πως δεν ήταν αρκετά για να συνειδητοποιήσει σύσσωμη η δική μας «τελευταία γενιά που μπορεί να σώσει τον πλανήτη», ότι υπό την απειλή της κλιματικής κρίσης και της κατάρρευσης της βιοποικιλότητας, η μοίρα για όλους τους λαούς της Γης είναι κοινή και ότι κανένας οικονομικός ή γεωπολιτικός ανταγωνισμός δεν έχει νόημα.
Αυτή η χρονιά σήμανε καθαρά τη δύση των ορυκτών καυσίμων, ιδιαίτερα δε του αερίου που μέχρι πολύ πρόσφατα οι μεγάλοι πετρελαϊκοί κολοσσοί προωθούσαν με την ταμπέλα του ‘πράσινου’ μεταβατικού καυσίμου. Στην τελευταία του έκθεση «World Energy Outlook 2022», ο ιστορικά συντηρητικός Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) περιλαμβάνει ειδικό κεφάλαιο με τίτλο «Μήπως το φυσικό αέριο εξατμίζεται;». Στο κεφάλαιο αυτό ο ΙΕΑ εξηγεί ότι η κρίση που εντάθηκε με τον πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας έδειξε για πρώτη φορά την κορύφωση και το τέλος των ορυκτών καυσίμων, ενώ παράλληλα τονίζει πως εάν θέλουμε να φτάσουμε σε καθαρό μηδενισμό των εκπομπών μέχρι το 2050, δεν δικαιολογείται καμία νέα υποδομή ή εξόρυξη πετρελαίου και αερίου.
Ευρώπη: ο πανικός δεν είναι καλός περιβαλλοντικός σύμβουλος
Ο πόλεμος που ξεκίνησε η Ρωσία κατά της Ουκρανίας, ενέτεινε την ενεργειακή κρίση και έφερε στο προσκήνιο την κρίση των ορυκτών καυσίμων. Δεν ξέρω τι νόημα μπορεί να έχει τώρα αυτή η διαπίστωση, όμως δυστυχώς είχαμε δίκιο όταν από το 2009 προειδοποιούσαμε για τις επιπτώσεις της βαθιάς ενεργειακής εξάρτησης της ‘γηραιάς’ αλλά διόλου σοφής ηπείρου μας, από ρωσικές ενεργειακές πηγές και ιδίως από το ορυκτό αέριο. Όπως σταθερά δείχνουν όλες οι αναλύσεις για την αγορά ενέργειας, το μέλλον της βιομηχανίας αερίου απειλείται υπαρξιακά από το ράλι τιμών που έχει βυθίσει την Ευρώπη σε πρωτοφανή ενεργειακή κρίση.
Το αέριο ήδη ηττάται κατά κράτος στο πεδίο του ανταγωνισμού με τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Πρόσφατη έκθεση της Rystad Energy δείχνει ότι στην Ευρώπη θα είναι 10 φορές ακριβότερη η λειτουργία υφιστάμενων μονάδων με καύσιμο ορυκτό αέριο, σε σύγκριση με την κατασκευή νέων φωτοβολταϊκών. Παρά την αναμενόμενη πτώση των τιμών, όταν με το καλό τελειώσει ο πόλεμος, το αέριο δύσκολα θα παραμείνει ανταγωνιστικό χωρίς σημαντικές κρατικές ενισχύσεις, δηλαδή χωρίς να το πληρώσουν οι ευρωπαϊκές οικονομίες και τα νοικοκυριά. Η ρωσική επιθετικότητα κατά της Ουκρανίας, με κύριο όπλο μαζικού εκβιασμού την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης, έβαλε την Ευρωπαϊκή Ένωση σε τροχιά επείγουσας απελευθέρωσης από τις ρωσικές ενεργειακές πηγές. Επέφερε όμως και συνειδητοποίηση των γεωπολιτικών, οικονομικών και (δυστυχώς τελευταίων στην πολιτική ιεράρχηση) περιβαλλοντικών ωφελειών που θα φέρει η μετάβαση σε ένα ενεργειακό σύστημα που θα θεμελιώνεται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και θα μηδενίσει την εξάρτηση από τα ρυπογόνα και κλιματικά καταστροφικά ορυκτά καύσιμα.
Μέσα στον πανικό των προβλέψεων για ενεργειακή κρίση άνευ ιστορικού προηγουμένου που θα προκληθεί από την περικοπή της προμήθειας ορυκτού αερίου, η Ευρώπη προχωρά σε μια άτακτη μαζική μετάβαση στην καθαρή ενέργεια. Πρόκειται για μάχη με τον χαμένο χρόνο που όμως η Ευρώπη τον δίνει με όπλο μια σειρά από επείγουσες ρυθμίσεις που μπορούν να προκαλέσουν περισσότερη ζημιά στο φυσικό περιβάλλον από την ωφέλεια που θα προσφέρουν στο μέτωπο της απεξάρτησης από το αέριο και στη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής. Παράδειγμα, το σχέδιο REPowerEU και ο κατεπείγων κανονισμός για την ανάπτυξη των ΑΠΕ που φέρνουν στο προσκήνιο ένα δίλημμα, το οποίο θα έπρεπε να θεωρείται ανύπαρκτο: είναι η ανάπτυξη της καθαρής ενέργειας στόχος υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος που υπερβαίνει ακόμα και τον στόχο για προστασία των περιοχών Natura; Η απάντηση είναι «προφανώς όχι!». Οι ΑΠΕ ως υποδομές περιβαλλοντικού σκοπού θα πρέπει να αναπτύσσονται με τους ασφαλέστερους για τη βιοποικιλότητα και τους δικαιότερους για την κοινωνία όρους και προϋποθέσεις.
Άλλη μια σημαντική εξέλιξη, της οποίας όμως η πρόοδος έχει επιβραδυνθεί ανησυχητικά λόγω της κρίσης, είναι η πρόταση για ευρωπαϊκό νόμο για την αποκατάσταση της φύσης. Μετά από αρκετές αναβολές, η πρόταση αυτή βρέθηκε στο τραπέζι των υπουργών περιβάλλοντος της ΕΕ μόλις στην εκπνοή του 2022. Πρόκειται για μια εξαιρετικά σημαντική νομοθετική πρωτοβουλία της Κομισιόν, η οποία έρχεται ως αποτέλεσμα διεκδικήσεων από την ευρωπαϊκή κοινωνία των πολιτών που με κάθε τρόπο και σε κάθε γωνιά της Ευρώπης δείχνει δυναμικά την αγωνία της για το μέλλον της ευρωπαϊκής φυσικής κληρονομιάς. Στις θετικές εξελίξεις της χρονιάς ο νέος ευρωπαϊκός κανονισμός για την καταπολέμηση της αποδάσωσης που προκαλεί το εμπόριο συγκεκριμένων προϊόντων που φθάνουν στις αγορές της Ευρώπης, ο οποίος αποτέλεσε μεγάλη νίκη για το ευρωπαϊκό δίκτυο του WWF που έδωσε πραγματική μάχη με ισχυρά συμφέροντα που λυμαίνονται τα δάση φτωχότερων κρατών με υποσχέσεις για οικονομικά κέρδη πάνω από τον πλανήτη.
Ελλάδα: ένα περιβαλλοντικό βήμα εμπρός, δέκα πίσω
Στην Ελλάδα του 2022, εμβληματική ήταν η ψήφιση του πρώτου εθνικού κλιματικού νόμου. Ένα μικρό μεν, αλλά σαφές βήμα προς τα εμπρός, καθώς παρότι οι στόχοι που θέτει η Ελλάδα για την μείωση των εκπομπών υπολείπονται σημαντικά εκείνων που απαιτούνται για να ευθυγραμμιστεί με τους παγκόσμιους κλιματικούς στόχους, το γεγονός ότι το εθνικό θεσμικό πλαίσιο εμπλουτίστηκε με νόμο που τοποθετεί την κλιματική αλλαγή στο πολιτικό προσκήνιο είναι μια σαφώς θετική εξέλιξη.
Σε παράλληλη τροχιά, η πορεία ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ήταν θεαματικά ταχύτερη από τις πολιτικές εξελίξεις για την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα: μέχρι και τον Νοέμβριο, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας προσέφεραν και το 47,23% της συνολικής παραγωγής ηλεκτρισμού (μαζί με το ισοζύγιο διασυνδέσεων). Εντυπωσιακό, αν σκεφτεί κανείς πως ο ισχύων εθνικός στόχος για τις ΑΠΕ είναι 61% μέχρι το 2030.
Διάγραμμα: Συνολικής παραγωγή ηλεκτρισμού & ισοζύγιο διασυνδέσεων (GWh)
Στοιχεία: ΑΔΜΗΕ
Στο πεδίο των συγκεκριμένων πολιτικών και ρυθμίσεων για το περιβάλλον και το κλίμα, εκεί όπου όλες οι κυβερνήσεις δίνουν τις πραγματικές εξετάσεις τους, τα πράγματα δεν είναι καλά. Μια σειρά από πολιτικές αποφάσεις δείχνουν ότι στην Ελλάδα οι πολιτικές ηγεσίες απεχθάνονται τον σχεδιασμό και τον έλεγχο της συμμόρφωσης με τους νόμους, ενώ οι δεσμεύσεις τους απέχουν πολύ από την πράξη. Επιπλέον, σε επίπεδο ΕΕ, η Ελλάδα υποστηρίζει μερικές από τις χειρότερες για το περιβάλλον πολιτικές πρωτοβουλίες, όπως ο χαρακτηρισμός των επενδύσεων σε ορυκτό αέριο και σε πυρηνική ενέργεια ως ‘πράσινων’.
Η προσκόλληση της χώρας μας σε ξεπερασμένους αναπτυξιακούς μύθους, όπως οι εξορύξεις υδρογονανθράκων, είναι δυστυχώς απόδειξη της μεγάλης απόστασης που πρέπει οι Έλληνες να διανύσουμε μέχρι τη συνειδητοποίηση της ανάγκης για ριζική αναθεώρηση του οικονομικού μοντέλου και του οράματος για την ανάπτυξη της χώρας. Ενώ οι πετρελαϊκοί κολοσσοί αναγνωρίζουν πλέον πως τα ορυκτά καύσιμα βρίσκονται στη δύση τους, στην Ελλάδα οι κυβερνήσεις από το 2014 και μετά παραμένουν πεισματικά και δίχως καμία προφανή εθνική αιτιολογία κολλημένες στο αφήγημα ενός ορυκτού πλούτου που ανάλογα με την περίσταση χρησιμοποιείται είτε ως μυθικών διαστάσεων υπόσχεση οικονομικού πλουτισμού, είτε ως γεωπολιτικό ‘όπλο’ στο πεδίο ανταγωνισμού με την ταραχοποιό γειτόνισσα Τουρκία. Στην πραγματικότητα όμως, δεν προσφέρουν ούτε οικονομική άνθιση ούτε γεωπολιτική σταθερότητα. Ήδη δυο πετρελαϊκές ανακοίνωσαν ότι εγκαταλείπουν τις έρευνες και το ενδιαφέρον για εξόρυξη υδρογονανθράκων στην Ελλάδα: φέτος η TOTALEnergies και πέρυσι η REPSOL.
Βήματα προς τα πίσω έγιναν και σε σχέση με την απολιγνιτοποίηση, η ανακοίνωση της οποίας από τη σημερινή κυβέρνηση το 2019 χαιρετίστηκε ως εμβληματική πρωτοβουλία προς ένα καθαρότερο μέλλον. Δυο φορές μέσα στον τελευταίο χρόνο, κατά παράβαση της νομοθεσίας της ΕΕ για τη βιομηχανική ρύπανση, η κυβέρνηση έδωσε νέες παρατάσεις λειτουργίας σε λιγνιτικές μονάδες που θα έπρεπε να έχουν κλείσει εδώ και καιρό, καθώς εκπέμπουν ρύπους πολύ πάνω από τα όρια της ΕΕ, κάνοντάς μας να αναρωτηθούμε πότε πραγματικά θα ξεκινήσει η απολιγνιτοποίηση.
Συνολικά, η Ελλάδα αντιμετωπίζει πολλά πολιτικά και θεσμικά κενά που εμποδίζουν την πορεία της προς την κλιματική ουδετερότητα. Ιδίως όσον αφορά κρίσιμα πεδία περιβαλλοντικής πολιτικής, σημειώνεται σοβαρή οπισθοδρόμηση που μόνο με την οκταετία της οικονομικής κρίσης και της επίκλησης μνημονιακών δεσμεύσεων μπορεί να συγκριθεί.
- Ελλειμματική προστασία των περιοχών Natura 2000: Η χώρα συνεχίζει την αδικαιολόγητη κωλυσιεργία στη θέσπιση ειδικών μέτρων διατήρησης για όλους τους πυρήνες βιοποικιλότητας που προστατεύονται από τη νομοθεσία της ΕΕ ως περιοχές Natura. Φέτος, το ΥΠΕΝ απείλησε ευθέως τις περιοχές Natura με ένα από τα χειρότερα πλήγματα των τελευταίων ετών. Ευτυχώς, τα επικίνδυνα άρθρα αποσύρθηκαν λόγω των έντονων αντιδράσεων. Για την απαράδεκτη πολιτική αδιαφορία και νομική επιδείνωση της κατάστασης των περιοχών Natura, το WWF Ελλάς υπέβαλε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετική αναφορά, στην οποία η Κομισιόν απάντησε ότι είναι σαφές πως η Ελλάδα παραβιάζει την οδηγία 92/43/ΕΟΚ για τους οικοτόπους.
- Αρνητική πρωτιά στις παραβιάσεις του ευρωπαϊκού περιβαλλοντικού δικαίου: Η Ελλάδα κατατάσσεται στην πρώτη θέση σε παραβιάσεις του περιβαλλοντικού δικαίου της ΕΕ. Οι περισσότερες υποθέσεις (77%) αφορούν κακή εφαρμογή, στοιχείο που δείχνει ότι τα προβλήματα ενέχουν πολιτική ευθύνη και αφορούν βαθιά ελλείμματα μηχανισμών περιβαλλοντικής συμμόρφωσης και ελέγχων. Επίσης η χώρα βαρύνεται με τις περισσότερες υποθέσεις αγνόησης καταδικαστικών αποφάσεων του Δικαστηρίου της ΕΕ. Αν και οι δυο από τις τέσσερις ανοιχτές υποθέσεις με χρηματική ποινή έχουν πλέον κλείσει, το συνολικό ποσό που έχει καταβληθεί από το 2015 για περιβαλλοντικά πρόστιμα ως αποτέλεσμα καταδικών από το ευρωδικαστήριο ανέρχεται σε 187.308.072 ευρώ.
Πίνακας: Ανοιχτές υποθέσεις παραβίασης του περιβαλλοντικού δικαίου της ΕΕ (2021)
- Διάλυση των επιθεωρητών περιβάλλοντος: Από τα (ήδη πενιχρά) δημόσια διαθέσιμα δεδομένα προκύπτει ότι στο 2022 το κρίσιμης σημασίας Σώμα Επιθεωρητών Περιβάλλοντος που υπάγεται στον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας δεν έχει διενεργήσει κανέναν έλεγχο. Επίσης, για πρώτη φορά στην ιστορία του πολύ σημαντικού αυτού θεσμού, από το 2020 δεν δημοσιεύεται καμία ετήσια έκθεση και κανένα δεδομένο για το έργο τους. Το WWF Ελλάς ζητάει εδώ και χρόνια την ίδρυση ανεξάρτητης αρχής περιβαλλοντικών ελέγχων.
Το 2022 ήταν μία χρονιά που έφερε στο προσκήνιο κρίσεις, κενά και αστοχίες. Πλέον όμως ο χρόνος δεν είναι με το μέρος μας. Αντιθέτως, είναι ο μεγαλύτερος εχθρός μας. Με τη βοήθεια της επιστήμης μπορούμε ατομικά και συλλογικά να προστατεύσουμε τη ζωή στον πλανήτη μας και να διεκδικήσουμε ασφάλεια, δικαιοσύνη και ένα βιώσιμο μέλλον. Το 2023 πρέπει να είναι η χρονιά μαζικής δράσης για έναν ζωντανό πλανήτη.
Θεοδότα Νάντσου, επικεφαλής πολιτικής, WWF Ελλάς