Της Κατερίνας Παπαστεργίου
Όλα ξεκινούν από το εξής ερώτημα γιατί ο άνθρωπος νιώθει την ανάγκη να μάθει το μέλλον του;
Φαίνεται πως του παίρνει μια ολόκληρη ζωή για να απαντήσει σε ερωτήματα όπως τι πρόκειται να μου συμβεί; Θα πετύχω; Θα πλουτίσω; Θα πάρω πτυχίο; Θα παντρευτώ; Θα κάνω παιδιά; Λες να πεθάνω νέος; Και τόσα άλλα που ταλαιπωρούν το μυαλό του. Και αφού κουραστεί και δεν πάρει απαντήσεις από το σύμπαν, από τα άστρα, από την άγνωστη φωνή στην αντίπερα όχθη που ευελπιστούσε να ακούσει αλλά δεν άκουσε ποτέ, καταφεύγει σε άλλες μεθόδους για να κατασβήσει τον ακόρεστο πόθο του… Να μάθει! Θέλει να μάθει τα μελλούμενα αυτά που θα του συμβούν, να βρει λύσεις στα αδιέξοδα του, να μη χάσει χρόνο, να προστατευτεί. Το μέλλον εκεί στέκει ανεξερεύνητο, ανυπόταχτο, ανεξέλεγκτο με μια δύναμη αήττητη αφού όσο δεν το ξέρεις και δεν έχεις τον έλεγχο του τόσο το άγχος μεγαλώνει μαζί με την ακόρεστη επιθυμία σου να μάθεις…
Έτσι, ο άνθρωπος δρα αποφασιστικά παραμερίζοντας πρέπει, λογική, σπάει ταμπού και στερεότυπα πηγαίνει κόντρα σ’αυτά που κάποτε δεν πίστευε και κορόιδευε και επισκέπτεται μάγισσες, χαρτορίχτρες και καφετζούδες. Εμείς επιλέξαμε να επισκεφτούμε την καφετζού, την κυρία Κυριακή. Μας την συνέστησε μια γειτόνισσα και έτσι εντοπίσαμε τα ίχνη της. Μας υποδέχτηκε πρόσχαρα γλυκύτατη, χαμογελαστή και θρήσκα το μαρτυρούσαν άλλωστε και οι εικόνες που κατέκλιναν το σαλόνι επέμενε να μας κεράσει από τα καλούδια της, αφού πρώτα μας έφτιαξε έναν ελληνικό βαρύ γλυκό καφέ σε φλιτζάνι άσπρο του καφενέ. Ξεκαθάρισε από την αρχή πως δεν λέει το φλιτζάνι επί πληρωμή γιατί φοβάται να μην χάσει το χάρισμα της, θα μπορούσες να την ευχαριστήσεις οικειοθελώς με ένα δώρο ή κατιτίς ή απλά με την αγάπη σου αφού θα την «παραδεχόσουν» όταν θα σε επιβεβαίωναν αργότερα τα γεγονότα που προέβλεψε. Και αφού ήπιαμε τον καφέ μας με χαλαρή διάθεση αλλά σαν άπιστοι θωμάδες πως όλα αυτά είναι εικασίες και παραμύθια…
Προχωρήσαμε στα ενδότερα του φλιτζανιού. Aφού το γύρισε ανάποδα και το άφησε για λίγη ώρα, το πήρε στα χέρια της! Η πρώτη ματιά είναι καθοριστική, στο μαρτυρά η έκφραση του προσώπου της αν είναι καλό ή όχι. Επιφώνημα… Οοο!!! Φωτεινό, βλέπω 2 πουλάκια, βλέπω βέρες, βλέπω μια πόρτα με σταυρό να δες κι εσύ επιτυχία είναι αυτό. Αρχικά γράμματα, αράδιασε μερικά, ένα δέντρο, ένα αγαπημένο πρόσωπο θα έρθει με αεροπλάνο και τόσα άλλα. Πόσα κρύβει ένα φλιτζάνι; Πληροφορίες όχι αστεία και μετά περάσαμε στα δυσάρεστα. Δρόμο θα κάνεις όχι για καλό, κάποιος βαριά άρρωστος στο κρεβάτι, σύντομο σε μια δυο μέρες… «Τον κάναμε τον σταυρό μας, αχ κυρία Κυριακή μας έκανες την καρδιά περιβόλι». «Φτάνει δεν θέλω να ακούσω άλλα». Εκεί στην πρόβλεψη του θανάτου σταματούν όλα, ξεδιψά η ακόρεστη επιθυμία να μάθεις το μέλλον.
Και έπεσε διάνα η Κυρία Κυριακή στα περισσότερα και οι άπιστοι Θωμάδες γίνανε λιγότεροι. Αλλά καλύτερα ανήξερος Θωμάς. Ότι μας ξημερώσει και το άγνωστο έχει τους λόγους του και η άγνοια ακόμη περισσότερους. Το μέλλον λευκό χαρτί που γεμίζει κάθε μέρα, άλλες μέρες γράφει και άλλες μέρες ζωγραφίζει. Ξημερώνει άλλοτε με λιακάδα, άλλοτε με βροχή. Το μέλλον, τα μελλούμενα καλύτερα να μην τα ξέρεις, οι εκπλήξεις δυσάρεστες ή ευχάριστες θα συμβούν για σένα χωρίς εσένα. Μαγεία είναι η ζωή που δεν χωρά σε φλιτζανάκια του καφέ αλλά σε ποτήρια πολλά που τσουγκρίζουν στο στην υγειά μας.